Το 2018, ο Brian Acton, ο δισεκατομμυριούχος συνιδρυτής του WhatsApp, έλαβε πολλές μοιραίες -όπως αποδείχθηκε στη συνέχεια- αποφάσεις. Είχε ήδη εγκαταλείψει το Facebook λίγους μήνες νωρίτερα, και τον Μάρτιο διέρρηξε τις σχέσεις του με το κοινό της εταιρείας αναρτώντας ένα προκλητικό μήνυμα στο Twitter: “Είναι ώρα. #deleteFacebook”. Ήταν η εποχή που ξέσπασε το σκάνδαλο για τις πρακτικές χρήσης δεδομένων που ακολουθούσε το κοινωνικό δίκτυο, το οποίο εξαγόρασε την εφαρμογή του, αλλά και η συζήτηση για τον ρόλο του Facebook ως κανάλι προώθησης της προπαγάνδας παραπληροφόρησης της συντηρητικής πτέρυγας.

Περίπου την ίδια περίοδο, ο Acton χρηματοδοτούσε έναν νέο μη κερδοσκοπικό οργανισμό, το Ίδρυμα Signal, με τον ίδιο να αναλαμβάνει τη θέση του εκτελεστικού προέδρου. Πρωταρχικός στόχος του ήταν η χρηματοδότηση μιας εφαρμογής μόλις τριών ετών με την επωνυμία Signal, η οποία επέτρεπε στους χρήστες της να στέλνουν μηνύματα κρυπτογραφημένα απ’ άκρου εις άκρον (end-to-end).

H εφαρμογή Signal προσέφερε εύκολη επικοινωνία και ασφάλεια, καθώς και πλήρη ανωνυμία. Χάρη δε στη νέα χρηματοδότηση που εξασφάλισε, δεν θα χρειαζόταν να υποκύψει στους “νόμους της αγοράς” και να πουλήσει διαφημίσεις για τη συγκέντρωση κεφαλαίων, κάτι για το οποίο ο Acton μισούσε το Facebook. Εξάλλου, το όραμά του, όπως αποκάλυψε στο Forbes το 2018, ήταν το Signal να καταστήσει “την ιδιωτική επικοινωνία προσβάσιμη σε όλους και παντού”. Και η εφαρμογή εκπλήρωσε σε μεγάλο βαθμό τις προσδοκίες του.

Χαίρει ιδιαίτερης εκτίμησης μεταξύ των δημοσιογράφων και των ακτιβιστών, όπως αυτών που βρίσκονταν πίσω από τις διαμαρτυρίες του κινήματος “Black Lives Matter”. 

Αλλά, τι ειρωνεία: η εφαρμογή τείνει να μετατραπεί στο νέο “ψηφιακό καταφύγιο” των συντηρητικών – ρόλο που επιτελούσε μέχρι πρότινος το Facebook. Το Signal προσέλκυσε τους “δεξιούς” ακριβώς για τους ίδιους λόγους που έκαναν και τους διοργανωτές του κινήματος “Black Lives Matter” να το προτιμήσουν: Προσφέρει στους χρήστες τη δυνατότητα προγραμματισμού και μαζικής επικοινωνίας χωρίς να υπάρχει κανένας φόβος η εφαρμογή να ασκήσει έλεγχο στο περιεχόμενο που ανταλλάσουν ή να βοηθήσει τις αρχές να συνάψουν κατηγορίες εναντίον τους. Το Signal δεν φαίνεται να ακολουθεί πολιτικές εποπτείας περιεχομένου, ενώ δεν έχει πρόσβαση ούτε στα μηνύματα των χρηστών, καθιστώντας θεωρητικά αδύνατη τη συνεργασία στην περίπτωση αστυνομικής έρευνας.

