Έκθεση ζωγραφικής της καταξιωμένης Ελληνίδας εικαστικού Μαρίας Γιαννακάκη φιλοξενεί από την Παρασκευή 17 Μαρτίου η γκαλερί Stand In Line, στον Άγιο Ανδρέα.

Στην πρόσφατη καλλιτεχνική της σοδειά, η Γιαννακάκη ταξιδεύει στην Κύπρο με 17 πορτρέτα. Όπως επισημαίνει ο ιστορικός τέχνης Γιώργος Μυλωνάς, η ζωγραφική της, συνειρμική και χειμαρρώδης, παρασύρει και συγκινεί βαθιά. «Μοιάζει με ποτάμι που γεννιέται από αντιθετικά σχήματα: μελάνι και χρώμα, ευαισθησία και τόλμη, δείγμα της παραδοσιακής κινεζικής ζωγραφικής στην οποία έχει θητεύσει κι αληθινά καινοτόμα, γιατί την έχει αφομοιώσει γερά στο δικό της, προσωπικό ύφος».

Η Μαρία Γιαννακάκη γεννήθηκε στην Αθήνα το 1958 και φοίτησε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών (1977-1982), όπου σπούδασε ζωγραφική με τον Παναγιώτη Τέτση και ψηφιδωτό με τον Γιάννη Κολέφα. Έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στην Κίνα (Ακαδημία Καλών Τεχνών του Χαντζό, 1983-1985) με κρατική υποτροφία, ειδικευόμενη στις τεχνικές της παραδοσιακής κινεζικής ζωγραφικής και στην καλλιγραφία.

Η πρώτη της ατομική έκθεση πραγματοποιήθηκε στο Πεκίνο (1986, Beijing Artists’ Gallery). Από το 1985 μέχρι σήμερα έχει πραγματοποιήσει πάρα πολλές ατομικές εκθέσεις και έχει λάβει μέρος σε σημαντικό αριθμό ομαδικών εκθέσεων σε Ελλάδα, Βέλγιο, Βουλγαρία, Γαλλία, Γερμανία, Ισπανία, Ιταλία, Λουξεμβούργο, Σουηδία, Πορτογαλία, Αίγυπτο, Ινδία, Κίνα, κ.α. Έργα της βρίσκονται σε μουσεία στην Ελλάδα και σε ιδιωτικές συλλογές στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Παράλληλα με τη ζωγραφική εικονογραφεί εκδόσεις και σχεδιάζει εξώφυλλα βιβλίων. 

 

  • Λευκωσία, γκαλερί Stand In Line (99412000). Εγκαίνια Παρασκευή 17 Μαρτίου στις 7 μ.μ. Διάρκεια: μέχρι 4 Απριλίου 

Ο Γιώργος Μυλωνάς επισημαίνει ότι ο ζωγραφικός τρόπος της Μαρίας Γιαννακάκη παραπέμπει στη μέθοδο της Βιρτζίνια Γουλφ, που έμεινε γνωστή στη λογοτεχνία ως «stream-of-consciousness». Με τη συνειδησιακή ροή, η συγγραφέας πέτυχε στο γραπτό της ένα μονόλογο από συνειρμούς, σπαράγματα αφηγηματικά που δεν έχουν σαφή αρχή και τέλος, αλλ’ ακολουθούν έναν χρόνο εσωτερικό που ταλαντεύεται, όπως τα όνειρα. Έτσι, κατάφερε να φανερώσει το συναισθηματικό «τοπίο» των ηρώων της (συνυφασμένο με το δικό της) και να συναντηθεί με τον κόσμο του αναγνώστη.

«Η Γιαννακάκη, χωρίς καθόλου να έχει στο μυαλό της αυτό, συναντά τη Γουλφ στα μέσα και στους σκοπούς της. Μέσα στο ίδιο το έργο αναζητά, κατά τόπους, διαφορετικές ποιότητες, αλλού με μελάνι, αλλού με σπρέι, άλλοτε διατηρώντας κι άλλοτε σβήνοντας τα περιγράμματα, καλύπτοντας – αποκαλύπτοντας, κατακερματίζοντας – ενοποιώντας, παρακολουθώντας την ανατροπή του σκηνικού από διαφορετική οπτική γωνία (καθώς το έργο μπορεί να ιδωθεί κι από το πλάι), προκειμένου να ανασύρει τη ριζικώς άλλη διάσταση, να φανερώσει τον ψυχισμό του προσώπου μέσα από τις ποικίλες όψεις του. Είναι σαν ένας μονόλογος εσωτερικός, χωρίς σαφείς κανόνες, που έρχεται στην επιφάνεια διαμέσου φευγαλέων εικόνων και αέναων μεταμορφώσεων». 

 

Ο ιστορικός τέχνης αναφέρει επίσης πως η Γιαννακάκη, έχοντας κατακτήσει στη ζωγραφική της το ερωτικό άγγιγμα, προχωρά το ταλέντο της σε έναν «στοχασμό της αφής». Το έργο της θέτει ερωτήματα: τι συμβαίνει με τον εαυτό μας όταν ο χρόνος μας ξεπερνά; Πώς μπορούμε να αντιληφθούμε τα αδιανόητα άκρα της ανθρώπινης ύπαρξης – γέννηση και θάνατος – όταν η θρησκευτική πίστη παύει σιγά σιγά να δίνει ικανοποιητικές εξηγήσεις;