Η μονιμοποίηση στο δημόσιο των τεσσάρων συνεργάτιδων του τέως Προέδρου της Δημοκρατίας Νίκου Αναστασιάδη, που μεταπήδησαν από τον ΔΗΣΥ στο Προεδρικό και κυρίως το μπάχαλο που προέκυψε με διορισμούς από την παρούσα Κυβέρνηση, ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι των διορισμών συμβούλων, επισπεύδοντας τις διαδικασίες νομοθετικής ρύθμισης του ζητήματος, με αποτέλεσμα αυτή τη στιγμή να εκκρεμούν στη Βουλή ένα κυβερνητικό νομοσχέδιο και μία πρόταση νόμου προς συζήτηση.

Μάλιστα η πρόταση νόμου, η οποία κατατέθηκε εκ μέρους του ΑΚΕΛ από τον κοινοβουλευτικό εκπρόσωπο του κόμματος Γιώργο Λουκαΐδη προνοεί και την πρόσληψη συμβούλων των διαφόρων Επιτρόπων, κάτι το οποίο δεν ισχύει σήμερα.

Τόσο το νομοσχέδιο, όσο και η πρόταση νόμου, ξεκαθαρίζουν το τοπίο ως προς το θέμα της νομιμότητας των συμβούλων οι οποίοι φεύγουν από το δημόσιο κατά τη λήξη της θητείας του αξιωματούχου που τους προσέλαβε, δηλαδή του Προέδρου της Δημοκρατίας, των υπουργών, των υφυπουργών και του κυβερνητικού εκπροσώπου.

Ο κάθε αξιωματούχος θα επιλέγει τον συνεργάτη/συνεργάτιδά του, νοουμένου ότι πληρούνται καθορισμένα κριτήρια και θα υπογράφουν  σύμβαση απασχόλησης ιδιωτικού δικαίου, όπως τουλάχιστον προβλέπεται από το κατατεθέν νομοσχέδιο.

Μέχρι σήμερα, τόσο το νομοσχέδιο όσο και η πρόταση νόμου συζητήθηκαν ενώπιον της κοινοβουλευτικής επιτροπής Θεσμών σε δύο συνεδριάσεις κεχωρισμένως και η γραμματεία της Επιτροπής ετοίμασε προσχέδιο στο οποίο αντιπαραβάλλονται οι πρόνοιες τους, ώστε να διευκολυνθούν οι βουλευτές κατά την εξέταση τους. Προσεχώς η Επιτροπή θα αποφασίσει πως θα κινηθεί, δηλαδή αν θα προωθηθεί το νομοσχέδιο ή η πρόταση νόμου ή αν η νομοθεσία που θα ψηφιστεί, τελικά, θα περιλαμβάνει πρόνοιες και από τα δύο κείμενα.

Μεταξύ άλλων, αναφέρεται ότι «σκοπός του Νόμου είναι η ρύθμιση της διαδικασίας σύναψης σύμβασης απασχόλησης ιδιωτικού δικαίου μεταξύ μελών της Κυβέρνησης και φυσικών προσώπων συμβούλων -συνεργατών για υποβοήθηση του έργου των μελών της Κυβέρνησης με ανώτατο όριο διάρκειας, τηρουμένων των όρων της σύμβασης, τη διάρκεια της θητείας της εκάστοτε Κυβέρνησης ή της θητείας του μέλους της Κυβέρνησης ανάλογα με την περίπτωση».

Σημειώνεται, εξάλλου, πως με βάση το νομοσχέδιο, η προωθούμενη νομοθεσία «δεν εφαρμόζεται σε εξειδικευμένους συμβούλους με ειδικά προσόντα με τους οποίους δύναται να συνάπτει ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας συμφωνία για παροχή εξειδικευμένων υπηρεσιών στο πλαίσιο διεκπεραίωσης των καθηκόντων τους και διασφάλισης του δημοσίου συμφέροντος».

Η διάρκεια της σύμβασης απασχόλησης είναι καθορισμένης διάρκειας μέχρι πέντε χρόνων με δικαίωμα τερματισμού, χωρίς δικαίωμα ανανέωσης.

Στο νομοσχέδιο αναφέρεται επίσης, πως «τηρουμένων και των διατάξεων του σχετικού άρθρου (12) η σύμβαση του συμβούλου-συνεργάτη με το μέλος της Κυβέρνησης λήγει αυτοδικαίως, με τη λήξη της θητείας της Κυβέρνησης ή την αποχώρηση από το αξίωμα του μέλους της Κυβέρνησης με το οποίο έχει υπογραφεί η σύμβαση, ανάλογα με την περίπτωση. Στο νομοσχέδιο ξεκαθαρίζεται επίσης, πως «η σύμβαση δεν δημιουργεί οποιαδήποτε δημοσιοϋπαλληλική σχέση και ούτε προκύπτουν άλλα δικαιώματα ή υποχρεώσεις πέραν αυτών που προκύπτουν από την σύμβαση και σε ουδεμία περίπτωση μπορεί να μετατραπεί σε σύμβαση αορίστου χρόνου».

Ο σύμβουλος πρέπει να είναι πολίτης της Δημοκρατίας, να έχει συμπληρώσει 21ο έτος, να κατέχει τίτλο σπουδών πανεπιστημιακού επιπέδου, να διατηρεί λευκό ποινικό μητρώο, να έχει εκπληρώσει τις στρατιωτικές του υποχρεώσεις και να μην έχει συγγένεια εξ αίματος ή εξ αγχιστείας μέχρι τρίτου βαθμού με το μέλος της Κυβέρνησης με το οποίο θα υπογραφεί.