O πολυγραφότατος και πολυδιαβασμένος συγγραφέας θεωρεί πως όλα τα βιβλία όλων των συγγραφέων είναι σε ένα βαθμό αυτοβιογραφικά. Από τις δικές τους εμπειρίες, άμεσες ή έμμεσες, αντλούν υλικό. «Το κρίσιμο ζητούμενο», σημειώνει, «είναι να το μεταπλάθεις δημιουργικά. Να το κάνεις τέχνη. Το θλιβερό ενδεχόμενο είναι να εκθέτεις απλώς στο χαρτί τις πληγές σου…»

Σε μια παλιότερή σας συνέντευξη, διάβασα να λέτε πως «η παιδική μας ηλικία, ακόμη και εάν δεν ζητήσουμε εμείς να την ξαναζήσουμε, έρχεται και μας βρίσκει. Είναι τα πιο καθοριστικά μας χρόνια». Καταρχάς γιατί να ζητήσει κανείς να ξαναζήσει την παιδική του ηλικία; Κατά δεύτερον, πώς έρχεται και μας βρίσκει; Σας ευχαριστώ που μου δίνετε την ευκαιρία να ξεκαθαρίσω ότι δεν είμαι ένας αμετανόητος νοσταλγός του χθες, κάποιος που αρέσκεται να μυρηκάζει πρόσωπα και πράγματα άλλων εποχών. Το αντίθετο! Προσπαθώ να ζω και να καταλαβαίνω το σήμερα. Προσπαθώ όχι βεβαίως να μαντεύω, μα να εικάζω απλώς το αύριο, γνωρίζοντας πως οι προβλέψεις μας κατά κανόνα διαψεύδονται. Τι λέω; Όχι ότι εμείς προσκαλούμε την παιδική μας ηλικία για να κουρνιάσουμε μέσα της. Αλλά ότι εκείνη έρχεται συχνά-πυκνά σε εμάς. «Θυμάσαι τότε;» μονολογούμε. «Θυμάσαι εκείνη την εικόνα, τη μελωδία, τη μυρωδιά;»  

– Τι ακριβώς είναι αυτό, από εκείνα τα χρόνια που σας καθόρισε τελεσίδικα; Η φιλελεύθερη, πιστεύω, αντίληψη των γονιών μου. Η βαθιά τους πεποίθηση ότι η ζωή του καθενός τού ανήκει και πρέπει να τη ζει με μπούσουλα τις δικές του ιδέες, επιθυμίες και γούστα, δίχως να δεσμεύεται από άνωθεν εντολές ή υποδείξεις. Να χαράζει τις προσωπικές του διαδρομές. Να πλάθει τον εαυτό του. Αναγνωρίζοντας -εννοείται- και στους άλλους την ίδια ελευθερία.  

– Λένε πως η μνήμη μας, όταν κάνει αναδρομή στο παρελθόν, πολλές φορές είναι επιλεκτική… Έχουμε πράγματι την τάση να ωραιοποιούμε, αν όχι και να εξιδανικεύουμε το παρελθόν. Διαβάζω τακτικά ελεγείες για την Ελλάδα του 1960, του 1970 – «τι ωραία που περνούσαμε… πόσο αγνοί ήταν οι άνθρωποι…» Μπούρδες! Η κοινωνία έχει προοδεύσει εντυπωσιακά, οι συνθήκες ζωής, ιδίως για τους αλλιώτικους και τους αδύναμους, ήταν τότε από βασανιστικές έως αβίωτες. Σκεφθείτε να ήσουν gay ή ΑΜΕΑ ή απλώς γυναίκα –«το άλλο μισό του ουρανού»- πριν από πενήντα χρόνια! Οι νόμοι και η κρατούσα νοοτροπία σού στερούσαν θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα. Αγόσουν και φερόσουν από τον πατέρα και έπειτα από τον σύζυγο -αφέντη. Δεν σου επιτρεπόταν καν, εφόσον ανήκες σε κάποια κοινωνική μειονότητα, να δηλώσεις δημόσια τη διαφορετικότητά σου. Έτσι και είχες κάποια σοβαρή αναπηρία, σε έκλειναν σπίτι -εάν όχι στο άσυλο-, ντρέπονταν για εσένα… Δόθηκαν αγώνες για να αλλάξει η νομοθεσία, για να αρχίσουν να ξεσκουριάζουν τα μυαλά.  

