Οδός Δημοφώντος. Οδός 28ης Οκτωβρίου. Οδός Καντάρας. Οδός Ανεμομύλων. Ενορία Αγίου Νικολάου. Κάπου εδώ ήταν «τα σπίτια τα δικά μας». Η εκκλησία της Αγίας Ζώνης. Κοντά και το Γυμνάσιο Θηλέων Αμμοχώστου.
Μια Αμμοχωστιανή, 88 ετών σήμερα, 41 το 1974 όταν προσφυγοποιήθηκε, καταθέτει ένα κομμάτι της ψυχής της για την περιοχή της περίκλειστης πόλης της Αμμοχώστου που η Τουρκία, ο Ερντογάν και ο εγκάθετός τους ο Τατάρ, αποφάσισαν κατά τη φρασεολογία τους «να ανοίξουν» και να καλέσουν τους Ε/κ κατοίκους «να επιστρέψουν υπό τ/κ διοίκηση». Πόνεσε η ψυχή της κ. Νίνας αλλά τονίζει: «Τούτα δεν είναι οι κάτοικοι που θα τα αποφασίσουν».
Η ίδια θέλει να σταθεί σε κάποιες αναφορές που έγιναν τις τελευταίες μέρες, σύμφωνα με τις οποίες, «η περιοχή, η ενορία του Αγίου Νικολάου, ήταν μια υποβαθμισμένη περιοχή της Αμμοχώστου, χωρίς μεγάλη αξία». «Τούτο δεν ισχύει» τονίζει η 88χρονη κάτοικος της ενορίας του Αγίου Νικολάου Αμμοχώστου. Μας πληροφορεί, αφήνοντας τις αναμνήσεις της να τρέξουν βαθιά πίσω στο παρελθόν, πως «μπορεί να μην ήταν κοντά η θάλασσα, μα ούτε και τόσο μακριά ήταν. Η ενορία του Αγίου Νικολάου ήταν μια αμιγώς περιοχή οικιστικής ανάπτυξης της Αμμοχώστου, στην οποία τα τελευταία χρόνια πριν την εισβολή, η γη και τα οικόπεδα είχαν πάρει μεγάλη αξία και συνέχιζαν να παίρνουν, μέχρι και την εισβολή. Πλησίον της ενορίας, υπήρχαν περιβόλια με εσπεριδοειδή. Και όταν λεμονιές, πορτοκαλιές, νερατζιές κ.λπ. άνθιζαν την εποχή της άνοιξης, μοσχοβολούσε ο αγέρας μέρες και νύχτες ολόκληρες. Η ενορία, συνεχίζει να αφηγείται η ενορίτισσα του Αγίου Νικολάου Αμμοχώστου, είχε να επιδείξει σπίτια που κτίστηκαν πριν ακόμα γεννηθεί η ίδια, δηλαδή το 1933. Άλλα σε σωστό και άλλα σε διπλό οικόπεδο. «Δηλαδή, σπίτια μεγάλα, αξιόλογα. Από εύπορες οικογένειες». Η ενορία Αγίου Νικολάου, ήταν μια πολύ μεγάλη ενορία, προσθέτει η κ. Νίνα. Κοντά στο Κάτω Βαρώσι.
Ο δρόμος της προσφυγιάς
Οι καλές μέρες σταμάτησαν οριστικά, στις 15 Αυγούστου 1974. Όταν οι Αμμοχωστιανοί πήραν τον δρόμο της φυγής από την αγαπημένη τους πόλη και της προσφυγιάς. Πήραν τις δύο τους κόρες, 17 ετών η μεγάλη και 14 η μικρή, μπήκαν στο αυτοκίνητό τους και έφυγαν. Έξω από την ενορία του Αγίου Νικολάου, στο τμήμα της πόλης που κατοικείται από Τ/κ και έποικους, υπήρχε ένας φούρνος. Ήταν ακόμα ανοικτός. Σταμάτησαν και πήραν ψωμί. Να έχουν κάτι μαζί τους, αφού πήραν μόνο τα ρούχα που φορούσαν. Πίστευαν ότι θα επέστρεφαν. Τελικά, δεν επέστρεψαν δυστυχώς ποτέ. Και εκείνο το ψωμί που αγόρασαν στις 15 Αυγούστου 1974 από το φούρνο, ήταν το τελευταίο ψωμί από την Αμμόχωστο, που αγόρασαν και έφαγαν. Το τελευταίο ψωμί που αγόρασαν από τον φούρνο στην οδό Δημοφώντος, στην αγαπημένη Αμμόχωστο.
Η κόρη της κ. Νίνας, η Κρυστάλλω, θυμάται ότι την ώρα που έφευγαν. Ο γάτος της οικογένειας στάθηκε μπροστά από το σπίτι τους και τους κοίταζε. Αλλά δεν τον πήραν μαζί τους. Αφού θα γυρνούσαν πίσω, έλεγαν οι υπόλοιποι. Ωστόσο, ομολογεί η Κρυστάλλω, 47 χρόνια μετά, εκείνη την ημέρα του Αυγούστου του 1974 που έφευγαν από την αγαπημένη τους πόλη, την Αμμόχωστο, κάτι μέσα της, της έλεγε ότι δύσκολα θα γυρνούσαν πίσω και ότι εκείνη η ημέρα ήταν η τελευταία που έβλεπε την Αμμόχωστο όπως την ήξερε, στα 14 της χρόνια. Και η υπόθεση της επιστροφής, μόνο εύκολη δεν θα ήταν.
Πικρές διαπιστώσεις
Μερικές φωτογραφίες από το σπίτι της. Σπασμένες ανάγλυφες κατασκευές της στο πάτωμα, που μάλλον δεν φάνηκαν χρήσιμες σε αυτούς που κούρσεψαν ξανά και ξανά, τα σπίτια των Αμμοχωστιανών, στην περίκλειστη πόλη της Αμμοχώστου. Σε άλλες φωτογραφίες, η κ. Νίνα και η κόρη της η Κρυστάλλω, στέκουν για να μας δείξουν σπίτια γειτόνων τους στην ενορία του Αγίου Νικολάου, που στο πέρασμα του χρόνου κατέστησαν όντως ετοιμόρροπα. Στέκουν όμως και σε σπίτια κτισμένα με πέτρα και μάρμαρο που κρατούν ακόμη πολύ καλά και ας πέρασαν 47 χρόνια.
Η κ. Νίνα είναι φανερά θλιμμένη γι’ αυτά τα 47 χρόνια που κύλησαν μακριά από την ενορία και την πόλη της. Μέσα-μέσα μας λέει, «μα εγώ σε λίγο θα φύγω», δείχνοντας ότι έχει συναίσθηση των 47 χρόνων που κύλησαν. Έφυγε από το Βαρώσι 41 ετών και σήμερα είναι 88. Η κόρη της Κρυστάλλω εκφράζει όμως και εκείνη την πικρία, την άποψη που πλέον εκφράζουν πολλοί Αμμοχωστιανοί, πως «οι κάτοικοι της πόλης κουράστηκαν. Τους υποσχέθηκαν πολλές φορές και πολλά, αλλά τίποτε δεν έγινε». Και μπροστά στον καημό των 47 χρόνων που πέρασαν και τα συναισθήματα που εκφράζει ο Αμμοχωστιανός, απλώς σιωπάς και ακούς.