«Οραματίζομαι ένα σύγχρονο σχολείο, συμπεριληπτικό και δημοκρατικό, στο οποίο οι μαθητές μας να μπορούν να αποκτήσουν την αναγκαία γνώση, αλλά και να καλλιεργήσουν απαραίτητες ικανότητες και δεξιότητες, όπως η κριτική σκέψη, η αξιολόγηση, η δημιουργικότητα, η καινοτομία, κ.ά. Το όραμά μου για την εκπαίδευση στον τόπο μας, το οποίο πηγάζει από την επαγγελματική μου πορεία και την ακαδημαϊκή μου γνώση, αλλά κυρίως από τη συνεχή επικοινωνία με όλους τους εμπλεκόμενους, δεν διαφέρει πολύ από το όραμα του κάθε πολίτη, του κάθε γονέα, μαθητή και εκπαιδευτικού: Οραματίζομαι ένα σχολείο, στο οποίο μαθητές και εκπαιδευτικοί να είναι ικανοποιημένοι, να δρουν με αξιοπρέπεια και ισοτιμία, με σκοπό τα καλύτερα μαθησιακά αποτελέσματα για τα παιδιά».

Αυτή είναι η απάντηση της υπουργού Παιδείας στο ερώτημα «ποιο είναι το όραμά της για την Εκπαίδευση και το δημόσιο σχολείο». Η Αθηνά Μιχαηλίδου μιλώντας στον «Φ» για το θέμα αυτό, δεν παραλείπει να προβεί σε παραδοχές για τις στρεβλώσεις που διαχρονικά υπάρχουν στο εκπαιδευτικό μας σύστημα και οι οποίες πολλές φορές στο παρελθόν έμπαιναν κάτω από το χαλί.

Για να επιτευχθεί ο πιο πάνω στόχος, η Υπουργός αναφέρει ότι πρέπει να αντιμετωπιστούν χρόνιες στρεβλώσεις και παθογένειες που έχουν εδραιωθεί με τα χρόνια στο σύστημά μας. Εστιάζει στο θέμα της υπέρογκης ύλης κάθε μαθήματος, του περιεχομένου του αναλυτικού προγράμματος, της αξιολόγησης των μαθητών και των εκπαιδευτικών, το θέμα των σύγχρονων παιδαγωγικών διδακτικών προσεγγίσεων, του ενιαίου και συνεχούς της εκπαίδευσης και όχι της αποσπασματικής αντιμετώπισης των θεμάτων ανά βαθμίδα, διάφορες άλλες διοικητικές αγκυλώσεις και πολλά άλλα θέματα, τα οποία έχουν καθηλώσει το σύστημα σε αναχρονιστικές καταστάσεις, όπως λέει.

Ερωτηθείσα για τις προτεραιότητες που έχουν τεθεί, η υπουργός Παιδείας αναφέρεται στις ακόλουθες:

– Επικαιροποίηση του περιεχομένου της Εκπαίδευσης: Ομάδες εργασίας στις οποίες συμμετέχουν εκπαιδευτικοί, επιθεωρητές και πανεπιστημιακοί, προχωρούν στην επικαιροποίηση της ύλης, με στόχο τον εκσυγχρονισμό των Αναλυτικών Προγραμμάτων από το νηπιαγωγείο μέχρι το λύκειο και την τεχνική σχολή.

– Επεξεργασία αλλαγών για την αξιολόγηση του μαθητή από την προσχολική εκπαίδευση, ώστε αυτή να συνάδει με το σύστημα που έχει εισαχθεί πρόσφατα στη μέση εκπαίδευση. «Η αξιολόγηση του μαθητή, τα Αναλυτικά Προγράμματα, η μείωση της ύλης πρέπει να υιοθετηθούν με τρόπο ουσιαστικό και επιστημονικό», επισημαίνει.

