Το βιβλίο «Γιαβόλ! Αίμα, Λήθη και Υποτέλεια» του δημοσιογράφου και πολιτικού αναλυτή, Γιώργου Χαρβαλιά, που κυκλοφόρησε πριν ένα περίπου χρόνο από τις εκδόσεις ΠΕΔΙΟ, είναι ήδη γνωστό στο αναγνωστικό κοινό, καθώς καθιερώθηκε ως σημείο αναφοράς για τις ελληνογερμανικές σχέσεις από την εποχή του Όθωνα μέχρι τις μέρες μας, με ιδιαίτερη έμφαση στην τραυματική εμπειρία της Κατοχής και τις απαράγραπτες ελληνικές αξιώσεις που μένουν ανεκπλήρωτες.

 Τις μέρες αυτές το «Γιαβόλ», που παρουσιάστηκε τον περασμένο Σεπτέμβριο και στην Λευκωσία με ομιλητές τον Ανδρέα Μαυρογιάννη και τον καθηγητή Στέλιο Περράκη, επανακυκλοφορεί σε μία εμπλουτισμένη 4η έκδοση με 150 πρόσθετες σελίδες πολύτιμης τεκμηρίωσης, που προλογίζεται-όπως και οι προηγούμενες-από τον πρώην πρωθυπουργό της Ελλάδας, Κώστα Καραμανλή.

 Στη νέα του έκδοση το βιβλίο του Γιώργου Χαρβαλιά περιλαμβάνει στοιχεία που βλέπουν για πρώτη φορά το φως της δημοσιότητας, όπως αποσπάσματα από πρακτικά του Διοικητικού Συμβουλίου της ελληνικής Siemens στο διάστημα 1938-46, άγνωστα περιστατικά από την ζωή στην κατοχική Αθήνα και πρόσθετες λεπτομέρειες για τον τρόπο με τον οποίο οι Ναζί ολιγάρχες που έμειναν ουσιαστικά ατιμώρητοι κατάφεραν να ξαναχτίσουν τις αυτοκρατορίες τους και να κυριαρχούν στο διεθνές επιχειρηματικό στερέωμα με προεξάρχουσα την αυτοκινητοβιομηχανία.

 Επιπλέον όμως, η 4η έκδοση του Γιαβόλ περιλαμβάνει ένα εκτεταμένο παράρτημα για τις γερμανικές ωμότητες στην Ελλάδα που από τους σύγχρονους αναθεωρητές της ιστορίας βαφτίστηκαν «στρατιωτικά αντίποινα», εξιστορώντας με καθηλωτικό τρόπο τα όσα πραγματικά συνέβησαν στους εμβληματικούς τόπους θυσίας.

  Ο «Φιλελεύθερος» εξασφάλισε αποκλειστικά για την Κύπρο προδημοσίευση ενός αποσπάσματος από αυτό το πολύ ενδιαφέρον παράρτημα που αναφέρεται στην «Σφαγή του Διστόμου» από μονάδες των Ες-Ες, τον Ιούνιο του 1944. Ένα πρωτοφανές έγκλημα που σε αντίθεση με άλλες γερμανικές θηριωδίες διεθνοποιήθηκε λόγω της αυτοψίας του «Ερυθρού Σταυρού» μέσα από τις εκπομπές του BBC, κυρίως όμως μέσα το ρεπορτάζ του αμερικανικού περιοδικού Life και τις συγκλονιστικές φωτογραφίες του Dmitri Kessel με τις χαροκαμένες γυναίκες του μαρτυρικού χωριού. Ας δούμε όμως τι γράφει σχετικά στο «Γιαβόλ! Αίμα, Λήθη και Υποτέλεια» ο Γιώργος Χαρβαλιάς:

   «Η απρόκλητη «σφαγή νηπίων» στο Δίστομο διαθέτει ομολογουμένως  ειδικά χαρακτηριστικά που παραπέμπουν στην σφαίρα μιας πρωτόγονης, σχεδόν κτηνώδους εκδικητικότητας η οποία εκδηλώνεται αυθόρμητα χωρίς να ψάχνει προσχήματα και αφορμές. Ο σαδισμός ήταν απόλυτα συνυφασμένος με την δολοφονική ψυχοσύνθεση των επίλεκτων  μονάδων που υπηρετούσαν τον Ναζισμό και έφτασε σε ακραία επίπεδα μαζί με την διάχυτη απελπισία που κυρίευσε το γερμανικό στρατόπεδο λίγους μήνες πριν την λήξη του πολέμου.

