Την Τετάρτη, 26 Νοεμβρίου, οι ευρωβουλευτές ενέκριναν με συντριπτική πλειοψηφία (483 ψήφους υπέρ, 92 κατά και 86 αποχές) μη νομοθετικό ψήφισμα, στο οποίο εκφράζουν σοβαρές ανησυχίες για τους κινδύνους που απειλούν τη σωματική και ψυχική υγεία των παιδιών και των εφήβων στο διαδίκτυο. Ζήτησαν την ισχυρότερη προστασία τους από πρακτικές χειραγώγησης που μπορούν να ενισχύσουν τον εθισμό, δυσκολεύουν τη συγκέντρωση και εμποδίζουν την υγιή χρήση του διαδικτύου και κάλεσαν την ΕΕ να θέσει ελάχιστο όριο ηλικίας τα 16 έτη, ακολουθώντας το παράδειγμα της Αυστραλίας, που εφάρμοσε πρώτη τον νόμο πλήρους απαγόρευσης χρήσης για άτομα της συγκεκριμένης ηλικιακής ομάδας.

Στην Ευρώπη, χώρες όπως η Γαλλία, η Γερμανία και η Ιταλία έχουν ήδη θεσπίσει αυστηρότερους κανόνες με γονική συγκατάθεση και ηλικιακά όρια. Στην Κύπρο, ο δρόμος άνοιξε τον Οκτώβριο του 2025, όταν η χώρα εντάχθηκε στο πιλοτικό έργο της Ευρωπαϊκής Ένωσης που αποσκοπεί στην ηλεκτρονική επαλήθευση της ηλικίας ατόμου (Age Verification) στον διαδικτυακό χώρο. Πρόκειται για έναν σύγχρονο μηχανισμό, που προνοεί παράλληλα για την απαραίτητη προστασία των προσωπικών δεδομένων και της ιδιωτικότητας του κάθε ατόμου.

Πώς μπορεί, λοιπόν, να εφαρμοστεί πρακτικά η επαλήθευση της ηλικίας στο διαδίκτυο; Ο πιο πάνω μηχανισμός, από μόνος του, δεν είναι επαρκής και θα πρέπει να ενσωματωθεί σε μια κατάλληλη λύση ψηφιακής ταυτότητας. Αυτό αναφέρθηκε στον «Φ» από πλευράς του υφυπουργείου Έρευνας, Καινοτομίας και Ψηφιακής Πολιτικής, το οποίο εξήγησε πως η επαλήθευση επιτυγχάνεται μέσω της διασύνδεσης με τα εθνικά συστήματα αρχείου πληθυσμού του κάθε κράτους, και ενσωματώνοντας τον μηχανισμό αυτό σε κάποια εθνική εφαρμογή. Στη δική μας περίπτωση, την εφαρμογή «Ψηφιακός Πολίτης». Μάλιστα, η χρήση του μηχανισμού δεν περιορίζεται στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, αλλά μπορεί να αξιοποιηθεί σε όλα τα ψηφιακά περιβάλλοντα, πλατφόρμες και αγορές, όπου απαιτείται η επαλήθευση ηλικίας πριν την παροχή οποιασδήποτε διαδικτυακής υπηρεσίας.

Πιο συγκεκριμένα, ο ευρωπαϊκός μηχανισμός προβλέπει η επαλήθευση να πραγματοποιείται μέσω του κινητού τηλεφώνου του χρήστη. Η πρόσβαση στις ψηφιακές υπηρεσίες μπορεί να γίνεται από οποιαδήποτε συσκευή· ωστόσο, για να επιτραπεί η χρήση τους, θα πρέπει προηγουμένως να έχει ολοκληρωθεί η επαλήθευση μέσω του κινητού τηλεφώνου. Στόχος του συστήματος είναι η διαδικασία να παραμένει απλή, γρήγορη και φιλική προς τον χρήστη. Ήδη, το Υφυπουργείο επεξεργάζεται τις τεχνικές λεπτομέρειες για την υλοποίηση αυτής της λύσης σε εθνικό επίπεδο, ενώ συμμετέχει ενεργά στις κρίσιμες συζητήσεις που διενεργούνται επί του θέματος σε ευρωπαϊκό επίπεδο, καταθέτοντας, μαζί με σημαντικό αριθμό άλλων κρατών-μελών, προτάσεις ενώπιον της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που αφορούν την αντιμετώπιση των αυξανόμενων διαδικτυακών απειλών για τους ανηλίκους. Από την έκθεση σε επιβλαβές περιεχόμενο, μέχρι τον εθισμό και τον υπερβολικό χρόνο οθόνης και συγκεκριμένα ως προς την υιοθέτηση ενός πανευρωπαϊκού ορίου ψηφιακής ενηλικίωσης για πρόσβαση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Η Κύπρος είναι το 6ο κράτος-μέλος που εντάσσεται στο πιλοτικό πρόγραμμα υλοποίησης του μηχανισμού Επαλήθευσης Ηλικίας, μαζί με Γαλλία, Δανία, Ελλάδα, Ιταλία και Ισπανία.

