Η εφαρμογή της συνταγματικής πρόνοιας για χωριστούς δήμους με τουρκοκύπριους δημάρχους, δεν υλοποιήθηκε ποτέ και άρα δεν είχαμε ποτέ νόμιμα χωριστούς δήμους ούτε πριν το 1963, εξηγεί ο νομικός Αχιλλεύς Αιμιλιανίδης σε συνέντευξη του στον «Φ».

Με αφορμή την συζήτηση γύρω από την πρόσκληση στο λεγόμενο δήμαρχο Αμμοχώστου Σουλεϊμάν Ολουτσάι εξηγεί ότι πρόβλημα είναι ότι προσκλήθηκε για να συμμετάσχει ως παράνομο όργανο του ψευδοκράτους και όχι ως πρόσωπο. Επισημαίνει μάλιστα πώς είναι ξεκάθαρο ότι δεν υπήρχαν ποτέ χωριστοί δήμοι στην Κύπρο και η παρερμηνεία που γίνεται από ορισμένους είναι προς εξυπηρέτηση πολιτικών σκοπιμοτήτων.

Διευκρινίζει ότι τα άρθρα του Συντάγματος που αναφέρονταν σε χωριστούς δήμους κρίθηκαν από το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο ότι συνιστούσαν νομοθετικό πρόγραμμα του οποίου η εφαρμογή θα έπρεπε να πραγματοποιηθεί με νομοθεσία. Σχετική νομοθεσίας δεν ψηφίστηκε.

«Δεν επρόκειτο δηλαδή για συνταγματικές διατάξεις που εφαρμόζονταν από μόνες τους», τονίζει, εξηγώντας στη συνέχεια ότι η τουρκοκυπριακή πλευρά υποστήριζε τον εδαφικό διαχωρισμό των δήμων, παρόλο ότι δεν υπήρχε εδαφικός διαχωρισμός, εξυπηρετώντας την τουρκική πολιτική της διχοτόμησης ή της ομοσπονδοποίησης.

– Τι ισχύει τελικά με βάση το Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας για τους Δήμους; Μέσα από αναρτήσεις στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης, επιχειρήσατε να εξηγήσετε ότι δεν ισχύουν οι χωριστοί Δήμοι. Στο Σύνταγμα όμως, αναφέρεται η δημιουργία χωριστών δήμων. Μπορείτε να μας το αναλύσετε;

– Εν πρώτοις είναι προφανές ότι πολλές διατάξεις που υπάρχουν στο κυπριακό Σύνταγμα δεν εφαρμόζονται μετά τα τέλη του 1963 και την αποχώρηση των Τουρκοκυπρίων από την Κυβέρνηση και τη Βουλή. Δεν υπάρχει Τουρκοκύπριος Αντιπρόεδρος, Υπουργοί, Βουλευτές κοκ. Ειδικά όμως σε σχέση με τους χωριστούς δήμους, η περίπτωση δεν είναι όπως των άλλων οργάνων, διότι η εφαρμογή της συνταγματικής πρόνοιας δεν υλοποιήθηκε ποτέ. Άρα δεν είχαμε ποτέ νόμιμα χωριστούς δήμους ούτε πριν το 1963. Το κυπριακό Σύνταγμα, όπως όλα τα νομικά κείμενα, τυγχάνει κατανόησης με βάση νομικές αρχές ερμηνείας και εν προκειμένω το δίκαιο της ανάγκης όπως υιοθετήθηκε μετά το 1964 και την απόφαση Ibrahim. Σημειώνω ότι και οι Τουρκοκύπριοι δικαστές που ήταν τότε στο Ανώτατο Δικαστήριο, οι Ζεκιά και Μουνίρ, αν και δεν ήταν στη σύνθεση της Ibrahim, την αποδέχθηκαν και παρέμειναν στη σύνθεση του Δικαστηρίου. Και ήδη από τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις με την τότε ΕΟΚ, έγινε δεκτό πως το κυπριακό Σύνταγμα τυγχάνει κατανόησης δυνάμει του δικαίου της ανάγκης, θέση που αποδέχθηκαν και τα ευρωπαϊκά δικαστήρια. Ήδη από τις πρώτες διακρατικές προσφυγές της Κύπρου κατά της Τουρκίας, απορρίφθηκαν οι τουρκικές ενστάσεις και το δικαστήριο ξεκαθάρισε πως το κυπριακό Σύνταγμα είναι αυτό που διαμόρφωσε η συνταγματική πρακτική, δυνάμει του δικαίου της ανάγκης, μετά το 1964. Υπάρχουν και αποφάσεις άλλων κρατών (Αγγλία, ΗΠΑ κοκ). Αυτό είναι και κοινή λογική: κανένα κράτος δεν μπορεί να αφεθεί να καταστραφεί λόγω διατάξεων του Συντάγματός του διότι μερίδα του λαού αποχωρεί από το κράτος κάνοντας χωριστούς θεσμούς που δεν προβλέπονται από το Σύνταγμα.