“Η χρήση του Signal και του Telegram είναι πραγματικά επικίνδυνη. Φαίνεται ότι στην παρούσα φάση ‘καλωσορίζουν’ τους χρήστες που έχουν εκδιωχθεί ή έχουν γίνει ανεπιθύμητοι σε άλλες πλατφόρμες”, σημειώνει ο Harry Fernandez, διευθυντής τη μη κερδοσκοπικής οργάνωσης παρακολούθησης της ρητορικής μίσους στο διαδίκτυο “Change the Terms”. “Αλλά είναι επικίνδυνο διότι δεν φαίνεται να έχουν οποιαδήποτε υποδομή αστυνόμευσης των πλατφορμών”, συμπληρώνει. 

Η κρυπτογράφηση του Signal καθιστά δύσκολο να μάθει κανείς τι ακριβώς συζητούν οι χρήστες της πλατφόρμας, …και ο Acton δεν έχει απαντήσει στα σχετικά ερωτήματα που έχει εγείρει όλη αυτή η ιστορία. Οι New York Times, πάντως, αναφέρουν ότι η εξτρεμιστική ομάδα “Boogaloo Boys”, για παράδειγμα, έχει ήδη δημιουργήσει “βήμα” στην πλατφόρμα.

Η στροφή προς το Signal καταγράφεται καθώς πολλοί συντηρητικοί αισθάνονται ότι δέχονται επίθεση στο διαδίκτυο. Το Twitter και το Facebook έχουν αποκλείσει τον απερχόμενο πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ αφότου ο τελευταίος χρησιμοποίησε τις πλατφόρμες τους για να υποκινήσει τη βίαιη εισβολή της 6ης Ιανουαρίου στο Καπιτώλιο, ενώ αμφότερα τα κοινωνικά δίκτυα έχουν λάβει επιπρόσθετα μέτρα για να περιορίσουν την παραπληροφόρηση της δεξιάς πτέρυγας. 

Παράλληλα, την προηγούμενη Κυριακή, η Amazon έκλεισε τους servers του Parler, μιας μικρότερης αλλά δημοφιλούς στους κύκλους των συντηρητικών εφαρμογής κοινωνικής δικτύωσης, η οποία επίσης χρησίμευσε ως μέσο για την υποκίνηση των εξτρεμιστών της αιματηρής εισβολής στο Καπιτώλιο. 

Εν μέσω της αναταραχής που έχουν προκαλέσει οι ανωτέρω εξελίξεις, το Signal αναδύεται ως μια δημοφιλής νέα εναλλακτική, όπως βέβαια και το Telegram, μια ακόμη εφαρμογή κρυπτογραφημένων μηνυμάτων, η οποία  έχει επίσης δισεκατομμυριούχο σπόνσορα.

Παρ’ όλα αυτά, καμία από τις δύο εφαρμογές δεν μπορεί να υποκαταστήσει το Twitter ή το Facebook. Αμφότερες στηρίζονται στην ανταλλαγή ιδιωτικών μηνυμάτων και όχι στα μαζικά, ανοιχτά δίκτυα των μεγαλύτερων, κυρίαρχων μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Από την άλλη, βέβαια, παρέχουν κάτι που ούτε το Facebook ούτε το Twitter προσφέρουν: κρυπτογράφηση και ανωνυμία, χωρίς αστυνόμευση περιεχομένου – υπηρεσίες χρήσιμες στην περίπτωση, για παράδειγμα, ενορχήστρωσης μιας μεγάλης κλίμακας “εξέγερσης”, μακριά από τα βλέμματα των αρχών.

Ώθηση από τις διαρροές χρηστών του WhatsApp

Η ζήτηση για τις δύο εφαρμογές στο κατάστημα της Apple την προηγούμενη εβδομάδα σημείωσε κατακόρυφη αύξηση, καθώς και οι δύο κατέγραψαν ρεκόρ νέων χρηστών. Από τις 6 έως τις 10 Ιανουαρίου, το κατά μέσο όρο 251.000 χρήστες την ημέρα εγκατέστησαν το Signal, ενώ ο αντίστοιχος αριθμός για το Telegram ανήλθε κατά μέσο όρο στα 1,1 εκατομμύρια. Αριθμοί που αντιπροσωπεύουν αύξηση 409% και 61% αντίστοιχα, σε σχέση με τον μέσο αριθμό εγκαταστάσεων των δύο εφαρμογών το 2020, σύμφωνα με στοιχεία της Apptopia, η οποία παρακολουθεί τις λήψεις και εγκαταστάσεις εφαρμογών. 

