Η μεγαλύτερη φιλοδοξία της Στέλας Φυρογένη είναι να παραμείνει ζωντανή.

Επιστρέφει στον ΘΟΚ μετά από πέντε χρόνια κι αυτό ήταν το μεγαλύτερο διάστημα απουσίας της από την κρατική σκηνή από το 1995 που πρωτοεμφανίστηκε. Η Στέλα Φυρογένη διάγει μια διαφορετική περίοδο στην καλλιτεχνική της πορεία, ωστόσο καλείται και πάλι να επεξεργαστεί τα κίνητρά της ώστε ν’ ανταπεξέλθει σε έναν ρόλο- ογκόλιθο, αυτόν της Ιοκάστης στις Φοίνισσες. Συνοδοιπόρος της είναι πάντα η αμφιβολία και παραδέχεται ότι συχνά διερωτάται αν έχει νόημα αυτό που κάνει ή αν της διαφεύγει κάτι, σε μια εποχή που έχουμε όλοι πλέον γίνει ηθοποιοί και σκηνοθέτες του εαυτού μας. Στη συνέντευξη που ακολουθεί καταθέτει όσα την προβληματίζουν και όσα την κάνουν να φρίττει σ’ αυτό το στάδιο της ζωής της.

Ποιος είναι ο προβληματισμός που αβίαστα προκύπτει από αυτό το έργο; Ότι προερχόμαστε από πολέμους κι είμαστε συνέχεια έτοιμοι για πόλεμο. Μα, τι κωλόσογο είμαστε! Και δεν μιλάω για τους Λαβδακίδες, αλλά γενικότερα για το ανθρωπινό είδος. Τους τελευταίους μήνες άρχισα να ψάχνω ακόμη πιο συνειδητά και επισταμένα τι ακριβώς συμβαίνει κοντά μας κι εννοώ στην Παλαιστίνη. Το ένα είναι το φρικτό κομμάτι, να βλέπεις να σφάζεται και να τραβάει τα πάνδεινα το ανθρώπινο πλάσμα. Και το άλλο κομμάτι είναι ότι υπάρχει και «σχολή σκέψης» που ανερυθρίαστα και χωρίς να δέχεται ούτε νύξη κριτικής, ηθικολογεί από πάνω για να δικαιολογήσει και να ξεπλύνει τον όλεθρο, έτοιμο να φορέσει την ταμπέλα του «αντισημίτη» σε όποιον ζητά τα αυτονόητα, δηλαδή κατάπαυση πυρός. Βλέπεις τις απόψεις κάποιων και διερωτάσαι: σε τι κόσμο ζούμε επιτέλους;

Πού να είχες και μέσα κοινωνικής δικτύωσης… Το μόνο που έχω είναι ένα instagram που έκανα πρόσφατα, ανάρτησα πέντε φωτογραφίες κι έμεινε εκεί. Σε κάθε περίπτωση, όση προπαγάνδα κι αν έχει επιστρατευτεί, αυτό που συμβαίνει είναι δύσκολο να σκεπαστεί. Η φρίκη και η τοξικότητα πάντα βρίσκει τρόπο να σε φτάσει. Δεν ζω σε σπηλιά. Αυτά είναι που με απασχολούν. Καλή η Ιοκάστη και το θέατρο, είναι μια φωνή, μια πρόταση. Αλλά τις περισσότερες ώρες διερωτώμαι αν έχει νόημα όλο αυτό.

Διερωτάσαι αν έχει νόημα αυτό στο οποίο αφιέρωσες τη ζωή σου; Έτσι κι αλλιώς η συγκεκριμένη δουλειά βαδίζει χέρι- χέρι με την αμφιβολία, τον υπαρξιακό προβηματισμό. Ναι, συχνά φτάνεις στο σημείο να σκέφτεσαι αν αξίζει τον κόπο. Υπάρχουν ένα σωρό παράγοντες που διαμορφώνουν αυτή την αγωνία κι αυτό το κενό. Αν είσαι γεμάτος βεβαιότητες, δεν κάνεις για ηθοποιός. Θέτεις ερωτήματα και δοκιμασίες στον εαυτό σου. Οι Φοίνισσες ασκούν κριτική στην εξουσία και μιλούν για τις ανθρώπινες σχέσεις, την αδικία, τις επιλογές μας στον κοινό και τον δημόσιο βίο. Βεβαίως και είναι ένα έργο με νόημα. Αλλά μερικές φορές χρειάζεσαι βοήθεια για να ξαναβρείς τον στόχο.

