Η Μελίτα Κούτα ετοιμάζεται να ανακηρύξει μονομερώς την ίδρυση ανεξάρτητου «κράτους» μέσα στη Νεκρή Ζώνη της Λευκωσίας.
Πώς θα σας φαινόταν η ιδέα του σχηματισμού ανεξάρτητου κράτους στη Μεσαιωνική Τάφρο παρά το Λήδρα Πάλλας; Αυτό θα συμβεί στις 9 Οκτωβρίου στο πλαίσιο του φετινού φεστιβάλ Buffer Fringe και θα έχει διάρκεια ζωής 24 ωρών. Η Μελίτα Κούτα είναι ο ιθύνων νους του «STATE», αυτής της φιλόδοξης διαδραστικής και διεπιστημονικής παρέμβασης, ωστόσο ξεκαθαρίζει ότι δεν είναι μόνη της. «Πιονιέροι» αυτού του κράτους εν κράτει είναι επίσης οι Πασκάλ Καρόν, Εύη Τσελίκα, Κωνσταντίνος Ταλιώτης και Ελλάδα Ευαγγέλου, ενώ στην όλη δημιουργική διαδικασία θα εμπλακούν επισκέπτες και «κάτοικοι» που καλούνται να αποτελέσουν τους «πολίτες» που θα ονειρευτούν, θα διαπραγματευτούν και θα σχηματίσουν συνεργατικά αυτό το «κράτος». Πέρα από διακηρύξεις, μανιφέστα, θεσμούς, σημαίες, τελετές και γραμματόσημα, το καλλιτεχνικής φύσης εγχείρημα προσβλέπει στη δημιουργία μιας «πολιτείας αντίστασης», μιας ουτοπικής οντότητας στη λογική του σχηματισμού ανάλογων άτυπων «μικροεθνών» ανά τον κόσμο. Η ιδέα για τη δημιουργία αυτού του εναλλακτικού «θύλακα» εδράζεται στη φετινή θεματική του Buffer Fringe: «Pockets (beyond)». Στην περίπτωση αυτή, η Μελίτα Κούτα δεν θεωρεί τον εαυτό της δημιουργό αλλά «παράγοντα διευκόλυνσης»: θέτει την υποδομή πάνω στην οποία θα εξελιχθεί οργανικά η όλη δράση. Με άλλα λόγια, τοποθετεί έναν τεράστιο «καμβά» μαζί με τα ερωτήματα κι από εκεί και πέρα αναμένει ότι το «μόρφωμα» θα πάρει τη δική του υπόσταση. Μένει να δούμε αν θα διεκδικήσει και επίσημη αναγνώριση.
– «STATE» με την έννοια της πολιτείας ή του κράτους; Μάλλον του κράτους. Του κρατικού μηχανισμού. Κατ’ ακρίβεια, με την έννοια του πολιτικά οργανωμένου συνόλου.
– Δεν αφορά μόνο την Κύπρο και τις εδώ πολιτικές συνθήκες; Όχι. Αναπόφευκτα, ο χώρος καθορίζει την πρόταση. Μιλάμε για την Πράσινη Γραμμή, ένα μέρος που δεν βρίσκεται ούτε «εδώ», ούτε «εκεί», μια ουδέτερη, αλλά πολιτικά φορτισμένη ζώνη. Σε κάθε περίπτωση, είναι έξω από τον δικό μου έλεγχο. Μπορεί να μην καταφέρουμε να συντονιστούμε. Ή μπορεί να συνειδητοποιήσουμε πως δεν μπορούμε να δημιουργήσουμε μια ουτοπία. Ο προβληματισμός μπορεί να μας οδηγήσει τελικά κάπου αλλού. Ίσως θέσει τα θεμέλια για κάτι άλλο, ή να αποκτήσει τη δική του ζωή. Δεν πειράζει. Αυτό που μ’ ενδιαφέρει είναι να θέσω το ερώτημα στην ίδια την τέχνη, να εντοπίσω τον ρόλο του καλλιτέχνη ως δημιουργού μιας συνθήκης κι όχι ενός έργου.