Τι ισχύει σήμερα και η ευθύνη των εταιρειών

Σήμερα, στα περισσότερα κοινωνικά δίκτυα, ο χρήστης καλείται να πιστοποιήσει την ηλικία του, παρέχοντας βασικά αποδεικτικά στοιχεία όπως ημερομηνία γέννησης. Τα στοιχεία αυτά μπορούν εύκολα να παρακαμφθούν ή να δηλωθούν ψευδώς. Ως εκ τούτου, το Υφυπουργείο αναγνωρίζει ότι καμία τεχνολογική ή κανονιστική ρύθμιση δεν αρκεί από μόνη της, αλλά χρειάζεται συλλογική ευθύνη και η συνεργασία των ψηφιακών πλατφόρμων. Διευκρινίζει ότι για να καταστεί αποτελεσματικός ο μηχανισμός επαλήθευσης ηλικίας, αλλά και οποιοδήποτε άλλο μέτρο, οι διαδικτυακές πλατφόρμες θα πρέπει οι ίδιες να προνοούν για την αξιόπιστη επαλήθευση ηλικίας όλων των χρηστών τους, και να μην αρκούνται στην «αυτοδήλωση» όπως ισχύει σήμερα. Αυτό μεταφράζεται σε τεχνική διασύνδεση του πιο πάνω μηχανισμού, εντός των διαδικτυακών αυτών πλατφόρμων, ώστε να λαμβάνουν την επιβεβαιωμένη από τα κράτη ηλικία του κάθε ατόμου που αλληλοεπιδρά με αυτούς τους χώρους.

Συμπεράσματα και χρονοδιάγραμμα

Τα πρώτα ολοκληρωμένα συμπεράσματα από τη συμμετοχή της Κύπρου στο πιλοτικό πρόγραμμα της ΕΕ αναμένονται εντός του πρώτου εξαμήνου του 2026, οπόταν και το Υφυπουργείο θα έχει ολοκληρώσει τις τεχνικές προδιαγραφές και θα μπορεί να ενσωματώσει τον μηχανισμό στην εφαρμογή «Ψηφιακός Πολίτης». Παρ’ ότι δεν έχει καθοριστεί ακόμη συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα, πολλές χώρες –συμπεριλαμβανομένης και της Κύπρου– έχουν ήδη εκφράσει σαφή δέσμευση και βούληση να προχωρήσουν. Ήδη, η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, συγκάλεσε επιτροπή ειδικών για εξέταση του θέματος. Η Κύπρος έχει, μάλιστα, θέσει το θέμα της προστασίας των ανηλίκων ως βασική προτεραιότητα της επερχόμενης κυπριακής Προεδρίας, ώστε να διατηρηθεί το μομέντουμ και να προχωρήσει πρακτικά η συζήτηση το συντομότερο δυνατό. Στο επίκεντρο των συζητήσεων τίθενται: Η υποχρεωτική εφαρμογή μηχανισμών επαλήθευσης ηλικίας, όπως το πιλοτικό πρόγραμμα στο οποίο έχουμε ενταχθεί, αλλά και η θέσπιση ορίου ψηφιακής ενηλικίωσης για χρήση ψηφιακών πλατφόρμων και υπηρεσιών.

ΜΚΔ και ψυχικές διαταραχές και ο κίνδυνος της καθολικής απαγόρευσης

Η θέσπιση ηλικιακού κριτηρίου μπορεί να λειτουργήσει προστατευτικά, όμως από μόνη της δεν επιλύει το πρόβλημα και ενδέχεται να έχει και αντίθετα αποτελέσματα, ιδιαίτερα όταν ο έλεγχος δεν μπορεί να εφαρμοστεί σωστά, επισήμανε στον «Φ», η Δήμητρα Νικολάου Αναστασίου, εκπαιδευτικός ψυχολόγος του υπουργείου Παιδείας. Ωστόσο, εξέφρασε τη θέση ότι μπορεί να αποτελέσει ένα χρήσιμο «δεκανίκι» για τον γονέα, ώστε να μεταφέρει στο παιδί –και σε ενήλικες– με σαφήνεια ότι τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης χρειάζονται όρια και δεν είναι ένας χώρος ελεύθερης πρόσβασης.