– Γιατί υπάρχει αυτή η παρερμηνεία γύρω από το θέμα; Και γιατί δεν προχώρησε η εφαρμογή της σχετικής πρόνοιας;

– Δεν θεωρώ ότι υπάρχει παρερμηνεία. Μάλλον ηθελημένη άγνοια υπάρχει από κάποιους προς εξυπηρέτηση πολιτικών σκοπιμοτήτων. Στις 3.6.1957, οι Τουρκοκύπριοι Δημοτικοί Σύμβουλοι παραιτήθηκαν από τα Δημοτικά Συμβούλια των κυριότερων πόλεων της Κύπρου. Εντούτοις, οι δήμοι συνέχισαν να λειτουργούν όπως και προηγουμένως. Μετά τις τουρκικές βιαιοπραγίες τον Μάιο του 1958, οι Τουρκοκύπριοι δημιούργησαν de facto χωριστούς τουρκικούς δήμους, εξαναγκάζοντας τους Τουρκοκύπριους υπαλλήλους των δήμων να παραιτηθούν.

Οι χωριστοί δήμοι δεν νομιμοποιήθηκαν όμως, από την αγγλική διοίκηση. Το άρθρο 20 των Συμφωνιών Ζυρίχης-Λονδίνου ανέφερε ότι θα δημιουργούνταν χωριστά δημαρχεία στις πέντε μεγαλύτερες πόλεις της Κύπρου από τους Τουρκοκύπριους κατοίκους των πόλεων αυτών. Ο Πρόεδρος και ο Αντιπρόεδρος θα εξέταζαν εντός τεσσάρων ετών, αν ο χωρισμός των δημαρχείων στις πέντε μεγαλύτερες πόλεις: Λευκωσία, Λεμεσός, Αμμόχωστος, Λάρνακα και Πάφος. Η Κερύνεια είχε πολύ μικρό αριθμό κατοίκων και λόγω και του μικρού της μεγέθους οι τ/κ δεν είχαν αποπειραθεί να λειτουργήσουν χωριστό δήμο.

θα έπρεπε να συνεχιστεί ή όχι. Τα άρθρα του Συντάγματος που αναφέρονταν σε χωριστούς δήμους κρίθηκε από το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο ότι συνιστούσαν νομοθετικό πρόγραμμα του οποίου η εφαρμογή θα έπρεπε να πραγματοποιηθεί με νομοθεσία και ότι κατά συνέπεια η μη εφαρμογή του διαχωρισμού των δήμων δεν παραβίαζε το Σύνταγμα διότι ήταν αρμοδιότητα του νομοθέτη να εφαρμόσει τις σχετικές συνταγματικές επιταγές μέσα από τη σταδιακή ψήφιση σχετικής νομοθεσίας. Δεν επρόκειτο δηλαδή για συνταγματικές διατάξεις που εφαρμόζονταν από μόνες τους. Η πρώτη σχετική απόφαση του Ανώτατου Συνταγματικού Δικαστηρίου στη Mayor of Famagusta λήφθηκε ομόφωνα από τους Φόρστχοφ, τον Τριανταφυλλίδη και τον Μουνίρ (τον Τουρκοκύπριο δικαστή). Δεν είναι δηλαδή ελληνοκυπριακή ερμηνεία.

