Δύο και πλέον χρόνια μετά τις αμερικανικές προεδρικές εκλογές και τον θρίαμβο του Τζο Μπάιντεν και παρά τις αποδείξεις για το αντίθετο, μεγάλη μερίδα στελεχών και ψηφοφόρων τού Ρεπουμπλικανικού κόμματος εξακολουθεί να πιστεύει πως έγινε νοθεία και πως ο Ντόναλντ Τραμπ ήταν αυτός που νίκησε. Και καθώς θεωρούν πως τους «έκλεψαν» τη νίκη, ακόμη και σήμερα διακινούν ένα απίστευτο όγκο ειδήσεων και πληροφοριών που υποστηρίζει τον ισχυρισμό τους. Αυτό δεν είναι κάτι που πρέπει να μας εκπλήσσει, ανέφερε ο Ντάνιελ Έφρον, καθηγητής Οργανωτικής Συμπεριφοράς στο London Business School στη συνέντευξή του στον «Φιλελεύθερο». Ο καθηγητής τα τελευταία χρόνια ασχολείται με τη διάδοση των ψεύτικων ειδήσεων, των fake news όπως έχει καθιερωθεί διεθνώς ο όρος. 

Οι έρευνες που διεξάγει ο Αμερικανός ειδικός, o οποίος βρέθηκε στην Κύπρο τον περασμένο μήνα για τις εργασίες του Cyprus Forum, είναι εντυπωσιακές και εξηγούν γιατί τα ψέματα και οι ψεύτικες ειδήσεις ευδοκιμούν αλλά και γιατί οι χρήστες όχι μόνο αποδέχονται την παραπληροφόρηση αλλά τη συγχωρούν κιόλας και τη διαδίδουν. Όπως εξήγησε όλα έχουν να κάνουν με την οικειότητα που προκαλεί η επανάληψη μιας ψεύτικης είδησης, όπως επίσης και με τις αντιστάσεις που τις περισσότερες φορές οι χρήστες δεν έχουν, στο να διαδώσουν κάτι που δεν ισχύει.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΗ: Η αξία των εφημερίδων, τα fake news και το λάθος της ΕΣΚ

  Σύμφωνα με τον Ντάνιελ Έφρον εδώ ακριβώς φαίνεται και το πόσο ευάλωτοι είμαστε απέναντι στα fake news. Γιατί ακόμη και να ξέρουμε ότι ένα γεγονός δεν ισχύει, δεν μας ενοχλεί να το μοιραστούμε ή να σιωπήσουμε όταν άλλοι ισχυρίζονται πως είναι αλήθεια, ειδικά όταν συμφωνούμε μαζί του ή εξυπηρετεί τις πεποιθήσεις και τις αξίες μας. Είναι στην ανθρώπινη φύση να βρίσκουμε δικαιολογίες και να αιτιολογούμε την ανήθικη συμπεριφορά, αν αυτό μας εξυπηρετεί, επεσήμανε. «Είμαστε άνθρωποι και καθημερινά αντιμετωπίζουμε πειρασμούς για να παραβιάσουμε τις ηθικές μας αρχές, όποιες και αν είναι αυτές. Προσωπικά και αυτό είναι κάτι που με ενδιαφέρει το να ανακαλύψω γιατί ενδίδουμε σε αυτούς τους πειρασμούς», τόνισε.

 

– Πώς ξεκίνησε το ενδιαφέρον σας για την ψυχολογία και ποιος είναι ο λόγος που εστιάσατε στο γιατί οι άνθρωποι επιλέγουν να κάνουν το καλό ή το κακό;

– Όταν ξεκίνησα το πανεπιστήμιο είχα δύο διαφορετικά ενδιαφέροντα, τη φυσική και το θέατρο. Στην πορεία συνειδητοποίησα πως η φυσική ήταν πολύ δύσκολη για μένα και πως δεν είχα αρκετό ταλέντο για το θέατρο. Επιπλέον ανακάλυψα, πως η ψυχολογία ήταν ο τρόπος για να συνδυάσω αυτά τα δύο ενδιαφέροντα. Γιατί από την ηθοποιία πήρα το να προσπαθώ να ανακαλύψω πώς σκέφτονται οι άλλοι άνθρωποι και γιατί κάνουν αυτά που κάνουν και από τη φυσική πήρα τις επιστημονικές μεθόδους για να το εφαρμόσω. Και έτσι ενδιαφέρθηκα για την επιστήμη της ψυχολογίας και κάπως έτσι ξεκίνησε η καριέρα μου όταν επικεντρώθηκα σε πειράματα θέλοντας να εντοπίσω, γιατί οι άνθρωποι δρουν με συγκεκριμένο τρόπο. Τώρα το γιατί έριξα το βάρος μου στην ηθική της ψυχολογίας, μάλλον έχει να κάνει με το ότι είναι πολύ μεγάλη πρόκληση να διαπιστώσει κάποιος ποια είναι τα κίνητρα του άλλου και γιατί οι καλοί άνθρωποι κάνουν κακά πράγματα. Η ηθική υπάρχει παντού, συζητούμε για το τι είναι καλό και τι όχι και αυτό είναι κάτι που ήθελα να ερευνήσω.

