Το «Ούγκα» παίρνει τη σκυτάλη από την προηγούμενη ποιητική συλλογή του Κύπριου λογοτέχνη Χρίστου Τσιαήλη «Ουά», την οποία υπέγραφε με το ψευδώνυμο Ο φιμωμένος. Τον επέλεξε θέλοντας και να αποκαταστήσει τη σημασία ενός σημαντικού ήχου, του πρώτου ίσως που άρθρωσε ο αγύμναστος ακόμα ανθρώπινος λάρυγγας. Και χρησιμοποιείται σε ένα βιβλίο που ουσιαστικά ασχολείται με το αποτύπωμα του ανθρώπου στον πλανήτη.
– Από πού πηγάζει η κραυγή «ούγκα»; Η προέλευση του ανθρώπινου λόγου είναι ένα ζήτημα με πολυπλοκότητα κι έχει τύχει προσέγγισης και ανάλυσης από πολλές διαφορετικές σχολές σκέψης. Επιστημονικές θεωρίες αιώνων, πολλές φορές αντίθετες μεταξύ τους, καταλήγουν στο γεγονός ότι δεν υπάρχει δοσμένη γλώσσα αλλά αναπτύχθηκε σταδιακά κι ότι ο λάρυγγας των πρώτων ανθρώπων ήταν στις πρώτες χιλιάδες χρόνια ένα αδύναμο εργαλείο που μπορούσε να δημιουργήσει περιορισμένο αριθμό ήχων και συλλαβών με συνδυασμούς συμφώνων και φωνηέντων. Ο ήχος «ούγκα» είναι ένας από αυτούς τους ήχους. Ίσως προφέρετο ως «ουγκ» ή «όυγκ», και μοιάζει πολύ με τους ήχους που εκφέρουν κάποια πιθηκοειδή.
– Θεωρείς ότι είναι παρεξηγημένος ο ήχος αυτός; Δυστυχώς στις μέρες μας ο ήχος αυτός χρησιμοποιείται με αρνητική χροιά από κάποιους κύκλους και στα social media ή σε τραγούδια, για να δείξουν υποτίμηση σε ανθρώπους ή πληθυσμούς, για δήθεν χαμηλή νοημοσύνη. Θεωρώ χυδαία αυτή την αντιμετώπιση κι ακόμη πιο ανήθικη τη χρήση ενός τόσο σημαντικού ήχου -αφού εξάσκησε τον λάρυγγα και τις φωνητικές χορδές των ανθρώπων για να παράξουν κι άλλους ήχους, πιο πολύπλοκους- με τόσο αρνητικό φορτίο. Γι’ αυτό τον επέλεξα, ίσως κρατώντας στο πίσω μέρος του μυαλού ότι θέλω ν’ αποκαταστήσω τη σημασία του, να τον δικαιώσω, να τον εδραιώσω ως κάτι σημαντικό, χρησιμοποιώντας τον ως τίτλο ενός βιβλίου που ασχολείται με το αποτύπωμα του ανθρώπου στον πλανήτη.
– Ποιο είναι το μέλλον της γραφής και του λόγου; Δεν θεωρώ δυσοίωνο το μέλλον της γραφής και του λόγου για τις επόμενες μερικές εκατοντάδες χρόνια, τουλάχιστον. Θεωρώ ότι ο ανθρώπινος εγκέφαλος είναι ένας δυνατός υπολογιστής που συνεχώς δημιουργεί μέσω της φαντασίας, της υψηλής νοημοσύνης και των αναγκών επιβίωσης. Εντούτοις, οι σύγχρονες τάσεις υπερβολικής αφαίρεσης στον λόγο, η απλοποίηση της γραφής (ιωτακισμός, greeklish κ.λπ.) η χρήση των ψηφιακών μέσων για επικοινωνία παρά του προφορικού λόγου και η επιβολή της εικόνας και του βίντεο έναντι της αφηγηματικής απόδοσης της ιστορίας, μπορούν να αποδυναμώνουν τη γλωσσική δεινότητα ενός πληθυσμού. Κι επειδή η γλώσσα ξεκινάει και από το σπίτι και από το σχολείο, θεωρώ ότι είναι καθήκον των δύο οίκων να διαφυλάσσουν την καλή γλωσσική ανάπτυξη μέχρι την εφηβική ηλικία, όπου ο άνθρωπος πλέον κάνει τις δικές του επιλογές. Αν ρίξουμε μια ματιά στην ιστορία των γλωσσών, έχουμε δει μεγάλες αλλαγές, όπως το πέρασμα από την καθαρεύουσα στη νέα δημοτική, ή στην αγγλική γλώσσα με το Great Vowel Shift τον 16ο αιώνα, όπου τα μακρά φωνήεντα έγιναν κοντύτερα και χρειάστηκαν δυο γενεές μόνο για να αφομοιώσουν αυτή την τεράστια αλλαγή.