Αν και ο Μακάριος είχε αποδεχθεί τη διάταξη, όταν ήλθε η ώρα να συμφωνηθεί η νομοθεσία προέκυψαν προβλήματα. Οι κάτοικοι στις μεγάλες πόλεις ήταν ανάμεικτοι μέσα στα δημοτικά όρια, χωρίς να υφίσταται οποιοσδήποτε διαχωρισμός. Οι Τουρκοκύπριοι επέμειναν ότι η δημιουργία των χωριστών δήμων θα έπρεπε να περιλαμβάνει και εδαφικό διαχωρισμό, εφόσον θεωρούσαν πως αυτό θα τους αυτονομούσε από τους Ελληνοκύπριους και θα τους επέτρεπε την άσκηση συνεχών πιέσεων. Για τους πιο ακραίους, όπως ο Ντενκτάς, ο εδαφικός διαχωρισμός εξυπηρετούσε την τουρκική επιθυμία για διχοτόμηση ή ομοσπονδοποίηση μόλις κατέρρεε το Σύνταγμα. Το θέμα τέθηκε επομένως ως πολιτική προτεραιότητα της τουρκικής πλευράς. Κατά την κρίση του 1963, το Δικαστήριο έκρινε κατά πλειοψηφία ότι ούτε το 1958, ούτε μεταγενέστερα, ούτε βάση του Συντάγματος, υπήρχαν νόμιμα χωριστοί δήμοι. Απέρριψε επίσης ως αντισυνταγματική και την προσπάθεια της Κυβέρνησης να θεσπίσει εναλλακτική μέθοδο αυτοδιοίκησης, τα Συμβούλια Βελτιώσεως.

– Σύμφωνα με κάποιους, ο Μακάριος δεν ήταν εναντίον των χωριστών δήμων. Σύμφωνα με την ανάρτηση σας, δεν ήταν εναντίον στο να υπάρχει ξεχωριστός Δήμος, στις  πέντε μεγάλες πόλεις, αλλά δεν συμφωνούσε με εδαφικό διαχωρισμό των δήμων που ήταν η θέση της τ/κ πλευράς. Πώς ακριβώς έχει η ιστορία;

– Ο Μακάριος, όταν υπογράφηκαν από τον Καραμανλή οι Συμφωνίες της Ζυρίχης ήταν ακόμα Αθήνα χωρίς να του επιτρέπεται να έλθει στην Κύπρο και δεν είχε πλήρη αντίληψη ορισμένων ζητημάτων. Όταν επέστρεψε στην Κύπρο, διαπίστωσε την έντονη αντίδραση των Ελληνοκυπρίων Δημάρχων (η πλειονότητα των οποίων προερχόταν από το ΑΚΕΛ) και την επιμονή της Τουρκίας στον εδαφικό διαχωρισμό. Οπωσδήποτε καμιά από τις δύο κοινότητες δεν αγάπησε το ζυριχικό κράτος και σίγουρα οι Ελληνοκύπριοι δεν ήθελαν να εφαρμόσουν διαχωριστικές διατάξεις. Το ζήτημα όμως εδώ είχε να κάνει με μια διαφορά που δεν είχε επιλύσει η Ζυρίχη ή το Σύνταγμα με σαφή τρόπο. Ο Μακάριος θεωρούσε πως οι χωριστοί δήμοι θα αφορούσαν στους κατοίκους των περιοχών εντός ενοποιημένων πόλεων και δεν θα οδηγούσαν σε εδαφικό διαχωρισμό εντός των πόλεων αυτών. Ότι δηλαδή θα υπήρχαν χωριστές δημοτικές αρχές στις ήδη μεικτές πόλεις (που θα συνιστούσαν επομένως τις «περιοχές» για τους χωριστούς δήμους), αλλά όχι χωριστές δημοτικές ζώνες με την έννοια των χωριστών εδαφών. Τα προβλήματα που ήδη υπήρχαν στο νέο κράτος, το οποίο σύντομα έμεινε χωρίς φορολογικούς νόμους λόγω της άρνησης των Τουρκοκυπρίων να τους ψηφίσουν, τον έκαναν πιο επιφυλακτικό, ιδιαίτερα όσο συνειδητοποιούσε τους κινδύνους της πιθανής αποδοχής εδαφικού διαχωρισμού, ενόψει των πληροφοριών ότι ο Ντενκτάς σχεδίαζε τη δημιουργία των χωριστών εδαφικών περιοχών με τη βία, όπως πράγματι έγινε το 1964.

