Ανέλαβε σε μια δύσκολη περίοδο όπου η εγκληματικότητα βρισκόταν στα ύψη, προηγήθηκαν τα επεισόδια στη Λεμεσό και τη Χλώρακα και έπρεπε να διαχειριστεί και την οπαδική βία.

Ο υπουργός Δικαιοσύνης Μάριος Χαρτσιώτης σε συνέντευξή του στον «Φ» παραδέχεται ότι δεν μπορεί να κάνει θαύματα. Έβαλε στοίχημα να φύγουν οι αστυνομικοί από τα γραφειακά καθήκοντα και συστήνει κλιμάκιο ανακριτών για άτομα που θησαυρίζουν και το δείχνουν χωρίς να το δικαιολογούν οι φορολογικές τους δηλώσεις.

– Πιστεύετε ότι σήμερα ο Κύπριος πολίτης νοιώθει ασφάλεια ιδιαίτερα μετά τα όσα ζήσαμε το τελευταίο διάστημα;

– Είναι αλήθεια ότι το τελευταίο διάστημα παρατηρείται μια αύξηση του αριθμού των σοβαρών εγκλημάτων με αποκορύφωμα τις πρόσφατες επιθέσεις κατά λειτουργών της δικαιοσύνης. Οπότε δικαιολογημένα θα έλεγα ότι το αίσθημα ασφάλειας των πολιτών που ζουν στην χώρα μας έχει πληγεί.

Η αύξηση της εγκληματικότητας μας ανησυχεί ιδιαίτερα ως Υπουργείο και είναι αναντίλεκτο ότι το φαινόμενο αυτό δεν είναι κυπριακό. Πρόκειται για ένα παγκόσμιο φαινόμενο το οποίο απασχολεί όλες τις κοινωνίες του κόσμου με ορατά τα αποτελέσματα ειδικά σε μικρές κοινωνίες όπως η δική μας. Για αυτό με την ανάληψη των καθηκόντων μου έθεσα ως πρώτη προτεραιότητα την ενίσχυση του αισθήματος ασφάλειας των πολιτών, αλλά και τη διαφύλαξη της δημόσιας τάξης γενικότερα, με έμφαση στην ασφάλεια του κράτους και τη διαχείριση των κρίσεων, το οποίο είναι και θα είναι μέσα στις προτεραιότητες της διακυβέρνησης Νίκου Χριστοδουλίδη.

Όσον αφορά τις υφιστάμενες επιχειρησιακές δυνατότητες της Αστυνομίας, προχωρήσαμε άμεσα στη λήψη επιπρόσθετων μέτρων προς αυτή την κατεύθυνση. Κάποια από αυτά τα μέτρα που έχουν αποφασιστεί όπως καταλαβαίνετε, για ευνόητους λόγους δεν μπορούν να δημοσιευτούν και να καταστούν αντικείμενο δημόσιας συζήτησης. Κάποια όμως, έχουν ήδη δημοσιευτεί και αφορούν την ενίσχυση των αστυνομικών της πρώτης γραμμής, ενίσχυση αστυνόμευσης στις πόλεις και προάστια με την ανάπτυξη πεζών και μηχανοκίνητων περιπόλων, συμπεριλαμβανομένων και στατικών ελέγχων, ενίσχυση της Υποδιεύθυνσης Διαχείρισης και Ανάλυσης Πληροφοριών (ΥΔΑΠ), και ενίσχυση Υποδιεύθυνσης Διερεύνησης Οικονομικού Εγκλήματος (ΥΔΟΕ) για εντατικοποίηση των οικονομικών ερευνών για εντοπισμό και κατάσχεση εσόδων που προέρχονται από παράνομες δραστηριότητες.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο προχωράμε σε ένα νέο μέτρο που υποστηρίζουμε με θέρμη καθώς θεωρούμε ότι θα υποβοηθήσει στον έγκαιρο εντοπισμό προσώπων που ενδεχομένως να είναι μέλη ή και να σχετίζονται γενικότερα με το οργανωμένο έγκλημα. Αφορά στην σύσταση ενός νέου κλιμακίου ανακριτών με εξειδικευμένες γνώσεις, για οικονομικό έλεγχο ατόμων που δεν έχουν δώσει αφορμή, με την έννοια διάπραξης γενεσιουργού αδικήματος, πλην όμως φαίνεται να κατέχουν περιουσιακά στοιχεία τα οποία δεν δικαιολογούνται από τα έσοδα τα οποία δηλώνουν προς το κράτος.

