Συνολικά 18 από τα 27 κράτη μέλη της ΕΕ – μεταξύ τους και η Κύπρος – δεν θα μπορούν να τηρήσουν τους στόχους που έχουν θέσει για επενδύσεις στην παιδεία, την υγεία και τη στέγαση, βάσει των νέων κανόνων οικονομικής διακυβέρνησης που συμφωνήθηκαν σε ευρωπαϊκό επίπεδο, σύμφωνα με μελέτη που δημοσίευσε η Ευρωπαϊκή Συνομοσπονδία Συνδικάτων (European Trade Union Confederation, ETUC), ενόψει της τελικής ψηφοφορίας για έγκρισή τους στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στις 22 – 25 Απριλίου.

Η Κύπρος, σύμφωνα με τη μελέτη, θα πρέπει να επενδύσει τουλάχιστον 110 εκατομμύρια ευρώ σε κοινωνικές επενδύσεις σε τιμές του 2021, κάτι που αποτελεί 0,4% του ΑΕΠ της χώρας, ενώ η μάξιμουμ δυνατότητα δαπανών είναι το 0,2% του ΑΕΠ ή 50 εκατομμύρια ευρώ σε τιμές του 2021.

Η συνομοσπονδία των ευρωπαϊκών συνδικάτων χαρακτηρίζει τους προτεινόμενους δημοσιονομικούς κανονισμούς ως αντιπαραγωγικούς στην προσπάθεια επίτευξης των κοινωνικών και κλιματικών στόχων της ΕΕ, οι οποίοι αποτελούν προτεραιότητα και για τους πολίτες σύμφωνα με Ευρωβαρόμετρο του Μαρτίου του 2024. Σε περίπτωση έγκρισης των νέων κανόνων, προτείνει τη δημιουργία ενός μόνιμου επενδυτικού μηχανισμού σε επίπεδο ΕΕ για εκπλήρωση των κοινωνικών και πράσινων στόχων.

«Η παρούσα έκθεση καθιστά σαφείς τις συνέπειες: η υιοθέτηση των προτεινόμενων δημοσιονομικών κανόνων θα σήμαινε λιγότερα νοσοκομεία, σχολεία και προσιτές κατοικίες σε μια εποχή που η πίεση αυξάνεται και στους τρεις τομές» ανέφερε η γ.γ. της ETUC, Έστερ Λιντς σε γραπτή δήλωση, σημειώνοντας πως «δεδομένων των χαμηλών ιδιωτικών επενδύσεων, ο στραγγαλισμός των δημόσιων επενδύσεων θα εμποδίζει την ευρωπαϊκή βιομηχανική πολιτική που απαιτείται για τη δημιουργία ποιοτικών θέσεων εργασίας και θα μας παρασύρει ακόμα περισσότερο σε μια νέα αχρείαστη ύφεση».

«Όλα αυτά γίνονται για να επιτευχθούν αυθαίρετα όρια που απαιτούν ξεπερασμένα οικονομικά δόγματα. Η ΕΕ χρειάζεται οικονομικούς κανόνες που να συνάδουν με τις κοινωνικές και κλιματικές πολιτικές της», πρόσθεσε.

Σύμφωνα με την ETUC, ειδική μελέτη του New Economics Foundation δείχνει πως οι νέοι κανόνες θα αναγκάσουν τα κράτη μέλη να προχωρήσουν σε περικοπές άνω των 100 δισ. ευρώ από το έτος εφαρμογής των νέων κανόνων, αντί να προχωρήσουν σε επενδύσεις. Όπως σημειώνεται, μόνο ένας επενδυτικός μηχανισμός τρεις φορές μεγαλύτερος από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (Recovery and Resilience Fund – RRF) που ολοκληρώνεται το 2026, θα μπορούσε να μετριάσει τις επιπτώσεις.

Σύμφωνα με την κ. Λιντς, αν εγκριθούν οι νέοι κανόνες, τότε η ΕΕ φέρει την ευθύνη «να θέσει σε εφαρμογή ένα μόνιμο επενδυτικό μηχανισμό σε επίπεδο της ΕΕ με τη δυνατότητα να εκπληρώσει τους κοινωνικούς και πράσινους στόχους της και να χρηματοδοτήσει μια πραγματική ευρωπαϊκή βιομηχανική πολιτική».

Η ETUC επικαλείται στοιχεία που δημοσίευσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή το 2020, σύμφωνα με τα οποία οι επενδύσεις σε κοινωνικές υποδομές ήταν κατά 192 δισ. ευρώ ετησίως λιγότερες από τις ανάγκες. Ειδικότερα, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Συνομοσπονδία Συνδικάτων, οι ανάγκες αυτές καθιστούσαν απαραίτητη την αύξηση των δαπανών για την υγεία κατά 120 δισ. ευρώ, για τη στέγαση κατά 57 δισ. ευρώ και για την εκπαίδευση κατά 15 δισ. ευρώ.

Η μελέτη του New Economics Foundation για λογαριασμό της ETUC αναφέρει πως, αντιθέτως, οι νέοι δημοσιονομικοί κανόνες οι οποίοι θέτουν νέα όρια για το κρατικό χρέος και το έλλειμμα οι οποίοι θα ισχύουν από το 2027, θα έχουν ως αποτέλεσμα 18 κράτη μέλη να μη μπορούν να προχωρήσουν στις απαραίτητες επενδύσεις.

Στα 18 κράτη μέλη περιλαμβάνονται και η Γερμανία, η Γαλλία, η Ιταλία, η Ισπανία και η Πολωνία. Επίσης, όλα εκτός από τρία κράτη μέλη δεν μπορούν βάσει των ευρημάτων να αντεπεξέλθουν στους επενδυτικούς στόχους της ΕΕ για την πράσινη ανάπτυξη. Ακόμα, σημειώνεται, και αν συνεχιστεί η εφαρμογή του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, μόλις πέντε χώρες θα ήταν σε θέση να αντεπεξέλθουν όσον αφορά τις κοινωνικές και πράσινες επενδύσεις.

ΚΥΠΕ