Η Κύπρια δημιουργός μάς προσκαλεί «να ακολουθήσουμε το κίτρινο» στην έκθεσή της στο Γκαράζ και να ανακαλύψουμε τις χίλιες εικόνες στα ηχητικά πορτρέτα της.
Παρακολουθώντας τα ηχητικά γλυπτά, τα ζωγραφικά έργα και τις αντισυμβατικές μουσικές παρτιτούρες της στο Γκαράζ, αντιλαμβάνεσαι ότι πρόκειται για μια δημιουργό που πετυχαίνει να συνδυάζει αριστοτεχνικά πολλές όψεις του ταλέντου της. Είναι συνθέτρια, τραγουδοποιός, τραγουδίστρια και εικαστικός. Η ίδια συστήνεται ως συνθέτις χρονικών πραγμάτων / μουσική – επιτέλεση – έρευνα – οπτικοακουστικά μέσα. Η δημιουργός που έχει ως βάση της την Αθήνα, σπούδασε στο τμήμα Μουσικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών, με κατεύθυνση την Εθνομουσικολογία και Πολιτισμική Ανθρωπολογία, και Εικαστικές Τέχνες στο Μεταπτυχιακό Εικαστικών Τεχνών της Ανώτατης Σχολής Καλών Τεχνών της Αθήνας.
– Στην έκθεσή σου στο Γκαράζ μας προσκαλείς να ακολουθήσουμε το κίτρινο. Τι είναι για σένα το χρώμα αυτό; Κίτρινο μες στο ζεστό το φως και προς τις ψηλές συχνότητες του ήχου. Ο χρόνος, πάνω από τις επιφάνειες των αντικειμένων και τις επιδερμίδες των υποκειμένων. Το υποβρύχιο – η μνήμη. Κίτρινη Πέτρα, η Κύπρος.
– Μουσική, λόγος και τέχνη… Πώς συνδυάζεις αυτά τα ετερόκλητα στοιχεία; Με ελευθερία στη μελέτη και παιχνίδι στη σύνθεση. Μια εικόνα χίλιες λέξεις, ένας ήχος χίλιες εικόνες, χίλιες χιλιάδες λέξεις: Σημεία σε ακατάληπτα περιβάλλοντα.
– Ποια ήταν η αφετηρία για τη δημιουργία των ηχητικών πορτρέτων σου; Ένα πρόσωπο σε κατάσταση διαίρεσης. Προς τα πού βλέπει;Το εργαλείο της καταγραφής το έμαθα από την Ανθρωπολογία της Μουσικής. Ξεκίνησα το 2012 στη Λευκωσία όπου παρέμεινα μέχρι το 2017. Πρόσωπα που συνάντησα και θέλησαν να μου μιλήσουν. Απαντούν σε 7 ερωτήσεις έκτοτε, απαντώ κι εγώ μαζί τους ξανά και ξανά. Δεν είναι τόσο οι απαντήσεις όσο ο τρόπος της φωνής. Αποτελούν χρονικές συνθέσεις προσώπων μέσα από τον ήχο τους. Με συγκινούν κάθε φορά που τις ακούω. Συνεχίζω να ηχογραφώ.
– Σ’ ένα από τα ηχητικά γλυπτά σου ακούμε αφηγήσεις γυναικών που ηχογραφείς εδώ και καιρό. Ποιο ήταν το θέμα της έρευνάς σου; Ενώ στην αρχή (ξεκίνησα τις ηχογραφήσεις το 2017) δεν υπήρχε κάποια πρόθεση έρευνας, εκτράπηκε ερευνητικά όταν έζησα 7 μήνες το 2020 – 2021 κοντά στη γιαγιά μου την Ελένη (1935–) στον Ασκά και άρχισα να γνωρίζω και άλλες γυναίκες γεννημένες τη δεκαετία του ’30. Κατέγραψα ό,τι ήθελαν να μου φανερώσουν και όπως ήθελαν (μνήμες, καθημερινότητα). Αναζήτησα τις χήρες και τις μοναχές γιατί είναι οι πιο ελεύθερες στη συναναστροφή.
Το θέμα μέσα από τις καταγραφές μορφοποιήθηκε διττό: Το αναπόφευκτο ψυχικό πέρασμα από το στάδιο της Μέλαινας (επηρεασμένο από τον μύθο της Μέλαινας Δήμητρας) από το οποίο φαίνεται να περνούμε μέχρι τις μέρες μας κάθε φύλο ή μη φύλο, ύπαρξη ζώσα που βρίσκεται σε κοινωνική θέση «αδυναμίας» από τη μια, και από την άλλη το τραύμα που δύναται να γίνει ισχύς — εξού και ο μαθηματικός διπλασιασμός του αρνητικού στοιχείου Μέλαινα (μαύρη, σκοτεινή), πράγμα που αλλάζει το πρόσημό του από αρνητικό σε θετικό. Μέλαινά ειμι και καλή (Άσμα Ασμάτων). Μέλαινα Μέλαινα!
