Ανοδικά κινούνται οι τιμές του πετρελαίου το τελευταίο διάστημα προκαλώντας πονοκέφαλο σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά. Η ζήτηση αυξάνεται με γρήγορους ρυθμούς με την παραγωγή να δυσκολεύεται περισσότερο να ακολουθήσει τον ρυθμό.

Το πρόβλημα είναι τεράστιο σε ένα πλανήτη που έμαθε να ζει, να εργάζεται και να κινείται με το πετρέλαιο, την ίδια ώρα που οι εναλλακτικές λύσεις προς το παρόν είναι λίγες.

Οι ανησυχίες είναι κατανοητές και το ερώτημα είναι σε πιο σημείο μπορεί να φτάσει η άνοδος. Στη συνέντευξή του στον Φιλελεύθερο ο Ανδρέας Οικονόμου, επικεφαλής του προγράμματος ερευνών για το πετρέλαιο στο Ινστιτούτο Ενέργειας της Οξφόρδης είπε ότι το σενάριο να δούμε τις τιμές να εκτινάσσονται πάνω από τα 120 δολάρια το βαρέλι, βραχυπρόθεσμα δεν είναι το επικρατέστερο. Ωστόσο, όπως επεσήμανε η αβεβαιότητα υπάρχει και δεν αναμένεται να υπάρξει σύντομα αποκλιμάκωση, τουλάχιστον όπως θα ήθελαν οι καταναλωτές και επιχειρήσεις. «Οι βραχυπρόθεσμες προβλέψεις μας δείχνουν πως οι τιμές του πετρελαίου μπορεί να παραμείνουν στο εύρος των 90 δολαρίων το βαρέλι μέχρι το πρώτο τετράμηνο του 2024 και στο τελευταίο τετράμηνο αυτής της χρόνιας η μέση τιμή να φτάσει κοντά στα 95 δολάρια το βαρέλι, εξήγησε.

Πάντως, με την παγκόσμια οικονομία να έχει ήδη να ασθμαίνει ο φόβος είναι πως η άνοδος των τιμών του πετρελαίου θα κάνει τα πράγματα ακόμη πιο περίπλοκα, καθώς από τη μία πλευρά θα επιδεινώσει την οικονομική επιβράδυνση και από την άλλη θα ωθήσει προς τα πάνω τον πληθωρισμό. Ο Ανδρέας Οικονόμου εκτίμησε πως στα 90 δολάρια το βαρέλι δεν αναμένεται να έχουν σοβαρό αντίκτυπο πάνω στον πληθωρισμό, ούτε να αλλάξουν σημαντικά την πορεία των επιτοκίων στις ΗΠΑ και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ωστόσο, μια αύξηση πάνω από το όριο αυτό ενδέχεται να ασκήσει έντονες πιέσεις και να αναγκάσει τα οικονομικά επιτελεία πολλών κρατών να λάβουν μέτρα.

Ποιοι είναι οι κύριοι παράγοντες πίσω από την πρόσφατη άνοδο των τιμών του πετρελαίου; Μέχρι πιο σημείο μπορεί να δούμε τις τιμές να σκαρφαλώνουν;

-Γενικά μιλώντας και συγκρίνοντας με το πρώτο εξάμηνο του 2023 η άνοδος των τιμών του πετρελαίου στο δεύτερο εξάμηνο αντανακλούν καλύτερα την προσφορά και τη ζήτηση στην αγορά και υπάρχουν αρκετοί λόγοι για αυτό. Σε ό,τι αφορά στην προσφορά οι περικοπές του OPEC+ έπαιξαν σημαντικό ρόλο. Συγκεκριμένα, η επιπλέον μείωση της παραγωγής της Σαουδικής Αραβίας κατά ένα εκατομμύριο βαρέλια την ημέρα που τέθηκε σε ισχύ τον Ιούλιο επιπρόσθετα των περικοπών 1,16 εκατομμυρίων βαρελιών από την Σαουδική Αραβία και άλλους επτά παραγωγούς του OPEC+ που τέθηκαν σε ισχύ νωρίτερα από τον Μάιο του 2023 έκαναν τη διαφορά. Επιπλέον, η Ρωσία έχει σε εφαρμογή μια «εθελοντική» μείωση της παραγωγής κατά 500 χιλιάδες βαρέλια την ημέρα από τον Μάρτιο, που αν και η χώρα  έχει ένα κακό ιστορικό συμμόρφωσης με τέτοιους στόχους μείωσης της παραγωγής της, αυτή την φορά δείχνει να τηρεί τον στόχο της. Αυτοί οι περιορισμοί στην προσφορά βρίσκουν απέναντί τους μια ισχυρή ζήτηση ιδιαίτερα από την Κίνα και την Ινδία, καθώς και μια ανθεκτική ζήτηση από τις ΗΠΑ. Παράλληλα, οι φόβοι για ύφεση υποχωρούν, καθώς η μακροοικονομική προοπτική για το 2023 βελτιώθηκε στο δεύτερο εξάμηνο και υπάρχει ευρεία πεποίθηση ότι η σφικτή πολιτική των κεντρικών τραπεζών πλησιάζει προς το τέλος της. Όλα αυτά μαζί ασκούν σημαντική πίεση στα παγκόσμια αποθέματα πετρελαίου και των προϊόντων, τα οποία συνεχίζουν να μειώνονται σημαντικά, κάτι που οδηγεί σε υψηλότερες τιμές ως αντίδραση.