– Εισαγωγή των νέων τεχνολογιών δυναμικά στο σύστημα από πολύ μικρή ηλικία. Η τεχνητή νοημοσύνη, η ρομποτική, οι νέες τεχνολογίες γενικότερα, αποτελούν προτεραιότητα ώστε να επιτευχθεί ταυτόχρονα ο τεχνολογικός μετασχηματισμός της εκπαίδευσης.

– Εφαρμογή προγραμμάτων πρόληψης και έγκαιρης διάγνωσης από την προσχολική ηλικία, τη βάση δηλαδή του εκπαιδευτικού συστήματος, μεταφέροντας το βάρος της προσπάθειας εκεί που πραγματικά έπρεπε να είναι: Στην προσχολική εκπαίδευση και ακόμα νωρίτερα, για να προλαμβάνονται καταστάσεις αναλφαβητισμού, γλωσσικής ανεπάρκειας, βίας και παραβατικότητας και να ενδυναμώνονται τα παιδιά από νωρίς.

– Αναγνώριση και ενδυνάμωση της ανάγκης συμμετοχής των παιδιών σε προγράμματα και δράσεις που προσφέρουν ικανότητες και δεξιότητες ζωής, όπως για παράδειγμα ευρωπαϊκά και ερευνητικά προγράμματα, που τα φέρνουν πιο κοντά στο περιβάλλον και τη φύση, πιο κοντά στην αγορά εργασίας, αλλά και πιο κοντά στον ανθρώπινο πόνο και τις πραγματικές καταστάσεις ζωής.

Αναγνώριση και ενδυνάμωση προγραμμάτων που βοηθούν μαθητές και εκπαιδευτικούς στο «ευ ζην».

– Αναβάθμιση και εκσυγχρονισμός των υποστηρικτικών υπηρεσιών και δομών που είναι αναγκαίες στο σημερινό σχολείο, στη βάση των ιδιαιτεροτήτων που έχουν να αντιμετωπίσουν οι εκπαιδευτικοί και της πολυπλοκότητας της κατάστασης σε μια τάξη: Την Υπηρεσία Εκπαιδευτικής Ψυχολογίας, την ειδική εκπαίδευση, το ολοήμερο και θερινό σχολείο. Βασική προτεραιότητα να ενδυναμωθούν μαθητές και εκπαιδευτικοί και στον ψυχοκοινωνικό τομέα.

Καλλιέργεια δεξιοτήτων της ενσυναίσθησης και του αλληλοσεβασμού, ώστε οι ιδιαιτερότητες του κάθε μαθητή να είναι αποδεκτές.

– Ενδυνάμωση εκπαιδευτικών μέσω σύγχρονων επιμορφωτικών προγραμμάτων, αξιοποιώντας τις νέες τεχνολογίες και κυρίως στη βάση των δικών τους αναγκών, επενδύοντας ουσιαστικά στη συνεχή επαγγελματική τους ανάπτυξη. Χαρακτηριστικά η κ. Μιχαηλίδου τόνισε ότι «ένας ενημερωμένος εκπαιδευτικός είναι η καρδιά της όποιας αλλαγής».

«Έχουμε αργήσει και είναι άδικο για τα παιδιά μας»

Έμφαση δίδει η υπουργός Παιδείας και στις εξής προοπτικές:

– Ανάδειξη και αξιοποίηση των καλών παραδειγμάτων του εκπαιδευτικού συστήματος. Όπως αναφέρει, υπάρχουν πολλά τέτοια, τα οποία χάνονται στην καθημερινότητα του σχολείου και εξαιτίας της ανάδειξης μόνο των κακών πρακτικών. «Γνωρίζω από πρώτο χέρι εκπαιδευτικούς, διευθυντές και σχολεία που καταφέρνουν μικρά θαύματα στην καθημερινότητά τους, άξια προβολής πέρα από πλαίσιο μόνο του δικού μας εκπαιδευτικού συστήματος», σημειώνει η Υπουργός.

