Ηλίας Κωσταντίνου, «Ανέκδοτα Ποιήματα», εκδόσεις Βακχικόν, 2022.

Ο σημαντικός Κύπριος ποιητής Ηλίας Κωσταντίνου, (1957-1995) έστω και με τριάντα χρόνια καθυστέρηση, σταδιακά αλλά επάξια, καταλαμβάνει τη θέση που του αρμόζει και του αναλογεί στα κυπριακά γράμματα. Κι αυτό χάρις στις άοκνες προσπάθειες του πανεπιστημιακού Λευτέρη Παπαλεοντίου, όπως και των φίλων και μελών της οικογένειας του. Το 2020 επανακυκλοφόρησαν όλα μαζί τα εκδομένα έργα του Η.Κ., σε ένα ενιαίο τόμο που παρουσιάστηκε από τη στήλη μας στις 11 Ιουλίου 2021. Το 2022 κυκλοφόρησε και ο δεύτερος τόμος με τα ανέκδοτα ποιήματα, πάντα σε επιμέλεια Λ. Παπαλεοντίου. Αυτό τον τόμο θα επιχειρήσω να παρουσιάσω στη συνέχεια.

Αρχικά να πω ότι συμφωνώ πλήρως με τον επιμελητή της έκδοσης πως τα ποιήματα αυτά «δεν είναι καθόλου κατώτερα» από τα εκδομένα. (σελ. 221) Πιστεύω πως με την προσθήκη αυτού του τόμου το ποιητικό σύμπαν του Η.Κ. δεν αλλοιώνεται ποσώς. Αντιθέτως, καθίσταται πιο πλήρες, πιο ευκρινές και πιο ολοκληρωμένο. Οι αξιολογικές επισημάνσεις, οι αισθητικές παρατηρήσεις, η ποιητολογική αποτίμηση, συνολικά ό,τι ισχύει για το εκδομένο ισχύει και για το μέχρι πρότινος ανέκδοτο έργο του. Οι στοχεύσεις είναι οι ίδιες, δηλαδή της ίδιας υφής. Ταυτόσημες είναι και οι επιτυχίες – κατακτήσεις του ποιητή και στη μια και στην άλλη περίπτωση.

Ο τόμος περιλαμβάνει πάνω από εκατό ποιήματα που γράφτηκαν την περίοδο 1985-1993 και δεν δημοσιεύτηκαν ποτέ. Το ενδεχόμενο να υπάρχουν και άλλα ποιήματα του Η.Κ. που λανθάνουν δεν μπορεί να αποκλειστεί. Η έρευνα δεν σταματά ποτέ. Εξάλλου, ολοένα και νεότεροι κριτικοί-μελετητές της κυπριακής λογοτεχνίας αρχίζουν να ενδιατρίβουν στο έργο του. Το γεγονός αυτό είναι παρήγορο μα και ελπιδοφόρο.

Αρχίζω με την ερωτική ποίηση του Η.Κ. Ο ποιητής υμνωδεί την ερωτική αντιστοιχία, αρμονία, ισορροπία μεταξύ πνεύματος και σώματος. Ουδέποτε προσεγγίζει τον έρωτα με πλατωνική, ιδεαλιστική διάθεση. Από την άλλη δεν τον εκχυδαΐζει κιόλας υποβιβάζοντας τον στα ζωώδη ένστικτα της σάρκας. Ισορροπεί κι είναι περήφανος γι’ αυτή του την ισορροπία. Εξού και την διαλαλεί ευκρινώς: «Όσο ψηλά ανεβαίνουν τα λόγια μου / τόσο χαμηλά κατεβαίνει το στόμα μου / και το σώμα μου / επιμένει στο σώμα σου…». (σελ. 14)

Από την άλλη, ουδέποτε αποκρύβει την ομοφυλοφιλική του φύση, ουδέποτε αναφέρεται σε αυτήν έμμεσα ή περιφραστικά. Οι συναφείς αναφορές του είναι σαφείς, ειλικρινείς, εξομολογητικές και ευθύβολες. Την ίδια ώρα, συνειδητοποιεί πλήρως το κοινωνικό κόστος που επωμίζεται τόσο ο ίδιος όσο και εκείνοι που αγαπά, η οικογένεια, οι φίλοι και άλλοι: «Κάθε φορά που μπαίνω στη αγκάλη σου / η δίνη δύο αντρών – μαζί / σκοτώνει τους γονιούς μας». (σελ. 15)

