Του  Ιωάννη Τελώνη

“If you can’t explain it simply, you don’t understand it well enough” Albert Eistein

Στο πρώτο μέρος αυτής της ανάλυσης εξετάσαμε την αγορά του νικελίου και τις προοπτικές της και παραθέσαμε τα δραματικά γεγονότα που οδήγησαν στην κατάρρευση της. Η κατάρρευση της οργανωμένης αγοράς χαρακτηρίστηκε από ορισμένους ως ένα συμβάν γνωστό ως μαύρος κύκνος. Είναι όμως  έτσι τα πράγματα; Υπήρχε τρόπος να αποφευχθεί η αλυσίδα των γεγονότων που έφεραν την κατάρρευση; Αντέδρασαν σωστά οι εποπτικές αρχές; Πήραμε τα μαθήματα από άλλα τέτοια συμβάντα στο παρελθόν; Σε αυτό το δεύτερο μέρος θα δούμε πως αντέδρασαν οι αρχές του LME, οι διάφοροι παράγοντες της αγοράς και θα εξετάσουμε το τι μπορούμε να μάθουμε από αυτή την κρίση.

Όπως είδαμε στο πρώτο μέρος η αγορά του νικελίου, μια αγορά με μικρές διακυμάνσεις, πέρασε το φαινόμενο του μαύρου κύκνου, ενός γεγονότος εντελώς απρόβλεπτου σε μέγεθος και χρονική συγκυρία που έφερε την κατάρρευση. Η αίτια του μαύρου κύκνου ήταν η  εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και  τα μεγάλα ανοίγματα του ομίλου Tsingshan στην εμπορία αλουμίνιου με την στήριξη της JPMorgan Chase, BNP Paribas  και της Standard Chartered Bank.

Με μια αύξηση της τιμής της τάξης του 250% σε δυο μόλις μέρες, οι διάφοροι συντελεστές της αγοράς βρίσκονταν στο χείλος της καταστροφής. Μεγάλο κίνδυνο διέτρεχε και η Tsingshan, και βεβαίως οι τραπεζίτες που την στήριζαν.

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα με την σειρά  όπως τα περιγράφουν οι Jack Friday, Alfred Cang και Mark Burton για το Bloomberg.

Τη Δευτέρα 7 Μαρτίου ξεκίνησε το ράλι της τιμής. Από 30,000 δολάρια τον τόνο εκτοξεύτηκε   στα 50,000 δολάρια. Οι διάφοροι μεσίτες στην αγορά μετάλλων του Λονδίνου (LME) δέχονταν ξαφνικά τηλεφωνήματα από τις τράπεζες τους  για να καταθέσουν επιπρόσθετα  ποσά για κάλυψη των ανοιγμάτων τους. Τα margin calls δεν αφορούσαν μερικές χιλιάδες αλλά μερικά εκατομμύρια δολάρια. Για ορισμένους από τους μεγάλους μεσίτες τα  margin calls πλησίαζαν το ένα δις για τον κάθε ένα ! Και για την Tsingshan το ποσό έφτανε στο αστρονομικό ποσό των 3 δις δολαρίων!          

Το βράδυ της Δευτέρας η διοίκηση του LME συγκάλεσε συνεδρία της «Ειδικής  Επιτροπής» μιας μικρής ομάδας ειδικών και νομικών συμβούλων που είχαν την εξουσία να εκδίδουν έκτακτους κανονισμούς. Μετά από μακρά διαβούλευση αποφάσισαν να αφήσουν τα πράγματα να «τρέξουν».

Την Τρίτη, 8 Μαρτίου, η αγορά ξεκίνησε την διαπραγμάτευση στις 1 το πρωϊ. Ο ΑΕΔ Mathew Chamberlain   έμεινε στο γραφείο του για να παρακολουθήσει το άνοιγμα της αγοράς. Όλα φαίνονταν να κυλούν ήρεμα, με την τιμή να κυμαίνεται  στα 50,000 δολάρια τον τόνο.

Ανακουφισμένος αναχώρησε για το σπίτι του. Στις 5:30 πήρε ένα τηλεφώνημα που τον ξύπνησε για τα καλά.  Στην αγορά του νικελίου επικρατούσε πανικός και ακόμη  χειρότερα, ο πανικός άρχισε να επηρεάζει και άλλες αγορές. Η τιμή του ψευδαργύρου ξεπετάχτηκε 15% σε λίγα δευτερόλεπτα πριν καταρρεύσει και πάλι.

O Chamberlain συγκάλεσε νέα συνεδρία της «Ειδικής Επιτροπής» στις 6 το πρωϊ. Στις 8:15 με απόφαση του LME, αναστάλθηκε η συνεδρία με την τιμή να έχει φτάσει τα 80.000 δολάρια. Το αποτέλεσμα της  αναστολής ήταν να κατακλυστεί η διοίκηση του LME με αγωνιώδη και απεγνωσμένα τηλεφωνήματα από τους μεσίτες που βρέθηκαν στο μάτι του κυκλώνα. Το τι διαφάνηκε από μια γρήγορη συλλογή των πράξεων και θέσεων που είχαν μείνει μετέωρες από το απότομο κλείσιμο και την τεράστια αύξηση στην τιμή, περίπου το 80% των μεσιτών στο LME θα χρεοκοπούσαν.