– Αξιοποίηση ως βασικά εργαλεία αυτοαξιολόγησης του συστήματος με τη συμμετοχή μας σε διεθνείς και τοπικές έρευνες, οι οποίες μας βοηθούν να επικεντρωθούμε στις αδυναμίες μας και τις βελτιώσουμε, αλλά και στις δυνατότητές μας, για να τις στηρίξουμε και να τις προωθήσουμε περαιτέρω.

– Προώθηση της ενίσχυσης και της πιο αποτελεσματικής διοίκησης εντός του Υπουργείου, μέσω επιμόρφωσης του προσωπικού και πλήρους αξιοποίησης της τεχνολογίας.

– Προώθηση και επιδίωξη συνεργειών και συνεργασιών με άλλα Υπουργεία/ Υφυπουργεία, πανεπιστήμια, με ιδιωτικούς οργανισμούς και άλλους ΜΚΟ, νοουμένου ότι αυτές καθιστούν το έργο μας πιο αποτελεσματικό.

Καταληκτικά, η κ. Μιχαηλίδου μίλησε για την ανάγκη να συνεχιστεί η επαφή με όλους τους εμπλεκόμενους φορείς. «Η συνεργασία και ανταλλαγή απόψεων με τους μαθητές, τους γονείς, τις εκπαιδευτικές οργανώσεις, τους πανεπιστημιακούς, αλλά και άτομα και φορείς που ενδιαφέρονται για την εκπαίδευση είναι αναγκαία και θα συνεχιστεί, γιατί θεωρώ ότι στη βάση της αντικειμενικής ενημέρωσης μπορεί να επιτυγχάνεται και ο γόνιμος διάλογος που επιδιώκουμε», αναφέρει, προσθέτοντας ότι έχει ήδη διαφανεί από τους πρώτους μήνες ότι εργάζονται συλλογικά, μεθοδικά και κυρίως στη βάση παιδαγωγικών κριτηρίων.

«Πρέπει να κερδίσουμε και να τύχουμε της εμπιστοσύνης των εμπλεκομένων στα της εκπαίδευσης, να εμπιστευθούμε πια το Υπουργείο, το οποίο έχει αποδείξει ότι και τη βούληση διαθέτει, αλλά και την ικανότητα να προχωρήσει σε τομές, για την ποιοτική αναβάθμιση του εκπαιδευτικού μας συστήματος. Έχουμε αργήσει πολύ και είναι άδικη για τα παιδιά μας οποιαδήποτε περαιτέρω κωλυσιεργία. Προς αυτή την κατεύθυνση λοιπόν καλώ όλους, ώστε να συνεργαστούμε από κοινού και να καταφέρουμε αυτό που πραγματικά αξίζουν τα παιδιά μας: Μια ελπιδοφόρα προοπτική για ένα καλύτερο αύριο», δήλωσε η αρμόδια Υπουργός.

«Δεν κινούμαστε στο κενό αλλά σε επιστημονικά δεδομένα»

«Εδώ και έξι μήνες περίπου, επιχειρούμε την αλλαγή, τον εκσυγχρονισμό του εκπαιδευτικού συστήματος σε αυτό που πραγματικά αξίζει στα παιδιά μας, ώστε η φοίτησή τους στην εκπαίδευση να τους καθιστά ικανούς και ενεργούς πολίτες σε μια σύγχρονη κοινωνία. Με πλήρη επίγνωση του ότι ο χώρος της Εκπαίδευσης είναι συντηρητικός και χρειάζεται υπομονή και επιμονή, αλλά και χρόνο για να δούμε ουσιαστικά αποτελέσματα, έχουμε ήδη αρχίσει με προγραμματισμό και συγκεκριμένα σχέδια δράσης, ώστε να πετύχουμε το επιθυμητό αποτέλεσμα. Ο προγραμματισμός και οι δράσεις που προωθούμε δεν κινούνται στο κενό, αλλά αντίθετα, εδράζονται σε ερευνητικά δεδομένα, τη θεωρητική βάση της παιδαγωγικής επιστήμης και κυρίως στο Πρόγραμμα Διακυβέρνησης του Προέδρου της Δημοκρατίας», ανέφερε η κ. Μιχαηλίδου.