Η συγγραφέας Σοφία Νικολαΐδου μπήκε στα κλειστά δωμάτια νέων, άκουσε τις ιστορίες τους και άνοιξε τα μάτια της για να δει καλύτερα. Το βιβλίο της «Δικά μας παιδιά» είναι μια ιστορία για ένα ραπ συγκρότημα, για τα όνειρα που παίρνουν εκδίκηση, για τα παιδιά που έσωσε η μουσική.

Ποιο ήταν το ζητούμενο όταν αρχίσατε την έρευνα για το νέο σας μυθιστόρημα «Δικά μας παιδιά»;  Όλα ξεκίνησαν όταν κατάλαβα ότι δεν καταλαβαίνω. Αυτό που έβλεπα γύρω μου, στα σχολεία, στις σχολές, στα πάρκα, η μουσική που ακουγόταν απ’ τα κινητά, χρειαζόταν υποτιτλισμό και επεξήγηση. Και ήθελα να καταλάβω. Όχι μόνο γιατί έχω κι εγώ παιδί, όχι μόνο γιατί αυτή είναι η δουλειά μου κι έχω περάσει τη μισή μου ζωή σε σχολεία και σε σχολές, αλλά γιατί αυτό που συμβαίνει εδώ, τώρα, μπροστά στα έκπληκτα μάτια μας, είναι πως τα παιδιά της δικής μου γενιάς μεγάλωσαν. Κι εμείς μεγαλώσαμε. Και τώρα ετοιμαζόμαστε να παραδώσουμε τη σκυτάλη σε μια νέα γενιά που βρίζουμε και ταυτόχρονα αγαπάμε. Γιατί είναι δικά μας παιδιά – κι ας μην τα καταλαβαίνουμε. Έκανα λοιπόν ένα βήμα πίσω. Προσπάθησα να δω τη μεγάλη εικόνα. Δεν ήταν εύκολο. Κι έτσι έκανα αυτό που κάνω πάντα: Έρευνα.

Τι περιλάμβανε η έρευνά σας; Μίλησα με τα παιδιά. Μπήκα στα κλειστά δωμάτιά τους, στα δωμάτια που είχαν απαγορευτικό. Και μερικά μου άνοιξαν τους υπολογιστές και τα κινητά τους. Μου είπαν τις ιστορίες τους. Κι εγώ παρατηρούσα όσα δεν λέγονται. Αυτά που ούτε κι εμείς θα λέγαμε ποτέ, αν μας ρωτούσαν. Τη δική μου γενιά, τη γενιά των παιδιών που μεγάλωσαν πια, τη γενιά των ανθρώπων που πίστεψαν πως θα τα κάνουν όλα αλλιώς αλλά βρέθηκαν να λένε τις ίδιες ατάκες με τους δικούς τους γονείς, την ξέρω κάπως καλύτερα. Είναι οι φίλες μου, είναι οι παλιοί συμμαθητές και οι συνάδελφοι. Μισός αιώνας ζωή – γνωριζόμαστε πια. Άνοιξα τα μάτια μου για να δω καλύτερα. Πέταξα τις βεβαιότητές μου στα σκουπίδια.

Πόσο δύσκολο ήταν να εισχωρήσετε στον ψυχισμό της νέας γενιάς; Ας πούμε ότι δεν ήταν εύκολο (γελάει). Βοήθησαν όμως τα παιδιά. Άκουσα πολύ προσεκτικά τις ιστορίες τους. Ξέρετε, σε ένα μεγάλο τραπέζι, ο συγγραφέας δεν είναι συνήθως αυτός που μιλάει. Είναι αυτός που ακούει.

Η μουσική έδωσε μια διέξοδο στους νέους, στα αδιέξοδα του σύγχρονου τρόπου ζωής; Νομίζω πως η μουσική είναι πάντα ο κώδικας. Έτσι δεν γινόταν και στη δική μας γενιά; Και σε κάθε γενιά, αν κοιτάξει πίσω κανείς. Δεν θυμόμαστε όλες και όλοι κάποια στιγμή που είχαμε ζοριστεί ανυπόφορα και η μουσική, οι στίχοι ενός τραγουδιού μάς στήριξαν, μας έδωσαν το κλειδί; Αυτή δεν είναι η μαγεία και η δύναμη της τέχνης;

Το βιβλίο δημιουργεί μια γέφυρα ανάμεσα στους γονείς και τους νέους; Έτσι θέλω να ελπίζω. Αυτό δεν είναι πάντα το ζητούμενο;

Ποια είναι τα πιο σημαντικά στοιχεία που αναδεικνύετε μέσα από τις ιστορίες των νέων παιδιών; Την αλήθεια τους. Γι’ αυτό θα χρησιμοποιήσω τις φράσεις ενός νεαρού αναγνώστη: «Ως παιδί που είχα κλειστή την πόρτα του δωματίου μου μπορώ να πω ότι θα ήθελα κάποιος, κάπου, κάποτε, να ανοίξει αυτή την πόρτα –έστω και με το ζόρι– και να δει το τι είμαστε, το πώς σκεφτόμαστε… Και νομίζω ότι ευτυχώς αυτό έγινε».

Δικά μας παιδιά

Εκδ. Μεταίχμιο

Σελ. 352

Τιμή €15,93