Τα έργα στο γήπεδο της Τσετίνκαγια στην Πράσινη Γραμμή στη Λευκωσία ολοκληρώθηκαν και οι όποιες αντιδράσεις από ελληνοκυπριακής πλευράς πέφτουν στο κενό. Σύμφωνα με τη Γενί Μπακίς οι εργασίες ανακατασκευής του γηπέδου Ταξίμ της Τσετίνκαγια στη νεκρή ζώνη στη Λευκωσία ολοκληρώθηκαν και το γήπεδο θα ανοίξει αυτή τη βδομάδα. 

Σύμφωνα με το δημοσίευμα, το γήπεδο είχε καταστραφεί το 2014 λόγω του διεθνούς Ράλι Κύπρος και κατέστη δυνατή η χρήση του ξανά κατόπιν αγώνα που διεξήγαγε ο σύλλογος Τσετίνκαγια με σχέδιο και στήριξη της Τουρκίας.   

Στο πλαίσιο της ανακατασκευής φυτεύτηκε γρασίδι, χαράχθηκαν οι γραμμές του γηπέδου και τοποθετήθηκαν εστίες και δίχτυα. 

Σε δηλώσεις στον ανταποκριτή του τουρκικού κρατικού πρακτορείου ειδήσεων Ανατολή (ΑΑ) σε σχέση με την επαναλειτουργία του γηπέδου, ο πρόεδρος της Τσετίνκαγια Σουλεϊμάν Γιεμέν ευχαρίστησε την Τουρκία για την υλική και ηθική στήριξή της και δήλωσε ευτυχισμένος που μετά από έναν μακρύ αγώνα αποκτούν ξανά το γήπεδο Ταξίμ.  

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: ΟΥΝΦΙΚΥΠ: Δεν αλλάζει το καθεστώς του γηπέδου Τσετίνκαγια

«Αυτό το μέρος έχει πνευματική αξία για εμάς. Είναι χώμα της πατρίδας», είπε ο Γιεμέν προσθέτοντας ότι τη δεύτερη βδομάδα του Ιανουαρίου θα επιστρέψουν στο γήπεδο Ταξίμ «με ένα ενθουσιώδες άνοιγμα» στην παρουσία των οπαδών τους.

Ο ερευνητής σε θέματα ιστορίας του αθλητισμού και συγγραφέας, Γιουτζέλ Χατάι ανέφερε ότι το γήπεδο ονομαζόταν «Τζιρίτ» [Σημείωση μεταφραστή: Σημαίνει Ακόντιο] μέχρι το 1958, οπόταν μετονομάστηκε σε «Ταξίμ» [Σημείωση μεταφραστή: Σημαίνει Διχοτόμηση) από τον Δρα Φαζίλ Κιουτσιούκ, λόγω της θέσης που υποστήριζε η τότε τουρκοκυπριακή ηγεσία υπέρ της διχοτόμησης της Κύπρου. Πρόσθεσε και τα εξής:

«Το γήπεδο Ταξίμ εκφράζει κάτι πολύ περισσότερο από ένα γήπεδο για τους Τουρκοκύπριους. Εκεί υπάρχει η ιστορία μας. Από αγώνες ακοντισμού μέχρι ποδοσφαιρικούς αγώνες. Μέρες κατά τις οποίες συναθροιζόμαστε στις θρησκευτικές και εθνικές γιορτές. Αυτό το γήπεδο φιλοξένησε και πολλές ευρωπαϊκές ομάδες, παράλληλα με τουρκικές ομάδες όπως η Γαλατάσαραϊ και η Φενέρμπαχτσε. […]»