  Σε απόλυτη αντίθεση με τους Ιταλούς που λίγο πριν την συνθηκολόγηση της πατρίδας τους εξέφραζαν την απελπισία τους εμφανίζοντας διαλυτικά φαινόμενα στις τάξεις των μονάδων τους, κατάλυση κάθε έννοια πειθαρχίας και μαζικές λιποταξίες, οι Γερμανοί αγρίευαν.

   Όταν ειδικότερα μιλάμε για μονάδες των Ες-Ες η αγριότητα ξεπερνούσε κάθε όριο που μπορεί να συλλάβει ανθρώπινο μυαλό. Κάποιοι ιστορικοί την αποδίδουν στην ευρύτατα διαδεδομένη χρήση μεθαμφεταμίνης και ειδικότερα του διεγερτικού σκευάσματος pervitin στις τάξεις του γερμανικού στρατού. Αλλά η συγκεκριμένη ουσία που κρατούσε όρθιους τους φαντάρους της Βέρμαχτ για διαδοχικά μερόνυχτα δεν είναι βέβαιο ότι βγάζει στην επιφάνεια τα όλα τα ζωώδη ένστικτα των ανθρώπων. Η εξήγηση της δολοφονικής μανίας των Ες-Ες απέναντι σε ανυπεράσπιστα γυναικόπαιδα, ο λογχισμός εγκύων και ο στραγγαλισμός βρεφών, μάλλον δεν πρέπει να αποδίδεται σε φάρμακα όσο στην ψυχωτική διαστροφή του ναζισμού.

Αγριότητες σε βάρος αμάχων

Σε κάθε περίπτωση τα εγκλήματα των συγκεκριμένων μονάδων «αστυνόμευσης»(SS-Polizei), στο διάστημα 1943-44,  που διαδραματίστηκαν κυρίως στην κεντρική Ελλάδα, στους νομούς Βοιωτίας, Φθιώτιδας, Φωκίδας και Μαγνησίας, αλλά και βορειότερα, στη Δυτική Μακεδονία, διαφέρουν από τα «αντίποινα» σε άλλες περιοχές της Ελλάδας που διατάχθηκαν από στρατηγούς της Βέρμαχτ. Γιατί οι εκτελέσεις δεν περιορίστηκαν σε άντρες συγκεκριμένης ηλικιακής κλίμακας. Όταν οι στρατιώτες των Ες-Ες αποφάσιζαν να ξεσπάσουν στον άμαχο πληθυσμό δεν έκαναν διάκριση. Δολοφονούσαν κατά κυριολεξία όποιον έβλεπαν μπροστά τους με τον πιο θηριώδη τρόπο. Ακόμη και τα νεογέννητα.

  Αυτό συνέβη στην Κλεισούρα Καστοριάς, το ίδιο και στις Μηλιές Πηλίου, όπως και σε τουλάχιστον άλλα πέντε χωριά της Μαγνησίας με πρωταγωνιστή την ίδια μονάδα επαγγελματιών δολοφόνων: Την 4η θωρακισμένη μεραρχία γρεναδιέρων των Ες-Ες.