– Ας μιλήσουμε τώρα για τις ψεύτικες ειδήσεις, που βρίσκονται στο επίκεντρο του επιστημονικού σας ενδιαφέροντος. Γιατί τα fake news είναι τόσο δημοφιλή;

– Πιστεύω πως οι ψεύτικες ειδήσεις είναι δημοφιλείς για δύο λόγους:

>> Ο πρώτος είναι γιατί βλέπουμε μια δραματική μείωση της εμπιστοσύνης στους επίσημους θεσμούς, κυβερνήσεις, μέσα ενημέρωσης, πολιτικά κόμματα. Επομένως, αν οι πολίτες δεν εμπιστεύονται τους θεσμούς είναι πιο εύκολο να πιστέψουν οτιδήποτε άλλο. 

>>Ο δεύτερος λόγος είναι πως η τεχνολογία των κοινωνικών δικτύων είναι κάτι σχετικά καινούριο. Τα κοινωνικά δίκτυα έφεραν πολλές αλλαγές. Οι άνθρωποι έχουν πολλές ανησυχίες ως προς την χρήση τους και αυτό επηρεάζει την κοινωνία. Πάντα διαδίδονταν ψεύτικες ειδήσεις. 

Πριν τα κοινωνικά δίκτυα ήταν ο Τύπος και πριν από αυτό το κουτσομπολιό από στόμα σε στόμα. Το διαφορετικό είναι πως τώρα όμως ζούμε σε μια μοναδική εποχή, στην οποία ο καθένας μπορεί να γράψει οτιδήποτε και μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα να διαδοθεί παντού. 

– Μιλήστε μας για τις έρευνες που έχετε κάνει στη διάδοση των ψεύτικων ειδήσεων και γιατί δείχνουμε να είμαστε ευάλωτοι μπροστά στο φαινόμενο αυτό.

– Έχουμε κάνει μια σειρά πειραμάτων με τα οποία αποδείξαμε πως ενοχλεί λιγότερο ηθικά τους ανθρώπους να διαδώσουν ψεύτικες ειδήσεις αν προηγουμένως τις είχαν ακούσει ξανά, ακόμη και αν δεν τις πιστεύουν. Η ανησυχία που συνήθως υπάρχει είναι πως οι άνθρωποι ενδεχομένως να πιστέψουν μια ψεύτικη είδηση. Αυτό είναι αλήθεια, όμως η έρευνά μου αποκάλυψε και μια άλλη ανησυχία. Ότι ακόμη και όταν οι άνθρωποι αντιλαμβάνονται πως πρόκειται για ψεύτικες ειδήσεις ίσως τις δικαιολογούν και δεν θεωρούν πως είναι λάθος να τις διαδίδουν. Με αποτέλεσμα οι άνθρωποι να διαδίδουν ψεύτικες ειδήσεις που ακριβώς γνωρίζουν πως είναι ψεύτικες. Και εδώ ακριβώς φαίνεται και το πόσο ευάλωτοι είμαστε απέναντι στα fake news. Γιατί ακόμη και να ξέρουμε ότι ένα γεγονός δεν ισχύει, δεν μας ενοχλεί να το μοιραστούμε ή να σιωπήσουμε όταν άλλοι ισχυρίζονται πως είναι αλήθεια. 

