Η στήλη αποκαλύπτει κατά παγκόσμια αποκλειστικότητα (;) τι συνέβη στο Κραν Μοντανά, όπου δόθηκε η μητέρα όλων των μαχών, με τον ήρωα Πρόεδρο μας, να υψώνει το δάκτυλο, καθώς αποχωρούσε, δείχνοντας στον Μεβλούτ Τσαβούσογλου το κόρνερ, κάτι το οποίο επανέλαβε χρόνια αργότερα και ο Σόουζα καθώς αποχωρούσε από το γήπεδο. 

Μετά την δημοσίευση των εγγράφων για το τι συνέβη κατά τη διάρκεια των συνομιλιών, όλοι συνειδητοποίησαν πως ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας κ. Νίκος Αναστασιάδης θυσιάστηκε για να μας σώσει. Να σώσει τον τόπο, να σώσει την τάλαινα πατρίδα, να σώσει το Πέρα Πεδί, το πρώην δικηγορικό γραφείο, όλους όσοι εργάζονταν αόκνως ολημερίς και ολονυκτίως, όχι προς ίδιον όφελος αλλά για να αντιμετωπίσουμε όλοι μαζί, ως μια οικογένεια, την οικονομική καταστροφή. Και αντί να τους τιμήσουμε όλους αυτούς, κάποιοι τους θεωρούν συλλούρηδες.  

Ο Πρόεδρος, ως άλλος Λεωνίδας (Θεέ μου δεν θα το ξανακάνω) ως άλλος Αχιλλεύς (όχι ο Αιμιλιανίδης) ως άλλος Κολοκοτρώνης (θα πάω απευθείας στην κόλαση για ιεροσυλία) έδωσε μάχες εκ του συστάδην με τον βάρβαρο εχθρό τον οποίον νίκησε κατά (ψευδο) κράτος. Οι Τούρκοι τα χρειάστηκαν μόλις συνειδητοποίησαν πως ο Πρόεδρος μας ήταν έτοιμος να χρησιμοποιήσει υπερόπλο που δεν ήταν άλλο από το γνωστό (ακόμη και στο Ευρωκοινοβούλιο) πρώην δικηγορικό του γραφείο. Ο τρόμος των εχθρών επετάθη όταν διέρρευσαν πληροφορίες ότι στη μάχη θα μπορούσε να ριφθεί και το αεριωθούμενο του Σαουδάραβα φίλου του Νίκου Αναστασιάδη, ο οποίος βαπτίστηκε Κύπριος μαζί με άλλα 35 μέλη της οικογένειας του επενδύοντας στην απληστία ορισμένων και στην ανοχή όλων μας. Και αυτοί οι 36, περιλαμβανομένου του φίλου (πιστόν φίλον εν κινδύνοις γιγνώσκεις) ήταν έτοιμοι να προτάξουν τα στήθη στην πρώτη γραμμή του δείπνου (εκεί δινόταν η μάχη) ή έστω των Σεϋχελλών) για να αντιμετωπίσουν την προέλαση των απογόνων των Οθωμανών θυμίζοντας την 9η Ιουλίου (1821). 

Στη μάχη ήταν έτοιμος να ρίψει ο Πρόεδρος και τα κλοπιμαία εκατομμύρια του Τζο Λο δεδομένου ότι ο ίδιος αδυνατούσε να πολεμήσει με φυσική παρουσία (όχι ότι έγινε κάτι φυσικό στην όλη ιστορία με το διαβατήριο του) διότι εκείνες τις μέρες είχε πληρώσει 25.000 δολάρια σε ακριβό φωτομοντέλο (όπως απεκάλυψε η ίδια η μοντέλα-έτσι θα αποκαλούνται τώρα με τα νέα γλωσσικά δεδομένα) να εμφανιστούν μαζί δημοσίως διά το θεαθήναι. 

Στην εσχάτη των περιπτώσεων (τσιμέντο να γίνει) θα ερρίπτετο στη μάχη και η μίζα του Αρχιεπισκόπου αλλά, και αυτός ακόμη ο Δημήτρης Συλλούρης, ο οποίος εκπροσωπούσε τον Πρόεδρο σε διάφορες μεγάλες συνάξεις (εκεί που τα συνάουν). Και ο Δημήτρης Συλλούρης το έκανε, έστω και αν έπρεπε να προστατεύσει παράλληλα και τα όνομά του. Λες κι εμείς δεν έχουμε όνομα. 

Ο γγ του ΟΗΕ παρακαλούσε τον Πρόεδρο να επιστρέψει στο τραπέζι αλλά ελλείψει κοινής συνισταμένης (και ουίσκι) στάθηκε ακλόνητος βράχος  και έτσι τελείωσε άδοξα και αυτή η προσπάθεια επίλυσης του Kυπριακού.  Ζήτω ο Πρόεδρος μας!  Ζήτω το πρώην δικηγορικό του. Ζήτω που καήκαμε.  