  Σε πολλές περιπτώσεις, όπως στην Κλεισούρα, όπου οι άνδρες είχαν εγκαταλείψει το χωριό και οι Γερμανοί από κοινού με ομάδες Βούλγαρων κομιταζήδων ξέσπασαν στους ηλικιωμένους, τους ανάπηρους και τα γυναικόπαιδα, οι ωμότητες ήταν τόσο φρικιαστικές ώστε προκάλεσαν την ανησυχία ανώτερων αξιωματικών οι οποίοι διέταξαν ανακρίσεις, περισσότερο για τα μάτια του κόσμου. Ο ίδιος ο Χέρμαν Νοιμπάχερ, πολιτικός επιτετραμμένος του Τρίτου Ράιχ στα Βαλκάνια, αντέδρασε έντονα μιλώντας για αναίτιο «λουτρό αίματος». Σε αναφορά του προς το Βερολίνο ανέφερε πικρόχολα ότι «το υπέροχο αποτέλεσμα αυτού του ανδραγαθήματος είναι ότι, αν και τα βρέφη είναι νεκρά, οι αντάρτες ζουν». Όμως ο υπεύθυνος αυτού του «ανδραγαθήματος», όπως και πολλών άλλων, συνταγματάρχης των Ες-Ες, Καρλ Σύμερς(Karl Schumers), κρίθηκε αθώος με το αιτιολογικό ότι οι κάτοικοι του χωριού, δηλαδή οι παππούδες και τα γυναικόπαιδα,…προέβαλλαν αντίσταση. Και αφέθηκε ανενόχλητος να συνεχίσει τη δράση του νοτιότερα. Στο Δίστομο, την Υπάτη και την Σπερχειάδα.

Καθαρές πράξεις μίσους

Το ολοκαύτωμα στο Δίστομο έγινε κατά διαβολική σύμπτωση στις 10 Ιουνίου 1944, την ίδια ακριβώς μέρα που οι άνδρες κάποιου άλλου συντάγματος γρεναδιέρων των Ες-Ες, της μεραρχίας «Das Reich» εξολόθρευσαν ολόκληρο τον πληθυσμό ενός χωριού στη Κεντρική Γαλλία.

 Η σφαγή του Οραντούρ που συναντήσαμε σε προηγούμενες σελίδες και προβλήθηκε διεθνώς πολύ περισσότερο από ανάλογες περιπτώσεις στην κατεχόμενη Ελλάδα, πέραν της απόλυτης χρονικής σύμπτωσης έχει και άλλες χτυπητές ομοιότητες με την περίπτωση του Διστόμου.

 Και τα δύο πρωτοφανή εγκλήματα πολέμου διεξήχθησαν προς το τέλος του πολέμου, λίγες μέρες αφότου είχε προηγηθεί η συμμαχική απόβαση στη Νορμανδία και όταν πλέον ακόμη και οι πιο φανατικοί οπαδοί του Χίτλερ είχαν αντιληφθεί ότι ο πόλεμος χάθηκε. Επομένως δεν υπάκουαν σε καμία στρατιωτική λογική «εκφοβισμού» ή «σωφρονισμού». Επρόκειτο για καθαρές πράξεις εκδίκησης και μίσους.

  Και στις δύο περιπτώσεις δράστες ήταν μονάδες των Ες-Ες, όχι της Βέρμαχτ, όπως σε πλείστες άλλες περιπτώσεις «αντιποίνων».  Και τα δύο εγκλήματα έμειναν ουσιαστικά ατιμώρητα παρότι κάποιοι από τους πρωταγωνιστές τους, όπως ο Σύμερς βρήκαν τον θάνατο αργότερα στο πεδίο της μάχης.

  Η μόνη διαφορά, αν θέλετε, ήταν στην επιλογή του τρόπου θανάτωσης των αμάχων. Στην περίπτωση του Οραντούρ οι δυνάμεις των Ες-Ες μάζεψαν τα γυναικόπαιδα στην εκκλησία  και τους άντρες σε αχυρώνες. Εκεί προτίμησαν την μέθοδο της μαζικής εξόντωσης μέσω πυρπόλησης.Τους έκαψαν ζωντανούς με εμπρηστικές βόμβες.

   Στην περίπτωση του Διστόμου αντίθετα, θέλησαν να παρατείνουν την διαδικασία. Κυνηγούσαν τα ανυπεράσπιστα θύματα τους από σπίτι σε σπίτι και τα εκτελούσαν αφού πρώτα τα υπέβαλλαν σε φρικτά βασανιστήρια. Μόλις τελείωναν το μακάβριο έργο τους μάρκαραν τους τοίχους με ένα κόκκινο «Χ», για να μην χάνουν τον χρόνο τους οι επόμενοι…