– Η κατάργηση των χωριστών Δήμων ήταν και ένα από τα 13 σημεία Μακαρίου που υπέβαλε το 1963. Πώς φτάσαμε στο 1967 και τη γνωμάτευση Τορναρίτη ότι είναι παράνομη η χωριστή τ/κ διοίκηση και εκπρόσωποι της;

– Η Τουρκοκυπριακή ηγεσία ανακοίνωσε τον Δεκέμβριο του 1967 τη μονομερή ανακήρυξη ‘προσωρινής Τουρκοκυπριακής διοίκησης’. Ακολούθως, μετά την εισβολή ανακοίνωσε τη δημιουργία ‘ομόσπονδου τμήματος κράτους’ το 1975 και το 1983 την ίδρυση της ‘ΤΔΒΚ’. Ήδη από το 1967 ο Γενικός Εισαγγελέας Κρίτων Τορναρίτης γνωμοδότησε ότι, δυνάμει του άρθρου 185 Συντάγματος, το έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας ήταν ενιαίο και αδιαίρετο και ότι απαγορευόταν η χωριστική ανεξαρτησία. Κατά συνέπεια η ίδρυση της τουρκοκυπριακής διοίκησης ήταν παράνομη. Γνωμοδότησε περαιτέρω ότι με την ανάληψη αξιωμάτων στην παράνομη τουρκοκυπριακή διοίκηση, οι Τουρκοκύπριοι αξιωματούχοι είχαν υποσκάψει την υπόσταση της Δημοκρατίας. Απέρριψε επομένως το επιχείρημα ότι θα μπορούσαν να λάβουν χώρα επίσημες επαφές με μέλη της παράνομης διοίκησης στη βάση της προηγούμενης ιδιότητας που είχαν τα πρόσωπα αυτά στη διακυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Η γνωμάτευση αποτέλεσε τη νομική βάση για τη μη αναγνώριση της τουρκικής διοίκησης και μεταγενέστερα της ‘ΤΔΒΚ’ από τον ΟΗΕ και τους υπόλοιπους διεθνείς οργανισμούς και συνάδει και με το ψήφισμα 186/64 του Συμβουλίου Ασφαλείας και όλα τα μεταγενέστερα ψηφίσματα, με τη Συνθήκη Προσχώρησης της Κυπριακής Δημοκρατίας στην ΕΕ κοκ. Υπάρχει δηλαδή μόνο μια ενιαία Κυπριακή Δημοκρατία και τα κατεχόμενα εδάφη αποτελούν τμήμα της Κυπριακής Δημοκρατίας. Δεν μπορούν επομένως να τύχουν νομικά αναγνώρισης χωριστοί θεσμοί, διότι αυτό θα συνιστούσε πρόδρομο αναγνώρισης των δύο κρατών και της διχοτόμησης.

Ο Ολουτσάι μπορούσε να μετάσχει υπό την προσωπική του ιδιότητα

– Υπό αυτά τα δεδομένα, δεν ισχύει δηλαδή η θέση κάποιων ότι σύμφωνα με το Σύνταγμα υπάρχουν χωριστοί δήμοι, όπως λέχθηκε με αφορμή το θέμα που προέκυψε με την εκδήλωση της Αμμοχώστου;