ΒΑΣ ΒΑΣ 

 

 

Θεοδωράκης και πράσινα άλογα 

Θα το γράψω και ας παρεξηγηθώ. Τώρα που βρισκόμαστε πλέον σε κάποια χρονική απόσταση από τον θάνατο και την κηδεία του, κατά τ’ άλλα σεβαστού, Μίκη Θεοδωράκη, να μου επιτραπεί να πω, πως μας φλόμωσαν οι κουλτουριάρηδες υποστηριχτές και θαυμαστές του και, όπως και σε όλα τα ζητήματα, αντιδράσαμε με υπερβολή. Και ακούγαμε νυχθημερόν την μουσική του και τα αφιερώματα και κάτι στίχους με τους οποίους είναι διανθισμένα τα  τραγούδια του που δεν ξέρω κι εγώ πόσοι τα καταλαβαίναμε. Και για του λόγου το αληθές διαβάστε και πέστε μου κι εσείς τη γνώμη σας:  

Της αγάπης αίματα με πορφύρωσαν 
και χαρές ανείδωτες με σκιάσανε 
οξειδώθηκα μες στη νοτιά των ανθρώπων 
μακρινή μητέρα ρόδο μου αμάραντο 
Στ’ ανοιχτά του πελάγου με καρτέρεσαν 
με μπομπάρδες τρικάταρτες και μου ρίξανε… 

Ήταν ένα δείγμα για να αντιληφθούμε όλοι τι εννοώ. Τι σημαίνουν όλα αυτά; Ούτε άκρη ούτε τέλος. Σκεφτόμουν τα πιο πάνω, όταν λίγες μέρες μετά την κηδεία πήγα σε ένα γάμο και τότε συνειδητοποίησα πως υπάρχει και άλλη ποιοτική μουσική και στίχοι που ανεβάζουν την αδρεναλίνη μας έστω και αν κάποιοι ισχυρίζονται ότι κατεβάζουν το επίπεδο μας. 

Εντάξει, όταν πρωτο-άκουσα το τραγούδι (τραγούδι το έλεγαν) νόμισα ότι έβλεπα το VAR σε ποδοσφαιρικό αγώνα στην Κύπρο, αλλά αυτό είναι εντελώς υποκειμενικό αφού σημασία έχει ότι στην πίστα λικνίζονταν νέες, νέοι, γριές και γέροι πλήρεις ευφορίας.   

 

Και για όσους δεν πιστεύετε, διαβάστε σας παρακαλώ δείγμα των στίχων και θα δείτε ότι θα με δικαιώσετε (για άλλη μια φορά). 

«Σταμάτησε η καρδιά μου τώρα στο μηδέν. 
Παγώνω, τελειώνω αν εσύ «δεν δεν». 
Πες μου τι θα γίνει, έλα πες 
Τι, τι, ε; Τι, τι, τι, τι, τι, ε τι, ε τι, τι;;;»

Και αυτοί ήταν μόνο μερικοί στίχοι από το αριστουργηματικό αυτό λαϊκό άσμα, όμοιο του οποίου γράφεται μια φορά κάθε πέντε λεπτά. Και γέμισε η πίστα και πάει και το παλιάμπελο, πάνε και τα μέτρα κατά του κορωνοϊού, πάνε όλα. 

Ξέδωσε ο κόσμος από τα μέτρα κι από τους περιορισμούς, όλα μια χαρά! Και πάνε τα κρασιά και έρχονται οι μπύρες και τόσα κρούσματα δεν είδαν ξανά τα μάτια μου. 

Αλλά αυτό ήταν μόνο ένα δείγμα διότι στη συνέχεια ο DJ έπαιξε ένα εξίσου υπέροχο τραγούδι το οποίο δεν πολύ-κατάλαβα αφού δεν ξεχώριζα, όχι μόνο σε ποια γλώσσα ήταν γραμμένοι οι στίχοι αλλά και ποιοι ήταν οι στίχοι. Απέδωσα δε το γεγονός ότι αυτό που άκουγα έμοιαζε με άναρθρες κραυγές στο ότι έχασα επεισόδια στη μουσική. Να μην χαρώ το φως μου, οι μόνες λέξεις που κατάλαβα ήταν «Παπά ουτέ». Όχι «ούτε», αλλά «ουτέ». Μια μονότονη μουσική σαν στριγκλιά, κάτι μεταξύ ροχαλητού και πορδής διακοπτόμενης από κάτι παρατεταμένα «αααα», «ου…» κοκ. Μου είπαν πως αποτελεί νέο είδος μουσικής το οποίο λόγω του χάσματος των γενεών δεν μπορώ να αντιληφθώ και να απολαύσω. 

ΑX… Μίκη… Αχ Οδυσσέα Ελύτη, Σεφέρη, Γκάτσο, Καββαδία και τόσοι άλλοι ποιητές, στιχουργοί και συνθέτες. Πόση ευγνωμοσύνη σας οφείλουμε που μας βοηθήσατε να κατέβουμε από τα δέντρα. Αιώνια ευγνωμοσύνη.  

ΒΑΣ ΒΑΣ