Στις 10 του Μάρτη το LME διατύπωνε τη θέση ότι «η διακύμανση στην τιμή της 8ης Μαρτίου δημιούργησε ένα συστημικό κίνδυνο για την αγορά και ότι το LME είχε σοβαρές ανησυχίες ως προς την δυνατότητα αρκετών από τους συμμετέχοντες στην αγορά να χρηματοδοτήσουν τα ανοίγματα τους με αποτέλεσμα να δημιουργείται ο κίνδυνος πολλαπλών αθετήσεων». Κι όμως  την προηγούμενη μέρα ο ίδιος ο Chamberlain σε μια συνέντευξη του στην τηλεόραση του Bloomberg επέμενε ότι το LME ως αγορά ήταν φερέγγυο.

ΤΟ LME ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ

 Έχοντας να αντιμετωπίσει μια αγορά υπό κατάρρευση,  η Διοίκηση του LME  πήρε μια απόφαση πρωτοφανή για συντεταγμένη αγορά: Ακύρωσε όλες τις πράξεις που είχαν καταρτιστεί το πρωϊ της Τρίτης. Οι συντεταγμένες αγορές και χρηματιστήρια έχουν την εξουσία και ακολουθούν ενίοτε την πρακτική της ακύρωσης πράξεων. Αυτό γίνεται όταν προκύψουν ή χαθούν πράξεις από τεχνικό πρόβλημα στα συστήματα ή όταν παρουσιαστεί το σύνδρομο του «χοντρού δακτύλου», μια λανθασμένη δηλαδή καταχώρηση από κάποιο μεσίτη – ένα πραγματικό ανθρώπινο λάθος.

Είναι όμως εξαιρετικά ασυνήθιστο για ένα χρηματιστήριο να ακυρώσει τις πράξεις μιας ολόκληρης συνεδρίας και μάλιστα μετά την λήξη / αναστολή της διαπραγμάτευσης. Για να αντιληφθούμε το μέγεθος της απόφασης, σε εκείνη την συνεδρία είχαν καταρτιστεί πράξεις αξίας 3.9 δις δολαρίων σύμφωνα με ένα υπολογισμό των Bloomberg. Η απόφαση ευνόησε όλους εκείνους  που είχαν εκκρεμότητες με την τιμή στα 80,000 δολάρια τον τόνο αφού  «έπαιρνε» την αγορά πίσω στον χρόνο και συγκεκριμένα στο κλείσιμο της Δευτέρας που η τιμή έκλεισε στα 48,078 δολάρια τον τόνο. Ακόμη όμως και με αυτή την απόφαση  περίπου 500 εκατομμύρια δολάρια που είχαν απαιτηθεί για να καλυφθούν  περιθώρια (margin calls) έμειναν απλήρωτα. Και το μισό από το ποσό αυτό αφορούσε ένα διαπραγματευτή – τον όμιλο της  Tsingshan.  Η αθέτηση αυτή σχετιζόταν με ένα μικρό μόνο μέρος της short θέσης της  Tsingshan – περίπου 30,000 τόνους.

Η εταιρεία είχε επιπρόσθετα ακόμη 120,000 (!) τόνους σε θέση short  εκτός χρηματιστηρίου διαμέσου διμερών συμφωνιών που είχε καταρτήσει με τράπεζες όπως  την JPMorgan Chase και την Standard Chartered PLC.

H ΑΓΟΡΑ ΑΝΤΙΔΡΑ

Η απόφαση του LME δημιούργησε  μια θύελλα αντιδράσεων στην διεθνή αγορά. Οι επενδυτές που είχαν καταρτίσει συναλλαγές το πρωινό της Τρίτης ήταν έξαλλοι. Μεταξύ τους μερικά από τα μεγαλύτερα ονόματα στην Wall Street . Η Goldman Sachs γνωστοποίησε ότι εξέφρασε την έντονη δυσαρέσκεια της  στον Chamberlain. Η Tower Research Capital μια από τις αρχαιότερες ηλεκτρονικές πλατφόρμες στην Wall Street, ανακοίνωσε ότι θα περιόριζε άμεσα τις συναλλαγές της με το LME και θα επανεξέταζε την συμμετοχή της σε αυτό. Άλλοι ήταν ακόμη πιο αιχμηροί. Ο Cliff Asness ιδρυτής της AQR Capital κατηγόρησε ευθέως το LME ότι «λήστεψε τους επενδυτές που εμπορεύονταν με καλή πίστη για να δώσει τα λεφτά στους κινέζους παραγωγούς νικελίου και τις τράπεζες τους». Η αναφορά του Asness αναφερόταν προφανώς στην ιδιοκτησία του LME που το 2012 είχε περάσει στην ιδιοκτησία της Hong Kong Exchanges & Clearing.