– Νομίζω πως με βάση όσα σας ανέφερα πιο πάνω, είναι ξεκάθαρο ότι δεν υπάρχουν, τόσο διότι δεν υπήρχαν πριν το 1963, όσο και διότι ακόμα και αν υπήρχαν πριν το 1963 και πάλι δεν θα μπορούσε να λειτουργούν χωριστοί παράνομοι θεσμοί. Δεν υπάρχει κάποια ασάφεια επί αυτού. Από κει και πέρα αντιλαμβάνεστε ότι ο στόχος είναι να συνεχίζονται οι διαπραγματεύσεις, αλλά και οι επαφές μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων τόσο σε δικοινοτικό, όσο και σε ανθρώπινο επίπεδο. Οι Τουρκοκύπριοι είναι πολίτες της Κυπριακής Δημοκρατίας και διαχρονικά θέση της Κυπριακής Δημοκρατίας είναι πως ο τουρκικός στρατός και η τουρκική κατοχή είναι το πρόβλημα και όχι οι Τουρκοκύπριοι. Για αυτό και δεν επιδιώχθηκε ποτέ να αποστερηθούν οι Τουρκοκύπριοι δικαιωμάτων που υπό άλλες συνθήκες θα μπορούσε να είχαν αποστερηθεί. Ούτε έγιναν ποτέ π.χ. ποινικές διώξεις σε Τουρκοκύπριους που κατέχουν αξιώματα στην ‘ΤΔΒΚ’ αν και αυστηρά ομιλούντες αυτή η ενέργεια είναι αδίκημα. Αντιθέτως, για πρακτικούς λόγους, και επειδή δεν υπάρχει εναλλακτική επιλογή, οι εκλεγμένοι εκπρόσωποι των Τουρκοκυπρίων τυγχάνουν άτυπα αναγνώρισης για δικοινοτικές εκδηλώσεις, διαπραγματεύσεις και επαφές. Δεν αναγνωρίζεται δηλαδή το αξίωμα, αλλά αναγνωρίζεται άτυπα η εκπροσώπηση της τουρκοκυπριακής κοινότητας. Για αυτό και οι επαφές/διαβουλεύσεις γίνονται πάντοτε μεταξύ εκπροσώπων των κοινοτήτων, χωρίς αναφορά σε αξιώματα που κατέχει οποιοσδήποτε Τουρκοκύπριος σε μια μη αναγνωρισμένη οντότητα.

– Στο δια ταύτα, η παρουσία Ολουτσάι, του λεγόμενου δήμαρχου Αμμοχώστου, στην αντικατοχική εκδήλωση, θα σήμαινε νομιμοποίηση των αρχών της κατοχής;

– Θεωρώ πως ο κάθε πολίτης της Κυπριακής Δημοκρατίας, Ελληνοκύπριος ή Τουρκοκύπριος, πρέπει να είναι ευπρόσδεκτος να συμμετάσχει σε μια αντικατοχική εκδήλωση. Συνεπώς, ως προς το τμήμα της συμμετοχής του κ. Ολουτσάι δεν βλέπω οποιοδήποτε πρόβλημα. Εάν ο ίδιος αισθάνεται πως θέλει να συμμετάσχει σε μια αντικατοχική εκδήλωση για την πόλη της Αμμοχώστου, αυτό είναι θετικό. Εκεί που προέκυψε πρόβλημα είναι πως προσκλήθηκε ως «δήμαρχος», όχι δηλαδή ως πρόσωπο, αλλά ως παράνομο θεσμικό όργανο του κατοχικού καθεστώτος και επιχειρήθηκε να δικαιολογηθεί αυτό με κατάφωρα παράλογες αναφορές σε ύπαρξη χωριστών δήμων στο Σύνταγμα κοκ ήδη από την πρώτη στιγμή. Ακόμα και πολιτικά κόμματα εξέδωσαν ανακοινώσεις που αναφέρονται σε δήμαρχο των Τουρκοκυπρίων κοκ. Ναι μεν οι πολίτες, ακόμα και τα κόμματα, δεν αναγνωρίζουν κράτη διότι μόνο τα κράτη αναγνωρίζουν κράτη, αλλά με αυτές τις λογικές δεν θα είχαμε κράτος σήμερα. Το ζήτημα θα μπορούσε να τύχει διαφορετικού χειρισμού και να συμμετάσχει ο κ. Ολουτσάι στην εκδήλωση, υπό την προσωπική του ιδιότητα και όχι ως «δήμαρχος», χωρίς να πολιτικοποιηθεί το ζήτημα. Υπήρξαν όμως, όπως δυστυχώς συνηθίζεται, λανθασμένοι χειρισμοί.