Πέρα από την πρόσφατη δημοφιλία τους όμως, το Telegram και το Signal έχουν ένα ακόμη κοινό χαρακτηριστικό: αμφότερες χρηματοδοτούνται αφειδώς από νέους, πλούσιους, ιδεαλιστές και ισχυρούς παράγοντες του τεχνολογικού κλάδου. Πίσω από το Signal, όπως προαναφέρθηκε βρίσκεται ο 48χρονός Acton. Πίσω από το Telegram βρίσκεται ο Pavel Durov, ένας 36χρονος Ρώσος.

Τόσο το Signal όσο και το Telegram απέδωσαν την πρόσφατη αύξηση των χρηστών τους στο κύμα φυγής που κατακλύζει την πλατφόρμα του WhatsApp, τον βασικότερο ανταγωνιστή τους, λόγω των αλλαγών στις οποίες προέβη πριν από λίγο καιρό στην πολιτική απορρήτου του. 

Αναμφίβολα, ορισμένοι από τους χρήστες προήλθαν από το WhatsApp, αλλά αυτό είναι μόνο ένα μέρος του ζητήματος που έχει ανακύψει. “Είμαι πραγματικά επιφυλακτικός”, σημειώνει ο Will Partin, αναλυτής της Data & Society, εταιρείας αναλύσεων διαδικτύου που παρακολουθεί τη ρητορική μίσους των συντηρητικών στο διαδίκτυο. Ο Partin σημειώνει ότι οι δύο εφαρμογές βιώνουν μια “κρίση δημοσίων σχέσεων” καθώς ομάδες συντηρητικών στρέφονται στις πλατφόρμες τους – καθώς οι δύο εταιρείες, δημοσίως, δεν αναφέρονται στις εισροές νέων χρηστών, ούτε για τυχόν πρόθεσή τους να τους κρατήσουν μακριά.

“Το Telegram έχει γίνει ο βασικός υποδοχέας ‘προσφύγων’ οι οποίοι αναζητούν μια πλατφόρμα επικοινωνίας που δεσμεύεται για την προστασία της ιδιωτικότητας και της ασφάλειας” των χρηστών της, έγραψε ο Durov σε ανάρτησή του στο Telegram, πανηγυρίζοντας για την εισροή νέων χρηστών και προσθέτοντας: “Λαμβάνουμε αυτήν την ευθύνη πολύ σοβαρά. Δεν θα σας απογοητεύσουμε”

Το Signal

Η εφαρμογή Signal, που κυκλοφόρησε για πρώτη φορά το 2014, δημιουργήθηκε από τον ερευνητή ασφαλείας Moxie Marlinspike (πρόκειται για ψευδώνυμο, ενώ το πραγματικό του όνομα είναι άγνωστο). Χάρη στη σχεδόν αδιαπέραστη τεχνολογία κρυπτογράφησής του κέρδισε πολύ γρήγορα την προτίμηση ενός ευρύτατου κοινού – όπως ο δισεκατομμυριούχος Jack Dorsey, ο οποίος ενσωμάτωσε μέρος του λογισμικού κρυπτογράφησής του στο Twitter, αλλά και ο Edward Snowden, ο οποίος έχει δηλώσει ότι χρησιμοποιεί την εφαρμογή καθημερινά.

Ο Acton, που σήμερα χρηματοδοτεί το Signal, εργαζόταν στο παρελθόν ως μηχανικός λογισμικού στη Yahoo, από την οποία αποχώρησε λόγω της αδιάκοπης εστίασης της εταιρείας στο κέρδος. (“Η ενασχόληση με τις διαφημίσεις είναι καταθλιπτική”, δήλωσε στο Forbes το 2014, προσθέτοντας “Δεν κάνεις τη ζωή κανενός καλύτερη, κάνοντας τις διαφημίσεις να λειτουργούν καλύτερα”). 