– Υπάρχουν πράγματα που δεν θέλει να θυμάται η δική σας μνήμη; Μπα… Και τις πιο δύσκολες και τις πιο τραγικές μου ώρες τις συγκρατώ. Ανήκουν στην ιστορία μου. Με έχουν κι εκείνες διαμορφώσει.  

«Ο χρόνος δεν τρέχει. Καλπάζει», είχατε γράψει κάποια στιγμή σε μια ανάρτησή σας και μου θυμίσατε μια έκφραση, του Στάθη Τσαγκαρουσιάνου: «Τα χρόνια φεύγουν σαν πυρετός»… Μακάρι ο πυρετός, ιδίως όταν νοσείς σχετικά βαριά από κόβιντ, να φεύγει τόσο γρήγορα όσο ο χρόνος!

– Είναι κάτι που σας απασχολεί το πέρασμα του χρόνου; Είστε μόνο 55 ετών και συχνά – πυκνά αναφέρεστε στα γηρατειά σας… Εάν πράγματι γεράσω, θα έχω αξιωθεί ό,τι στερήθηκαν οι προπάτορές μου. Ο εκ πατρός παππούς μου έζησε σαραντατρία μόλις χρόνια και ο πατέρας μου μόλις σαρανταοχτώ. Όπως καταλαβαίνετε η μακροημέρευσή μου θα έσπαγε μια οικογενειακή γρουσουζιά. Και θα με οδηγούσε σε μια χώρα απάτητη από όσους δικούς μου προηγήθηκαν. Λογικό δεν είναι να με απασχολεί;  

– Αλήθεια, πώς αισθάνεται ένας συγγραφέας, ένας άνθρωπος της γραφής, όταν διαπιστώνει καθημερινά στο διαδίκτυο, ως τακτικός χρήστης ο ίδιος, ότι μια πολύ μεγάλη μερίδα του κόσμου αντιμετωπίζει πρόβλημα κατανόησης κειμένου; Φανερώνει το χαμηλό επίπεδο της παιδείας μας. Αρκετές φορές αναρωτιέμαι πώς γίνεται άνθρωποι που αδυνατούν να κατανοήσουν ένα κάπως σύνθετο κείμενο να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις της καθημερινότητας. Να συναλλάσσονται με τους συμπολίτες τους και με το κράτος, να μεριμνούν για τα της εργασίας τους, της περιουσίας τους… Για αυτό υπάρχουν -θα μου πείτε- οι λογιστές, οι δικηγόροι. Σκεφτείτε ωστόσο πόσο αβοήθητος νιώθει πάρα πολύς κόσμος όταν μπλέκεται στα γρανάζια της γραφειοκρατίας, όταν μπαίνει εξ ανάγκης σε νομικούς λαβυρίνθους. Πόσοι δεσμεύονται κάθε στιγμή ανεπιγνώστως, υπογράφοντας συμβόλαια τους όρους των οποίων δεν αντιλαμβάνονται πλήρως, μη καταφέρνοντας -και λόγω πρεσβυωπίας- να διαβάσουν τα λεγόμενα «μικρά γράμματα»… Αποτελεί αυτό ένα ζοφερό κομμάτι της πραγματικότητας, μια κοινωνική παθογένεια.  

– Τι σας ενοχλεί περισσότερο στην Ελλάδα του 2022;  Η μικροπολιτική. Ο κοτζαμπασισμός που επιβιώνει. Η αίσθηση ότι πολλές κρίσιμες αποφάσεις λαμβάνονται εν κρυπτώ κατόπιν συγκρούσεων ή συμπαιγνιών ισχυρών συμφερόντων. 