Η μαρτυρία μιάς 12χρόνης που επιβίωσε στο μακελειό

Δύο γερμανοί δημοσιογράφοι της δημόσιας γερμανικής τηλεόρασης ΑRD που κατάφεραν να βρουν μετά από πολλά χρόνια μία επιζήσασα της σφαγής ίσως και να μετάνιωσαν όταν την έβαλαν να μιλήσει στην κάμερα. Η Ελένη Σφουντούρη, που δυστυχώς δεν ζει πλέον, ήταν 12 ετών εκείνο τον Ιούνιο. Κατάφερε να επιβιώσει κρυμμένη μόνο και μόνο επειδή δεν την ανακάλυψαν οι Γερμανοί. Έβλεπε όμως το μακελειό. «Έβγαλαν όλους έξω από το σπίτι, με αυτόματα τους σκότωσαν, το μυαλό της μητέρας μου πιτσίλισε το δρόμο, τη βρήκε η γιαγιά μου… Οι Γερμανοί στρατιώτες σφαγίασαν ακόμη και βρέφη, έκοψαν στήθη γυναικών», έλεγε στις τηλεοπτικές της συνεντεύξεις.

  Τα όσα συνέβησαν τότε σε αυτή τη μαρτυρική πόλη της Βοιωτίας δεν έχουν εξήγηση που μπορεί να επεξεργαστεί σύγχρονο ανθρώπινο μυαλό. Σύμφωνα με την ερμηνεία κάποιων «αναθεωρητών», οι Γερμανοί θύμωσαν επειδή την ίδια μέρα είχαν αποτύχει να ξεγελάσουν τους αντάρτες με ένα τέχνασμα γνώριμο στις πρακτικές των Ες-Ες. Ένας λοχαγός του 7ου συντάγματος της διαβόητης θωρακισμένης μεραρχίας γρεναδιέρων, ο 26χρονος τότε Φρίτς Λάουντενμπαχ(Fritz Lautenbach) ανέλαβε να «ξετρυπώσει» τους αντάρτες, περιφέροντας στους δρόμους μεταξύ Λειβαδιάς και Διστόμου δύο επιταγμένα φορτηγά με στρατιώτες των Ες-Ες μεταμφιεσμένους σε… χωρικούς και μαυραγορίτες. Οι Γερμανοί είχαν πάρει ρούχα σκοτωμένων κρατούμενων και έντυσαν τους άνδρες τους με σκοπό να προκαλέσουν αν μη τι άλλο την περιέργεια των ένοπλων δυνάμεων αντίστασης που δρούσαν στην περιοχή. Μετακινούνταν για αρκετές ώρες ασκόπως, εκτέλεσαν έξι νεαρούς βοσκούς που κρύβονταν σε γύρω στάνες και κοντά στο χωριό Στείρι απέκτησαν την πολυπόθητη επαφή με τον «εχθρό». Αλλά όχι με τον τρόπο που θα ήθελαν. Οι αντάρτες του ΕΛΑΣ κατάλαβαν το κόλπο και τους αιφνιδίασαν πυροβολώντας στο ψαχνό τους «αιχμαλώτους-μασκαράδες».

   Οι δύο πλευρές είχαν και προηγούμενα. Τρεις μήνες νωρίτερα, τον Απρίλιο του 1944, ο ίδιος 11ος λόχος του ΕΛΑΣ είχε συλλάβει σε ενέδρα δύο συνταγματάρχες, έναν ταγματάρχη και δύο λοχαγούς των Ες-Ες. Πρότεινε να τους αλλάξει με 32 κρατούμενους από τις φυλακές Λιβαδειάς, αλλά οι Γερμανοί αντί άλλης απάντησης εκτελούν 136 Ελληνες πατριώτες, στον δρόμο Λιβαδειάς Δελφών, στην ίδια θέση(Καρακόλιθος)που δέχτηκαν την επίθεση. Αυτομάτως και οι αντάρτες τουφεκίζουν τους πέντε αιχμαλώτους αξιωματικούς.

   Στην περίπτωση του Διστόμου δεν υπήρξε τέτοια αλληλουχία γεγονότων. Μετά την αποτυχία του «τεχνάσματος» οι Γερμανοί εξεμάνησαν και επέστρεψαν, αργά το μεσημέρι πλέον στο Δίστομο. Τότε ο λόχος του Λάουτενμπαχ ανέλαβε δράση. Το αποτέλεσμα περιγράφει με λίγες λέξεις στην αναφορά του ο τότε κατοχικός νομάρχης Βοιωτίας, Ιωάννης Γεωργόπουλος: «Ολόκληρον το χωρίον κατεστράφη. Όχι δια πυρός. Αλλά δι΄αθρόας εκτελέσεως των κατοίκων παντός φύλου και ηλικίας».