Αυτός και ο συνεργάτης του στη Yahoo, Jan Koum, εγκατέλειψαν την επιχείρηση το 2008. Μετά από έναν χρόνο διακοπών, αναζήτησαν δουλειά στο Facebook, το οποίο όμως τους απέρριψε και έτσι το δίδυμο δημιούργησε το WhatsApp, το 2009. Τρία χρόνια αργότερα, πούλησαν την εφαρμογή στην εταιρεία που μερικά χρόνια πριν τους απέρριψε, έναντι 22 δισ. δολαρίων. Ενόσω ο Acton εργαζόταν πλέον στο Facebook γνωρίστηκε με τον Marlinspike, μέσω ενός κοινού τους φίλου. Μεταξύ τους υπήρξε χημεία και έτσι σύντομα ξεκίνησαν να δουλεύουν από κοινού για την ενσωμάτωση μέρους του λογισμικού κρυπτογράφησης του Signal στο WhatsApp.

Όταν ο Acton ανακοίνωσε την απόφασή του να συστήσει το Ίδρυμα Signal, σε μια λεπτομερή ανάρτηση ιστολογίου περιέγραψε εμφατικά τον στόχο της πλατφόρμας: “να λειτουργήσει προς το δημόσιο συμφέρον και να συμβάλλει ουσιαστικά στην κοινωνία αναπτύσσοντας βιώσιμη τεχνολογία που σέβεται τους χρήστες”. Το σκεπτικό του Acton ήταν ότι η εφαρμογή θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί με τον τρόπο που χρησιμοποιήθηκε το καλοκαίρι του 2020 από τους διαδηλωτές του κινήματος ‘Black Lives Matters”: ως ένα χρήσιμο εργαλείο οργάνωσης. “Κάθε φορά που αναδύεται κάποια κινητοποίηση ή αμφισβητούμενη εκλογική διαδικασία, φαίνεται πως αποτελεί ευκαιρία να χτίσουμε το κοινό μας”, δήλωσε ο Acton στο περιοδικό Time τον Σεπτέμβριο. “Αφήνει βέβαια μια γλυκόπικρη αίσθηση, γιατί πολλές φορές η επιτυχία μας προέρχονται από δυσάρεστα γεγονότα”, προσθέτει.

Το Telegram

Κάτι αντίστοιχο ισχύει και για το Telegram, πίσω από το οποίο βρίσκεται ο Ρώσος Durov, η χώρα του οποίου επίσης κατακλύζεται συχνά από αναταραχές. Όπως συμβαίνει συχνά στους ομιχλώδεις, αλληλοεμπλεκόμενους κόσμους του επιχειρείν και της πολιτικής στη Ρωσία, η ιστορία του Durov είναι κάπως “θολή”.

Η πρώτη του εταιρεία ήταν η VKontakte, μια πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης στα πρότυπα του Facebook, που ιδρύθηκε το 2006. Περίπου πέντε χρόνια αργότερα, ο Durov ήρθε για πρώτη φορά σε σύγκρουση με τη ρωσική κυβέρνηση όταν αρνήθηκε να “μπλοκάρει” τους πολιτικούς της αντιπολίτευσης στο VKontakte, σύμφωνα με την Washington Post. Λίγο αργότερα, έφυγε από τη Ρωσία, αφού προηγουμένως η αστυνομία ξεκίνησε έρευνα σε βάρος του για τη συμμετοχή του σε ένα ατύχημα μετά το οποίο φαίνεται να τράπηκε σε φυγή, περιστατικό που ο ίδιος στη συνέχεια χαρακτήρισε “πολιτικά υποκινούμενο”.

Ο Durov οραματίστηκε ότι το Telegram θα μπορούσε να αποτελέσει το τέλειο εργαλείο για ανθρώπους όπως εκείνοι οι αντιπολιτευόμενοι πολιτικοί στην πατρίδα του, οι οποίοι ήθελαν να προωθήσουν την αλλαγή αλλά και να αποφύγουν τις περιπέτειες με τις αρχές. 