– Είχες κατά νου την αναζήτηση ενός ιδανικού κράτους; Η ιδέα βασίζεται πάνω σε λογικές και πρακτικές εφαρμόσιμες. Πολλοί προσπάθησαν να προτείνουν το ιδανικό κράτος, αλλά κανείς δεν τα κατάφερε. Ξέρουμε πλέον καλά ότι όσο πλησιάζουμε την ουτοπία, τόσο αυτή μετατρέπεται σε δυστοπία. Προσπαθώντας να φτάσεις σε κάτι που θα είναι ιδανικό για όλους, εξαιρείς και θέτεις όρια τα οποία μετατρέπονται τελικά σε φραγμούς που αποκλείουν αντί να εσωκλείουν. Το πρότζεκτ παίζει με καλλιτεχνικές εκφάνσεις που αγγίζουν τα όρια του σουρεαλιστικού. Βασιζόμενοι σε κρατικούς μηχανισμούς, λειτουργίες ή θεσμούς, ερχόμαστε να το επισκεφθούμε ξανά και να δούμε πώς μπορούμε να το ξαναφανταστούμε, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι υποδεικνύουμε χειροπιαστές λύσεις. Δεν προτείνουμε τη λύση του Κυπριακού προβλήματος, ούτε τη δημιουργία μιας ουτοπίας. Κανείς βεβαίως δεν εμποδίζει το πολιτικό σχόλιο να ενυπάρχει μέσα στο καλλιτεχνικό.
– Δεν θα μπορούσε κάποιος να το δει σαν πειραματικό εργαστήρι που θα εξετάσει πιθανές λύσεις; Σίγουρα υπάρχει η πειραματική διάσταση. Οπωσδήποτε εμπεριέχεται η ιδέα της συμπερίληψης, το πώς δηλαδή το κρατίδιο αυτό που πάμε να φτιάξουμε εσωκλείει ή περιλαμβάνει τη διαφορετικότητα, την ομαδικότητα, την καλλιτεχνική δημιουργικότητα. Δεν είναι ένα εργαστήρι με αόριστα πολιτικό χαρακτήρα. Η καλλιτεχνική οπτική γωνία είναι ξεκάθαρα κυρίαρχη.
– Κάθε επισκέπτης που θα έρθει σε διαφορετική ώρα θα δει το ίδιο αποτέλεσμα; Όχι. Είναι ένας χώρος επίσκεψης όπου κάποιος μπορεί ανά πάσα στιγμή να δει διαφορετικά πράγματα. Μπορεί να δει μια μικρή δράση, ή κάποια αντικείμενα που έγιναν πριν και τοποθετήθηκαν σαν τεκμήρια ή εκθέματα. Υπάρχει διάδραση, συνεύρεση. Φαντάσου το σαν μια καλλιτεχνική μηχανή σε συνεχή λειτουργία.
– Ποιο ήταν το έναυσμα; Η ίδια η θεματική του φεστιβάλ. Σκέφτομαι τον χώρο μέσα σ’ έναν χώρο. Η «τσέπη» εδώ παρουσιάζεται μεταφορικά ως ένας χώρος αντίστασης. Κάτι κρυμμένο, περιθωριακό, εκτός του κέντρου. Από εκεί οδηγηθήκαμε στην ιδέα ενός τρίτου ή τέταρτου κρατιδίου μέσα σ’ έναν τόπο που είναι ήδη τόσο πολιτικά φορτισμένος. Ανέκαθεν ένιωθα ότι το Buffer Fringe προσπαθεί να προσεγγίσει την πολυπλοκότητα της κατάστασης στην Κύπρο με μια θετική διάθεση.

– Νιώθεις ότι το πρόβλημα είναι σαν να κρύβεται κάτω από το χαλί όσο απομακρυνόμαστε από τη Νεκρή Ζώνη; Όντως. Η Νεκρή Ζώνη τείνω να πω ότι είναι ένα φοβερά σκηνογραφημένος χώρος. Σχεδόν θεατρικός. Εμπεριέχει από μόνος του έναν σουρεαλισμό. Περπατάς μέσα σ’ αυτό που ορίζεται ως γραμμή κατάπαυσης του πυρός και βλέπεις εστιατόρια, μπαρ, μισογκρεμισμένα κτήρια. Από τον καιρό που τη θυμάμαι όταν ήμουν στο γυμνάσιο μέχρι τώρα, έχει αλλάξει δραματικά. Έχει μετατραπεί από χώρο σκοτεινό και επικίνδυνο σ’ ένα χώρο σχεδόν τουριστικό. Έχει παρεισφρήσει η ιδέα του «μαύρου τουρισμού».