Σκηνές αποκάλυψης με την εκτέλεση 117 γυναικών και 53 παιδιών

   Το μακελειό ολοκληρώθηκε αφού αποκεφαλίστηκε ο τοπικός ιερέας και πυρπολήθηκαν όλα τα κτίρια. Είχε αρχίσει να σουρουπώνει και οι Γερμανοί φοβήθηκαν την απάντηση των ανταρτών που στρατοπέδευαν στις πλαγιές του Ελικώνα και έβλεπαν τους πυκνούς καπνούς.

   Στον δρόμο της επιστροφής συνέχισαν να σκοτώνουν όποιον έβλεπαν μπροστά τους. Την επομένη επέστρεψαν για να βεβαιωθούν ότι δεν είχαν μείνει επιζώντες. Οι νεκροί του Διστόμου, σύμφωνα με τον επίσημο απολογισμό έφτασαν τους 228, εκ των οποίων οι 117 ήταν γυναίκες και 53 παιδιά κάτω των 16 ετών.

   Χρειάστηκε να περάσουν δέκα ολόκληρες μέρες για να φτάσει στον τόπο της τραγωδίας κλιμάκιο του Ερυθρού Σταυρού. Και τα πτώματα παρέμεναν ακόμη εκεί. Διασκορπισμένα και άταφα. Ενας Ελβετός απεσταλμένος κατέγραψε σκηνές αποκαλύψεως με πτώματα να κρέμονται από τα δέντρα περιμετρικά του δρόμου που οδηγεί στο χωριό. Κατά την εκτίμηση του οι νεκροί στην ευρύτερη περιοχή έφταναν τους 600…

    Στο μεταξύ ο λοχαγός Λάουντενμπαχ είχε προλάβει να συντάξει την αναφορά του βάσει της οποίας… αναγκάστηκε να απαντήσει σε επίθεση με όλμους και πολυβόλα από αντάρτες που κρύβονταν στα σπίτια. Τον διέψευσε πανηγυρικά ένα στέλεχος της μυστικής γερμανικής στρατονομίας που ακολουθούσε τις μονάδες των Ες-Ες, σημειώνοντας ότι στο Δίστομο δεν υπήρχε ούτε ένας ένοπλος. Αλλά ο Λάουτενμπαχ «τιμωρήθηκε» τελικά με την πειθαρχική ποινή της επίπληξης και συνέχισε την δράση του μέχρι να βρει τον θάνατο τέσσερις μήνες αργότερα στο ανατολικό μέτωπο, κατά την διάρκεια της υποχώρησης των Γερμανών στην Ουγγαρία.

   Ο βασικός αυτουργός της σφαγής, επικεφαλής των δυνάμεων εφόδου των Ες-Ες, υπολοχαγός Χανς Ζάμπελ, έμεινε ουσιαστικά ατιμώρητος, όπως είδαμε σε προηγούμενο τμήμα του βιβλίου. Συνελήφθη στο Παρίσι και εκδόθηκε στην Ελλάδα όπου παρέμεινε κρατούμενος στις φυλακές Αβέρωφ ως το 1953. Έπειτα από αφόρητες γερμανικές πιέσεις αφέθηκε ελεύθερος να επιστρέψει στην πατρίδα του, δήθεν για να συνεχιστεί η ποινική του δίωξη, αλλά όπως εύκολα μαντεύετε, παρότι είχε ομολογήσει την συμμετοχή του στις θηριωδίες, αφέθηκε ελεύθερος λόγω… αμφιβολιών. Εικοσιπέντε ολόκληρα χρόνια μετά τα γεγονότα του Διστόμου, ξεκίνησε μια δεύτερη έρευνα από την εισαγγελία του Μονάχου. Γρήγορα κρίθηκε ότι τα όποια «αδικήματα» είχαν παραγραφεί από το 1964…Ο σφαγέας νηπίων πέρασε την μεταπολεμική ζωή του ουσιαστικά ανενόχλητος…».