Το τεράστιο ζήτημα που προκύπτει από τα χρήματα που έλαβαν τα κόμματα χωρίς να δικαιούνται και θα έπρεπε να επιστρέψουν πίσω άνοιξε ξανά ο Γενικός Ελεγκτής της Δημοκρατίας Οδυσσέας Μιχαηλίδης.

Σύμφωνα με τα όσα επισημαίνει και στην ετήσει έκθεση του, τον κράτος θα πρέπει να λάβει πίσω ένα ποσό που συνολικά ξεπερνά το μισό εκατομμύριο και αφορά την χορηγία που δόθηκε σε κόμματα το 2021. Το ποσό αυτό, θα πρέπει με βάση τη σχετική νομοθεσία εισπραχθεί πριν το 2014 διότι θα παραγραφεί. Την ίδια ώρα όμως τίθεται ζήτημα ως προς το κατά πόσο η είσπραξη χρημάτων από το κράτος, εμπίπτει στην πρόνοια περί Δημοσίου Δικαίου.

Σε αυτή την περίπτωση σημαίνει ότι δεν παραγράφεται. Στη συζήτηση μπαίνει ακόμα και το θέμα των χρημάτων που δόθηκαν στα κόμματα το 2018 για τις προεδρικές εκλογές και με βάση την έκθεση του Γενικού Ελεγκτή θα έπρεπε να επιστραφούν. Τα χρήματα αυτά, αν ισχύει η πρόνοια περί Δημοσίου Δικαίου θα πρέπει να επιστραφούν και το χρέος δεν έχει διαγραφεί.

Ο Γενικός Ελεγκτής χθες στη Βουλή έθεσε και το ζήτημα ότι υπάρχει διαφωνία μεταξύ Βουλής και Υπουργείου Οικονομικών για το ποιος έχει την ευθύνη είσπραξης των χρημάτων αυτών.

«Στη βάση γνωμάτευσης του βοηθού Γενικού Εισαγγελέα, υπάρχει μία διελκυστίνδα μεταξύ του Υπουργείου Οικονομικών και της Βουλής για το ποιος θα πάρει την πρωτοβουλία να πάρει στο Δικαστήριο κόμματα στη βάση της γνωμάτευσης αυτής», ανέφερε ο κ. Μιχαηλίδης ενώπιον της κοινοβουλευτικής Επιτροπής Ελέγχου, προσθέτοντας ότι ανεξάρτητα του ποιος θα κινήσει τη διαδικασία, ο ενάγων θα είναι η Δημοκρατία.

Όπως εξήγησε μέχρι τώρα η χορηγία δινόταν σε δύο δόσεις, ενώ στον προϋπολογισμό του 2021 η Βουλή εισήγαγε ρητή πρόνοια ότι όλη η χορηγία θα δινόταν στην αρχή του χρόνου.

«Στις εκλογές του Μάη του 2021 άλλαξαν τα ποσοστά των κομμάτων και κάποια κόμματα έπρεπε να πάρουν λεφτά και κάποια έπρεπε να δώσουν πίσω λεφτά», είπε, προσθέτοντας πως εφόσον η Βουλή αποφάσισε να δίνεται η χορηγία στην αρχή του χρόνου, η νομοθεσία αφορούσε τον χρόνο που δινόταν, ενώ η γνωμάτευση της Νομικής Υπηρεσίας «έσπαζε τη χορηγία στη μέση», που, όπως πρόσθεσε, ήταν μια άλλη επιλογή.

Τονίζοντας ότι η Βουλή πρέπει να βεβαιωθεί ότι ο φορολογούμενος πολίτης δεν θα πληρώσει περισσότερα, ο κ. Μιχαηλίδης είπε πως υπάρχει ο περί παραγραφών Νόμος, βάσει του οποίου η διορία τελειώνει το 2024.

«Αν θα κάνετε κινήσεις πρέπει να τις κάνετε», κατέληξε, δήλωσε ο Γενικός Ελεγκτής.

Υπενθυμίζεται ότι για το 2018, το ποσό που έπρεπε να επιστραφεί ήταν 2,1 εκατ.

ΑΚΕΛ: Προσπάθεια να δυσκολεύψουν των Τ/κ στις ευρωεκλογές

Μεθοδευμένη προσπάθεια για να δυσκολέψουν τους Τουρκοκύπριους να ασκήσουν το εκλογικό τους δικαίωμα στις Ευρωεκλογές καταγγέλλει το ΑΚΕΛ. Σε δηλώσεις του χθες ο βουλευτές του ΑΚΕΛ Άριστος Δαμιανού ανέφερε ότι εδώ και χρόνια, υπήρχε μια απαρχαιωμένη πρόνοια στη νομοθεσία, η οποία δεν εφαρμοζόταν, που υποχρέωνε τους Τουρκοκύπριους, πέραν των νενομισμένων διαδικασιών που προέβαιναν για να εγγραφούν στον ειδικό εκλογικό κατάλογο, κατά την ώρα προσέλευσης τους στα εκλογικά κέντρα την ημέρα διεξαγωγής των Εκλογών, να υποχρεούνταν να συμπληρώσουν μια πρόσθετη υπεύθυνη δήλωση σχετικά με τον χώρο διαμονής τους, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται ουρές στα εκλογικά κέντρα, καθώς και εκατοντάδες Τουρκοκυπρίων που επιθυμούσαν να ασκήσουν το εκλογικό τους δικαίωμα αποκλειστικά στις Ευρωεκλογές, να εγκαταλείπουν τα εκλογικά κέντρα.

«Εν τη σοφία της η κυβέρνηση Αναστασιάδη, επί υπουργίας του κ. Νουρή, είχε καταθέσει στη Βουλή σχετικό νομοσχέδιο, που είχε μεν εναρμονιστικές πρόνοιες και αρκετές δε εκσυγχρονιστικές πρόνοιες της κείμενης εκλογικής νομοθεσίας. Ακολούθησαν οι Προεδρικές εκλογές και η κυβέρνηση Νίκου Χριστοδουλίδη και ο νυν Υπουργός Εσωτερικών υιοθέτησαν το παρόν νομοσχέδιο, το οποίο την προηγούμενη βδομάδα βρισκόταν στην Ολομέλεια της Βουλής, προς υπερψήφιση, αλλά κάτω από ισχυρές πιέσεις συμπολιτευόμενων κομμάτων, καθώς και του ΕΛΑΜ και του Δημοκρατικού Συναγερμού, το θέμα αναβλήθηκε», δήλωσε, σημειώνοντας  σε μια περίοδο που ο Νίκος Χριστοδουλίδης μιλά για θετική ατζέντα, η κυβέρνηση του στο συγκεκριμένο ζήτημα «μας έχει πάει πολύ πίσω και θα πρέπει να είναι έτοιμη να διαχειριστεί τις συνέπειες αυτής της λανθασμένης απόφασης».