– Είναι ωστόσο εύκολο εγχείρημα να κτυπηθεί η εγκληματικότητα και να εμπεδωθεί το αίσθημα ασφάλειας;

– Ασφαλώς και όχι. Η αντιμετώπιση της εγκληματικότητας και η εμπέδωση του αισθήματος ασφάλειας δεν είναι εύκολο εγχείρημα. Βέβαια και όπως έχω ήδη αναφέρει σε προηγούμενες δηλώσεις μου, όποια μέτρα και να ληφθούν προς αυτή την κατεύθυνση δεν αναμένεται να εξαλείψουν ριζικά την εγκληματικότητα. Βέβαια αυτό δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να αποτελεί δικαιολογία. Πρωταρχικός μας στόχος, στον οποίο και επικεντρωνόμαστε, παραμένει η μείωση της εγκληματικότητας και μέσω αυτής η ενίσχυση του αισθήματος ασφάλειας κάθε πολίτη που ζει στην χώρα μας.

– Φαίνεται όμως εκτός από την αποθράσυνση των εγκληματικών στοιχείων, να διαπιστώνεται και μια αδυναμία των διωκτικών Αρχών να πατάξουν το έγκλημα. Πού οφείλεται και τι οδηγίες δώσατε για ν’ αλλάξει αυτό;

– Όπως προανέφερα, τα μέτρα που λήφθηκαν προς αυτή την κατεύθυνση, λήφθηκαν λαμβάνοντας υπόψη τις υφιστάμενες επιχειρησιακές δυνατότητες της Αστυνομίας.

Δυστυχώς δεν ήταν δυνατόν να προχωρήσουμε με περαιτέρω ριζοσπαστικά μέτρα ενόψει των προβλημάτων που αντιμετωπίζει η Αστυνομία κυρίως στο κομμάτι της στελέχωσης της, απότοκο του παγώματος των προσλήψεων στην Αστυνομία μεταξύ των ετών 2013 – 2017, συνεπεία της οικονομικής κρίσης. Προς τούτο αναφέρω ότι βρίσκονται σε εξέλιξη διαδικασίες πρόσληψης νέων αστυφυλάκων που αναμένεται να απαμβλύνουν τουλάχιστον το πρόβλημα με τις κενές θέσεις σε σημαντικό βαθμό. Μάλιστα, σε λιγότερο από ένα μήνα 180 δόκιμοι αστυφύλακες ολοκληρώνουν την τριετή εκπαίδευση τους και με την μονιμοποίηση τους θα τοποθετηθούν σε τμήματα και υπηρεσίες της Αστυνομίας στην πρώτη γραμμή.

Ειδικοί αστυφύλακες για γραφειακές δουλειές

– Μόλις αναλάβατε δώσατε οδηγίες για αύξηση των περιπολιών στους δρόμους. Πόσο απέδωσε το μέτρο αυτό και πώς θα πετύχετε αυτό που δεν πέτυχαν οι προκάτοχοί σας, την απαλλαγή των αστυνομικών από τα μη αστυνομικά καθήκοντα;

– Θεωρώ ότι είναι πολύ νωρίς για να αξιολογηθεί με ασφάλεια η αποτελεσματικότητα ή μη της εφαρμογής του εν λόγω μέτρου. Παρόλα ταύτα θα πρέπει να επισημανθεί ότι κατά το τελευταίο χρονικό διάστημα έχουν παρατηρηθεί κάποια θετικά αποτελέσματα από την εφαρμογή του, και αναφέρομαι στον εντοπισμό ναρκωτικών, εκρηκτικών μηχανισμών και κλοπιμαίων αντικειμένων, μετά από ανακοπή και έρευνα μηχανοκινήτων οχημάτων που διενεργήθηκαν στο πλαίσιο εφαρμογής του αναφερόμενου μέτρου.

Πρόσθετα σας αναφέρω ότι η Αστυνομία έχει ήδη προχωρήσει στην ετοιμασία μελέτης μέσα από την οποία έχει συγκεκριμενοποιηθεί ο αριθμός των αστυφυλάκων που σήμερα εκτελούν γραφειακά και υποστηρικτικά καθήκοντα, και πλέον καταβάλλονται προσπάθειες για εξασφάλιση αντίστοιχου αριθμού κενών θέσεων ειδικού αστυνομικού, των οποίων η εκπαίδευση είναι υποδεέστερη και πολύ λιγότερης διάρκειας από αυτή που παρέχεται στους αστυφύλακες, ώστε να αναλάβουν τα γραφειακά καθήκοντα και οι αστυφύλακες να ενισχύσουν την επιχειρησιακή ικανότητα της Αστυνομίας. 

ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΜΟΝΗΣ ΟΣΙΟΥ ΑΒΒΑΚΟΥΜ

Απορρίπτει τα περί ολιγωρίας Αστυνομίας

«Θεωρώ ότι η εμπλοκή της Αστυνομίας στη σοβαρότατη υπόθεση της Μονής Οσίου Αββακούμ έγινε απολύτως έγκαιρα και άμεσα μετά την παράθεση των πρώτων στοιχείων ή άλλου μαρτυρικού υλικού ή και του παραπόνου που έγινε από τον μητροπολίτη Ταμασού. Πέραν από κάποια δημοσιεύματα του τελευταίου 24ωρου και φήμες, δεν υπήρχε οποιοδήποτε άλλο απτό αποδειχτικό υλικό ή άλλο στοιχείο ή παράπονο που θα έδινε το έναυσμα για έναρξη ποινικής διαδικασίας».

Αυτό δήλωσε ο υπουργός Δικαιοσύνης Μάριος Χαρτσιώτης κληθείς να σχολιάσει τις καταγγελίες για ολιγωρία στην έναρξη των ερευνών. Όπως ανέφερε, η υπόθεση αυτή είναι όντως πάρα πολύ σοβαρή, καθημερινά γινόμαστε μάρτυρες καταιγισμού νέων πληροφοριών, στοιχείων, μαρτυρικού υλικού, βινετογραφημένων σκηνών και όχι μόνο. Η ανακριτική ομάδα από την πρώτη στιγμή εργάζεται εντατικά με όλο το απαραίτητο υλικό που έχει στα χέρια της και καλώ τον οποιονδήποτε έχει οποιαδήποτε στοιχεία γι’ αυτή την υπόθεση να τα καταθέσει ενώπιον των ανακριτικών Αρχών. Θεωρώ παράδοξο άτομα να έχουν στα χέρια τους στοιχεία και να τα κατακρατούν για προσωπικούς ή άλλους λόγους.

Σύμφωνα με τον υπουργό Δικαιοσύνης, από τη στιγμή που υπήρξαν φήμες ή ισχυρισμοί ή ακόμη υπόνοια για εμπλοκή αστυνομικών οργάνων στην όλη υπόθεση, καθηκόντως και έχοντας υπόψη ότι η ανακριτική ομάδα απαρτίζεται μόνο από αστυνομικά όργανα, προχώρησε σε εισήγηση στη Νομική Υπηρεσία για την εμπλοκή ανεξάρτητων ποινικών ανακριτών, δύο εγνωσμένου κύρους δικηγόρων με ιδιαίτερη εμπειρία πολύχρονη στο ποινικό δίκαιο, προκειμένου να εμπλακούν και να συνδράμουν για πλήρη διαλεύκανση όλων των θεμάτων που άπτονται στη σοβαρή αυτή υπόθεση. Είμαι σίγουρος ότι η ανακριτική ομάδα με την εμπλοκή και των ποινικών ανακριτών θα κάνει ό,τι είναι δυνατόν για να διαλευκάνει τη σοβαρή αυτή υπόθεση.

«Επαναλαμβάνω την αποφασιστικότητα και τη θέληση της πολιτείας προκειμένου η υπόθεση αυτή να διαλευκανθεί πλήρως, ανεξαρτήτως εκπτώσεων, αναστολών ή επιφυλάξεων είτε σχετικά με τα στοιχεία είτε με τα πρόσωπα που εμπλέκονται».

Ερωτηθείς κατά πόσον ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας τηρείται ενήμερος για την υπόθεση, ο κ. Χαρτσιώτης απάντησε θετικά, προσθέτοντας ότι αυτό γίνεται επί καθημερινής βάσης. Για το κατά πόσον έγινε δέκτης παρεμβάσεων στην έρευνα, ο υπουργός ανέφερε ότι δεν συνέβη κάτι τέτοιο και είναι για να προστατευθούν οι έρευνες που ορίστηκαν οι ποινικοί ανακριτές.

*Αύριο το Β’ μέρος της συνέντευξης