Οι αυξήσεις αυτές που κατά βάση οφείλονται στις διάφορες πιέσεις που δέχεται η αγορά όπως οι εθελοντικές περικοπές των περίπου 2,5 εκατομμυρίων βαρελιών ημερησίως, οι δομικές αλλαγές της παγκόσμιας μεταφοράς πετρελαίου, οι ελλείψεις στην διαθεσιμότητα διύλισης, ο υγιής ρυθμός αύξησης της ζήτησης παρά τις μακροοικονομικές προκλήσεις, καθώς και η ολοένα και πιο γρήγορη εξάντληση των εμπορικών αποθεμάτων πετρελαίου και προϊόντων. Όλοι αυτοί οι παράγοντες δεν περιορίζονται μόνο στην τιμή του αργού πετρελαίου αλλά σε όλο το σύμπλεγμα της αγοράς, συμπεριλαμβανομένου τις τιμές των πετρελαϊκών προϊόντων που φτάνουν στους καταναλωτές. Και αυτό θα συνεχίσει να συμβαίνει μέχρις ότου ορισμένοι από αυτούς τους περιορισμούς επιλυθούν. Στο τέλος, η αγορά πετρελαίου θα καταφέρει να βρει λύσεις, όπως γίνεται πάντα, αλλά μέχρι τότε οι τιμές θα παραμείνουν ασταθείς.

Γίνεται συζήτηση για τιμές πάνω από 100 δολάρια το βαρέλι. Μπορούν να αντέξουν κάτι τέτοιο οι οικονομίες μας και για πόσο διάστημα;

-Να επισημάνω πως οι δικές μας προβλέψεις δεν μιλούν ακόμα, για διαρκείς τιμές πάνω από 100 δολάρια το βαρέλι μέσα στο 2023 για διάφορους λόγους. Πρώτα από όλα, παρά το γεγονός πως αναμενόταν νωρίτερα η βελτίωση της ζήτησης πετρελαίου, οι κίνδυνοι για τις μακροοικονομικές προοπτικές παραμένουν ανεπίλυτοι, τόσο όσον αφορά την αβεβαιότητα σχετικά με την οικονομική ανάκαμψη της Κίνας, όσο και με τη ζήτηση από πλευράς ΗΠΑ και Ευρώπης τους επόμενους μήνες. Δεύτερο, από πλευράς πολιτικής του OPEC+, όπως λέγεται ο στόχος της εφαρμογής και επέκτασης των εθελοντικών περικοπών στην παραγωγή δεν ήταν να επιτευχθεί ένα συγκεκριμένο εύρος τιμών, αλλά αντίθετα να ανακτηθεί ο έλεγχος της αγοράς προσπαθώντας να εξισορροπήσουν την παγκόσμια προσφορά και ζήτηση εν μέσω ενός περιβάλλοντος αυξημένης και συνεχές αβεβαιότητας. Τέλος, είναι σημαντικό να σημειώσουμε την διαθεσιμότητα της εφεδρικής χωρητικότητας της Σαουδικής Αραβίας, που ανά πάσα στιγμή είναι διαθέσιμη να επιστρέψει στην αγορά για να εξισορροπήσει κάποιο κενό στην προσφορά που μπορεί να προκληθεί είτε από κάποιο νέο γεωπολιτικό επεισόδιο, είτε από κάποια θετική έκπληξη στον ρυθμό αύξησης της ζήτησης.

Οι ανησυχίες πάντως, πως οι τιμές θα συνεχίσουν να ανεβαίνουν δείχνουν να είναι βάσιμες.