– Στο επεξηγηματικό κείμενο γίνεται λόγος για «μη βιώσιμο και μη παραγωγικό» κράτος. Αυτό δεν «φωτογραφίζει» την κατάσταση της Κύπρου; Το πρότζεκτ δεν επιδιώκει να κάνει κάποιο ευθύ πολιτικό σχόλιο εναντίον της κυβέρνησης, της κατάστασης, του υφιστάμενου κλίματος των συνομιλιών, των «σχολών σκέψης» του Κυπριακού. Αναφέρομαι συγκεκριμένα στην εμμονή για παραγωγικότητα και αποδοτικότητα μέσα από τη σκοπιά του σύγχρονου δυτικού κόσμου. Με τους όρους της οικονομίας, οδηγούμαστε σε μια κατάσταση όπου απαραίτητη προϋπόθεση της επιτυχίας και της βιωσιμότητας είναι η παραγωγικότητα. Σε επίπεδο κράτους, αλλά και ιδιωτικά, στις ζωές μας. Κάτι μας σπρώχνει να είμαστε πάση θυσία «πετυχημένοι». Κι αν αποτύχουμε; Εμείς λέμε ότι είναι εντάξει. Αν αποτύχεις, ξαναδοκιμάζεις. Η αποτυχία είναι μέρος της δημιουργικής διαδικασίας. Κάτι σαν άνω τελεία. Aυτό που έλεγε ο Μπέκετ: «Προσπάθησε ξανά. Απότυχε ξανά. Απότυχε καλύτερα.»
– Κάθε κράτος αποκτά ξεχωριστή οντότητα. Φορτίζεται με στοιχεία όπως το έθνος, η κουλτούρα, η γλώσσα, η θρησκεία. Πώς προσεγγίζετε αυτά τα ζητήματα; Το πρότζεκτ επιδιώκει να τα αγγίξει, να εγείρει ερωτήματα πάνω στο τι καθορίζει την κουλτούρα, την ταυτότητα ενός κράτους. Αλλά και πώς δημιουργείται, πώς ανατρέπεται, πώς αναθεωρείται. Εδώ μιλάμε για ένα κράτος τσέπης, έναν μικρόκοσμο. Η ιδέα αναφέρεται στην έννοια του micronation- του μικροέθνους. Είναι μια τάση όπου διάφορα άτομα ή κολλεκτίβες κηρύσσουν άτυπα την ανεξαρτησία τους από το υπόλοιπο κράτος. To συναντάμε παντού. Από την Ευρώπη και τις ΗΠΑ, μέχρι την Άπω Ανατολή, τη Λατινική Αμερική και την Ανταρκτική. Στη θεωρία μπορεί να γίνει. Για να δημιουργηθεί ένα κράτος χρειάζεται τόπος, μόνιμος πληθυσμός, κάποιου είδους αυτόνομη κυβέρνηση και η ευχέρεια για διπλωματικές σχέσεις με άλλες χώρες. Το δύσκολο δεν είναι να γίνεις κράτος, αλλά κάποιος να σε αναγνωρίσει.
