Μαρτυρία φέρει δικηγόρο από τη Λεμεσό, να ενημέρωνε μέσω κινητού τηλεφώνου πρόσωπο που εκτίει ποινή στις Κεντρικές Φυλακές, για τις αστυνομικές έρευνες σε υπόθεση που αφορά τον εν λόγω καταδικασθέντα.

Στη βάση αυτής της μαρτυρίας εκδόθηκε εντός της ημέρας ένταλμα έρευνας στο γραφείο που διατηρεί ο εν λόγω νομικός στην παραλιακή πόλη. Η Αστυνομία, σύμφωνα με πληροφορίες μας, εκτέλεσε το ένταλμα το απόγευμα και δέσμευσε ηλεκτρονικές συσκευές για περαιτέρω εξετάσεις.

Ο εν λόγω δικηγόρος φέρεται, σύμφωνα πάντα με τη μαρτυρία, να παρενέβη σε αστυνομική έρευνα, για υπόθεση που αφορούσε ποσότητα κάνναβης βάρους 1 κιλού και 224 γραμμαρίων, καθώς και κοκαΐνης βάρους 510 γραμμαρίων.

Συγκεκριμένα, για την επίδικη ποσότητα ναρκωτικών ουσιών είχαν συλληφθεί στις 19 Σεπτεμβρίου δυο πρόσωπα, ένας 39χρονος και μια 34χρονη. Μετά από διάταγμα αποκάλυψης δεδομένων επικοινωνίας που είχε εξασφαλιστεί για τον 39χρονο, προέκυψαν στοιχεία που οδήγησαν τους εξεταστές σε δυο πρόσωπα, τα οποία είχαν καταδικαστεί και εκτίουν ποινή φυλάκισης στο σωφρονιστικό ίδρυμα. Ο λόγος για δυο Ελληνοκύπριους, 32 και 26 ετών, αντίστοιχα.

Τα ξημερώματα τις 27ης Σεπτεμβρίου, η ΥΚΑΝ είχε εκτελέσει ένταλμα έρευνας στις Κεντρικές Φυλακές σε βάρος του 32χρονου και του 26χρονου. Όπως είχε αποκαλύψει το philenews, στο κελί του πρώτου εντοπίστηκαν δύο κινητά τηλέφωνα και δύο ακουστικά για τηλεφωνική συσκευή. Όλα τα ανευρεθέντα ήταν παρανόμως στην κατοχή του.

Κατόπιν τούτου εξασφαλίστηκε νέο δικαστικό διάταγμα και έγιναν δικανικές εξετάσεις στα κινητά τηλέφωνα. Απ΄ αυτές προέκυψε ότι ο δικηγόρος από τη Λεμεσό, ενημέρωνε τον 32χρονο για τις αστυνομικές εξετάσεις σε σχέση με την προαναφερθείσα υπόθεση ναρκωτικών. Συγκεκριμένα, φέρεται να απέστειλε σε ένα εκ των κινητών τηλεφώνων που βρέθηκαν στην κατοχή του 32χρονου κρατούμενου, φωτογραφίες. Αυτές απεικόνιζαν το αίτημα προσωποκράτησης της Αστυνομίας για την υπόθεση με την κάνναβη και την κοκαΐνη.

Στο αίτημα καταγράφονταν, ασφαλώς, όλες οι λεπτομέρειες που είχαν προκύψει από το ανακριτικό έργο της Αστυνομίας.

Πάντως, όπως αποδεικνύεται, το θέμα παράνομης επικοινωνίας κρατούμενων στις Κεντρικές Φυλακές, συνεχίζει να υφίσταται.