-Για να δώσω συνέχεια και στην προηγούμενη ερώτησή σας πρέπει να επισημάνω πως μια πιθανή αύξηση στις τιμές πετρελαίου στα $120-130 το βαρέλι, προκαλεί ανησυχίες για τις πιθανές επιπτώσεις στις υποκείμενες πληθωριστικές πιέσεις και στη συνέχεια, στο ότι μπορεί να επηρεάσει την οικονομική ανάπτυξη. Είναι σημαντικό να σημειώσουμε ότι υπάρχουν πολλοί παράγοντες που συμβάλλουν στην τρέχουσα πληθωρική πίεση και οι τιμές της ενέργειας αποτελούν μόνο έναν από αυτούς. Και ναι η ενέργεια είναι σημαντική, αλλά και πάλι το πετρέλαιο είναι μόνο ένα κομμάτι του μείγματος, με το φυσικό αέριο, το ηλεκτρικό ρεύμα να αποτελούν το υπόλοιπο και να παίζουν το δικό τους ρόλο.

Κοινή άποψη είναι πως τιμές γύρω στα 90 δολάρια το βαρέλι δεν αναμένεται να έχουν σοβαρό αντίκτυπο πάνω στον πληθωρισμό, ούτε να αλλάξουν σημαντικά την πορεία των επιτοκίων στις ΗΠΑ και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Τα μακροπρόθεσμα μοντέλα δείχνουν πως το πρώτο σημαντικό όριο θα ήταν οι τιμές να αυξηθούν και να κυμανθούν μεταξύ $100-110 το βαρέλι για αρκετό διάστημα για παράδειγμα μέχρι τα μέσα του 2024, κάτι που θα καθυστερήσει τυχών μείωση των επιτοκίων. Το κρίσιμο σημείο θα ήταν μια άνοδος πέρα των 120 δολαρίων το βαρέλι που θα ήταν επίμονη, αλλά προς το παρόν αυτό παραμένει ένα σενάριο που δεν είναι τόσο πιθανό.

FILE PHOTO: Crude oil storage tanks are seen from above at the Cushing oil hub, appearing to run out of space to contain a historic supply glut that has hammered prices, in Cushing, Oklahoma, March 24, 2016. REUTERS/Nick Oxford/File Photo

Προβλήματα στη ρωσική παραγωγή λόγω κυρώσεων

Γίνεται μεγάλη συζήτηση για τις κυρώσεις που επιβλήθηκαν στον ενεργειακό τομέα της Ρωσίας. Ποιο ρόλο διαδραμάτισαν οι κυρώσεις στην άνοδο των τιμών του πετρελαίου;

-Το πώς επηρεάζει η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και οι κυρώσεις που ακολούθησαν της Δύσης κατά της Ρωσίας την αγορά πετρελαίου είναι πολυεπίπεδο ζήτημα. Όσον αφορά στο μέγεθος της μείωσης της ρωσικής παραγωγή πετρελαίου, ο αντίκτυπος ήταν περιορισμένος. Μάλιστα, η Ρωσία κατάφερε να μεταφέρει μεγάλες ποσότητες από το πετρέλαιο που υπόκειται σε κυρώσεις από την Ευρώπη στην Ασία, με το 90% των εξαγωγών της να οδεύει προς Κίνα και Ινδία. Το ίδιο συνέβη και με τα ρωσικά προϊόντα του πετρελαίου με τη Μόσχα να διοχετεύει σε αγορές μακριά από την ΕΕ όπως η Τουρκία, η Bόρεια Αφρική, η Νοτιοανατολική Ασία και η Λατινική Αμερική.

Επίσης, το πλαφόν στις τιμές που έβαλαν σε εφαρμογή οι G7, αρχικά προκάλεσε αβεβαιότητα σχετικά με μια πιθανή μείωση της ρωσικής παραγωγής λόγω αρκετών ζητημάτων που προκύπταν με την νομιμότητα και ασφάλεια στην μεταφορά του ρωσικού πετρελαίου και προϊόντων, παρά της προκλήσεις στην εποπτεία του πλαφόν, καθώς η συνδρομή δυτικών εταιριών σε τομείς χρηματοδότησης, ναυπήγησης αλλά και ασφάλισης ήταν ζωτικής σημασίας. Σε μεγάλο βαθμό το πλαφόν των G7 ήταν πετυχημένο στους βασικούς στόχους του δηλαδή να διατηρηθεί η ροή ρωσικού πετρελαίου στις αγορές και την ίδια ώρα να μειωθούν τα έσοδα της Μόσχας από αυτό. Σημασία έχει ότι η ρωσική παραγωγή πετρελαίου άρχισε να καταπονείται από τις κυρώσεις. Σε βάθος χρόνου θα συνεχίσουν να πιέζουν την αγορά μέχρι το κενό ρωσικής παραγωγής και εξαγωγών να αντικατασταθούν από άλλους παραγωγούς ή να μειωθεί η ζήτηση.