– Σκοπεύετε να διεκδικήσετε και επίσημη αναγνώριση; Μπορεί. Ίσως στείλουμε επιστολή στον Αντόνιο Γκουτέρες (γέλια). Έχουμε και το πλεονέκτημα ότι περιτριγυριζόμαστε από τα Ηνωμένα Έθνη, άρα έχουμε περισσότερες πιθανότητες ν’ αναγνωριστούμε…

– Όταν σε ρωτούν τι είδους καλλιτέχνης είσαι τι απαντάς; «Αναγεννησιακή». Μ’ ενδιαφέρει η ιδέα του καλλιτέχνη ως ατόμου με πολλαπλά ταλέντα, ιδιότητες, ικανότητες και γνώσεις. Να μην είναι ένα πράγμα. Υπάρχει μια νοοτροπία που θέλει τον δημιουργό να μπαίνει υποχρεωτικά κάτω από συγκεκριμένη ταμπέλα. Είσαι ζωγράφος ή γλύπτης; Μήπως βιντεοκαλλιτέχνης; Σκηνογράφος; Αν είσαι σκηνογράφος, δεν μπορείς να είσαι και σκηνοθέτης. Είσαι καθηγητής; Άρα δεν είσαι καλλιτέχνης. Ευτυχώς, τελευταία αυτό άρχισε ν’ αλλάζει. Στην Αναγέννηση κάποιος μπορούσε να είναι ταυτόχρονα αρχιτέκτονας, μηχανικός, μαθηματικός, μουσικός. Έτσι κι εγώ, νιώθω ότι είμαι πολλά πράγματα ταυτόχρονα. Αυτό με γεμίζει.
– Είναι λίγο παρεξηγήσιμο. Εφόσον κάθε άλλο παρά ζούμε σε κάποια Αναγέννηση πώς εσύ ισχυρίζεσαι ότι είσαι «αναγεννησιακή»; Το εννοώ αυστηρά υπό την έννοια ότι αγκαλιάζω την πολλαπλότητα, την πολυπλοκότητα και τις ποικίλες εκφάνσεις της τέχνης μέσα στη ζωή μας.
– Συμφωνείς ότι αντιθέτως πάμε προς τα πίσω κι ότι διαμορφώνεται ένας νέος Μεσαίωνας; Όντως, υπάρχει ένας νεοσυντηρητισμός. Τον διαπιστώνουμε σε πολιτικό και θεσμικό επίπεδο σε μεγάλες και προηγμένες θεωρητικά χώρες που κάποτε ήταν πρωτοπόρες στα φιλελεύθερα κινήματα. Ωστόσο, νομίζω ότι όλα αυτά κάνουν κύκλους.
– Δηλαδή, περιμένεις να έρθει η Αναγέννηση; Περιμένω να έρθει η ριζική αλλαγή προς το καλύτερο. Ίσως να μην προλάβω να το δω στη ζωή μου, αλλά το περιμένω.
– Είναι ο καλλιτέχνης που φτιάχνει την τέχνη και που ανοίγει δρόμους, ή τη γεννά το περιβάλλον, η κοινωνία και οι ανάγκες της; Είναι λίγο σαν την κότα και το αυγό. Χέρι- χέρι πάνε αυτά. Δεν υπάρχει το ένα χωρίς το άλλο. Η λέξη σύγχρονος (συν+χρόνος) σημαίνει ότι πηγαίνεις μαζί με τον χρόνο, με τον καιρό σου. Ότι συμβαδίζεις με την εποχή σου, άρα επηρεάζεσαι και αναφέρεσαι σ’ αυτή.
– Μήπως εξιδανικεύουμε και υπερεκτιμούμε καμιά φορά την τέχνη; Παίζει τελικά τον παρεμβατικό ρόλο που νομίζουμε; Διερωτώμαι αν το έκανε ποτέ. Θα ήταν υπερφίαλο αν ισχυριζόμουν ότι η δουλειά μου φέρνει από μόνη της την αλλαγή στην κοινωνία. Από την πλευρά του θεατή, του κοινωνού της τέχνης, νομιμοποιούμαι να πω ότι έχω συναντήσει έργα που μ’ έχουν συγκινήσει βαθιά και ξέρω ότι επισυνέβη μέσα μου μια μετακίνηση. Δεν είναι ανάγκη να είναι η «Γκερνίκα». Μπορεί να είναι κάτι πιο μικρό, ένα κομμάτι μουσικής, ένα ποίημα, μια παράσταση, κάτι που έβαλε ένα μικρό λιθαράκι. Μια ήσυχη τοποθέτηση που άγγιξε μια χορδή. Η τέχνη συμβάλλει σε μια ανατροπή- μικρή ή μεγάλη. Κάποιες φορές ίσως καταφέρνει και κάτι ριζοσπαστικά συνταρακτικό. Οπωσδήποτε έχει κάποιον ρόλο. Ο άνθρωπος κάνει τέχνη από την εποχή των σπηλαίων. Αν αυτό δεν είχε νόημα, κάποια στιγμή θα σταματούσε.
