Έχει γράψει θεατρικά έργα για παιδιά και ενήλικες και αρκετά ραδιοφωνικά και τηλεοπτικά σενάρια, ενώ το πρώτο της βιβλίο είναι μία συλλογή με 20 μικρές θεατρικές σκηνές για παιδιά. Παράλληλα, διάβαζε από μικρή μεγάλα έργα του παγκόσμιου ρεπερτορίου και των αρχαίων τραγωδών. Η Ελένη Αρτεμίου- Φωτιάδου στήνει το σκηνικό της 12ης ποιητικής της συλλογής «Φώτα στη διαπασών» μέσα από έναν ολόκληρο κόσμο του θεάτρου. Είναι μια από τις σπάνιες φορές που η ποίηση έχει απευθείας αναφορά στο θέατρο, την πράξη και τη δράση.

– Σας έχουν καθορίσει ως άνθρωπο και ως δημιουργό οι παραστάσεις που έχετε παρακολουθήσει; Πιο πολύ μ’ έχει επηρεάσει η ανάγνωση θεατρικών έργων και λιγότερο η παρακολούθησή τους. Η ανάγνωση σού δίνει την ευκαιρία να ενεργοποιείς πολύ περισσότερο τη φαντασία σου. Να επιστρέφεις σε λόγια και συμπεριφορές, να εστιάζεις στο ψυχικό τους βάθος, να ταυτίζεσαι με τρόπο πολλές φορές ιαματικό ή με την ηφαιστειακή εκείνη αντίδραση ενός ανθρώπου που ανακαλύπτει μέσω των άλλων, την κρυμμένη λάβα μέσα του και τη μετατρέπει σε  δημιουργία. Μέσα από την ανάγνωση θεατρικών έργων είχα την ευκαιρία να εντρυφήσω περισσότερο στην ανθρώπινη ψυχοσύνθεση, γεγονός που με βοήθησε με την ποίηση, αφού είναι πρωτίστως ανθρωποκεντρική, με έντονη την υπαρξιακή αγωνία. Όχι, όμως, ως πηγή άγχους, αλλά ως βαθιά συνειδητοποίηση της μοναδικής ευκαιρίας για ζωή και δημιουργία, με το αίσθημα ευθύνης που πρέπει να χαρακτηρίζει έναν άνθρωπο ως κοινωνικό ον. Η διαδικασία αυτή με βοήθησε πολύ και στη θεατρική μου γραφή.

– Ποιοι χαρακτήρες σας αρέσουν; Σήμερα, όταν παρακολουθώ μία θεατρική παράσταση, συγκεντρώνει  πάντα τη μεγαλύτερη προσοχή μου ο ήρωας με την πιο ποιητική ενατένιση του κόσμου του.

– Πού συναντά η ποίηση το θέατρο; Ποίηση και θέατρο συναντώνται από αρχαιοτάτων χρόνων.  Οι αοιδοί τραγουδούσαν τα ποιήματά τους  με συνοδεία φόρμιγγας ή κιθάρας. Συνέθεταν τα έπη και αυτοσχεδίαζαν προφορικά, πιστεύοντας ότι τους βοηθούσε σ’ αυτό η Μούσα. Ποιητικά έργα έχουν μεταφερθεί στη σκηνή. Και πολλοί δραματουργοί, όπως ο Σαίξπηρ κι ο Mπρεχτ, ασχολήθηκαν με αξιοσημείωτο τρόπο με την ποίηση. Αλλά και ποιητές όπως ο Βίκτωρ Ουγκώ έγραψαν θέατρο. Ήταν μάλιστα κι ο πρώτος που εισήγαγε στη γαλλική θεατρική παραγωγή το ρομαντικό ύφος γραφής. Η δυναμική της γλώσσας σε μια επικοινωνία στην οποία έχει ιδιαίτερη σημασία η συμπύκνωση του νοήματος, βρίσκει την καλύτερη εφαρμογή της σε μια σύζευξη ποιητικής και θεατρικής γραφής. Και καθόλου τυχαία δεν είναι και η τάση να δημιουργούνται θεατρικές συνθέσεις με πρώτη ύλη τον ποιητικό λόγο.