Σχεδόν από την πρώτη στιγμή της λειτουργίας του Telegram, το 2013, αναγνώρισαν τις δυνατότητές του και αρκετές λιγότερο “ευγενείς” ομάδες, και ο Durov για αρκετά χρόνια πάλεψε για να πετάξει εκτός πλατφόρμας το ISIS. (Ο εκπρόσωπος του Durov δεν απάντησε στο αίτημα για σχολιασμό του θέματος αυτού).

Ο κίνδυνος

Τόσο το Signal όσο και το Telegram παρέχουν υπηρεσίες ανταλλαγής προσωπικών και ομαδικών μηνυμάτων, ενώ η τεχνολογία κρυπτογράφησης και των δύο καθιστά δύσκολη την ιχνηλάτηση της πραγματικής έκτασης οποιωνδήποτε εξτρεμιστικών συνομιλιών. 

Και οι δύο εφαρμογές παρέχουν επίσης τη δυνατότητα συμμετοχής σε μια ομάδα μέσω μιας διεύθυνσης URL, αλλά οι προσκλήσεις μέσω URL του Telegram είναι πολύ πιο συχνές στο διαδίκτυο από αυτές του Signal, καθώς το τελευταίο πρόσθεσε τη συγκεκριμένη υπηρεσία μόλις πέρυσι.

Έτσι, από τη στιγμή που η αγαπημένη εφαρμογή κοινωνικής δικτύωσης των συντηρητικών Parler τέθηκε εκτός λειτουργίας το Σαββατοκύριακο, εμφανίστηκε στο Telegram μια ευρεία ομάδα που ονομάζεται Parler Lifeboat. Έχει 16.000 μέλη και αυτοπροσδιορίζεται ως χώρος απότισης τιμής προς τον πρόεδρο Τραμπ και την απόπειρα πραξικοπήματος της 6ης Ιανουαρίου, “ένα φοβερό γεγονός” όπως το περιέγραψε ένας ανώνυμος χρήστης τη Δευτέρα το βράδυ. Οι συμμετέχοντες στο Parler Lifeboat διακινούν θεωρίες συνωμοσίας και διαμαρτύρονται για το αντιφασιστικό κίνημα. 

Παράλληλα με το Parler Lifeboat έχει δημιουργηθεί μια ακόμη ομάδα στο Telegram που τη διαχειρίζεται η ακροδεξιά ομάδα Proud Boys (σχεδόν 31.000 ακόλουθοι), η οποία διακινεί αντίστοιχο περιεχόμενο.

Εν τω μεταξύ, ο πρόεδρος Τραμπ έχει εδώ και καιρό αξιοσημείωτη παρουσία στο Telegram μέσω μιας ελεύθερα προσβάσιμης ομάδας, όπου συνέχισε απτόητος της αναρτήσεις του μετά το μπλοκάρισμα των λογαριασμών του από το Facebook και το Twitter. Παρότι βέβαια το Telegram παρέχει στον πρόεδρο κατά κάποιο τρόπο ελεύθερο βήμα επικοινωνίας, ουσιαστικά είναι πολύ περιορισμένο το ακροατήριό του, ανέρχεται σε περίπου 500.000 οπαδούς. Αξίζει να σημειωθεί ότι συνδυαστικά στο Twitter και στο Facebook ο Τραμπ είχε περισσότερους από 100 εκατομμύρια ακολούθους.

Παρ’ όλα αυτά, ο Τραμπ συνεχίζει απτόητος. Την προηγούμενη Τρίτη το βράδυ σε ανάρτησή του στο Telegram καταδίκασε εταιρείες όπως το Facebook και το Twitter. “Νομίζω ότι οι κολοσσοί της τεχνολογίας πληγώνουν φρικτά… τη χώρα μας”, έγραψε ο Τραμπ, προσθέτοντας: “Αλλά πάντα υπάρχει αντίδραση”.

Του Abram Brown

Πηγή: Capital.gr