– Υπάρχει κάποιος αποτελεσματικός τρόπος για να προστατευθεί η κοινωνία και κατ’ επέκταση και η δημοκρατία από τα fake news;

– Αναζητούνται τρόποι για να γίνει αυτό. Η λύση, πάντως, δεν θα είναι μόνο μία. Μια απάντηση που επεξεργαζόμαστε αυτή τη στιγμή, είναι να προσπαθήσουμε να πείσουμε τον κόσμο να σταματήσει να σκέφτεται ότι είναι ανεκτό όταν μεταφέρει ψεύτικες ειδήσεις, τις οποίες δεν πιστεύει. Κάποια πειράματα σε προκαταρκτική μορφή που έγιναν, έδειξαν πως αν οι άνθρωποι ρίξουν τους ρυθμούς τους και ενεργοποιήσουν τις ηθικές τους αξίες, τότε είναι λιγότερο πιθανόν να διανέμουν ψεύτικες ειδήσεις. Το πρόβλημα στα κοινωνικά δίκτυα είναι πως οι άνθρωποι ενεργούν με γρήγορο ρυθμό και λαμβάνουν τάχιστα αποφάσεις. Κοιτάζουμε το κινητό μας ενώ περιμένουμε στην γραμμή, διαβάζουμε βιαστικά αναρτήσεις και σχόλια, χωρίς ιδιαίτερη επεξεργασία αυτών που διαβάζουμε, που κάνουμε like και που μοιραζόμαστε.

Πιστεύετε πως οι ψηφοφόροι είναι σε θέση να ξεχωρίσουν ποιοι πολιτικοί είναι ανέντιμοι και λένε ψέματα; Και αν ναι γιατί τους εμπιστεύονται και τους ψηφίζουν;

-Και πάλι υπάρχουν δύο προβλήματα στους πολιτικούς που λένε ψέματα και είναι παρόμοια με αυτά στα fake news:

>> Το πρώτο είναι πως πολλές φορές οι άνθρωποι πιστεύουν αυτά τα ψέματα. 

>>Το δεύτερο είναι πως δεν τα πιστεύουν, ωστόσο αυτό δεν τους ενδιαφέρει ιδιαίτερα. 

Τώρα υπάρχουν αρκετοί λόγοι που οι ψηφοφόροι ψηφίζουν έναν πολιτικό που λέει ψέματα. Ένας λόγος είναι γιατί οι ψεύτες πολιτικοί μπορεί να εμφανίζονται αυθεντικοί αφενός γιατί οι ψηφοφόροι τους δεν εμπιστεύονται το σύστημα και αφετέρου γιατί τα ψέματά τους ταιριάζουν με τις πολιτικές τους πεποιθήσεις. Έτσι οι ψηφοφόροι σκέφτονται ότι αυτός ο άνθρωπος λέει ψέματα για να γελοιοποιήσει το σύστημα ή για να επιτεθεί στο αντίπαλο κόμμα και ότι με αυτό τον τρόπο τους υπερασπίζεται.

Ένας άλλος λόγος είναι ότι μπορεί να αναγνωρίζουν πως πρόκειται για ψέματα, αλλά να θεωρούν πως το γενικό τους πνεύμα είναι αλήθεια. Για παράδειγμα, στη διάρκεια του δημοψηφίσματος για το Βrexit ένα κόκκινο λεωφορείο με το σύνθημα πως το Λονδίνο στέλνει 350 εκατομμύρια στερλίνες εβδομαδιαία στις Βρυξέλλες περιόδεψε στη χώρα. Αυτό δεν ίσχυε όμως. Πόσο ανήθικη ήταν η περιοδεία του λεωφορείου; Για τους οπαδούς της παραμονής της Βρετανίας στην Ε.Ε. ήταν απαράδεκτο. Οι οπαδοί όμως της αποχώρησης αν και αναγνώριζαν πως κάτι τέτοιο δεν ίσχυε, εντούτοις για αυτούς μέτρησε περισσότερο ότι όντως στέλνονταν χρήματα και δεν είχε σημασία το ποσό. Επομένως, οι ψηφοφόροι τείνουν να παραβλέπουν τα ψέματα ενός πολιτικού αν συμφωνούν μαζί του.

