Περισσότεροι από 460 άνθρωποι σκοτώθηκαν την Τετάρτη 28/10, μέσα σε νοσοκομείο στην πόλη Ελ Φάσερ, πρωτεύουσα της επαρχίας Βόρειου Νταρφούρ στο Σουδάν, μετά από παραστρατιωτική επίθεση των Δυνάμεων Ταχείας Υποστήριξης (RSF), σύμφωνα με το ισπανικό NewsonDemand και διεθνείς οργανισμούς που παρακολουθούν την κλιμακούμενη βία στη χώρα. Πρόκειται για ένα από τα χειρότερα και πιο αιματηρά περιστατικά του πολέμου που συνεχίζεται για πάνω από δύο χρόνια, προκαλώντας ανείπωτη ανθρωπιστική καταστροφή.
Σύμφωνα με τις αναφορές, οι θάνατοι σημειώθηκαν κατά τη διάρκεια της κατάληψης του Ελ Φάσερ από τις RSF, που θεωρείται το τελευταίο προπύργιο του κυβερνητικού στρατού στο Νταρφούρ. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας εξέφρασε «σοκ και φρίκη» για το μέγεθος των απωλειών, υπογραμμίζοντας ότι οι συγκρούσεις μέσα και γύρω από ιατρικές εγκαταστάσεις παραβιάζουν κατάφωρα το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο.

Αυτόπτες μάρτυρες και ανθρωπιστικές πηγές αναφέρουν ότι το νοσοκομείο χτυπήθηκε κατ’ επανάληψη από στρατιωτικά πυρά, ενώ εκατοντάδες τραυματίες και νοσηλευόμενοι βρέθηκαν παγιδευμένοι χωρίς πρόσβαση σε ιατρική φροντίδα.
Η Ναουάλ Χαλίλ, 27 ετών, εθελόντρια νοσηλεύτρια στο νοσοκομείο El Fasher South, βρισκόταν σε υπηρεσία όταν οι μαχητές της RSF εισέβαλαν στο νοσοκομείο. «Σκότωσαν έξι τραυματίες στρατιώτες και πολίτες στα κρεβάτια τους – ανάμεσά τους και γυναίκες», περιέγραψε. «Δεν ξέρω τι απέγιναν οι άλλοι ασθενείς μου. Έπρεπε να τρέξω όταν μπήκαν μέσα».
Η Χαλίλ τραυματίστηκε στην πατούσα και τον μηρό από σφαίρες, καθώς οι μαχητές κατέλαβαν τη στρατιωτική διοίκηση κοντά στο νοσοκομείο. Κατάφερε να διαφύγει πεζή, τραυματισμένη και χωρίς τροφή, περπατώντας μία ολόκληρη μέρα μέχρι την πόλη Γκάρνεϊ. «Μου πήραν το τηλέφωνο και τα λεφτά – δεν μου άφησαν τίποτα», είπε.
Η οργάνωση Humanitarian Research Lab του Πανεπιστημίου Γέιλ κατέγραψε, με δορυφορικές εικόνες, εκτελέσεις αμάχων και “συστηματικές σφαγές” στα περίχωρα της πόλης, υπογραμμίζοντας ότι η βία έχει λάβει διαστάσεις εγκλημάτων πολέμου.

Αντιδράσεις και διεθνής καταδίκη
Η Ευρωπαϊκή Ένωση καταδίκασε την επιχείρηση, χαρακτηρίζοντας τις ενέργειες των RSF στο Ελ Φάσερ ως «βάρβαρες» και ζητώντας ανεξάρτητη διεθνή έρευνα για τα εγκλήματα κατά αμάχων. Εκπρόσωποι της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα μίλησαν για «μαζικές εκτελέσεις» και κάλεσαν τις εμπόλεμες πλευρές να επιτρέψουν ανθρωπιστική πρόσβαση στην περιοχή.
Ο επικεφαλής των RSF, Μοχάμεντ Χαμντάν Νταγκάλο (Χεμεντί), δήλωσε ότι η κατάσταση στο Ελ Φάσερ είναι «καταστροφή», αλλά υποστήριξε πως «η σύγκρουση τους επιβλήθηκε». Από την πλευρά του, ο σουδανικός στρατός κατηγόρησε τις RSF για εθνοτικές εκκαθαρίσεις και στοχευμένες επιθέσεις σε πολίτες, ανάμεσά τους γυναίκες και παιδιά.
Μαζική φυγή και ανθρωπιστική κρίση
Η επίθεση προκάλεσε νέο κύμα εκτοπισμού, με περισσότερους από 33.000 κατοίκους να εγκαταλείπουν την πόλη από την Κυριακή, προστιθέμενοι στους 650.000 εκτοπισμένους που έχουν ήδη εγκαταλείψει την ευρύτερη περιοχή του Ταουίλα. Πολλοί κατευθύνθηκαν προς πρόχειρους καταυλισμούς ή τα σύνορα με το Τσαντ, όπου η ανθρωπιστική κατάσταση παραμένει οριακή.
Ο ΟΗΕ προειδοποιεί ότι ο αποκλεισμός του Ελ Φάσερ από το RSF εμποδίζει τη διανομή τροφίμων και φαρμάκων, ενώ εκατοντάδες χιλιάδες άμαχοι κινδυνεύουν από λιμό. Ο εκπρόσωπος του Παγκόσμιου Επισιτιστικού Προγράμματος τόνισε ότι «οι επιθέσεις σε νοσοκομεία και ανθρωπιστικές αποστολές οδηγούν τον Νταρφούρ στο χείλος μιας πλήρους καταστροφής».
Η σημασία της μάχης για το Ελ Φάσερ
Η κατάληψη της πόλης θεωρείται στρατηγικό πλήγμα για τον σουδανικό στρατό, καθώς το Ελ Φάσερ ήταν η τελευταία μεγάλη αστική περιοχή της δυτικής περιφέρειας υπό τον έλεγχό του. Η απώλεια αυτή ενισχύει περαιτέρω τις RSF, οι οποίες ελέγχουν πλέον σχεδόν ολόκληρο το Νταρφούρ, προκαλώντας φόβους για νέα κλιμάκωση της βίας.
Η σύγκρουση στο Σουδάν ξέσπασε τον Απρίλιο του 2023, όταν οι δυνάμεις του RSF στράφηκαν εναντίον του εθνικού στρατού. Έκτοτε, σύμφωνα με τα Ηνωμένα Έθνη, περισσότεροι από 15.000 άνθρωποι έχουν σκοτωθεί, ενώ πάνω από 10 εκατομμύρια έχουν εκτοπιστεί εσωτερικά ή στο εξωτερικό.
Αυξανόμενη διεθνής πίεση
Η διεθνής κοινότητα αναμένεται να εντείνει τις πιέσεις για νέες κυρώσεις και παραπομπή υπευθύνων στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο. Ήδη οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Βρετανία εξετάζουν τη λήψη μέτρων κατά ηγετών των RSF, ενώ ανθρωπιστικές οργανώσεις ζητούν εκεχειρία και προστασία των αμάχων.