Ποια είναι η Ιοκάστη που ενσαρκώνεις; Ο Ευριπίδης παρουσιάζει μια Ιοκάστη διαφορετική από αυτή που ξέρουμε από τον Σοφοκλή. Έχει περάσει όλη τη φρίκη, έχει συνειδητοποιήσει ότι ζευγάρωσε με το χαμένο της παιδί, το οποίο σκότωσε τον πατέρα του. Πώς αντέχει ένας άνθρωπος να ζει μετά από μια τέτοια αποκάλυψη; Σε άλλες περιπτώσεις αφαιρεί η ίδια τη ζωή της και δηλώνει ξεκάθαρα ότι, σε ανθρώπινο επίπεδο, αυτό δεν αντέχεται. Ο Ευριπίδης παρουσιάζει μια Ιοκάστη που το άντεξε. Έπρεπε να βρω το κέντρο βάρους αυτού του χαρακτήρα κι αυτό το σημείο ήταν που με δυσκόλεψε περισσότερο. Επικεντρώνεται στη μητρική της ιδιότητα. Κύριο μέλημα είναι τα παιδιά της και κατ’ επέκταση η πόλη, η πατρίδα. Ο λόγος της είναι απόλυτα πολιτικός. Υπεραμύνεται της ισονομίας και βρίσκει έναν ρόλο για να πορευτεί, που είναι η προστασία της ζωής.

Πώς κυλούν οι πρόβες; Με επιμονή, ακόμα και με χιούμορ. Για μένα είναι καθοριστικό πια να λειτουργώ σ’ ένα περιβάλλον όπου μπορώ να συνεννοούμαι με τους ανθρώπους. Στην πορεία της δουλειάς ανά πάσα στιγμή μπορεί να χρειαστεί να συμβιβαστείς. Και είναι λογικό- δεν ταιριάζουμε όλοι με όλους. Αλλά αυτή είναι από εκείνες τις υπέροχες φορές που είμαστε μία καλή παρέα κι έχουμε πραγματικά ωραία επαφή και επικοινωνία μεταξύ μας. Υπάρχει μια ροή. Έχουμε και μια σκηνοθέτρια με γνώσεις και καλλιέργεια.

Τι ζητάει από εσάς η Μαγδαλένα Ζήρα; Θέλει να υπάρξουμε σε ανθρώπινο επίπεδο, χωρίς μεγαλοστομίες. Δεν επιδιώκει να επιβάλει μια κακώς εννοούμενη φόρμα και μόνο. Ζητά από εμάς να είμαστε κανονικοί άνθρωποι που αισθανόμαστε και αντιδρούμε σε ερεθίσματα, που έχουμε τα «θέλω» μας και κινούμαστε προς αυτά. Ταυτόχρονα, χρησιμοποιεί μια μετάφραση που είναι διαφορετικής κατεύθυνσης. Αυτό κάνει τον συνδυασμό δύσκολο, αλλά ενδιαφέρων στην εξερεύνησή του. Ίσως τελικά να μας βοηθάει ακόμα περισσότερο, γιατί αναγκαζόμαστε να ψάξουμε κι άλλο τα λόγια, ώστε να μπορούμε να διακρίνουμε το βάθος πεδίου που υπάρχει από κάτω, πόσες ερμηνείες χωράνε σε μία φράση.

© Παύλος Βρυωνίδης

Τα ανθρώπινα δεινά είναι ζήτημα ευθύνης ή προδιαγεγραμμένης μοίρας; Ο Ευριπίδης τοποθετεί τα πράγματα με τρόπο που κάνει τον θεατή να αναρωτιέται και όχι να καταλήγει. Δεν υπάρχει μοιρολατρεία στο έργο. Είναι ο μόνιμος αγώνας του ανθρώπου. Κάποιες φορές εναποθέτουμε τις ελπίδες μας -και άρα και την ευθύνη για τη ζωή μας- κάπου αλλού, πέραν του εαυτού μας. Το ζήτημα είναι να μπορέσεις να βρεις τρόπο να συνδυάσεις αυτές τις σκέψεις. Υπάρχουν τρόποι για να πελαγοδρομήσουμε προσπαθώντας να ορίσουμε την ύπαρξή μας. Υπάρχει πάντα ένα ερωτηματικό, αν τελικά είναι όλα στα χέρια μας. Είμαστε ανθρώπινα όντα, έτσι κι αλλιώς όλα αυτά τα στοχαζόμαστε κατά πώς μας συμφέρει. Δεν νομίζω, πάντως, ακόμη κι αν πιστεύει απόλυτα κανείς ότι όλα είναι προδιαγεγραμμένα, ότι αυτό τον οδηγεί απαραίτητα στην πλήρη ακινησία. Όσο υπάρχει συνείδηση, υπάρχει ροή.