Θεωρώ τα ανέκδοτα ποιήματα του Η.Κ. πιο αθυρόστομα, πιο εύτολμα, πιο «βλάσφημα» από τα εκδομένα. Ο ποιητής βγάζει κοροϊδευτικά τη γλώσσα έξω προς τους πάντες. Ίσως για τούτο κάποια από αυτά τα ποιήματα τουλάχιστον δεν είδαν το φως της δημοσιότητας ενόσω ζούσε, ίσως για λογούς ενστικτώδους αυτοπροστασίας: «Μέλι στο στόμα – γύρεψε / τους σκοτεινούς λόγους του σώματος / και φέρε τους, με λέξεις καυλωμένες, έξω στο φως / και είναι, λέω, δυνατόν να μοιάζουν τα αντίθετα με μέλι / με τη λέξη / την αφή / και μεταξύ τους. Ελπιδοφόρο μήνυμα – η ηδονή / και μνήμη μου ιστορική / κι εσύ καράβι της φωνής / γίνε φωτιά – και κάψε την αναστολή…». (σελ. 78)

Περνώ τώρα στην υπαρξιακή θεματική του Η.Κ. Θα έλεγα ότι η υπαρξιακή αγωνία του ποιητή είναι πιο έκδηλη στα ανέκδοτα παρά στα εκδομένα έργα του. Ίσως γιατί προφύλασσε τον εαυτό του από αυτά που τον καθιστούσαν πιο ευάλωτο. Στο απόσπασμα που ακολουθεί διαπομπεύει ταυτόχρονα και την έννοια της αθανασίας: «Θέλω να πεθάνω. / Πάντα θέλω να πεθάνω. / Και θα ζω. / Και ζω. / Και όσο ζω, θα κτίζω / το δικό μου μαυσωλείο». (σελ. 18)

Ο ποιητής εξερευνά τον εαυτό του και μαζί όλη την ανθρώπινη φύση. Έτσι οι στίχοι του είναι την ίδια ώρα αυτοαναφορικοί και οικουμενικοί. Η ενδοσκόπηση απολήγει σε πανανθρώπινη επισκόπηση: «Νιώθω ένα αγόρι / μέσα στον ευκάλυπτο κήπο / γύρω από δέντρα φυτεμένα στη γραμμή αρμονικά / να πετά / και να φοβάται / και να πεθαίνει / και να γεννιέται / επειδή έχουν λέει σημασία / και πολλή μοναξιά / των ανθρώπων τα σώματα / και η αγκάλη τους». (σελ. 40)

Ανεξαρτήτως θεματικής, ο Η.Κ. είναι ένας ποιητής ωμός, κυνικός, σκληρός, σφόδρα επικριτικός, χλευαστής και είρωνας με πικρό και καυστικό χιούμορ. Από αυτό τον κανόνα δεν ξεφεύγουν ούτε οι ποιητολογικές αναφορές του: «Γράφω αυτά που θέλω ν’ ακούσω. / ‘Αυτά θέλω να πω’. / Άλλοτε, γράφω αυτό που θέλω  να δω / κι άλλοτε αυτό που θέλω να γίνω… / – δύσκολη δουλειά η ποιητική – / …να περπατάς μες στα σκατά και να πουλάς μυρωδικά…». (σελ. 50)

Καταλήγω με το ό,τι ο Η.Κ. θέλει να είναι, διεκδικεί να είναι ένας επαναστάτης ποιητής, ένας ριζοσπάστης, ρηξικέλευθος και ανατρεπτικός. Επιτυγχάνει συχνά αυτή τη στόχευσή του, φτύνει κατάμουτρα την αποτρόπαια  καθεστηκυία τάξη, την αποκαλύπτει, την ξεμπροστιάζει, για να το πω όσο πιο λαϊκά γίνεται: «Δεν δέχομαι την ευτελή γνωμάτευση της διοικούσας τάξης / εσάπισεν η μύξα της πάνω στα κόκαλά μου / θέλω να γίνει αλλαγή, να καταρρεύσει ο αλαζόνας κύκλος των ηθικών / που απανθρωπούν το σάβανο-σεμνό και ομοιόμορφα όλους θα μας τυλίξει / να πάρει και ο σατανάς τη δίκαια πληρωμή του…». (σελ. 131)