Η σφαγή του Ελ Φάσερ, λένε διπλωματικές πηγές, μπορεί να αποτελέσει σημείο καμπής για την παγκόσμια στάση απέναντι στη συνεχιζόμενη ατιμωρησία στο Σουδάν.
Ποιοι πολεμούν με ποιούς
Ο πόλεμος στο Σουδάν μαίνεται από τον Απρίλιο του 2023 και έχει τις ρίζες του σε μια σύγκρουση εξουσίας ανάμεσα στις δύο ισχυρότερες ένοπλες δυνάμεις της χώρας: τον Εθνικό Στρατό του Σουδάν (SAF) και τις Δυνάμεις Ταχείας Υποστήριξης (RSF). Η αντιπαράθεση, που ξεκίνησε ως εσωτερική διαμάχη εντός της στρατιωτικής ηγεσίας, εξελίχθηκε σε καταστροφικό εμφύλιο πόλεμο με χιλιάδες νεκρούς και εκατομμύρια εκτοπισμένους.
Ο Εθνικός Στρατός του Σουδάν (SAF), υπό τον στρατηγό Αμπντέλ Φατάχ αλ-Μπουρχάν, αποτελεί τη θεσμική στρατιωτική δύναμη της χώρας, ελέγχοντας τα παραδοσιακά κέντρα εξουσίας και τον κρατικό μηχανισμό. Διατηρεί αεροπορία, πυραυλικά μέσα και διεθνή αναγνώριση ως η νόμιμη κυβέρνηση του Σουδάν. Ο στρατός επιδιώκει την επανεγκαθίδρυση της κεντρικής εξουσίας και τη διατήρηση της εθνικής ενότητας, κατηγορώντας τις RSF για αποσχιστικές και εγκληματικές ενέργειες.
Απέναντί του βρίσκονται οι Δυνάμεις Ταχείας Υποστήριξης (RSF), μια παραστρατιωτική οργάνωση που προήλθε από τις διαβόητες πολιτοφυλακές Τζαντζαουίντ του Νταρφούρ, υπεύθυνες για σφαγές και εγκλήματα πολέμου τη δεκαετία του 2000. Ηγέτης τους είναι ο Μοχάμεντ Χαμντάν Νταγκάλο, γνωστός ως Χεμεντί, ο οποίος υπήρξε στενός σύμμαχος του στρατού μέχρι τη ρήξη τους το 2023. Οι RSF διαθέτουν χιλιάδες καλά εξοπλισμένους μαχητές, με ισχυρή παρουσία στο Νταρφούρ και πρόσβαση σε παράνομους πόρους, όπως ο χρυσός.
Η σύγκρουση, που ξεκίνησε με αφορμή τη διαφωνία για την ένταξη των RSF στις κρατικές ένοπλες δυνάμεις, έχει πλέον λάβει εθνοτικές και γεωπολιτικές διαστάσεις. Οι RSF ελέγχουν μεγάλο μέρος της δυτικής και νότιας επικράτειας, ενώ ο στρατός διατηρεί τον έλεγχο της Πορτ Σουδάν και των ανατολικών περιοχών. Διεθνείς παρατηρητές προειδοποιούν ότι η χώρα οδεύει προς διάλυση, με τον Νταρφούρ να μετατρέπεται ξανά σε επίκεντρο μαζικών εγκλημάτων κατά αμάχων.
Παρά τις αλλεπάλληλες προσπάθειες μεσολάβησης από τον ΟΗΕ, την Αφρικανική Ένωση και τις Ηνωμένες Πολιτείες, οι δύο πλευρές αρνούνται να καθίσουν στο ίδιο τραπέζι διαπραγματεύσεων, ενώ η ανθρωπιστική κρίση επιδεινώνεται. Ο πόλεμος για την εξουσία στο Σουδάν έχει ήδη μετατραπεί σε πόλεμο επιβίωσης για τον λαό του, με τις αντιμαχόμενες δυνάμεις να επιδιώκουν την κυριαρχία σε μια χώρα που βυθίζεται καθημερινά στο χάος.