Το ενδεχόμενο ένταξης στο Γενικό Σύστημα Υγείας συγκεκριμένων φυτικών σκευασμάτων (συμπληρωμάτων διατροφής) τα οποία λαμβάνουν γυναίκες που βρίσκονται στην εμμηνόπαυση συζήτησε χθες η κοινοβουλευτική επιτροπή Υγείας, με τους εκπροσώπους της γυναικολογικής εταιρείας Κύπρου να τονίζουν ότι αυτό θα ήταν ίσως ορθότερο να γίνει για γυναίκες που πληρούν συγκεκριμένα κριτήρια και όχι για όλο τον γυναικείο πληθυσμό.

Όπως λέχθηκε κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης, τα σκευάσματα αυτά, τα οποία βοηθούν στην αντιμετώπιση των ενοχλητικών συμπτωμάτων που προκαλεί η εμμηνόπαυση στις γυναίκες, διατίθενται αυτή τη στιγμή από τα ιδιωτικά φαρμακεία σε τιμές οι οποίες δεν είναι και τόσο προσιτές. Για το λόγο αυτό άλλωστε και οι βουλευτές ενέγραψαν το σχετικό θέμα προς συζήτηση.

Οι γυναικολόγοι ανέφεραν, μεταξύ άλλων, ότι μέσω του ΓεΣΥ, οι γυναίκες μπορούν να εξασφαλίσουν φαρμακευτικά σκευάσματα και όχι φυτικά όταν φθάσουν στο στάδιο της εμμηνόπαυσης. Σημείωσαν, ότι εάν θα ληφθεί κάποια απόφαση, αυτή θα ήταν καλύτερο να αφορά τα φυτικά σκευάσματα για συγκεκριμένες όμως κατηγορίες γυναικών οι οποίες πληρούν κάποια επιστημονικά κριτήρια.

Από πλευράς του Οργανισμού Ασφάλισης Υγείας, αναφέρθηκε ότι αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει ενώπιον του οργανισμού κανένα σχετικό αίτημα για να μελετηθεί και εξηγήθηκε πως, για να ενταχθεί ένα μη συνταγογραφούμενο φάρμακο ή άλλο σκεύασμα, στο ΓεΣΥ πρέπει να πληρούνται κάποιες προϋποθέσεις.

Για παράδειγμα, να υποβληθεί αίτημα από την επιστημονική εταιρεία των γυναικολόγων και το αίτημα αυτό να συνοδεύεται από την απαραίτητη επιστημονική τεκμηρίωση.  

Κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης τονίστηκε τόσο από τους γιατρούς και άλλους αρμόδιους φορείς, όσο και από τους βουλευτές η ανάγκη για διεξαγωγή εκστρατείας ενημέρωσης των γυναικών της Κύπρου σε θέματα που αφορούν την εμμηνόπαυση και τα συνεπακόλουθα της. Παράλληλα, όπως αναφέρθηκε, καλό θα ήταν να ενημερωθούν και οι προσωπικοί γιατροί επί του θέματος αφού σε πολλές περιπτώσεις οι γυναίκες όταν αρχίζουν να αναπτύσσουν τα σχετικά συμπτώματα απευθύνονται πρώτα στον προσωπικό τους γιατρό και στη συνέχεια στον γυναικολόγο τους.