Γραμμένη εξ ολοκλήρου σε παράλληλη πορεία με τις μεταπτυχιακές σπουδές του στην ψυχολογία, η ποιητική συλλογή «Ύπαρξις» είναι η πρώτη λογοτεχνική απόπειρα του Φαίδωνα Δημητρίου. Ο πρωτοεμφανιζόμενος δημιουργός διατυπώνει με ευελιξία υπαρξιακά ερωτήματα και ανησυχίες που και ο ίδιος ενδόμυχα παλεύει να ξεκαθαρίσει, με σημαντική για τον ίδιο παράμετρο τη χρήση της κυπριακής διαλέκτου στο κλείσιμο κάθε ενότητας.
–Έχεις σπουδάσει μαθηματικά και ψυχολογία. Πώς επηρεάζουν αυτά τα πεδία τη δική σου δημιουργική διαδικασία; Τα μαθηματικά ήταν ο κύριος πυρήνας που επηρέασαν το δημιουργικό μου ταξίδι, αφού ήταν και η περίοδος όπου άρχισα να γράφω. Ήταν μια περίοδος πόνου, ανησυχίας και απελπισίας, όπου το μυαλό μου έψαχνε τρόπους διαφυγής. Τα μαθηματικά ως σπουδή δεν ένιωθα ότι μου ταίριαζαν. Γι’ αυτό και δεν ένιωθα ότι είχα κάτι δικό μου– κάτι από μένα για μένα– μέσα στην καθημερινότητά μου. Έτσι, όταν άρχισα να γράφω, η ποίηση αποτελούσε ένα από τα λίγα πράγματα μέσα στη μέρα μου που ήταν δικό μου– ένα δεκάλεπτο, μια ώρα, δική μου. Γι’ αυτό και απόκτησε τόσο μεγάλο νόημα για μένα. Η σπουδή της ψυχολογίας, αφού μού έδωσε περισσότερη γνώση ως προς τον άνθρωπο, μού άνοιξε επίσης τις πόρτες στο βίωμά του. Με έφερε σε επαφή με το αίσθημά μου και την υποκειμενική εμπειρία της ζωής. Έστρεψε την ποίησή μου από κάτι που σκέφτομαι σε κάτι που αισθάνομαι. Γι’ αυτό και στο παρόν στάδιο, η δημιουργική μου γραφή σε μεγάλο βαθμό αποτελεί μέσο έκφρασης του βιώματός μου και καθρέφτισμα της εμπειρίας μου.
–Ποιες προσωπικές εμπειρίες ή στοχασμοί σε οδήγησαν στην ανάπτυξη υπαρξιακών ερωτημάτων και ανησυχιών; Κύριος παράγοντας ήταν οι σπουδές μου– ή τουλάχιστον η εμπειρία των σπουδών μου. Τα μαθηματικά είναι μια σπουδή η οποία έχει ως κύριο στοιχείο τη σκέψη, την αμφιβολία, την ανάλυση, την υπερανάλυση και τoν βαθύ προβληματισμό. Όταν το μυαλό περνά τον πλείστο χρόνο μιας μέρας σε τριβή μ’ αυτά τα στοιχεία, τότε υιοθετεί αυτούς τους μηχανισμούς ως τρόπο σκέψης σε ευρύτερα θέματα. Αυτή η «διαδικασία», σε συνδυασμό με μια έντονη κατάθλιψη, οδήγησε σε υπαρξιακές ερωτήσεις ως προς το νόημα και τον σκοπό της ζωής. Όταν όλα έμοιαζαν μαύρα, όταν κάθε μέρα έμοιαζε βουνό, όταν το πρωινό ξύπνημα έγινε βασανιστήριο, όταν ο αέρας γύρω μου με βάραινε κι όταν ο εαυτός μου δεν υποφερόταν, τότε γεννήθηκαν οι ερωτήσεις. Τότε οι υπαρξιακές ανησυχίες δεν είχαν αποφυγή, οι απαντήσεις έπρεπε με κάποιο τρόπο να δοθούν. Κι αυτό έγινε για μένα, εν μέρει, μέσα από την ποίηση.