Όσο για την Tsingshan και τον ιδιοκτήτη της Xiang Guangda, το μεγάλο παιχνίδι που έπαιξε είχε καταλήξει σε ζημίες δισεκατομμυρίων. Η αντίδραση του Xiang ήταν να απαιτήσει από τις τράπεζες που τον χρηματοδοτούσαν να συνεχίσουν την στήριξη του πεπεισμένος ότι θα βγει στο τέλος νικητής.

ΤΟ ΧΑΟΣ ΤΗΣ 16ΗΣ ΜΑΡΤΙΟΥ

Το LME  έμεινε κλειστό  για μια βδομάδα. Οι ιθύνοντες του ήλπιζαν ότι ο χρόνος αυτός θα ήταν αρκετός για να μπορέσει η αγορά να βρει την ισορροπία της και να επανεκκινήσει. Ανάμεσα στα μέτρα που είχαν παρθεί ήταν και η εισαγωγή ενός καινούργιου ημερήσιου ορίου. Ξεκίνησε την λειτουργία της ηλεκτρονικής πλατφόρμας διαπραγμάτευσης του στις 8:00 το πρωϊ της 16ης Μαρτίου. Μέσα σε λίγα όμως λεπτά η ηλεκτρονική διαπραγμάτευση διακόπηκε, με το χρηματιστήριο να δηλώνει ότι υπήρχε κάποιο τεχνικό πρόβλημα με το νέο ημερήσιο όριο.

Στα λίγα εκείνα λεπτά ηλεκτρονικής διαπραγμάτευσης η τιμή έπεσε περισσότερο από 5% . Η διαπραγμάτευση συνεχίστηκε μέσω τηλεφώνου και στο πάτωμα του χρηματιστηρίου, το γνωστό ως  Ring.

Κατά τα άλλα, η διαπραγμάτευση συνεχίστηκε με την τιμή να παίρνει την κατηφόρα με την τιμή φτάνει στο limit down των 45,590 δολαρίων τον τόνο. Αυτό εξάλλου αναμενόταν για να αρχίσει έτσι η ομαλοποίηση στην αγορά με το κλείσιμο του χάσματος στην τιμή με τα άλλα χρηματιστήρια μετάλλων. 

Όσο για την Tsingshan  επαληθεύθηκε το παλιό  ρητό  του αν χρωστάς ένα εκατομμύριο δολάρια   στην τράπεζα έχεις εσύ το πρόβλημα. Αν όμως χρωστάς ένα δις τότε είναι η τράπεζα που έχει το πρόβλημα. Έτσι και με την Tsingshan. Κάτω από την πίεση πιθανών ζημιών δισεκατομμυρίων δολαρίων οι τράπεζες χρηματοδότες της εταιρείας, συνέχισαν την στήριξη τους στηριζόμενοι σε μια μελλοντική μείωση της  τιμής ώστε να περιορίσουν τις ζημιές τους. 

Ο ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Το όλο επεισόδιο με τον μαύρο κύκνο στην αγορά του αλουμινίου άφησε εκτεθειμένο το LME, την Διοίκηση και τα συστήματα και πρακτικές που ακολουθούνταν αλλά και την κουλτούρα του.

 Άφησε επίσης εκτεθειμένη την Εποπτική Αρχή αφού προφανώς  υπήρχαν κενά στην λειτουργία που οδήγησαν μια οργανωμένη  αγορά στην κατάρρευση με ορατό τον κίνδυνο μετάδοσης του πανικού και σε άλλες αγορές, το λεγόμενο contagion effect.

Ο μεγαλύτερος όμως προβληματισμός βρίσκεται στο ότι οι εποπτικές αρχές, παρόλα τα συστήματα επιτήρησης που έχουν αναπτυχθεί τα τελευταία χρόνια και ειδικά μετά τις εμπειρίες  από παρόμοια περιστατικά σε άλλες αγορές και πάλι δεν ήταν σε θέση  να έχουν μια πλήρη εικόνα της αγοράς. Το γεγονός ότι μια εταιρεία κατάφερε να δημιουργήσει μια τόσο μεγάλη θέση που απείλησε το ίδιο το σύστημα είναι προβληματικό. 

Ο συστημικός κίνδυνος είναι  Αχίλλειος πτέρνα ενός διασυνδεδεμένου  παγκοσμιοποιημένου χρηματοοικονομικού συστήματος. Τέτοιες παραλήψεις και αδυναμίες είναι ό,τι χειρότερο μπορεί να υπάρξει. Ας ελπίσουμε ότι την επόμενη φορά που θα εμφανιστεί ο μαύρος κύκνος, οι εποπτικές αρχές θα είναι περισσότερο έτοιμες.

Από το τεύχος Ιουνίου του περιοδικού Insider