Όταν μετά από μακρά πορεία στο θέατρο και το σινεμά δέχτηκες να παίξεις στην τηλεόραση, πολλοί είπαν ότι «έπεσε ένα κάστρο». Πώς το αποφάσισες; Αποφάσισα να… επιβιώσω. Ήταν προφανώς η κατάλληλη στιγμή να ασχοληθώ μ’ ένα μέσο το οποίο δεν υπήρχε στη ζωή μου, ακριβώς επειδή το θέατρο καταλάμβανε όλη μου την ενέργεια. Δεν ήταν ότι απέρριπτα το μέσο. Αλλά, όταν είσαι τόσο απορροφημένος στο σανίδι δεν υπάρχει περιθώριο για τηλεόραση.

Πώς βλέπεις τη σημερινή κατάσταση πραγμάτων στον ΘΟΚ και το κυπριακό θέατρο; Δεν έχω μεγάλη απόσταση ώστε να μου κάνει κάτι εντύπωση. Θα έλεγα ότι δεν έχουν αλλάξει πολλά. Ο κόσμος που παλεύει πάντα και γουστάρει να κάνει θέατρο συνεχίζει να προσπαθεί. Έμψυχο δυναμικό υπάρχει, άρα κόντρα στις αντιξοότητες υπάρχει και αποτέλεσμα. Αυτό που δεν έχω καταλάβει είναι γιατί κάθε φορά κατεβάζουμε τα βρακιά μας για να πάμε στο Φεστιβάλ Επιδαύρου. Αν θεωρούμε ότι η δουλειά μας είναι άξια, μπορούμε να τη δείξουμε οπουδήποτε. Και δεν εννοώ να τρέχουμε στις Αυστραλίες με απομιμήσεις παλιών ελληνικών ταινιών που δεν έχουν καν κάποιο μήνυμα της προκοπής.  

Το θέατρο σ’ ενδιαφέρει σήμερα το ίδιο; Το ενδιαφέρον μου δεν έχει μειωθεί. Απλώς, όσο περνάει ο καιρός νιώθω όλο και περισσότερο την ανάγκη αυτό που κάνω να έχει κάποιο νόημα. 

Νόημα για σένα; Καταρχήν για μένα. Όχι για να διαχειριστώ τα όποια ψυχολογικά μου προβλήματα. Αλλά για να κάνω κάτι που θα νιώσω ότι έχει κάτι να πει, ότι έχει βάλει έναν άνθρωπο στη διαδικασία να σκεφτεί, να μείνει λίγη ώρα παραπάνω μακριά από το τηλέφωνό του. Να ξοδέψει λίγο χρόνο σκεπτόμενος κάτι που είδε, τον ερέθισε, τον προβλημάτισε, τον έκανε να απορήσει.

Ένιωσες κάποια στιγμή ότι θα έπρεπε να κάνεις κάτι άλλο; Ναι, τέτοιες σκέψεις -ή συναισθήματα- μπαινοβγαίνουν συνέχεια στο σύμπαν μου, σε όλη τη διάρκεια της ενασχόλησής μου μ’ αυτή τη δουλειά. Πάντα αισθανόμουν αλεξιπτωτίστρια σ’ αυτή τη δουλειά. Όχι ακριβώς σαν να βρίσκομαι στη λάθος θέση, αλλά σαν να μου διαφεύγει κάτι. Πάντα ήταν υπό αμφισβήτηση αυτή η επιλογή. Κάποτε σκέφτομαι ότι το ιδεατό θα ήταν να είχα μια άλλη δουλειά από την οποία να ζω και το θέατρο να ήταν κάτι που κάνω επιλεκτικά. Αυτή τη στιγμή είναι βιοπορισμός, οπότε δεν έχω τη δυνατότητα της επιλογής. Θα προτιμούσα να ήταν κάτι από το οποίο δεν θα διακυβευόταν τίποτε άλλο εκτός από τη δική μου σχέση μ’ αυτό. 

