Της Ελευθερίας Κούρταλη

Το ράλι στις μετοχές είναι απίθανο να συνεχιστεί εν μέσω κινδύνων που περιλαμβάνουν την ύφεση και την νέα ανοδική έκπληξη στον πληθωρισμό, απαιτώντας έτσι από την Fed να αυξήσεις περαιτέρω και σημαντικά τα επιτόκια, προειδοποιούν οι στρατηγικοί αναλυτές της Goldman Sachs. 

Όπως επισημαίνουν σε νέα έκθεση, ο S&P 500 έχει εκτοξευθεί κατά 17% σε οκτώ εβδομάδες και έχει φτάσει τον στόχο που είχε θέσει η Goldman για τον δείκτη για το τέλος του έτους και τις 4.300 μονάδες, καθώς οι επενδυτές έχουν υιοθετήσει την άποψη ότι η Fed θα πραγματοποιήσει στροφή στην πολιτική της και η οικονομία θα επιτύχει μια ήπια προσγείωση. 

“Οι επιδόσεις σε επίπεδο δείκτη και εντός της αγοράς μοιάζουν τόσο με τα ράλι της bear market όσο και με το τέλος των κύκλων σύσφιξης της νομισματικής πολιτικής της Fed, αλλά η εμπειρία του 2000 υπογραμμίζει τον κίνδυνο να υποχωρήσει η αγορά ακόμη και μετά το τέλος των αυξήσεων επιτοκίων, εάν η οικονομία των ΗΠΑ εισέλθει σε ύφεση”, όπως τονίζει η Goldman Sachs.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Μείωσε το επιτόκιο δανεισμού η Κίνα

Αντίθετα, όπως προσθέτουν οι αναλυτές της αμερικάνικης τράπεζας, εάν ο πληθωρισμός εκπλήξει προς τα πάνω και απαιτήσει από τη Fed να αυξήσει πιο επιθετικά τα επιτόκια από ό,τι προβλέπουν οι οικονομολόγοι, θα οι αποτιμήσεις των μετοχών θα δεχτούν σημαντική πίεση επίσης. “Δεδομένου αυτού του μακροοικονομικού σκηνικού, η ανοδική πορεία για τις μετοχές φαίνεται περιορισμένη, ενώ οι κίνδυνοι για διόρθωση παραμονεύουν”, σημειώνουν χαρακτηριστικά.

Όπως εξηγεί η G.S., η ανάκαμψη του S&P 500 από τον Ιούνιο μοιάζει πολύ με το τυπικό “ράλι της bear market”, ένα θέμα που έχει αναφερθεί συχνά στις συζητήσεις της με τους επενδυτές.

Η τράπεζα ανέλυσε έξι bear markets και 17 ράλι από το 1981. Κατά τη διάρκεια αυτού του χρονικού πλαισίου, το μέσο “bear market ράλι” διήρκεσε 43 ημέρες και είδε τον S&P 500 να ανακάμπτει κατά 14%. Η ανατίμηση 17% του δείκτη κατά τις τελευταίες 63 ημέρες μοιάζει με αυτό το μοτίβο. Κάτω από την επιφάνεια της αγοράς, παράγοντες και κλάδοι έχουν επίσης κινηθεί σύμφωνα με την τυπική εμπειρία του ράλι της bear market.

Οι κυκλικοί κλάδοι έχουν υπεραποδόσει των αμυντικών κατά περίπου το ίδιο ποσοστό με τον μέσο όρο των bear market rallies του παρελθόντος, ενώ οι μετοχές “ανάπτυξης” έχει ξεπεράσει σε επιδόσεις τις μετοχές “αξίας”, όπως έχει γίνει ιστορικά κατά τη διάρκεια αυτών των ράλι, και το momentum της αγοράς έχει αντιστραφεί.

Κατά την Goldman, οι επιδόσεις γύρω από τα ράλι της bear market και το τέλος των κύκλων σύσφιξης της Fed φαίνονται παρόμοιες και, τελικά, η πορεία τόσο του πληθωρισμού όσο και της ανάπτυξης θα καθορίσει την τροχιά της αγοράς μέχρι το τέλος του έτους. Ενώ ο δείκτης S&P 500 και οι κλάδοι της αγοράς συμπεριφέρονται παρόμοια και στις δύο περιπτώσεις, η εμπειρία του 2000 δείχνει τον κίνδυνο να υποχωρήσει η αγορά ακόμη και μετά τη διακοπή της σύσφιξης, εάν η οικονομία των ΗΠΑ εισέλθει σε ύφεση αλλά και εάν ο πληθωρισμός εκπλήξει ανοδικά.

Όσον αφορά το προσεχές διάστημα, τα περιθώρια ανόδου για τον δείκτη-βαρόμετρο των διεθνών αγορών, τον S&P 500,  φαίνονται περιορισμένοι δεδομένου του μακροοικονομικού περιβάλλοντος. Τα χαμηλότερα πραγματικά επιτόκια θα μπορούσαν να ενισχύσουν τις αποτιμήσεις των μετοχών, ενώ και οι θετικές εκπλήξεις σχετικά με την κερδοφορία των εισηγημένων θα βοηθούσαν επίσης την αγορά, ωστόσο η Goldman εκτιμά πως είναι απίθανο να συμβεί, με την εκτίμησή της για τα κέρδη ανά μετοχή (EPS) να είναι 4% χαμηλότερη από τις εκτιμήσεις του consensus

Αντίθετα, οι κίνδυνοι για διόρθωση είναι σημαντικοί, όπως τονίζει η Goldman. Οι ανανεωμένοι φόβοι για την προοπτική ύφεσης είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα σταματήσουν το πρόσφατο ράλι. Ενώ η αμερικανική οικονομία δεν έχει εισέλθει ακόμη σε ύφεση το 2022, οι οικονομολόγοι της G.S εκτιμούν την πιθανότητα ύφεσης κατά τους επόμενους 12 μήνες σε περίπου 1 στις 3. Σε περίπτωση ύφεσης, ο δείκτης S&P θα υποχωρήσει στις 3.150 μονάδες, δηλαδή κατά σχεδόν 26% από τα τρέχοντα επίπεδα.

Επιπλέον, η εστίαση της Fed στη διατήρηση αυστηρών οικονομικών συνθηκών απαιτεί οι μετοχές να μην αυξάνονται υπερβολικά. Καθώς οι αποτιμήσεις των μετοχών αυξάνονται, οι οικονομικές συνθήκες χαλαρώνουν εξ ορισμού και ο δείκτης χρηματοοικονομικών συνθηκών της Goldman έχει υποχωρήσει κατά 69 μ.β. από το υψηλότερο σημείο του Ιουνίου, με την άνοδο των αποτιμήσεων των μετοχών να αποτελούν τον μεγαλύτερο παράγοντα σε αυτή την πτώση.

Πηγή: Capital.gr