– Είναι η «σκηνική» μας παρουσία εξίσου σημαντική με την πραγματική; «Σκηνική παρουσία» θα ονόμαζα την εμφάνισή μας στους διάφορους ρόλους που είτε επιλέγουμε είτε εν γνώσει  μας μάς επιλέγουν. Σ’ αυτούς πρέπει να δείξουμε την ικανότητά μας να ανταπεξέλθουμε, γιατί από την ερμηνεία του ρόλου μας καθορίζεται η ύπαρξή μας κι η συνέχειά της. «Πραγματική» θα ονόμαζα την παρουσία μας εκτός οποιουδήποτε ρόλου. Δεν μιλώ για την τέχνη της υποκριτικής, αλλά για τις στιγμές που βρισκόμαστε ενώπιος ενωπίω, με το «ένδον σκάπτε» του Μάρκου Αυρήλιου και τη συνεχή μέριμνα για αυτοβελτίωση. Σ’ αυτή τη διαδικασία γυμνώνουμε την ψυχή μας, τη βάζουμε κάτω από τον προηγμένο φωτισμό της καρδιάς μας και συνομιλούμε με πολλά απ’ όσα οι άλλοι δεν βλέπουν σε μας. Είναι, επομένως κι οι δύο παρουσίες πολύ σημαντικές, αλληλοσυμπληρούμενες. Γιατί η βαθύτερη γνώση του εαυτού μας βελτιώνει την ερμηνεία σ’ όλους τους κοινωνικούς μας ρόλους, δηλαδή βελτιώνει τις σχέσεις με τους συνανθρώπους μας, αυξάνοντας τον βαθμό αυτογνωσίας και ενσυναίσθησης.

– Είμαστε οι σκηνοθέτες της ζωής μας; Από ένα βαθμό συνειδητοποίησης της ύπαρξης και μετά, η προσπάθεια είναι πρωτίστως να γράψουμε το σενάριο της ζωής μας. Η σκηνοθεσία έπεται ή συμπορεύεται αναλόγως. Αλλά γι’ αυτή τη συνθήκη απαραίτητος είναι ένας υψηλός βαθμός ελευθερίας και ευθύνης. Βαθμός που δεν παρέχεται, αλλά πρωτίστως κερδίζεται και καταχτιέται μέσα από συνεχείς προσωπικούς αγώνες. Θέτουμε σκηνές, διαμορφώνουμε  σκηνικό, επιλέγουμε ρόλους για εμάς και τους άλλους. Ωστόσο, υπάρχουν πάντοτε και οι παράγοντες που καταστρατηγούν την οποιαδήποτε σκηνοθεσία, αφού εισέρχονται ή και εισβάλλουν στη σκηνή απρόσκλητοι- κάποτε καλοδεχούμενοι κι άλλοτε ως παρείσακτοι ή ταραχοποιοί. Χωρίς όμως το απρόσμενο η ζωή θα ήταν ένα σενάριο πληκτικό. Θα της έλειπε η γοητεία του ωραίου αναπάντεχου. Κι από όλα όσα προκύπτουν εντός και εκτός σκηνής, ο άνθρωπος μαθαίνει και προχωρά αναλόγως.

– Πότε τελειώνει ένα έργο; Σ’ αυτή τη συλλογή μου, στο ποίημα «Έργο εποχής» γράφω πως το έργο θα τελειώσει αφού χαθεί όλο το φως. Κυριολεκτικά μιλώντας, μία παράσταση τελειώνει, αποχωρούν κοινό και ηθοποιοί και σβήνουν όλα τα φώτα και της σκηνής και της πλατείας. Μεταφορικά, εκτός σκηνής ένα έργο ή μια συνθήκη, μια κατάσταση οποιασδήποτε μορφής τελειώνει επίσης με τον ίδιο τρόπο, αν μεταφορικά με την έννοια φως υποδηλώνεται ο έρωτας που την τροφοδοτεί. Όταν, κατά τον Πλάτωνα, χαθεί η ωραιότητα της περίπτωσης, το πνευματικό κάλλος για το οποίο καταβλήθηκαν όλες οι προηγούμενες προσπάθειες. Κι ίσως τότε, μοναδική ωραιότητα  παραμένει πλέον η ευκαιρία μίας καινούριας έναρξης, η οποία θα τοποθετήσει και πάλι τον άνθρωπο σε δημιουργική τροχιά αναζήτησης και αυτοπραγμάτωσης.

– Θα φανταζόσασταν στο σανίδι τη νέα σας ποιητική σας συλλογή «Φώτα στη διαπασών»; Χαίρομαι να πω ότι υπάρχει ήδη μία πρόταση για μεταφορά της στη σκηνή, η οποία τιμά ιδιαιτέρως τη γραφή μου. Περισσότερα, όμως, δεν μπορώ να πω σε αυτό το στάδιο. Οπωσδήποτε είναι πάντα μια όμορφη, δημιουργική  πρόκληση η συνύπαρξη των τεχνών. Κάτι που επιχειρήσαμε φέτος τον Απρίλιο και στο 1ο Διεθνές Φεστιβάλ Ποίησης Λάρνακας.