© Παύλος Βρυωνίδης

Λες ότι πολλούς ρόλους που έπαιξες τους έπαιξες μόνο για λόγους βιοπορισμού; Όχι. Όταν κάνεις αυτή τη δουλειά και την αγαπάς πραγματικά, οφείλεις να βρεις κίνητρο. Για να μπορώ να το κάνω εξαναγκάζω τον εαυτό μου να βρει αγάπη, έμπνευση για τον ρόλο. Ακόμα και στις δύσκολες περιπτώσεις και συνθήκες, ακόμα κι αν κάτι με την πρώτη ματιά δεν ήταν επιθυμητό ή ταιριαστό, πάντα βρίσκω τη σχέση μου μ’ αυτό. Βρίσκω κάτι να πιαστώ: μια ατάκα, μια οδηγία, ένα κοστούμι, ένα βλέμμα, μια αντίδραση θεατή. Δεν είναι ποτέ αγγαρεία το θέατρο.

Το θέατρο έχει γίνει είδος πολυτελείας; Από τι κινδυνεύει; Δεν ξέρω αν έχει χάσει τη σημαντικότητά του, πάντως θεωρώ ότι παλιότερα υπήρχε και μία εντός εισαγωγικών «αίγλη», σ’ αυτή τη δουλειά, ένας κόσμος λίγο πιο λαμπερός. Καταρχάς, έχουμε όλοι πλέον γίνει ηθοποιοί και σκηνοθέτες του εαυτού μας. Έχουμε εξοικειωθεί απόλυτα με την εικόνα μας. Όταν ήμουν παιδάκι, στο σπίτι μας δεν υπήρχε καν φωτογραφική μηχανή. Σήμερα έχεις δικαίωμα να βγάλεις τον εαυτό σου, να τον σβήσεις, να του δώσεις άλλα χαρακτηριστικά και να τον πλασάρεις όπως θες. Όλο αυτό έχει γεφυρώσει λίγο την απόσταση του «καθημερινού ανθρώπου» και του δημόσια εκτεθειμένου, που δουλεύει στην τηλεόραση, το θέατρο, το σινεμά κ.λπ. 

Έχουμε γίνει λίγο όλοι «ηθοποιοί»; Ναι. Κι αυτό μειώνει την όποια απόσταση. Έχει ως αποτέλεσμα μια απομυθοποίηση, αλλά και μια μυθοποίηση. Είναι η μυθοποίηση του εαυτού μας και του άλλου απέναντί μας. Πλέον δεν πηγαίνουμε στο θέατρο μόνο για να δούμε έναν καλό ηθοποιό, αλλά να εισπράξουμε ταυτόχρονα όλο το κατασκεύασμα που υπάρχει γύρω απ’ αυτόν, τη δημόσια παρουσία του. Συχνά, οι θεατρόφιλοι είναι πρώτα followers. Αυτό δεν μειώνει απαραίτητα την αξία οποιουδήποτε κάνει καλά τη δουλειά του και μπορεί και να χειρίζεται εξίσου καλά κι αυτό το κομμάτι. Λέω μόνο ότι πλέον περνάει μέσα απ’ όλο αυτό. 

Έχει αλλάξει και η όλη η εμπειρία της θέασης; Ναι, επειδή ακριβώς είναι εύκολη η κατασκευή της εικόνας και η υπερβολή της. Εγώ ως θεατής αυτό που κυνηγώ και μ’ ενδιαφέρει είναι το απλό και το «αληθινό». Έχω ανάγκη από μίαν ευθύτητα. Δεν θέλω πολλές φιοριτούρες πια, μ’ αρέσει μια προσγείωση στο εδώ και τώρα. Αυτό δεν σημαίνει ότι απορρίπτω τη μαγεία του θέατρου, αλλά έτσι κι αλλιώς αυτό ήταν το κύριο στοιχείο που πάντα με προσέλκυε. Έχω μεγάλη ανάγκη από αλήθεια. Όπως κι αν ερμηνεύεται αυτό.

