Η μείωση γεννήσεων δεν αφορά μόνο τον δημογραφικό χαρακτήρα κάθε χώρας, αλλά και τον επιχειρηματικό. Μάλιστα, εταιρείες έχουν ήδη εντάξει στις αναλύσεις τους και τα θέματα υπογεννητικότητας, εξετάζοντας πώς αυτές οι εξελίξεις επηρεάζουν τα έσοδα αλλά και το μέλλον των πωλήσεών τους.

Όπως γίνεται εύκολα αντιληπτό, τη μεγαλύτερη πίεση και τις ενδεχόμενες μειώσεις στις πωλήσεις υφίστανται οι επιχειρήσεις που εμπορεύονται παιχνίδια, παιδικά ρούχα και μαθητικά είδη.

Προς αντιμετώπιση αυτών των προκλήσεων, πολλές επιχειρήσεις προσαρμόζουν τα επιχειρηματικά τους πλάνα και είτε στρέφονται εξ ολοκλήρου σε άλλες κατηγορίες, είτε ενισχύουν τμήματα πωλήσεών τους που φαίνεται να είναι πιο ανθεκτικά σε τέτοιου είδους διαφοροποιήσεις.

Τελευταίο παράδειγμα αυτών των προκλήσεων, αλλά και της ανησυχίας που επικρατεί στο επιχειρείν για το ζήτημα της υπογεννητικότητας, αποτελούν τα όσα καταγράφονται στα οικονομικά αποτελέσματα ενός από τους μεγαλύτερους ομίλους που εμπορεύονται είδη για παιδιά και μαθητές, τα Jumbo.

Ειδικότερα, τα Jumbo, σε δελτίο Τύπου για τις πωλήσεις του πρώτου ενιαμήνου του 2025, αναφέρονται ειδικά σε αυτό το θέμα.

Όπως σημειώνει ο Όμιλος, ο Σεπτέμβριος είναι ο μήνας που παραδοσιακά περιλαμβάνει πωλήσεις προϊόντων που σχετίζονται με την επιστροφή των μαθητών στα θρανία. Τα Jumbo, αν και κατέγραψαν αύξηση πωλήσεων της τάξης του 4% για τον μήνα Σεπτέμβριο του 2025, υπογραμμίζουν πως το επιχειρηματικό περιβάλλον εξακολουθεί να παρουσιάζει πολυποίκιλες προκλήσεις.

Ιδιαίτερα στην Ελλάδα, όπως αναφέρουν, η κατηγορία των σχολικών ειδών επηρεάζεται δομικά από τη συνεχιζόμενη υπογεννητικότητα, καθώς ο αριθμός των γεννήσεων παραμένει σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα.

Η συρρίκνωση του μαθητικού πληθυσμού, σύμφωνα με τον Όμιλο, αποτελεί μακροπρόθεσμη πρόκληση για τις πωλήσεις σχολικών προϊόντων, την οποία αντιμετωπίζει με διαφοροποίηση του προϊοντικού μίγματος και ενίσχυση άλλων κατηγοριών που απευθύνονται σε ευρύτερες ηλικιακές ομάδες.

Ο Όμιλος στη συνέχεια αναφέρεται και στις επιδόσεις του στη Ρουμανία και στη Βουλγαρία, επανέρχεται όμως στις προκλήσεις της υπογεννητικότητας, σημειώνοντας πως στην Ελλάδα και την Κύπρο οι επιδόσεις των καταστημάτων κινήθηκαν σε υψηλότερα επίπεδα, στηρίζοντας ουσιαστικά τον ρυθμό ανάπτυξης του Ομίλου, παρά τις προφανείς δημογραφικές αντιξοότητες.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι, αν και ο Όμιλος εκφράζει ανοικτά τις ανησυχίες του για τα νέα δημογραφικά δεδομένα, εντούτοις το επιχειρηματικό του μοντέλο φαίνεται να είναι ανθεκτικό, αφού εμφανίζει αυξημένες πωλήσεις κατά περίπου 7,6%.

Δεν είναι μόνο η υπογεννητικότητα

Φυσικά, αυτό που επηρεάζει τις πωλήσεις των επιχειρήσεων δεν είναι μόνο η υπογεννητικότητα. Ναι μεν η μείωση των γεννήσεων δημιουργεί κενό σε ό,τι αφορά τους μελλοντικούς «πελάτες» των επιχειρήσεων, αλλά ένας ακόμη βασικός παράγοντας έχει καταλυτικό ρόλο στο σήμερα.
Αυτός ο παράγοντας είναι η αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών, που επηρεάζει ολόκληρο το φάσμα των επιχειρήσεων.

Ενδεχομένως κάποιες επιχειρήσεις να επωφελούνται έναντι άλλων, καθώς μπορούν να βάζουν μεγαλύτερες παραγγελίες και να εξασφαλίζουν χαμηλότερες τιμές κόστους, ωστόσο το πρόβλημα όχι απλώς υφίσταται αλλά διογκώνεται για τη συντριπτική πλειοψηφία των επιχειρήσεων.

Σύμφωνα με την τελευταία έρευνα καταναλωτικής συμπεριφοράς που διεξήγαγε η Παγκύπρια Ένωση Καταναλωτών και Ποιότητας Ζωής, σε συνεργασία με την εταιρεία CMRC – Cypronetwork Ltd, δύο στους τρεις καταναλωτές δηλώνουν ότι δυσκολεύονται να τα βγάλουν πέρα, ενώ οι περισσότεροι ανέφεραν πως αναγκάστηκαν να περιορίσουν τα έξοδά τους, με τις δαπάνες τους να επικεντρώνονται κυρίως σε αναγκαία αγαθά και υπηρεσίες.