ΤΟΝ Φεβρουάριο του 2020, πραγματοποιήθηκε στην περίκλειστη κατεχόμενη Αμμόχωστο μια σύναξη, με τη συμμετοχή αξιωματούχων της Άγκυρας αλλά και του Δικηγορικού Συλλόγου της Τουρκίας. Στόχος εκείνης της συνάντησης ήταν να βρεθούν τρόποι, πολιτικοί και νομικοί για το άνοιγμα της περιοχής. Από την τουρκική κυβέρνηση συμμετείχαν ο αντιπρόεδρος και ο υπουργός Δικαιοσύνης. Η σύναξη εκείνη είχε και συμβολική σημασία, καθώς ήταν η πρώτη από το 1974 και εντεύθεν, που πραγματοποιείτο στην περίκλειστη περιοχή. Είχε, όμως, πρωτίστως ουσία. Ο Τούρκος Αντιπρόεδρος, Φουάτ Οκτάι, είχε λοιπόν αναφέρει τότε τα εξής: «Ούτε από νομικής, ούτε από πολιτικής, ούτε και από οικονομικής άποψης μπορεί να γίνει αποδεκτό να παραμείνει κλειστή (σ.σ. η περιοχή). Οι διεργασίες για το άνοιγμα των Βαρωσίων είναι μια απόδειξη ότι το καθεστώς των Τ/κ δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό. Το άνοιγμα δεν είναι κούφια λόγια. Είναι μια σκληρή προσπάθεια για να αρθούν οι πιέσεις και η καταπίεση που εφαρμόζεται στην Κύπρο ενάντια στους Τ/κ».

ΑΥΤΗ ήταν μια προαγγελία που ενίσχυσε διάφορες άλλες κινήσεις και ενέργειες. Από το κατοχικό καθεστώς, πρωταγωνιστικό ρόλο για το θέμα της Αμμοχώστου είχε διαδραματίσει ο Οζντίλ Ναμί, που φιλοδοξούσε να ηγηθεί του ψευδοκράτους. Αυτό δεν έγινε ποτέ, επειδή έτσι το αποφάσισε η κατοχική Τουρκία. Οι σχεδιασμοί για την Αμμόχωστο, ωστόσο, προχώρησαν με βήματα σταδιακού ανοίγματος της περίκλειστης περιοχής. Πρώτα με την παραλία, την επιδιόρθωση δρόμων, κατασκευής χώρων για τους επισκέπτες ενώ έγιναν και ανακοινώσεις για την «πιλοτική περιοχή», που θα προετοιμαζόταν για να αιτηθούν Ελληνοκύπριοι για να «επιστρέψουν». 

ΤΟ σχέδιο, λοιπόν, προχωρά όπως καταστρώθηκε, με χλιαρές τις αντιδράσεις της λεγόμενης διεθνούς κοινότητα. Ο στόχος σταθερός, να ανοίξει η περιοχή και να εποικισθεί. Και οι περιουσίες; Δηλώσεις Τούρκων αξιωματούχων και Τουρκοκυπρίων εγκάθετών τους υποστήριζαν πως θα τύχουν σεβασμού τα δικαιώματα των ιδιοκτητών. Τι εννοούσαν; Εννοούσαν πως οι νόμιμοι ιδιοκτήτες, οι Ελληνοκύπριοι που έχουν περιουσίες στην περίκλειστη περιοχή, θα μπορούσαν να τη διεκδικήσουν μέσα από τις καθορισμένες διαδικασίες του κατοχικού καθεστώτος. Και με αυτό παρέπεμπαν στη λεγόμενη Επιτροπή Περιουσιών, που δημιούργησε η κατοχική Τουρκία για να παγιδεύσει τους νόμιμους ιδιοκτήτες. Παράλληλα, η τουρκική πλευρά συντηρούσε και καλλιεργούσε το αφήγημα για το ΕΒΚΑΦ. Ότι, δηλαδή, οι περιουσίες στην περιοχή ήταν ιδιοκτησία αυτού του Θρησκευτικού Ιδρύματος. Πρόκειται, βέβαια, για ένα ψέμα, το οποίο γνωρίζουν οι Τούρκοι.

Η ΠΑΓΙΔΑ έχει και συνέχεια. Το κατοχικό καθεστώς διά της λεγόμενης Επιτροπής Περιουσιών έχει προ ημερών καταστήσει το ΕΒΚΑΦ και το Γραφείο Θρησκευτικών Υποθέσεων μέρος των υπό εξέταση αιτήσεων που θα υποβάλουν Ελληνοκύπριοι. Ως, δήθεν, ενδιαφερόμενο μέρος. Αυτό ο καθένας μπορεί να αντιληφθεί τι μπορεί να σημαίνει. Ότι θα ξεκινήσουν μακρές δικαστικές διαδικασίες στο παράνομο καθεστώς και οι περιουσίες θα χάνονται.

ΤΙ πρέπει να γίνει; Καταρχήν οι Ελληνοκύπριοι δεν πρέπει να νομιμοποιήσουν τις διαδικασίες του παράνομου καθεστώς. Παράλληλα το κράτος πρέπει να στηρίξει τους ιδιοκτήτες ενώ θα πρέπει να αναλάβει πρωτοβουλίες, που θα σταματήσουν την κατοχική δύναμη. Εργαλεία υπάρχουν, φθάνει να αξιοποιούνται σωστά. Είχε εξαγγελθεί προσφυγή, που δεν γνωρίζουμε εάν θα προχωρήσει. Υπάρχουν κι άλλες πρωτοβουλίες, που πρέπει να αναληφθούν, για καταγγελία των τουρκικών παράνομων ενεργειών.