Πολίτες και περιβαλλοντικές μη κυβερνητικές οργανώσεις (ΜΚΟ) αποκτούν τη δυνατότητα πρόσβασης στη Δικαιοσύνη σε περιπτώσεις που ανησυχούν για τη νομιμότητα αποφάσεων που αφορούν έργα τα οποία υποβάλλονται σε εκτίμηση επιπτώσεων στο περιβάλλον.
Πλέον βελτιώνεται η πρόσβαση στη Δικαιοσύνη ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων και οι ΜΚΟ θα έχουν ευρύτερες δυνατότητες αμφισβήτησης πράξεων και παραλείψεων θεσμικών οργάνων και οργανισμών.
Τα κενά που διαπιστώνει η Κομισιόν σε ό,τι αφορά την πρόσβαση του κοινού στη Δικαιοσύνη σε ό,τι αφορά ζητήματα περιβαλλοντικής διακυβέρνησης, επιχειρεί να επιλύσει νομοσχέδιο που κατατέθηκε προς συζήτηση στη Βουλή, προς συμμόρφωση με τις κοινοτικές απαιτήσεις. Συγκεκριμένα, η Κομισιόν αξιοποιώντας την ευκαιρία για να ελέγξει κατά πόσον η κυπριακή νομοθεσία συμμορφώνεται με την οδηγία Εκτίμησης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΕΠΕ) στο σύνολό της και όχι μόνο με τις διατάξεις που αναθεωρήθηκαν με την οδηγία 2014/52/ΕΕ. Με βάση την ανάλυση της κυπριακής νομοθεσίας, η Κομισιόν θεωρεί ότι το κυπριακό Δίκαιο δεν συνάδει με την οδηγία ΕΠΕ. Συνεπώς, η Κομισιόν διαβίβασε προειδοποιητική επιστολή στις Κυπριακές Αρχές, στις 14/5/2020, η οποία περιγράφει τις λεπτομέρειες μη συμμόρφωσης.
Ειδικότερα, η Κομισιόν καλεί τις αρμόδιες Αρχές να διορθώσουν το εθνικό σύστημα για την εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων από ορισμένα δημόσια και ιδιωτικά έργα, και να ευθυγραμμίσουν την εθνική νομοθεσία με την οδηγία για την εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων (οδηγία 2011/92/ΕΕ), όπως τροποποιήθηκε τον Απρίλιο του 2014 (οδηγία 2014/52/ΕΕ).
Η οδηγία εξασφαλίζει ότι οι επιπτώσεις των δημόσιων και των ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον θα εκτιμώνται πριν από την έγκριση των έργων. Από το 2014, ο διοικητικός φόρτος μειώνεται περαιτέρω και το επίπεδο της προστασίας του περιβάλλοντος και της δημόσιας συμμετοχής βελτιώθηκε, ενώ οι επιχειρηματικές αποφάσεις σχετικά με τις δημόσιες και τις ιδιωτικές επενδύσεις καθίστανται πιο σωστές, προβλέψιμες και βιώσιμες.
Σύμφωνα με την Κομισιόν, στην περίπτωση της Κύπρου, η εθνική νομοθεσία δεν απαιτεί τη θέσπιση λεπτομερών ρυθμίσεων για τη δημόσια διαβούλευση, όπως απαιτείται από την οδηγία, ούτε υποχρεώνει τις αρμόδιες εθνικές Αρχές να εξασφαλίζουν ότι διατίθενται πρακτικές πληροφορίες στο κοινό σχετικά με την πρόσβαση σε διοικητικές και δικαστικές διαδικασίες αναθεώρησης.
Στην παράβαση 2020/2203 της Κομισιόν διαπιστώθηκαν διατάξεις της οδηγίας 2014/52/ΕΕ, οι οποίες κατά την εναρμόνιση δεν ενσωματώθηκαν στην κυπριακή νομοθεσία.
Συνεπώς, το Τμήμα Περιβάλλοντος ενσωμάτωσε τις σχετικές διατάξεις της οδηγίας και ετοίμασε τροποποιητικό νομοσχέδιο για τροποποίηση συγκεκριμένων άρθρων (4,8,27 και 48) και του Δεύτερου Παραρτήματος, ώστε να εναρμονιστεί πλήρως με την οδηγία. Το εν λόγω νομοσχέδιο κατατέθηκε στον Γενικό Εισαγγελέα στις 27/7/2020 για νομοτεχνικό έλεγχο, ο οποίος ολοκληρώθηκε στις 15/9/2020.
Σκοπός της τροποποίησης της νομοθεσίας είναι όπως εναρμονιστούν οι διατάξεις της κυπριακής νομοθεσίας για την εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων και δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον, ώστε να συμμορφώνεται με την οδηγία ΕΠΕ στο σύνολό της.
Επισημαίνεται ότι το Υπουργικό Συμβούλιο στη συνεδρία του στις 4/11/2020 ενέκρινε το νομοσχέδιο με τίτλο «Νόμος που τροποποιεί τον περί της Εκτίμησης των Επιπτώσεων στο Περιβάλλον από Ορισμένα Έργα (Τροποποιητικός) (Αρ. 2) Νόμος του 2020» και εξουσιοδότησε τον υπουργό Γεωργίας, Αγροτικής Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος να το καταθέσει στη Βουλή των Αντιπροσώπων για ψήφιση του σε νόμο.