– Ο Νίκος Δήμου είχε πει κάποτε «Κλείσε στην καρδιά σου την Ελλάδα και θα πάθεις έμφραγμα». Το βρίσκετε σκληρό ή αναγνωρίζετε σ’ αυτό έναν πόνο και μια αγωνία για τον τόπο; Υπήρξαν στιγμές που το νιώσατε; Διαφωνώ οριζόντια, κάθετα και διαγώνια με αυτό το απόφθεγμα! Εάν κάποιος δεν μπορεί να αντιληφθεί την Ελλάδα ως έναν τόπο ευλογημένο, μια χώρα ονείρων που έλεγε ο Χατζιδάκις, μάλλον δεν του αξίζει να ζει εδώ. Για μένα και για εσάς και για τους περισσότερους ελπίζω, η πατρίδα -βάζω ασφαλώς μέσα και την Κύπρο- είναι ό,τι ήταν για τον Μικρό Πρίγκιπα ο πλανήτης του. Δώρο και ευθύνη συνάμα. Ας μείνουμε καλύτερα στην πρωτότυπη φράση του Διονυσίου Σολωμού. «Κλείσε μέσα σου την Ελλάδα και θα αισθανθείς να λαχταρίζει μέσα σου κάθε είδος μεγαλείου. Και θα είσαι ευτυχισμένος…» 

– Υπάρχει κάτι που σας κάνει να αισιοδοξείτε για το αύριο; Η κόρη μου και οι φίλοι της.

– Αλήθεια, όταν τελειώνει ένα βιβλίο, σκέφτεστε αμέσως το επόμενο ή δίνετε χρόνο να το χαρείτε; Έχω φανεί ως συγγραφέας μέχρι σήμερα εξαιρετικά τυχερός. Ξαναγκαστρώνομαι πριν καν γεννήσω! Προτού ολοκληρώσω, εννοώ, το ένα μυθιστόρημα, σαλεύει εντός μου ο σπόρος του επόμενου. 

– Είχατε πει πως όλα τα βιβλία σας είναι αυτοβιογραφικά / εμπεριέχουν αυτοβιογραφικά στοιχεία. Θα μου πείτε ποιος από τους ήρωές σας είναι πιο κοντινός σε σας; Όλα τα βιβλία όλων των συγγραφέων είναι σε ένα βαθμό αυτοβιογραφικά. Από τις δικές σου εμπειρίες, άμεσες ή έμμεσες, αντλείς υλικό. Το κρίσιμο ζητούμενο είναι να το μεταπλάθεις δημιουργικά. Να το κάνεις τέχνη. Το θλιβερό ενδεχόμενο είναι να εκθέτεις απλώς στο χαρτί τις πληγές σου. Να αρκείσαι στη συγκίνηση του αναγνώστη, για να μην πω και στον οίκτο του. Σε αδίκησαν; Σε κακοποίησαν; Είθε να βρεις το θάρρος να το καταγγείλεις, ώστε να επέλθει κοινωνική αφύπνιση και κάθαρση. Μην εκλαμβάνεις όμως τη μαρτυρία, όσο ζοφερή κι αν είναι, σαν έργο τέχνης… Από τους ήρωές μου αισθάνομαι πιο κοντινό μου τον Τζίμη στην Κυψέλη. Θα ήθελα να μοιάζω στον Πάρη Κερκινό του «Φοίνικα», να διαθέτω την ανθεκτικότητα και το αυθεντικά επαναστατικό πνεύμα που χαρακτηρίζει τη Νίκη. 