–Πώς βλέπεις τη σχέση της ποίησης με τη θεραπεία και την αυτογνωσία; Η ποίηση για μένα αποτελεί κάτι λυτρωτικό, αναγκαίο, όμορφο. Είναι ένα αποτέλεσμα της ζήσης μου. Σαφώς, έχει θεραπευτικά στοιχεία αφού μπορεί να δράσει ως εργαλείο αναψυχής, που αγαλλιάζει τη ψυχή, αλλά και εργαλείο ανακούφισης. Ανακούφιση απ’ το βάρος του Είναι, απ’ τη ρουτίνα, από την ασχήμια του κόσμου. Η ποίηση για μένα είναι σαν να βλέπεις ένα θερμό, γεμάτο χρώματα ηλιοβασίλεμα μέσα από στρατόπεδο συγκέντρωσης. Όπως περιγράφει ο Βίκτωρ Φρανκλ, στο βιβλίο του «Το νόημα της ζωής». Όσο για την αυτογνωσία, όπως γράφω και στον πρόλογο του βιβλίου μου: «Άμμαν γράφω ποίηση, καθρεφτίζουμαι./ Θωρώ έναν εαυτό που ’εν έξερα ότι υπήρχεν./ Ζωντανέφκει κάτι ξένο, κάτι τζαινούρκο/…» Από τα πιο όμορφα πράγματα με την ποίηση είναι πως βλέπεις τον εαυτό σου να εξελίσσεται. Πώς αλλάζει και πού βαδίζει.
–Ποια είναι η προσωπική σου ερμηνεία της έννοιας της ύπαρξης και πώς εκφράζεται μέσα από τα ποιήματά σου; Δεν έχω απάντηση σ’ αυτό. Κάποια στιγμή η έννοια της ύπαρξής μου έπρεπε να απαντηθεί. Δεν νομίζω πως απαντήθηκε με λόγια, μέσα από την ποίηση, αλλά με το γεγονός ότι γράφω ποίηση και με την πορεία που παίρνει η ζωή μου. Όπως μού είπε πρόσφατα ένας καθηγητής μου, οι υπαρξιακές ερωτήσεις όταν απαντηθούν έμμεσα σταματούν να έρχονται στο μυαλό μας. Απλά εξαφανίζονται. Αυτό μπορεί να είναι ένα σημάδι ότι βρήκαμε τον δρόμο μας κι ένα σημάδι σιγουριάς. Στην ποίησή μου αυτό φαίνεται όταν κανείς διαβάσει χρονολογικά τα ποιήματα, πέραν του βιβλίου και παρατηρήσει τον τρόπο και το περιεχόμενο γραφής ν’ αλλάζει. Η ποίησή μου σιγά- σιγά χάνει το αφηρημένο της ύφος και αποκτά έναν ωμό ρεαλισμό με κοινωνικό και βιωματικό υπόβαθρο. Αυτό δείχνει τη μειωμένη απασχόλησή μου με τα υπαρξιακά ερωτήματα που προϋποθέτει, μάλλον την απάντησή τους μέσα μου, κυρίως ασυνείδητα.
–Ποια σημασία έχει για σένα η χρήση της κυπριακής διαλέκτου στο κλείσιμο κάθε ενότητας; Θεωρώ τη χρήση της κυπριακής διαλέκτου σημαντικό μέρος της ταυτότητάς μου, γι’ αυτό και προσπαθώ να την αγκαλιάζω. Η διάλεκτος στα ποιήματά μου γίνεται εμφανής, κυρίως ασυνείδητα, όταν βρίσκομαι στο εξωτερικό. Υπολογίζω πως αυτό συμβαίνει σε περιόδους που νοσταλγώ την Κύπρο, την κουλτούρα μου και τον κόσμο της. Όταν άρχισα να γράφω βρισκόμουν στην Κύπρο, οπόταν αυτό δεν ήταν τόσο εμφανές, αφού τα περισσότερα ποιήματά μου ήταν στην ελληνική γλώσσα. Με τον καιρό, όταν έφυγα, ανακάλυψα πόσο σημαντικό κομμάτι έκφρασης είναι για μένα η κυπριακή διάλεκτος έτσι ώστε να με κρατά σ’ επαφή με τις ρίζες μου. Ανακάλυψα μέσα από τα κυπριακά ποιήματα πόσο όμορφη είναι και πόσο πιο κοντά στον εαυτό μου μπορώ να έρθω μ’ αυτήν. Για μένα η σημασία και το νόημα μιας λέξης στη διάλεκτο έχει κρυμμένες χιλιάδες περισσότερες αναμνήσεις και εμπειρίες μέσα της σε σχέση με την ελληνική γλώσσα. Τότε σκέφτηκα, εκεί που αρχίζει το Είναι μου, θα τελειώνει κι η κάθε ενότητά του.

Εκδόσεις: Αλμύρα
Σελ. 64
Τιμή: €10.00
Ελεύθερα, 15.9.2024