Οι γυναίκες του ’30 που κατέγραψα στον Ασκά, μιας κοινότητας αλληλοστήριξης και αλληλοπροστασίας, επιβίωσαν των δεινών τους με συγκλονιστική καθαρότητα και έζησαν με δύναμη, δημιουργώντας αόρατα δίκτυα επιβίωσης. Τις ονόμασα αντι-γυναίκες λόγω του ότι δεν βρήκα ιδιαίτερες αντιστοιχίες προς τις δυτικές φεμινιστικές θεωρίες, αλλά κυρίως γιατί φέρονται και υπάρχουν πέραν του γενετικού και κοινωνικού τους φύλου.
– Πώς επέλεξες μετά τις μουσικές σπουδές να κάνεις μεταπτυχιακό στην τέχνη; Ήθελα να συνεχίσω τις σπουδές μου αποφεύγοντας ακαδημαϊκές κατευθύνσεις με αντικείμενο τη μουσική σύνθεση και να προχωρήσω σε μια σύνθεση συν-χωρική των αοράτων του ήχου, των ορατών της ύλης, των σημείων της γραφής και των ενστίκτων της χειρονομίας.
– Απ’ ό,τι γνωρίζω αγαπάς και τα μαθηματικά. Παίζουν κάποιο ρόλο στη δημιουργική διαδικασία; Παίζει πάντα ρόλο ο άγνωστος «Χ» και στις δικές μου συνθετικές εξισώσεις.
– Από πότε θυμάσαι τον εαυτό σου να συνθέτει μουσική; Τεσσάρων χρονών έφτιαχνα μουσικές συνθέσεις. Ξεκίνησα να παίζω -λένε- στα δυόμιση, σε ένα μικρό αρμόνιο που μου έφερε ο παπάς μου από την Τζέντα. Κατέγραφα και ήχους στο κασετόφωνο της κουζίνας του σπιτιού μας στον Ασκά.
– Με ποια ακούσματα μεγάλωσες; Αρχικά με ό,τι έπαιζε στο ράδιο: Βίσση, Νταλάρας, Ρακιντζής – πού και πού Michael Jackson από τον θείο μου… Μέχρι τα 9, δηλαδή, που ξεκίνησα μαθήματα πιάνου, δεν είχα σχέση με τον Μπαχ ή τον Μότσαρτ (ήταν ο αγαπημένος μου τότε) ή τον Χατζιδάκι (που αποτέλεσε καταφύγιο). Στην πραγματικότητα, η όμορφη φωνή της μάμμας μου που μου τραγουδούσε από τότε που ήμουν στην κοιλιά της, εμφύτευσε σε εμένα τη σχέση και τη μεγάλη οικειότητα που έχω με τον ήχο και τη μουσική.
– Ζώντας μόνιμα στην Αθήνα, είχες περισσότερες ευκαιρίες να εξελίξεις τη δουλειά σου; Η Αθήνα είναι μια μεγάλη πόλη, σκληρή κι αγαπημένη. Εκεί έμαθα να ζω και να παρατηρώ το αποκρουστικό μαζί με το ελκυστικό, το όμορφο με το άσχημο, τη χαρά μαζί με τη λύπη. Τα δεδομένα που λαμβάνει κανείς είναι ασύλληπτα, τόσο σε αριθμούς όσο και σε ποιότητες. Ως εκ τούτου, ο καθημερινός βίος εκεί μου έδωσε πολλαπλές ευκαιρίες εξέλιξης στην παρατήρηση και στη δημιουργία. Πολλές ευκαιρίες συνεύρεσης με ομότεχνους, πολλά ερεθίσματα από τις δράσεις και τις αντιδράσεις που αναπτύσσονται στις τέχνες, πολλά τα politics, πολλά τα δίκτυα, οι ομάδες – αυλικοί και τεχνοκράτες.
– Πόσο δύσκολο είναι να ζει κανείς από την τέχνη; Σε ποια χώρα; Μια άσκηση Φυσικής άλυτη. Για έναν καλλιτέχνη ακατόρθωτο. Για τις μικρές ομάδες δύσκολο. Για τα οργανωμένα σύνολα εφικτό.
- Λευκωσία, η έκθεση «Follow the Yellow», της Στέλλας Ν. Χρίστου, φιλοξενείται από το Πολιτιστικό Ίδρυμα Λευτέρη Οικονόμου στο ΓΚΑΡΑΖ (22001508). Μέχρι τις 27/1
Ελεύθερα 15.1.2023