– Η έμπνευση είναι ανεξάντλητη; Μακάρι να αποδειχθεί ανεξάντλητη. Ας μην κάνω ωστόσο τρελά όνειρα. Κάποτε, ιδίως εάν ζήσω πάρα πολλά χρόνια, το λάλον ύδωρ θα στερέψει. Η δημιουργικότητά μου θα καμφθεί. Άλλοι, νεότεροι από εμένα, με πιο φρέσκο βλέμμα, θα πάρουν τη σκυτάλη. Μακάρι να το συνειδητοποιήσω εγκαίρως και να αποσυρθώ στο καταφύγιό μου. Αυτό του απλού μα παθιασμένου αναγνώστη.

– Πείτε μου κάτι άλλο. Φοβίες έχετε; Όχι πολλές. Και πάντως καταφέρνω να τις τιθασεύω.

– Ανασφάλειες; Αλίμονο εάν μετά τα πενήντα δεν έχει συμφιλιωθεί κανείς με το πώς είναι και πώς δείχνει. Αλίμονο εάν κρέμεται από τη γνώμη των άλλων. Το «σε όποιον αρέσουμε» είναι σοφός στίχος.  

– Εμμονές; Να βρίσκω την ακριβή διατύπωση. Τη σωστή λέξη. Γράφω και ξαναγράφω και ξαναγράφω τις φράσεις στα βιβλία μου, πασχίζοντας να εκφράσω με τη μεγαλύτερη δυνατή πιστότητα και διαύγεια τη σκέψη μου.  

– Επιρρεπής σε κάτι είστε; Σε αρκετά. Στο κρασί, στους μεζέδες, στις συντροφιές… Αγαπώ τις έξεις μου. Τρέμω την απεξάρτηση από τη χαρά της ζωής.  

– Με την ιδέα του θανάτου πώς τα πάτε; Χάλια! «Γλυκιά η ζωή κι ο θάνατος μαυρίλα…», για να ξαναθυμηθώ τον Σολωμό. Θέλω εντούτοις να πιστεύω ότι εάν έπρεπε να θυσιαστώ υπερασπιζόμενος κάτι πολυτιμότερο από την προσωπική μου ύπαρξη, δεν θα δίσταζα. 

– Τα παιδιά μάς απομακρύνουν από την ιδέα του θανάτου ή την εντείνουν; Τα παιδιά ενσαρκώνουν το μέλλον. Με αυτήν την έννοια αποτελούν την άρνηση του θανάτου. 

– Από έρωτα είστε χορτάτος στη ζωή σας; Δεν νομίζω ότι έχω δοθεί σε κάτι άλλο με την ίδια ένταση, με το ίδιο πάθος. Από την πρώτη εφηβεία μου τα κορίτσια με μάγευαν. Τα αντιλαμβανόμουν -και επιμένω να τα αντιλαμβάνομαι- ως ζώσες υποσχέσεις παραδείσου. Ο έρωτας δεν χορταίνεται. Κι αυτό αποτελεί μέρος της ευλογίας του…

– Η υστεροφημία σας σάς απασχολεί; Ηχεί ανόητο, αλλά ναι. Πρόσφατα μίλησα δημόσια για το σπουδαίο μυθιστόρημα «Μια Χούφτα Σκόνη» του Ίβλιν Βο. Ο Ίβλιν Βο έχει πεθάνει το 1966. Μετά την εκδήλωση σκεφτόμουν το εξής: «Ποιος να του το έλεγε του Ίβλιν ότι πενηνταέξι χρόνια ύστερα από τον θάνατό του, κάποιοι -και μάλιστα σε μια σχετικά μακρινή χώρα- θα γοητεύονταν, θα εμπνέονταν από το έργο του!» Και ζήλευα καλοπροαίρετα την καλή του τύχη. Και ας είναι ο ίδιος μάλλον οριστικά απών, μη ων…  

– Για ποιο βιβλίο σας αισθάνεστε περισσότερο υπερήφανος; Για κάμποσα. Για «Το Σοφό Παιδί», για τη «Φωνή», για «Το Σπίτι και το Κελλί», τη «Νίκη», τον «Φοίνικα», τον «Βασιλιά της» και τον «Τζίμη στην Κυψέλη»… Δεν κάνω διακρίσεις, σε κάθε μου μυθιστόρημα έδινα τον καλύτερο εαυτό μου. Ό,τι μπορούσα περισσότερο. Θα αντέξει κάποιο στον χρόνο; Ουδείς γνωρίζει… 

