Ο υπουργός Εργασίας Γιάννης Παναγιώτου ξέκοψε χθες οριστικά το ενδεχόμενο αλλαγών στο ωράριο λειτουργίας των καταστημάτων, αλλά δεν αποκλείεται η συζήτηση στη Βουλή να συνεχιστεί όσον αφορά τη λειτουργία των καταστημάτων τις Κυριακές, σε συνάρτηση με την αποζημίωση των εργαζομένων.

Σήμερα, όπως διευκρινίστηκε χθες, κατά τη συζήτηση του ζητήματος στην Επιτροπή Εργασίας της Βουλής, όσοι εργαζόμενοι εργάζονται Κυριακές σε καταστήματα που λειτουργούν σε 7ήμερη βάση, δηλαδή όλες τις ημέρες της εβδομάδας, δεν πληρώνονται υπερωριακά τις Κυριακές, δηλαδή ένα προς δύο, αφού οι συγκεκριμένοι εργαζόμενοι δουλεύουν σε πενθήμερη βάση, με την Κυριακή να συμπεριλαμβάνεται ως κανονική ημέρα εργασίας, λαμβάνοντας όμως εβδομαδιαίως δύο 24ωρα ως περιόδους ανάπαυσης (off) και με εβδομαδιαίες ώρες εργασίας τις 38.

Για το συγκεκριμένο θέμα και απαντώντας σε διάφορες απορίες που υπήρξαν χθες από βουλευτές της κοινοβουλευτικής Επιτροπής Εργασίας αλλά και προφανώς σε παρατήρηση του προέδρου της Επιτροπής Ανδρέα Καυκαλιά ότι οι εργαζόμενοι δεν αμείβονται όπως θα έπρεπε τις Κυριακές, ο επικεφαλής του Τμήματος Εργασιακών Σχέσεων του Υπουργείου Εργασίας Άντης Αποστόλου διευκρίνισε πως ο νόμος είναι καθαρός και δεν επηρεάστηκε από τις παρεμβάσεις που υπήρξαν στο θέμα του ωραρίου των καταστημάτων.

Όπως είπε, οι εβδομαδιαίες ώρες εργασίας στα καταστήματα είναι 38, οι ημερήσιες ώρες είναι οκτώ και μπορεί ο υπάλληλος να εργαστεί μέχρι και δύο ώρες υπερωρία σε ημερήσια βάση. Σύμφωνα με τον ίδιο, ο νόμος προβλέπει και καθορίζει πως εάν ο εργαζόμενος απασχοληθεί υπερωριακά τις καθημερινές, η κάθε ώρα επιπλέον από τις δύο που μπορεί να εργαστεί είναι με αποζημίωση ένα προς ενάμιση.

Όσον αφορά τις Κυριακές, ανέφερε πως είναι καθορισμένο στον νόμο ότι σε γενικά καταστήματα που είναι ανοιχτά εφτά μέρες την εβδομάδα ο εργαζόμενος δικαιούται κάθε δεύτερη Κυριακή ένα 24ωρο off και εφόσον κληθεί να εργαστεί στο 24ωρο off – και αποδεχτεί δηλαδή να εργαστεί δεύτερη συνεχόμενη Κυριακή, πρέπει να αποζημιώνεται κάθε ώρα διπλά. «Η πρώτη Κυριακή, είναι μέσα στο 38ωρο, η δεύτερη Κυριακή αποζημιώνεται με διπλό μεροκάματο» ανέφερε.

Λίγες οι παραβάσεις

Η τήρηση των εργασιακών δικαιωμάτων στα καταστήματα αποτελεί προτεραιότητα για το Υπουργείο Εργασίας, ανέφερε από πλευράς του ο αρμόδιος υπουργός, αναφέροντας πως, βάσει των επιθεωρήσεων που γίνονται, οι πρόνοιες της νομοθεσίας που αφορούν τις απολαβές των εργαζομένων και άλλων δικαιωμάτων φαίνεται να γίνονται σεβαστές, χαιρετίζοντας το γεγονός.

Ανέφερε συγκεκριμένα πως το ποσοστό ποινικών υποθέσεων που έχουν καταχωρισθεί στο δικαστήριο από το υπουργείο για παραβάσεις που αφορούν εργαζόμενους είναι κάτω από 1%, μέσα από πάνω από 2.000 επιθεωρήσεις εργασίας τον χρόνο.

Απαντώντας στις θέσεις που υπήρξαν χθες περί ύπαρξης νομικών κενών στη νομοθεσία για το ωράριο, διευκρίνισε πως η πιθανή ανάγκη κωδικοποίησης του όλου πλαισίου δεν αφορά στα δικαιώματα των εργαζομένων τα οποία συνεχίζουν να κατοχυρώνονται μέσα από τη νομοθεσία.

Επιμένει ο Άντρος Καυκαλιάς για τις Κυριακές

Από πλευράς του προέδρου της Επιτροπής Εργασίας, Άντρου Καυκαλιά, το θέμα του νομικού κενού φαίνεται να παραμένει, καλώντας την εκπρόσωπο της Νομικής Υπηρεσίας να τοποθετηθεί επί του θέματος, χωρίς όμως να μένει ικανοποιημένος με την απάντηση που δόθηκε. Ο ίδιος επανέλαβε πως για το ΑΚΕΛ, τουλάχιστον, δεν είναι κανονικότητα η εργασία των καταστημάτων όλες τις Κυριακές του χρόνου, διευκρινίζοντας πως δεν υπάρχει πρόθεση από πλευράς Βουλής να αμφισβητήσει την αρμοδιότητα της εκτελεστικής εξουσίας για καθορισμό του ωραρίου των καταστημάτων, που κατοχυρώθηκε και με δικαστικές αποφάσεις.

Ανέφερε ακόμα πως η Επιτροπή Εργασίας θα παρακολουθεί τις εξελίξεις γύρω από το θέμα και θα καθορίσει τα επόμενα της βήματα, χωρίς να αναφέρεται σε νέα εξέταση του ζητήματος από τη Βουλή το αμέσως επόμενο διάστημα.

Σε δηλώσεις του αργότερα, υποστήριξε πως επιβάλλεται η διεξαγωγή διαλόγου με τους κοινωνικούς εταίρους και με τις διά του νόμου καθορισμένες συμβουλευτικές επιτροπές, επέμεινε στην ύπαρξη νομικού κενού και τόνισε την ανάγκη για ενίσχυση των ελέγχων για τους όρους απασχόλησης των εργαζόμενων σ’ αυτό τον τομέα και ενδυνάμωση της θέσης τους μέσα από τη συνομολόγηση συλλογικών συμβάσεων ή και ρυθμίσεις στη νομοθεσία.