Πρόταση νόμου για να ρυθμιστεί το ζήτημα του διαχωρισμού των εξουσιών του Γενικού Εισαγγελέα και το ανέλεγκτό του, καταθέτει στην Ολομέλεια της Βουλής την ερχόμενη Πέμπτη, η Ειρήνη Χαραλαμπίδου όπως η ίδια δήλωσε στη Βουλή.

Η κ. Χαραλαμπίδου ανέφερε ότι «είναι καιρός ν’ ανοίξει επί συγκεκριμένης πρότασης νόμου η συζήτηση για τροποποίηση του Συντάγματος, για να ξεκαθαρίσουν οι προθέσεις όλων».

«Ξεκίνησα εδώ και δύο χρόνια μελέτη μαζί με νομικούς, Βρετανούς και Κύπριους. […] Έχουμε νομικές αποφάσεις που καταδεικνύουν ζητήματα υψίστης σημασίας για διαφάνεια και λογοδοσία. […] Η σύγχρονη κοινωνία απαιτεί λογοδοσία και διαφάνεια από όλους. Η κοινωνία έχει δικαίωμα να γνωρίζει. […] Δεν θα ήμουν συνεπής αν δεν κατέθετα πρόταση νόμου» πρόσθεσε.

Σημειώνεται ότι αμέσως μετά, δήλωση ότι στηρίζει την πρόταση νόμου της κ. Χαραλαμπίδου έκανε και η βουλεύτρια Αλεξάνδρα Ατταλίδου.

Δήλωση από την Ειρήνη Χαραλαμπίδου

Πρόταση Νόμου για τροποποίηση του Συντάγματος

Την ερχόμενη Πέμπτη, προτίθεμαι να καταθέσω στην Ολομέλεια της Βουλής Πρόταση Νόμου για τροποποίηση του Συντάγματος, σε σχέση με τον διαχωρισμό των εξουσίων του Γενικού Εισαγγελέα.
Η εν λόγω πρόταση, θέτει το πλαίσιο για τον διαχωρισμό του διπλού ρόλου του Γενικού Εισαγγελέα και ρυθμίζει το ανέλεγκτο. Η πρόσφατη απόφαση του Εφετείου σε σχέση με το δικαίωμα του Γενικού Εισαγγελέα να διακόπτει ποινική δίωξη για λόγους δημοσίου συμφέροντος χωρίς αιτιολόγηση ήταν λογική, αφού αυτό προβλέπει σήμερα το Σύνταγμα. Το κοινοβούλιο έχει τη δυνατότητα αλλαγής του Συντάγματος, η οποία όμως απαιτεί ειδική πλειοψηφία.

Οι αλλαγές αυτές είναι επιβεβλημένη αναγκαιότητα παραδεκτό γεγονός και από τους τρεις υποψηφίους που διεκδίκησαν την Προεδρία, αλλαγές που απαιτούσε η κοινωνία γι αυτό και οι προεκλογικές δεσμεύσεις.

Όλοι οι διεθνείς οργανισμοί επισημαίνουν την αναγκαιότητα αυτής της μεταρρύθμισης. Η έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το Κράτος Δικαίου τον Ιούλιο του 2023, ήταν σαφής ως προς αυτό το θέμα. «Η απουσία της δυνατότητας ελέγχου των αποφάσεων του Γενικού Εισαγγελέα, σχετικά με την μη άσκηση δίωξης ή την διακοπής δίωξης, εγείρει ανησυχίες. Σύμφωνα με στοιχεία της ΕΕ, η Κύπρος είναι το μοναδικό Κράτος Μέλος, στο οποίο δεν προβλέπεται καμιάς μορφής έλεγχος των εν λόγω αποφάσεων, δικαστικώς ή ιεραρχικώς. Το Σύνταγμα προβλέπει ότι η εξουσία του Γενικού Εισαγγελέα είναι απόλυτη και δεν υπόκειται σε έλεγχο και οι αποφάσεις του δεν απαιτείται να είναι αιτιολογημένες». Αυτό δεν συνάδει με τη διαφάνεια και τη λογοδοσία, απαραίτητες προϋποθέσεις για το κράτος Δικαίου. Το ζήτημα αυτό, λοιπόν καταγράφεται με επικριτικό τρόπο στην έκθεση της ΕΕ, ενώ αποτέλεσε και αντικείμενο συζητήσεων που είχα με αρμόδιους φορείς της ΕΕ, μέσω της ιδιότητας μου ως Αντιπρόεδρος του ΟΑΣΕ και ειδική αντιπρόσωπος για θέματα πάταξης διαφθοράς κατά τις συναντήσεις που είχα πρόσφατα στις Βρυξέλλες.