– Πώς φαντάζεσαι την ποίηση χωρίς τη γλώσσα; Η ποίηση θεωρώ ότι όπως και τώρα θα συνεχίσει να ακολουθεί τις τάσεις της γλώσσας, τον προφορικό λόγο, τον βαθμό εμβάθυνσης στη σκέψη, τις φιλοσοφικές τάσεις και τις νέες θεωρίες, είτε επιστημονικές είτε ανθρωπολογικο-ψυχολογικο-κοινωνικο-πολιτικές. Για όσα χρόνια ο ανθρώπινος εγκέφαλος παράγει νέο λεξιλόγιο και νέες έννοιες, το ίδιο θα κάνει κι ο ποιητής. Γιατί ο ποιητής δεν είναι παρά ένας ευφυής παπαγάλος με συνείδηση και κριτική ικανότητα, και πολλές άλλες ιδιότητες.
– Νοείται ποίηση χωρίς έστω ένα μικρό ψήγμα ελπίδας; Ακόμη και ν’ απομονώσουμε το πιο απαισιόδοξο ποίημα που έχει γραφεί, το ποίημα με την απόλυτη απόγνωση και την παντελή έλλειψη ελπίδας, εκεί θα βρούμε και τη μεγαλύτερη κραυγή για αφύπνιση που έχει ποτέ συνταράξει το στερέωμα· εκεί θα εντοπίσουμε το απειροστικό απαύγασμα όλων των πόνων του ανθρώπινου είδους που συσσωρεύτηκαν σε χιλιάδες χρόνια συγκρούσεων. Η φωνή της αφύπνισης με στόχο το σοκάρισμα του αναγνώστη είναι εκ των πραγμάτων ελπίδα. Ελπίδα για μια αντίδραση που θα φέρει την αλλαγή. Ποίημα χωρίς ένα μικρό ψήγμα ελπίδας υποκρύπτει μια τεράστια ευχή: να δημιουργήσει ρήγμα στον αναγνώστη. Η γραφή ποίησης αποτελεί a priori ελπιδοφόρο μήνυμα για το μέλλον του ανθρώπινου γένους σε εποχές που ο στυγνός υλισμός απειλεί να καταπιεί κάθε πνευματική δίψα.
– Ενδείκνυται οι ποιητές να μπαίνουν στα χωράφια των ιστορικών; Για όσα χρόνια οι ιστορικοί θα διεισδύουν στις ζωές των ανθρώπων για να χρησιμοποιούν το ατομικό βίωμα σε συλλογική στατιστική αποτίμηση για να ερμηνεύουν τις αντιδράσεις των ανθρώπων όταν πολιτικοποιούνται, κοινωνικοποιούνται και συγκρούονται για να επικρατήσουν ανά περιοχή -γιατί όλα είναι ζήτημα στερέωσης και εξασφάλισης της εκάστοτε ταυτότητας- τόσα χρόνια η ποίηση θα στέκεται απέναντι για να κρίνει αυτή την ιστορική καταγραφή. Γιατί και η ποίηση επιτελεί αντίστοιχο έργο. Καταγράφει το ατομικό βίωμα σε σχέση με το συλλογικό. Έχει χώρο, περιοχή, χρόνο, υποκείμενα προς διερεύνηση. Ό,τι κάνει η ιστορία για να εξυπηρετήσει το ανθρώπινο γένος, το κάνει και η ποίηση από αρχαιοτάτων χρόνων, ίσως πολλές φορές και πιο διευρυμένα, ενίοτε και παραστατικότερα από τον ιστορικό λόγο.