Τι είναι αλήθεια και τι είναι αληθινό, στη ζωή και το θέατρο; Αυτό είναι αντικείμενο εξερεύνησης. Δεν έχω απαραίτητα απάντηση. Είναι μια τεράστια κουβέντα τι είναι αληθινό στο θέατρο κι όταν με απασχολεί διαπιστώνω ότι είναι δύσκολο να το περιγράψω. Συνήθως αναγνωρίζεις την απουσία του. Για μας τους ηθοποιούς, που είμαστε αφενός εκπαιδευμένοι και αφετέρου βρισκόμαστε συχνά τόσο στη σκηνή όσο και στις καρέκλες των θεατών, με τα χρόνια είναι όλο και πιο δύσκολο να συγκινηθούμε. Είναι ενδιαφέρον να βλέπεις πώς γίνονται οι κύκλοι. Διαπιστώνω ότι περνάμε πάλι από το σημείο του εύπεπτου, του εύκολου. 

Η ποιότητα είναι κάτι αφηρημένο ή χειροπιαστό; Εδώ έχουμε πρόβλημα ακόμη και να την καθορίσουμε. Αν ρωτήσεις «τι είναι ποιότητα» το πρώτο που μου έρχεται στο μυαλό είναι ένα κομμάτι που άκουσα πριν από κάποιους μήνες, το «Hi Ren» του Ren Gill. Περιέχει αλήθεια, προσωπικό βίωμα, υψηλή αισθητική και προβληματισμό σε βάθος, ύψος, πλάτος. Μου έφερε δάκρυα στα μάτια και μ’ έκανε χαίρομαι που ζω και το ακούω. Αν το ακούσει κάποιος άλλος, όμως, μπορεί να πει «τι είναι αυτό τώρα;» 

Μπορεί να είναι ποιοτικό κάτι που προκύπτει εύκολα και άκοπα; Ναι, γιατί όχι; O Μότσαρτ συνέθετε από τα έξι του χρόνια. Για μερικούς είναι πιο εύκολο. Συνήθως, όμως, κάτι φαίνεται εύκολο και ψωμοτύρι, αλλά είναι αποτέλεσμα μακροχρόνιας εξάσκησης. Πέρα από τις μεμονωμένες περιπτώσεις, η ποιότητα θέλει αγάπη, ανησυχία, βάσανο και να εξυπηρετεί την ανάγκη της δημιουργικότητας και της προσωπικής έκφρασης. Επειδή ακριβώς πρέπει να ζούμε κιόλας από αυτή τη δουλειά, κάποιες φορές πλασάρουμε το εύκολο ως ποιότητα για να είμαστε καλυμμένοι από όλες τις πλευρές, ενώ ουσιαστικά επαναλαμβανόμαστε.

© Παύλος Βρυωνίδης

Ποιο ερώτημα βρίσκεις το πιο βασανιστικό; Βασανιστικά ερωτήματα υπάρχουν πολλά και πρέπει να διαλέξω. Νομίζω ότι το κύριο και βασανιστικότερο για όλους, ακόμα και για όσους δεν το συνειδητοποιούν, είναι το υπαρξιακό. Και συνήθως εστιάζει στο κομμάτι του θανάτου. Πολλά φρικτά που συμβαίνουν γύρω μας έχουν να κάνουν μ’ αυτό. Κι ένα άλλο πραγματικά βασανιστικό ερώτημα είναι το μέχρι πού μπορεί να φτάσει η ανθρώπινη αλαζονεία, σκληρότητα και βλακεία. Η Ιοκάστη στις Φοίνισσες αναλαμβάνει τον ρόλο του ειρηνοποιού. Και λέει ότι δεν υπάρχει βαρύτερη συμφορά από το να σμίξει η μισαλλοδοξία δύο ανθρώπων. Για μένα είναι αρκετά καθαρό ότι η ζωή μπορεί να είναι πιο όμορφη για όλους αν είμαστε καλά μεταξύ μας. Μπορεί να ακούγεται κλισέ, χαριτωμένο, απλοϊκό, ρομαντικό, παλιακό κ.ο.κ., αλλά έτσι είναι. 

Σε τρομάζει το ότι απομακρυνόμαστε από το συλλογικό και οδεύουμε προς το ιδιωτικό; Δεν ήταν ποτέ περισσότερο «ιδιωτικό» από σήμερα, παρά το γεγονός –ή και εξαιτίας του γεγονότος- ότι έχουμε στα πόδια μας τα πάντα, στον πλανήτη ή εκτός πλανήτη. Κι όμως είμαστε πιο απομακρυσμένοι ο ένας από τον άλλο παρά ποτέ. Θέλω να πω και κάτι άλλο. Βρίσκω τρομακτικό να βρίσκομαι στη σκηνή και να γυρίζω προς τις κουίντες κι αντί να βλέπω φάτσες συναδέλφων να παρακολουθούν την πρόβα, να βλέπω φωτάκια κινητών. Ίσως να το κάνω κι εγώ ορισμένες φορές. Άλλα, αυτό συμβαίνει και σε παραστάσεις, όχι μόνο σε πρόβες. Πριν χρόνια μια σπουδαία ηθοποιός μας σήκωνε μια τεράστια παράσταση στην πλάτη της και θυμάμαι να παρακολουθώ μόνη από τις κουίντες το masterclass, ενώ όλοι οι υπόλοιποι που δεν ήταν στη σκηνή είχαν «μετατραπεί» σε φωτάκια κινητών μέσα στο σκοτάδι. Ήταν ανατριχαστικό.