– Η ανάγκη της δημιουργίας δεν συνδέεται με την υστεροφημία, με την ιδέα να αφήσεις κάτι πίσω σου φεύγοντας; Δεν είναι αυτό κίνητρο για τον καλλιτέχνη; Τι; Ν’ αφήσω τ’ όνομά μου; Για μένα, όχι. Δεν είναι καθόλου μέσα στο σκεπτικό μου η υστεροφημία. Άλλο είναι να θέλω να αφήσω πίσω μου ένα έργο που θα εκτιμηθεί, θα συγκινήσει ή θα μιλήσει κι άλλο να θέλω να αφήσω ένα όνομα. Δεν μ’ ενδιαφέρει η φήμη. Μ’ ενδιαφέρει η συν-κίνηση.
– Συγκινείσαι κι όταν δημιουργείς; Η διαδικασία με ευχαριστεί, φυσικά. Η καλλιτεχνική πράξη με γεμίζει σε πολλά επίπεδα, είτε όταν φτιάχνω κάτι μόνη στο σπίτι μου, είτε όταν με φέρνει σε διάλογο και επικοινωνία με το κοινό. Υπάρχει αυτός ο δημιουργικός οίστρος. Νιώθεις κάθε φορά σαν να γεννάς και να γεννιέσαι.
– Σε γεμίζει κι ένα έργο που δεν το είδε το μάτι κάποιου άλλου; Είναι μια σχέση σαν ερωτική συνέρευση. Ερωτεύεσαι, τσακώνεσαι, κλαις, γελάς. Περνάς από πολλές διακυμάνσεις μέχρι να το δεχτείς ή να «χωρίσεις». Δηλαδή, να το απορρίψεις. Συμβαίνει συνέχεια στην ιστορία της τέχνης ένας δημιουργός να μαλώνει με το δημιούργημά του, να το μισεί, να θέλει να το καταστρέψει.
– Τι σε οδήγησε στα μονοπάτια της τέχνης; Δεν θυμάμαι ποτέ τον εαυτό μου να έχω άλλο πράγμα στο μυαλό μου. Από τότε που ξεκινά η μνήμη, θυμάμαι να φτιάχνω πράγματα, να ζωγραφίζω, να ζητάω από τους γονείς μου να με γράψουν σε μαθήματα ζωγραφικής. Δεν έγινε ποτέ θέμα συζήτησης το τι θα σπουδάσω. Ήταν μια εντελώς φυσιολογική διαδικασία. Η ομαλή εξέλιξη των πραγμάτων.
– Αργότερα, δεν έκανες δεύτερες σκέψεις; Ναι, αλλά πάντα μέσα στο φάσμα της καλλιτεχνικής δημιουργίας. Ασχολήθηκα με τη σκηνογραφία, τη σκηνοθεσία, τη δραματουργία, τη γλυπτική, το βίντεο, την περφόρμανς, τώρα τη διδασκαλία στο ΤΕΠΑΚ και το Πανεπιστήμιο Λευκωσίας. Τα τελευταία χρόνια έχω εισέλθει και στο πεδίο της κεραμικής.
– Η επιλογή του υλικού είναι βασικό ζήτημα ή απλώς ένα σημείο εκκίνησης; Είναι σίγουρα μια συνειδητή επιλογή. Είναι συνυφασμένο με το νόημα, μ’ αυτό που θέλεις να εκφράσεις. Κάθε υλικό φέρει μέσα του μια σημειολογία, μια έννοια, μια ιστορία.
