Ο ΠΙΕΡΗΣ ΠΑΝΑΓΗ θυμάται, εν είδει αποχαιρετισμού, μια απρόσμενη συνάντησή του με τη γυναίκα που χαρακτηρίστηκε «ζωντανή Καρυάτιδα», σε ένα διαμέρισμα, κάτω απ’ την Ακρόπολη.
Άκουγε κλασική μουσική. Στον τοίχο, τρία πόστερ απ’ την εποχή της ακμής της, με φωτογραφίες δικές της -μάλλον, ήταν εκείνες του Διαμαντόπουλου, o οποίος την απαθανάτισε να χορεύει σαν Δερβίσης. Καθόταν μπροστά απ’ το παράθυρο. Έξω είχανε ξεκινήσει τα πρωτοβρόχια…. Στα χέρια της κρατούσε ένα πρόγραμμα από μια παράστασή της με εξώφυλλο ένα δωρικό γκρο. Φορούσε πιτζάμες στο χρώμα της ζάχαρης και στα πόδια ροζ κάλτσες. Τα 90 χρόνια της ζωής, αποτυπωμένα ξεκάθαρα πάνω της. Το μόνο απαράλλακτο ήταν εκείνα τα υγρά, μαύρα μάτια της, σαν καλοκαιρινές νύχτες χωρίς φεγγάρι. Ίδιο και εκείνο το βαθιά μυστηριώδες, εκφραστικό της βλέμμα. Η ζωντανή Καρυάτιδα, ολοζώντανη μπροστά μου. Σκέφτομαι, πως ονειρεύομαι. Όχι, όχι κλισέ… Δεν της ταιριάζουν. Γιατί κανένα κλισέ, καμιά κοινοτοπία δεν έζησε στα 90 και κάτι χρόνια της ζωής της. Ήταν η ηθοποιός των ηθοποιών, αυτή «που έμοιαζε με άγριο περήφανο άλογο», όπως είπε ο Μετζικώφ, η «σπουδαιότερη ηθοποιός του κόσμου», σύμφωνα με τον Φελίνι, που είχε παίξει στα σπουδαιότερα θέατρα του κόσμου.
Με παίρνει απ’ το χέρι και με οδηγεί μπροστά από ένα πίνακα. Απεικονίζει την ίδια. Ντυμένη με παραδοσιακή στολή της Πελοποννήσου. Όλη η Μεσόγειος στο πρόσωπό της. Με τον δείκτη, δείχνει τον πίνακα κι έπειτα χτυπά το στήθος της. Η γυναίκα που βλέπω απέναντί μου είναι η γυναίκα του πορτρέτου. Είναι η Ρηνούλα Λελέκου απ’ το Χιλιομόδι Κορινθίας, η διεθνής Αϊρίν Πάπας, η 13η Ελληνίδα θεά. Αυτή που έφτιαξε με μαεστρία την «Ηλέκτρα», την Ελένη στις «Τρωάδες», τη γυναίκα του Λαμπράκη στο «Ζ», που υπήρξε η Μαρία στα «Κανόνια του Ναβαρόνε», η μαυροφορεμένη χήρα στον «Ζορμπά», η Δροσούλα στο «Μαντολίνο του Λοχαγού Καρέλι» και τόσες ακόμη. «O κόσμος βρήκε μια πρωταγωνίστρια που σα να ‘χε έρθει από την αρχαϊκή πομπή των Παναθηναίων, να κουβαλούσε τη δύναμη και τη λιτότητα μιας Σπαρτιάτισσας κόρης, να ‘χε την αυστηρότητα και την μεγαλοπρέπεια μιας Ρωμαίας Εστιάδας, βάθος και πολυπλοκότητα Βυζαντινής πριγκίπισσας, μιας Ισπανίδας παθιασμένης δόνας, μιας Αργεντίνας όλο καθήκον αγωνίστριας…», είχε γράψει η Αλεξάνδρα Τσόλκα, χρόνια πριν. Είχε σταθεί περισσότερες από 80 φορές απέναντι από την κάμερα σε διεθνείς παραγωγές, αριθμός ταινιών – ρεκόρ για Ελληνίδα ηθοποιό. Τρεις από τις ταινίες στις οποίες η Ειρήνη Παπά πρωταγωνιστεί προτείνονται για Όσκαρ Ξενόγλωσσης Ταινίας, με τη γαλλόφωνη «Ζ» του Κώστα Γαβρά να το κατακτά, ενώ υποψήφιες υπήρξαν επίσης και δύο ελληνικές ταινίες, μεταφορές στη μεγάλη οθόνη αρχαίων τραγωδιών, η «Ηλέκτρα» και η «Ιφιγένεια» με τη σκηνοθετική υπογραφή του Μιχάλη Κακογιάννη. Η Παπά, μας έδωσε ρόλους όπου κάθε ερμηνεία ήταν ενσάρκωση, από αόρατα υλικά. Κάθε τραγούδι και μονόλογος. Σαν ηφαίστειο, υποκριτικής και ερωτισμού. Σαν ηφαίστειο που ξυπνά. Σε κάθε ερμηνεία.
Μου χαϊδεύει τα μαλλιά και ξεκινά να μουρμουρίζει τη μελωδία απ’ το «Σε αγαπώ, γιατί είσαι ωραία»… Βάζει το χέρι της στον ώμο μου και ξεκινάμε να χορεύουμε. Πιο γρήγορα, όλο και πιο γρήγορα. Έξω συνεχίζει να βρέχει.
*Το κείμενο γράφτηκε με μουσική υπόκρουση το «Rapsodies» των Irene Papas & Vangelis.
Ελεύθερα, 18.9.2022.