Ποιες είναι οι φιλοδοξίες σου αυτή την εποχή; Προς το παρόν μεγάλη επιθυμία μου είναι να παραμείνω ζωντανή. 

Δεν είναι αυτονόητο αυτό; Όχι. Τα ανθρώπινα πλάσματα είμαστε πολύ ευάλωτα και υποκείμεθα κάτω από φυσικούς και βιολογικούς κανόνες.

Ναι, αλλά δεν είναι αυτονόητο να έχουμε όλοι τουλάχιστον αυτή τη φιλοδοξία; Όχι, απαραίτητα. Πρέπει να ξέρεις καλά με ποιον μιλάς κάθε φορά. Οπότε, λοιπόν, μέσα στα πλάνα μου είναι να ζήσω. Αυτό μπορεί να ίσχυε και τα προηγούμενα χρόνια. Είναι καλό να το θέτουμε ως προτεραιότητα, γιατί στην εποχή μας είναι πια όλα συζητήσιμα. Το ζήτημα είναι να ζούμε κι όχι απλώς να επιβιώνουμε. Άλλη φιλοδοξία μου είναι να συνεχίσω να κάνω τη δουλειά που αγαπώ. Επίσης, βρίσκω τρομακτικό να ζω σε μια εποχή που τίθεται σε συζήτηση αν μπορείς να δολοφονείς παιδιά και αμάχους- υπό οποιεσδήποτε συνθήκες. Αυτό συμβαίνει τώρα που μιλάμε σε πολλές γωνιές του κόσμου. Εντελώς δίπλα είναι σε εξέλιξη μια γενοκτονία. Οι υπόλοιποι που, προς το παρόν, δεν μας πιάνουν τα «σκάγια» θα έπρεπε τουλάχιστον να πούμε ένα «φτάνει». 

Μήπως συγχέουμε πραγματικότητα και μυθοπλασία μέσα από τις οθόνες μας; Αυτό που βλέπουμε στις οθόνες δεν είναι η πραγματικότητα. Γιατί οι οθόνες μας είναι αν όχι ελεγχόμενες, τότε σίγουρα περιορισμένης ευρύτητας. Δεν το βλέπουμε ζωντανά με τα ίδια μας τα μάτια και αναλύουμε τα γεγονότα με γνώμονα την κρισάρα μας. Όμως, μερικά πράγματα είναι εξωφρενικά οφθαλμοφανή. Δεν γίνεται από τη μια μεριά, όντας χώρα ημικατεχόμενη, να μην ψηφίζεις για κατάπαυση του πυρός και από την άλλη να στέλνεις «καλούδια» που δεν θα φτάσουν ποτέ. Γιατί να είναι κακός ο Ερντογάν και όχι ο Νετανιάχου; Γιατί έχει αποβληθεί μόνο η Ρωσία από τη Eurovision κι όχι και το Ισραήλ; Είναι άνθρωποι που σκοτώνονται. ΑΝΘΡΩΠΟΙ. Δεκάδες χιλιάδες νεκροί, τραυματισμένοι, ακρωτηριασμένοι, υποσιτισμένοι. 

  • INFO Φοίνισσες του Ευριπίδη από τον ΘΟΚ. Αμφιθέατρο Μακαρίου Γ’: 10/7 11/7, 12/7/ 13/7. Αρχαίο Θέατρο Κουρίου: 19/7, 20/7. Αρχαίο Ωδείο Πάφου: 24/7. Παττίχειο Αμφιθέατρο Λάρνακας: 27/7. Δημοτικό Αμφιθέατρο Δερύνειας: 31/7. Ώρα έναρξης: 9μ.μ. tickets.thoc.org.cy, 77772717

Ελεύθερα, 7.7.2024