Παιχνίδια σκοπιμότητας με τις περικοπές

Για ποιους λόγους η Σαουδική Αραβία και η Ρωσία προχώρησαν σε περικοπές;

-Είναι σημαντικό να δούμε τη διαφορά που υπάρχει ανάμεσα στις δύο εθελοντικές περικοπές. Η σαουδαραβική περικοπή ήταν μια απόφαση τακτικής και πιο αξιόπιστη. Έχοντας να αντιμετωπίσει ένα ασταθές περιβάλλον στο δεύτερο τρίμηνο το Ριάντ έδειξε ότι κατέχει ηγετική θέση και ότι ελέγχει την αγορά πετρελαίου, ενθαρρύνοντας και τους άλλους παραγωγούς του OPEC+ να παραμείνουν συμμορφωμένοι με τις ποσοστώσεις και δημιουργώντας ένα στοιχείο έκπληξης που μπορεί να επηρεάζει την ψυχολογία της αγοράς πετρελαίου, αν αυτό χρειαστεί. Επίσης, σε πιο θεμελιώδες επίπεδο τα εμπάργκο, τα πλαφόν και γενικά η πιο πολυεπίπεδη αγορά ως αποτέλεσμα επηρέασαν τις τιμές και η περικοπή της Σαουδικής Αραβίας θα μπορούσε να ήταν μια προληπτική κίνηση εν μέσω της μεγάλης αβεβαιότητας που υπάρχει. Επομένως, για τους Σαουδάραβες ήταν μια κίνηση εξισορρόπησης, που προκλήθηκε από τις αρχές της αγοράς και την ισχυρή θέλησή τους, να ενεργήσουν προληπτικά, σηματοδοτώντας ότι η πολιτική παραγωγής τους δεν θα αλλάξει πορεία μέχρι να δουν σαφή και επίμονα θετικά μηνύματα για την παγκόσμια οικονομία και τη ζήτηση πετρελαίου. Και το γεγονός ότι αυτή η πρόσθετη εθελοντική περικοπή ενός εκατομμύριου βαρελιών προέρχεται μονομερώς από τη Σαουδική Αραβία, επίσης, συνεισφέρει θετικά στη θέση και την αντίληψη της αγοράς αντισταθμίζοντας οποιουσδήποτε άλλους εξωτερικούς περιορισμούς.

Από την άλλη οι ρωσικές περικοπές αρχικά θεωρήθηκαν από την αγορά ως λιγότερο αξιόπιστες λόγω του κακού ιστορικού της χώρας και θα μπορούσε να συνδεθούν με μια πληθώρα αιτιών όπως η αντιμετώπιση των δυτικών κυρώσεων, το πλαφόν που έθεσαν οι G7, η πίεση στις διεθνείς τιμές του αργού πετρελαίου και των προϊόντων του, καθώς και με τη την σταθεροποίηση της εγχώριας αγοράς. Αυτό που έχει σημασία είναι ότι οι περικοπές αυτές δείχνουν ότι η Ρωσία παραμένει σε μεγάλο βαθμό εναρμονισμένη με τις αποφάσεις του OPEC+ και ότι οι πετρελαϊκές σχέσεις τους παραμένουν ισχυρές παρά την πληθώρα αναλύσεων πως η σχέση αυτή θα αρχίσει να αντιμετωπίζει σημαντικές ρωγμές, γεγονός που μέχρι τώρα και βραχυπρόθεσμα, τουλάχιστον μέχρι το τέλος του 2024, δεν δείχνει να επαληθεύεται.