Αρνητικός ο αντίκτυπος των κοινωνικών δικτύων

– Έχετε κάνει καθόλου έρευνες για το ποιος είναι ο αντίκτυπος των κοινωνικών δικτύων στην ανήθικη συμπεριφορά;

– Υπάρχουν αρκετά πράγματα που μας ανησυχούν σε ό,τι αφορά στα κοινωνικά δίκτυα και την ανήθικη συμπεριφορά. Πρώτο μπορεί να δημιουργήσουν απόσταση ανάμεσα σε αυτούς που αναρτούν οτιδήποτε και σε αυτούς που μπορεί να τους προκαλέσουν κάποιου είδους ζημιά. Στον διαδικτυακό εκφοβισμό, για παράδειγμα, λέγονται πράγματα που ποτέ δεν θα εκστομίζονταν σε μια διαπροσωπική επικοινωνία. Και δεν είναι μόνο το ότι αν σου πω κατάμουτρα κάτι που θα σε προσβάλει κινδυνεύω να με χτυπήσεις. Από τη στιγμή που η επικοινωνία δεν είναι άμεση, πολλές φορές δεν μπορώ να αντιληφθώ τον πόνο που σου προκαλώ με ένα κακόβουλο σχόλιο, μια βρισιά ή οτιδήποτε άλλο θα σε πειράξει. Υπάρχουν πολλές έρευνες που δείχνουν ότι αν οι θύτες αισθάνονται πως υπάρχει μια απόσταση είναι πιο πιθανόν να βλάψουν τα θύματά τους. Ένας άλλος λόγος είναι ότι στα κοινωνικά δίκτυα δεν σκεφτόμαστε προσεκτικά, δρούμε με ταχύτητα να διαβάσουμε κάτι, να κάνουμε ένα άσχημο σχόλιο, να τσακωθούμε με κάποιον και αυτό έχει συνέπειες. 

– Η πανδημία Covid-19, σύμφωνα με έρευνες που βλέπουν το φως της δημοσιότητας, έχει επηρεάσει τη διαμόρφωση της προσωπικότητάς μας και οι άνθρωποι γίνονται λιγότερο εξωστρεφείς, φιλικοί και ανοικτοί σε νέες ιδέες. Εσείς έχετε βρεθεί αντιμέτωπος με παρόμοια συμπεράσματα;

– Εγώ προσωπικά δεν έχω συμμετάσχει σε τέτοιου είδους έρευνες. Όμως, πριν από την Covid-19 αυτό που είδα είναι πολλές ψεύτικες ειδήσεις που εξαπλώνονταν είχαν να κάνουν με την πολιτική. Στη διάρκεια της πανδημίας πολλά από τα fake news που διακινήθηκαν σχετίζονταν με τους εμβολιασμούς, με υποσχόμενες θεραπείες, που τελικά ήταν αναποτελεσματικές. Πιστεύω πως η πανδημία άνοιξε την πύλη για περισσότερες ψεύτικες ειδήσεις. Υπήρξε μεγάλη ανησυχία για το τι συμβαίνει και ακόμη μεγαλύτερη πόλωση στην κοινωνία, τουλάχιστον στις ΗΠΑ, για τα μέτρα που έπρεπε να παρθούν. Γενικά σε καιρούς ανησυχίας και όταν δεν υπάρχει ξεκάθαρη εικόνα για το τι συμβαίνει, οι άνθρωποι είναι πιο πιθανόν να καταφύγουν στην παραπληροφόρηση. Η αβεβαιότητα μάς επηρεάζει, αυτό είναι γεγονός.

Δικαιολογούμε την ανηθική συμπεριφορά

– Αρκετοί ειδικοί, αναφέρω ενδεικτικά τον Ρούτγκερ Μπρέγκμαν, υποστηρίζουν πως οι άνθρωποι είναι θεμελιωδώς καλοί από τη φύση τους. Ποια είναι η άποψή σας; Είναι οι άνθρωποι εκ φύσεως καλοί ή κακοί;

– Είναι δύσκολο να απαντηθεί αυτή η ερώτηση για τον κύριο λόγο πως δεν υπάρχει ένας καθολικά αποδεχτός ορισμός του τι είναι το καλό και τι είναι το κακό. Την απάντηση, υποθέτω την έχουν οι φιλόσοφοι που πρέπει να βρουν τι είναι το κακό και αν γεννιόμαστε κακοί ή στην πορεία της ζωής μας γινόμαστε. Αυτό που μπορώ να πω μέσα από τις έρευνες που κάνω στον τομέα μου αλλά και που μελετώ, είναι πως ο μέσος άνθρωπος ενδιαφέρεται σε μεγάλο βαθμό να είναι ηθικός. Αλλά είμαστε άνθρωποι και καθημερινά αντιμετωπίζουμε πειρασμούς για να παραβιάσουμε τις ηθικές μας αρχές, όποιες και αν είναι αυτές. Προσωπικά, και αυτό είναι κάτι που με ενδιαφέρει το να ανακαλύψω γιατί ενδίδουμε σε αυτούς τους πειρασμούς. 