– Ανεκπλήρωτες επιθυμίες έχετε; Θέλω να ταξιδέψω σε μέρη που δεν έχω πάει. Στην Ιαπωνία, στη Λατινική Αμερική, να ξαναβρεθώ στην Αφρική, να επισκεφθώ επιτέλους την Ιβηρική Χερσόνησο. Θα ήθελα να μάθω να ιππεύω -λατρεύω τα άλογα- και να πιλοτάρω αεροπλάνο. Μακάρι να διέθετα μια στάλα μουσικό ταλέντο, να παίζω πιάνο στις παρέες, να μπορούσα ίσως να συνθέτω τραγούδια! Έχουμε μπει όμως στον χώρο των φαντασιώσεων… 

– Με τον Θεό έχετε παρτίδες; Σαφέστατα! Άλλοτε ξυπνάω άθεος, άλλοτε αγνωστικιστής, άλλοτε ευσεβής πιστός. Η ιδέα άρα του Θεού με απασχολεί διαρκώς. Δεν ξέρω εντούτοις τι θα προτιμούσα. Να υπάρχει Θεός μα όχι μετά θάνατον ζωή; Ή το αντίστροφο; Να μεταφερόμαστε δηλαδή πεθαίνοντας σε μια άλλη διάσταση όπου θα συνεχίζαμε περίπου τα ίδια δίχως να υποβαλλόμαστε στην τελική κρίση, δίχως να πέφτει επάνω μας το βλέμμα κανενός Δημιουργού… 

– Καταχρήσεις κάνατε στη ζωή σας; Πολλές και διάφορες. Ευτυχώς δεν μοιάζει να έχουν βλάψει σοβαρά την υγεία μου. 

– Ρατσιστής υπήρξατε ποτέ; Ούτε για ένα κλάσμα του δευτερολέπτου! Βδελύσσομαι τον ρατσισμό σε κάθε μορφή του. 

– Ο καλύτερός σας φίλος ποιος είναι; Έχω τέσσερις παιδικούς φίλους, από το σχολείο, που δεν τους αλλάζω. Τον Μανούσο, τον Γιώργο, τον Βασίλη και τον Οράτιο. Συνδέομαι σχετικά εύκολα με τους ανθρώπους. Απολαμβάνω το «μαζί» όσο τίποτα…  

– Τι αγαπάτε περισσότερο; Την κόρη μου, τη Νίκη. 

– Τι μπορεί να σας συγκινήσει; Πολλά και διάφορα. Βιβλία, ταινίες, τραγούδια. Γενναιόδωρες χειρονομίες. Ξαφνικά φιλιά. Τα ζώα επίσης με συγκινούν ιδιαίτερα. Ιδίως οι πίθηκοι. Τους κοιτάζω με τον σεβασμό, με το δέος που αισθάνεται ένας εγγονός για τους παππούδες του.

– Αν η ζωή σας ήταν τοπίο, πώς θα μου το περιγράφατε; Σαν το “Lucy in the Sky with Diamonds” των Beatles.-

ΕΠΙ ΣΚΗΝΗΣ

  • Στο πλαίσιο του The Limassol Book Fair που θα διεξαχθεί 25 με 27 Νοεμβρίου στις αίθουσες στου Χαρουπόμυλου, στη Λεμεσό, ο Χρήστος Χωμενίδης θα συνομιλήσει την Κυριακή, 27 Νοεμβρίου, και για μία ώρα, 17:00-18:00, με τον δημοσιογράφο Χρήστο Μιχάλαρο για τα θέματα που τον εμπνέουν, τις επιρροές, τη διαδικασία συγγραφής και άλλες διαστάσεις του λογοτεχνικού του έργου.

Ελεύθερα, 20.11.2022.