Οι κινήσεις αυτές μήπως δείχνουν πως υπάρχουν σύννεφα στις σχέσεις της Ουάσιγκτον με το Ριάντ;

-Σε ό,τι αφορά στις σχέσεις των ΗΠΑ με τη Σαουδική Αραβία έχει καταστεί ξεκάθαρο εδώ και αρκετό καιρό πως υπάρχουν διαφορές σχετικά με τη διαχείριση του πετρελαίου. Το 2022 οι ΗΠΑ βασίστηκαν σε μεγάλο βαθμό στην απελευθέρωση πετρελαίου από τα στρατηγικά αποθέματα της χώρας (Strategic Petroleum Reserves) για να διαχειριστούν την αγορά, παρά το γεγονός ότι οι απώλειες των ρωσικών προμηθειών ήταν περιορισμένες και κατά κάποιον τρόπο αυτό βοήθησε πριν από ένα χρόνο να τεθεί ένα ανώτατο όριο στις τιμές του πετρελαίου καθώς τα στρατηγικά αποθέματα των ΗΠΑ έπεσαν σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα. Η Σαουδική Αραβία στο πλαίσιο του OPEC+ ακολούθησε μια πιο προσεκτική προσέγγιση στην αβεβαιότητα που προκλήθηκε εξαιτίας της Ρωσίας, αντιμετωπίζοντας με επιφύλαξη την ενδεχόμενη μείωση της Ρωσικής παραγωγής και με γνώμονα μόνο την πραγματική δυναμική προσφοράς και ζήτησης χωρίς εξωγενείς επιρροές και φυσικά στο τέλος δικαιώθηκε για την πολιτική της. Αν και δεν ανταποκρίθηκε στις εκκλήσεις της Ουάσιγκτον να αλλάξει την προσέγγισή της, αυτό δεν σημαίνει ότι η σχέση μεταξύ ΗΠΑ και Σαουδικής Αραβίας που εκτείνεται πέρα από το πετρέλαιο έχει γίνει λιγότερο σημαντική ή λιγότερο στρατηγική.

Υπό πίεση τα εμπορικά αποθέματα

Κοιτάζοντας μπροστά ποιες είναι οι προβλέψεις σας για τις τάσεις στο μέλλον για τις τιμές του πετρελαίου και ποιοι παράγοντες είναι πιθανόν να τις διαμορφώσουν;

-Βραχυπρόθεσμα, οι προβλέψεις μας δείχνουν πως οι τιμές του πετρελαίου μπορεί να παραμείνουν στο εύρος των 90 δολαρίων το βαρέλι μέχρι το πρώτο τετράμηνο του 2024 και στο τελευταίο τετράμηνο αυτής της χρόνιας η μέση τιμή να φτάσει κοντά στα 95 δολάρια το βαρέλι. Για το υπόλοιπο του 2024 αναμένεται πως οι τιμές θα αρχίσουν να υποχωρούν και θα κυμανθούν από 80 δολάρια μέχρι 90 δολάρια το βαρέλι. Λέγοντας αυτό να σημειωθεί πως το σενάριο αυτό προϋποθέτει επιστροφή των εθελοντικών περικοπών της Σαουδικής Αραβίας στο πρώτο τρίμηνο του χρόνου βάση της μέχρι τώρα προθέσεις της και σταθεροποίηση της ρωσικής παραγωγής. Ουσιαστικά, η αγορά αναμένεται να παραμείνει ελλειμματική μέχρι το πρώτο τρίμηνο του 2024, πράγμα που σημαίνει ότι τα εμπορικά αποθέματα θα συνεχίσουν να βρίσκονται υπό πίεση και αυτό βραχυπρόθεσμα πιθανόν να συνεχίσει να πιέζει τις τιμές. Στη συνέχεια ωστόσο είναι πιθανόν πως θα συσσωρευτούν πλεονάσματα, κάτι που θα βοηθήσει να αντιστραφούν αυτές οι πιέσεις.

Οι κίνδυνοι γύρω από αυτήν την πρόβλεψη παραμένουν σχεδόν ισορροπημένοι και ελαφρώς κεκλιμένοι προς τα κάτω λόγω των πιέσεων της ζήτησης για το υπόλοιπο του 2023, με τις τιμές να μην αναμένεται να ξεφύγουν ιδιαίτερα από το εύρος των 90 δολαρίων το βαρέλι. Παράλληλα, οι προοπτικές φαίνεται να είναι ανοδικές στα δύο πρώτα τρίμηνα του 2024 εξαρτημένη από τα επόμενα βήματα της Σαουδικής Αραβίας και της πολιτικής παραγωγής του OPEC+ και του ρυθμού ανάπτυξης της παγκόσμιας ζήτησης. Από την άλλη και η πιθανότητα μείωσης παραμένει, με τις πιέσεις της ζήτησης που προέρχονται κυρίως από την Κίνα και τις ΗΠΑ να είναι σε θέση να συμπαρασύρουν τις τιμές στα χαμηλά επίπεδα των 70 δολαρίων περί το τέλος του 2024.