Τονίζεται ότι η τροποποίηση των άρθρων 4, 8, 27, 32 και 48 και του Δεύτερου Παραρτήματος του Νόμου, λαμβάνει υπόψη τις λεπτομέρειες της μη συμμόρφωσης, όπως αναλύονται στην παράβαση 2020/2203 της Κομισιόν, ώστε να εναρμονιστεί ορθά με την πιο κοινοτική οδηγία, η κυπριακή νομοθεσία.
Σύμφωνα με το υπουργείο Γεωργίας, δεν αναμένεται να προκύψουν αρνητικές επιπτώσεις στο περιβάλλον με την υιοθέτηση του τροποποιητικού νομοσχεδίου, ωστόσο θα βελτιωθεί αισθητά η ποιότητα των περιβαλλοντικών μελετών με θετικές επιπτώσεις στη διαδικασία αξιολόγησης τους.
Στη βάση του τροποποιητικού νόμου «πρόσβαση στη Δικαιοσύνη» αποκτά φυσικό ή νομικό πρόσωπο που έχει ενεστώς, άμεσο και προσωπικό έννομο συμφέρον, το οποίο επηρεάζεται δυσμενώς από, εντός του πλαισίου της εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος νόμου, απόφαση, πράξη ή παράλειψη (α) της Περιβαλλοντικής Αρχής, αναφορικά με χορήγηση Περιβαλλοντικής Έγκρισης, (β) της Περιβαλλοντικής Αρχής, αναφορικά με Αιτιολογημένη Διαπίστωση ότι δεν χρειάζεται η υποβολή Μελέτης, και/ ή (γ) αναφορικά με τη συμμετοχή του κοινού, δύναται να ασκήσει προσφυγή σύμφωνα με το Άρθρο 146 του Συντάγματος.
Σε ό,τι αφορά την τροποποίηση του Δεύτερου Παραρτήματος του βασικού νόμου, σημειώνεται ότι το στοιχείο 10 του Δεύτερου Παραρτήματος τροποποιείται με την αντικατάσταση του σημείου (ε) με το ακόλουθο νέο σημείο: «(ε) κατασκευή οδών, λιμένων και λιμενικών εγκαταστάσεων, εφόσον δεν εμπίπτουν στο Πρώτο Παράρτημα.»
Ιστορική αναδρομή του νόμου στην Κύπρο για περιβαλλοντικές επιπτώσεις
Στην Κύπρο, η Εκτίμηση Επιπτώσεων στο Περιβάλλον ξεκίνησε να εφαρμόζεται με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου το 1991 για επιμέτρηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων για μεγάλα αναπτυξιακά έργα του δημοσίου και ιδιωτικού τομέα. Περαιτέρω, το 2001 προωθήθηκε η υιοθέτηση του περιβαλλοντικού κεκτημένου και η εναρμόνιση με την οδηγία 85/337/EOK, με την ψήφιση του περί της Εκτίμησης των Επιπτώσεων στο Περιβάλλον από Ορισμένα Έργα Νόμου. Το 2005 έως το 2014, η νομοθεσία τροποποιήθηκε, κυρίως σε θέματα πρόσβασης σε περιβαλλοντικές πληροφορίες και εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων από διασυνοριακά έργα.
Ο Νόμος εφαρμόζεται για δημόσιο ή ιδιωτικό έργο που εμπίπτει σε κατηγορία έργων του Πρώτου ή του Δεύτερου Παραρτήματος. Τα έργα χωρίζονται σε υποκείμενα σε πολεοδομική άδεια, σε μη υποκείμενα σε πολεοδομική άδεια και σε δημόσια.
Το Πρώτο Παράρτημα του Νόμου αναφέρεται στα έργα τα οποία ενδέχεται να επιφέρουν σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον και για τα οποία απαιτείται η ετοιμασία Μελέτης Εκτίμησης Επιπτώσεων στο Περιβάλλον (ΜΕΕΠ). Παραδείγματα τέτοιων έργων είναι αυτοκινητόδρομοι, λιμάνια, αεροδρόμια, φράγματα, αποχετευτικά συστήματα, μαρίνες, γήπεδα γκολφ, χερσαίοι και υποθαλάσσιοι αγωγοί, έργα Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, ψηλά κτήρια, κ.ά.
Το Δεύτερο Παράρτημα του Νόμου περιλαμβάνει κατάλογο έργων, για τα οποία απαιτείται η υποβολή πληροφοριών, ώστε να αποφασιστεί αν απαιτείται η ετοιμασία ΜΕΕΠ. Παραδείγματα τέτοιων έργων είναι εξορυκτικές βιομηχανίες, ενεργειακές βιομηχανίες, βιομηχανίες τροφίμων, έργα υποδομής, παράκτια έργα, έργα τουρισμού και αναψυχής, θαλάσσια και χερσαία θεματικά πάρκα, υποθαλάσσια καλώδια, κ.ά.
Στην Κύπρο, ο περί της Εκτίμησης των Επιπτώσεων στο Περιβάλλον από Ορισμένα Έργα Νόμος του 2018 [Ν. 127(Ι)/2018] τέθηκε σε ισχύ στις 31 Ιουλίου 2018 και εναρμονίζει την οδηγία 2014/52/ΕΕ. Ο νόμος διασφαλίζει ότι δημόσια ή ιδιωτικά έργα τα οποία ενδέχεται να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον λόγω, μεταξύ άλλων, της φύσεως, του μεγέθους ή της θέσεώς τους, υπόκεινται σε υποχρέωση εκτίμησης των επιπτώσεων τους, πριν τη χορήγηση άδειας ή έγκρισης ή εξουσιοδότησης.