– Το θέμα προηγείται ή προκύπτει στην πορεία; Δεν υπάρχει μια απάντηση. Κάθε καλλιτέχνης ακολουθεί τη δική του μεθοδολογία και έρευνα. Κάθε πρότζεκτ βέβαια μπορεί να έχει την ξεχωριστή, δική του. Πολλοί καλλιτέχνες επιλέγουν να δουλεύουν πάντα με τον ίδιο τρόπο. Εμένα μ’ ενδιαφέρει η έρευνα. Μπαίνοντας στη διαδικασία, επεξεργάζεσαι το υλικό, παίρνεις τις πληροφορίες σου και προσπαθείς να τις τοποθετήσεις πάνω σε μια εικαστική δημιουργία. Κάθε έργο έχει τον δικό του δρόμο. Ο χώρος, ο τρόπος τοποθέτησης, τα πάντα παίζουν ρόλο και συνθέτουν την εμπειρία του θεατή. Ακόμη κι ένα τρισδιάστατο γλυπτό αλλάζει ανάλογα με το πώς θα το στρέψεις, πού θα το τοποθετήσεις. Κι ο θεατής συνεισφέρει. Δημιουργείται μια ενέργεια, ένας αποκαλυπτικός διάλογος.

– Από τη στιγμή που το ολοκληρώνεις, το έργο ανεξαρτητοποιείται από σένα; Από τη στιγμή που αποφασίζεις να το εκθέσεις, αποκτά δική του ζωή. Είναι πλέον μια οντότητα. Το ίδιο ισχύει για ένα λογοτεχνικό έργο, μια παράσταση, μια μουσική σύνθεση. Πολλές φορές ένα έργο υπερβαίνει τον δημιουργό.
– Χρησιμοποιείς περισσότερο το ένστικτο και τη διαίσθηση ή τη συσσωρευμένη γνώση και εμπειρία; Ακολουθώ πολλά πράγματα ταυτόχρονα: τη λογική, το μυαλό μου, την ψυχοσύνθεσή μου, το ένστικτό μου, την ιδιοσυγκρασία μου, τις εμπειρίες μου. Την πολυπλοκότητά μου ως άτομο. Δεν νομίζω ότι μπορείς ν’ απομονώσεις και να διαχωρίσεις το ένστικτο. Το ένστικτο κι η διαίσθηση δεν έρχονται ουρανοκατέβατα. Οπωσδήποτε έχουν σχέση με το ποια είμαι, τι έζησα, τι φέρω. Οι άνθρωποι είμαστε πολυσύνθετες οντότητες. Κι αυτό είναι το ενδιαφέρον. Μ’ ενθουσιάζει το απρόβλεπτο, το στοιχείο της έκπληξης που έχει ένας άνθρωπος. Το ίδιο ισχύει και για ένα έργο.
– Τι σε εντυπωσιάζει; Κόβω τον εαυτό μου όσο «ωριμάζει» να εντυπωσιάζεται από μικρά, απαρατήρητα πράγματα που εμπεριέχουν αλήθεια. Όχι από τρανταχτές τοποθετήσεις, αλλά από μικρές εκφάνσεις, στην τέχνη, στην καθημερινότητα, στο φυσικό περιβάλλον.
– Και τι σε τρομάζει; Η στροφή που έχει πάρει ο κόσμος. Με τρομάζει που βλέπω να χάνονται δικαιώματα και ελευθερίες που θεωρούσαμε κεκτημένες. Να δημιουργούνται αδιέξοδα σε καταστάσεις όπου ελπίζαμε ότι υπάρχουν λύσεις. Να παρακολουθούμε σχέσεις χωρών και πολιτισμών να επιστρέφουν στις εποχές του Ψυχρού Πολέμου και να βλέπουμε να εγκαταλείπεται η τάση για περιβαλλοντικές λογικές και λύσεις, ενώ τα κράτη επενδύουν στους εξοπλισμούς και στην εξάρτηση από τους υδρογονάνθρακες.
– Αν ήταν όλα τέλεια, όμως, δεν θα είχατε κι εσείς οι καλλιτέχνες ερεθίσματα για να δημιουργείτε… Μακάρι να ήταν όλα τέλεια και ας μην υπήρχε καθόλου τέχνη, παρά να υπάρχουν άπειρες άσχημες καταστάσεις για να εμπνεόμαστε. Υπάρχει άραγε τέχνη στον Κήπο της Εδέμ;
INFO Η περφόρμανς/ εγκατάσταση «STATE» παρουσιάζεται την Κυριακή 9 Οκτωβρίου (3-10μ.μ.) στην τάφρο πίσω από το Σπίτι της Συνεργασίας, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Buffer Fringe (7-9 Οκτωβρίου).