Οι έρευνες δείχνουν ότι η πολύ πρώιμη και ανεξέλεγκτη έκθεση στα κοινωνικά δίκτυα σχετίζεται με στέρηση ύπνου, δυσκολίες συγκέντρωσης και έντονη κοινωνική σύγκριση. Όμως, όπως σημειώνει, τα διαθέσιμα επιστημονικά δεδομένα δεν υποστηρίζουν ότι τα social media προκαλούν από μόνα τους ψυχικές διαταραχές. Οι μετα-αναλύσεις δείχνουν μια μικρή επίδραση, ενώ οι πραγματικά σοβαροί παράγοντες κινδύνου είναι άλλοι: Παραμέληση, κακοποίηση, οικογενειακές δυσκολίες, ανισότητες, οικονομική πίεση και απουσία σταθερών δομών υποστήριξης. «Ένα ηλικιακό όριο σίγουρα μπορεί να βοηθήσει, αλλά δεν υποκαθιστά τη σταθερή και συνεπή δουλειά του γονέα: Τη θέσπιση ορίων από νωρίς, την καλλιέργεια σχέσης, την εποπτεία και την καθοδήγηση. Τα ΜΚΔ δεν δημιουργούν ψυχικές διαταραχές –η σχέση δεν φαίνεται να είναι αιτιακή– αλλά επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό εκεί που υπάρχει πρόσφορο έδαφος, εννοώντας τα παιδιά που είναι ευάλωτα. Τα ΜΚΔ μπορούν να λειτουργήσουν ως μηχανισμός “γεμίσματος κενού” όταν λείπουν πραγματικές σχέσεις, οι αξίες και νοήματα στη ζωή του παιδιού. Όταν το παιδί νιώθει ότι το βλέπουν, το ακούν και ότι ανήκει, δεν χρειάζεται να χτίσει υποκατάστατες σχέσεις μέσα στα κοινωνικά δίκτυα», εξηγεί η κ. Νικολάου.

«Βλέπουμε παιδιά που τα Σαββατοκύριακα περνούν όλη την ημέρα στα ΜΚΔ. Αυτό δεν συμβαίνει λόγω των ίδιων των εφαρμογών, αλλά λόγω απουσίας ορίων, δομής και ουσιαστικής σύνδεσης στην καθημερινότητα. Και, πράγματι, ένας γονέας που εργάζεται ολόκληρη την ημέρα για να εξασφαλίσει τα βασικά, συχνά δυσκολεύεται να συνδεθεί σταθερά και ήρεμα με το παιδί του καθώς και να βάλει όρια. Τα όρια θέλουν μονολιθική προσήλωση, ο γονέας/ κηδεμόνας δεν θα το πει μια φορά και θα γίνει. Αυτό καθιστά ακόμη πιο αναγκαίο ένα σύστημα στήριξης (από κρατικούς θεσμούς) που να βοηθά τους γονείς να διατηρούν τη σχέση, τη δομή και την παρουσία τους που το παιδί χρειάζεται, ώστε τα ΜΚΔ να μην γίνονται υποκατάστατο της πραγματικής ζωής και να έχουν τόση επιρροή».

Σε ερώτηση αν οι ρήτρες ασφαλείας είναι πιο αποτελεσματικές από μια ολική απαγόρευση, η εκπαιδευτική ψυχολόγος απάντησε καταφατικά, λέγοντας πως είναι πιο ρεαλιστικές όταν η απαγόρευση δεν μπορεί να εφαρμοστεί σωστά. «Οι νέοι βρίσκουν συχνά τρόπους να παρακάμψουν τον έλεγχο ηλικίας, να δημιουργήσουν ψεύτικους λογαριασμούς ή να χρησιμοποιήσουν άλλες συσκευές. Όταν μια απαγόρευση δεν λειτουργεί, το αποτέλεσμα είναι χειρότερο: Τα παιδιά συνεχίζουν τη χρήση, αλλά πλέον κρυφά, αποφεύγουν να μοιραστούν κινδύνους και μένουν εντελώς μόνα τους σε επικίνδυνες καταστάσεις, όπως cyberbullying, παρενόχληση, εκβιασμός με φωτογραφίες, έκθεση σε επιβλαβές περιεχόμενο, επικίνδυνες “προκλήσεις” και παραπληροφόρηση». Η Αυστραλία, συνεχίζει, επέλεξε απαγόρευση κάτω των 16, αλλά ταυτόχρονα εφαρμόζει συνδυαστικά μέτρα: Αυστηρότερη επαλήθευση ηλικίας από τις πλατφόρμες και μακροχρόνιες έρευνες για το πώς επηρεάζεται η ψυχική υγεία των παιδιών. Αυτό δείχνει ότι καμία απαγόρευση δεν είναι αποτελεσματική χωρίς υποστηρικτικό πλαίσιο, παρακολούθηση και χωρίς άλλες δράσεις μαζί.