– Ποια παραδείγματα θα μπορούσαμε ν’ αναφέρουμε; Τα έπη είναι ιστορικά ντοκουμέντα που οι ιστορικοί εξετάζουν· η πολιτική ποίηση είναι κατάθεση με ιστορική σημασία· η ποίηση για τα συναισθήματα ενός λαού μετά από εμπειρία οικονομικής κρίσης ή πολέμου πάλι αποτελεί αντικείμενο για εξέταση από τους ιστορικούς. Ποίηση και ιστορία οφείλουν να είναι δυο «σχολές σκέψης» που μόνο μετά από συνεξέταση μπορούν να δώσουν μια ολοκληρωμένη εικόνα του κατεξοχήν κοινωνικού γίγνεσθαι μετά το πέρας μιας εποχής.
– Ποια περίοδο πιστεύεις ότι διάγει η κυπριακή λογοτεχνία; Θεωρώ ότι η λογοτεχνία της Κύπρου είναι σε καλό δρόμο. Οφείλουμε να δούμε αυτό το ερώτημα από δύο οπτικές γωνίες. Πρώτον, θα πρέπει να εξετάσουμε την παραγωγή λογοτεχνίας από Κύπριους λογοτέχνες και δεύτερον να εξετάσουμε την παραγωγή λογοτεχνίας που αφορά στην Κύπρο ή που γράφεται με το κυπριακό ιδίωμα, το παλαιότερο ή το πιο σύγχρονο.
– Πώς αποτιμάς, λοιπόν, την παραγωγή από Κύπριους λογοτέχνες; Τα τελευταία χρόνια, κυρίως μετά την πρώτη δεκαετία του 21ου πρώτου αιώνα, υπάρχει μια έξαρση με θετικό πρόσημο, τόσο στην ποίηση, όσο και στο πεζό. Υπάρχει εκτενής και ορθή, στις πλείστες των περιπτώσεων, χρήση της Νέας Ελληνικής, υπάρχει πλούσια θεματολογία, μοντέρνες προσεγγίσεις ακόμη και σε τετριμμένα θέματα, κάτι που αποτελεί θεμιτή πρακτική της γόνιμης λογοτεχνίας, υπάρχει και βαθιά φιλοσοφική σκέψη με προβληματισμό για τις σύγχρονες προκλήσεις. Επίσης συναντούμε ποίηση με μεταμοντερνικό χαρακτήρα, βλέπουμε προσπάθειες αποδόμησης του λόγου που είναι μια νέα παγκόσμια τάση, κάτι που είναι ελπιδοφόρο. Στην Κύπρο τα τελευταία χρόνια έχει διεισδύσει ο μοντερνισμός σε διάφορα είδη τέχνης, όπως οι εικαστικές, το θέατρο, η γλυπτική, κλπ.
– Και πώς κρίνεις τις τάσεις της λογοτεχνίας σε συνάρτηση με τη χρήση του κυπριακού ιδιώματος; Θεωρώ ότι τα τελευταία χρόνια παρατηρούμε μια τάση χρήσης του κυπριακού ιδιώματος με υβριδικό τρόπο (εις αριθμητικό βάρος των κειμένων που εκδίδονται αποκλειστικά με αμιγώς κυπριακό ιδίωμα), όπου μέσα στα κείμενα γίνονται συνδυασμοί και μεταβάσεις από τη νέα ελληνική στην κυπριακή διάλεκτο με τρόπο ευφάνταστο, χρήσιμο και πάνω απ’ όλα ειλικρινή. Η φωνή των πραγματικών ανθρώπων αυτού του τόπου ακούγεται ακριβώς όπως είναι κι έτσι η λογοτεχνία έρχεται να δικαιώσει έναν λαό με ιστορία και λόγο, που δεν πρέπει να λειτουργεί οσφυοκαμπτικά και να υποτάσσεται πάντα και αποκλειστικά στο αφήγημα που προκαλεί ο φόβος του κατακτητή ή ν’ ακολουθεί το άγραφο μητροπολιτικό κάλεσμα (του μητρικού έθνους) για αφομοίωση. Ο άνθρωπος παλεύει να εδραιώσει την ταυτότητά του σε μια περιοχή. Έτσι ξεκίνησε κι έτσι θα συνεχίσει. Ίσως γι’ αυτό τον λόγο να εξελίχθηκε σ’ αυτό που σήμερα ονομάζουμε «Homo Sapiens».