– Έχετε κάποια απάντηση γιατί ενδίδουμε στους πειρασμούς;

– Το ζήτημα που με απασχολεί από την αρχή της καριέρας μου είναι ότι όλοι έχουμε «τυφλά σημεία», ψυχολογικές προκαταλήψεις που μας αποτρέπουν από το να αναγνωρίζουμε ότι παραβιάζουμε τις αρχές μας. Ο πρώτος λόγος γιατί συμβαίνει αυτό είναι γιατί κάποιες φορές αφήνουμε την ηθική στην άκρη, όταν λαμβάνουμε μια απόφαση και θεωρούμε, για παράδειγμα πως είναι μια οικονομική απόφαση, αγνοώντας την ηθική της υπόσταση. Ο δεύτερος λόγος είναι πως εμείς οι άνθρωποι είμαστε πολύ καλοί στο να δικαιολογούμε τη συμπεριφορά μας. Με λίγα λόγια είμαστε πολύ καλοί στο να λέμε στον εαυτό μας ιστορίες που μας επιτρέπουν το βράδυ να κοιμόμαστε, ενώ προηγουμένως είχαμε παραβιάσει τις ηθικές μας αρχές. Έχω μελετήσει γιατί οι άνθρωποι δικαιολογούν τα ψέματα, γιατί τα ανέχονται και γιατί δεν είναι τίμιοι. Και αυτό που ανακάλυψα είναι πως αν σου αρέσει ένα ψέμα, αν για παράδειγμα ταυτίζεται με τις πολιτικές σου πεποιθήσεις είναι πιο πιθανόν να πεις στον εαυτό σου «ξέρω πως δεν είναι αλήθεια, αλλά θα μπορούσε να είναι ή ίσως να γίνει σε κάποια στιγμή στο μέλλον» και επομένως να το αποδεχτείς.

Οι άνθρωποι διαφωνούν πολύ για το τι είναι το καλό

– Αυτό, δηλαδή που σας ενδιέφερε ήταν να εξερευνήσετε τα κίνητρα των ανθρώπων πίσω από τις πράξεις τους. 

– Ακριβώς. Πιστεύω πως από τη μια γεννιόμαστε και μεγαλώνουμε και θέλουμε να κάνουμε το καλό γύρω μας. Από την άλλη όμως κάποιες φορές δρούμε εξυπηρετώντας το συμφέρον μας και βλάπτουμε άλλους ανθρώπους. Το τι επιλέγουμε να κάνουμε εξαρτάται πολλές φορές από τις υπάρχουσες καταστάσεις. Υπάρχουν τρόποι να κάνουμε αυτό που θέλουμε, χωρίς να συνειδητοποιούμε πως προξενούμε κακό σε κάποιον άλλο, με λίγα λόγια, να ενδίδουμε στον πειρασμό, χωρίς να αισθανόμαστε πως γινόμαστε κακοί άνθρωποι. Θα σας δώσω ένα παράδειγμα. Έχω μελετήσει αυτό που αποκαλούμε «ηθική αδειοδότηση». Και αυτό που συμβαίνει είναι πως κάποιος κάνει μια καλή πράξη, δίνει χρήματα για ένα φιλανθρωπικό σκοπό ή βοηθά έναν φίλο του όταν τον χρειάζεται, αποδεικνύει στον εαυτό του πως είναι ένα καλό άτομο. Και μετά επαναπαύεται και μπορεί να αγνοήσει άλλη μια έκκληση για βοήθεια ή και να βλάψει κάποιον γιατί στο νου του θεωρεί πως είναι καλός. 

-Το ερώτημα παραμένει όμως. Τι είναι ηθική; Πώς ορίζεται, είναι θέμα προσωπικής άποψης; Μπορούν να τεθούν όρια τα οποία να είναι σεβαστά από τους περισσότερους;

– Μάλλον, και αυτή είναι μια απάντηση την οποία πρέπει να δώσει η φιλοσοφία. Όμως αν κοιτάξουμε γύρω μας θα δούμε πως οι άνθρωποι διαφωνούν πολύ για το τι είναι το καλό. Οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν αξίες, που όμως διαφέρουν από άλλων ανθρώπων. Η ψυχολογία που μελετώ προσπαθεί να βρει γιατί μερικές φορές υποστηρίζουν τις αρχές τους και άλλες φορές όχι.