Έχουμε υποχρέωση να είμαστε συνεπείς με όσα διακηρύττουμε. Σε αυτό το πλαίσιο και για λόγους Αρχής προχώρησα με την κατάθεση της Πρότασης νόμου.

Είναι καιρός να ξεκινήσει και εντός κοινοβουλίου η συζήτηση για το θέμα αυτό, για να διαπιστωθούν και οι προθέσεις όλων των πολιτικών δυνάμεων.

Τονίζω ότι με απογοήτευση, δέχτηκα την απάντηση της Υπουργού Δικαιοσύνης τον περασμένο Οκτώβριο, ότι η εξέταση του ζητήματος βρίσκεται ακόμα σε αρχικό, προκαταρτικό στάδιο μελέτης και συζήτησης. Δεν μπορούσε να δώσει τίποτα συγκεκριμένο η τουλάχιστον χρονοδιαγράμματα.
Προσωπικά, με έχει κουράσει η συνεχής διαπίστωση του προβλήματος και η αναπαραγωγή δηλώσεων χωρίς αντίκρισμα. Εδώ και δυο χρόνια, έχω ξεκινήσει την μελέτη για το συγκεκριμένο ζήτημα σε συνεργασία με κύπριους και ξένους νομικούς, λαμβάνοντας υπόψη και νομικές αποφάσεις που καταδεικνύουν ζητήματα ύψιστης σημασίας για διαφάνεια και λογοδοσία. Η κοινωνία έχει δικαίωμα στη διαφάνεια και τη λογοδοσία και αυτά απαιτεί.

Η ανάγκη κάποιων να συντηρούν τα προνόμια που έχουν διασφαλιστεί πριν από δεκαετίες δεν μπορεί να εκφράζει ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος.

Οφείλω στους πολίτες να είμαι συνεπής με τις δημόσιες τοποθετήσεις μου, αν δεν προχωρούσα στην συγκεκριμένη πρόταση νόμου, η οποία εφόσον ψηφιστεί θα ανοίξει τον δρόμο για νομοθετικές αλλαγές, ως προς τον έλεγχο των εξουσιών του Γενικού Εισαγγελέα, καθώς και σε σχέση με το πλαίσιο δράσης του δημόσιου κατήγορου θα ήμουν ασυνεπής με όσα πιστεύω και υπερασπίζομαι.
Η κυβέρνηση δεν θα έχει πλέον δικαιολογία για την μη κατάθεση σχετικού νομοσχεδίου αφού αίρεται η αντισυνταγματικότητα. Εφόσον ψηφιστεί η τροποποίηση του Συντάγματος, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, μπορεί να προχωρήσει άμεσα στην κατάθεση νομοσχεδίων για μεταρρύθμιση του κράτους δικαίου, εάν εννοεί πραγματικά τις προεκλογικές του δεσμεύσεις.

Σε ερώτηση δημοσιογράφου κατά πόσο το ΑΚΕΛ στηρίζει αυτήν την προσπάθεια η κ. Χαραλαμπίδου απάντησε πως είναι δικής πρωτοβουλία και έχει την άποψη πως τετοιες μεγάλες μεταρρυθμίσεις , καθοριστικές για το κράτος Δικαίου θα πρέπει να τυγχάνουν κοινής και συλλογικής προσπάθειας γι’ αυτό και καλώ όσους συνάδελφους επιθυμούν να συνυπογράψουν την πρόταση νόμου.

Αυτή η πρόταση νόμου ανοίγει το δρόμο και θέτει το πλαίσιο για νομοθετική ρύθμιση ενός υψίστης σημασίας ζήτημα. Ήδη συνάδελφοι έχουν προβεί σε δηλώσεις ότι θα συνυπογράψουν και χαίρομαι γι’ αυτό.