Το σπίτι του 16χρονου Πάρη Σεργίου μοιάζει με σκηνικό βγαλμένο από παραμύθια. Στο σαλόνι, μια μεγάλη έκθεση παιχνιδιών από τη συλλογή του πατέρα του Χαράλαμπου, συλλέκτη και εικαστικού, μαγνητίζει το βλέμμα όχι μόνο των παιδιών αλλά και των ενηλίκων. Εκτός από τα παιχνίδια, παντού υπάρχουν έργα τέχνης: Των γονιών του, εμβληματικών Κυπρίων και ξένων καλλιτεχνών, αλλά και του ίδιου του Πάρη. Όλος ο χώρος μέσα και έξω μοιάζει με μια μεγάλη εγκατάσταση σε εξέλιξη.
Σ’ αυτό τον μαγικό κόσμο μεγάλωσε ο ταλαντούχος Πάρης. Ο ίδιος θυμάται να ζωγραφίζει από τότε που έμαθε να κρατάει στα χέρια του το μολύβι. Οι χαρακτήρες από τις ταινίες που έβλεπε και τα δικά του παιχνίδια ήταν τα πρώτα ερεθίσματα. Μεγαλώνοντας, άρχισε να διευρύνει το πεδίο της σκέψης του και την γκάμα της θεματολογίας του. «Παίρνω ιδέες από παντού. Απ’ ό,τι υπάρχει γύρω μου και ιδιαίτερα από τους ανθρώπους που συναντώ και γνωρίζω. Λατρεύω τα ταξίδια και οι εμπειρίες με τα τρένα με ενθουσιάζουν», λέει. Του αρέσει να ζωγραφίζει με ακρυλικά, κάρβουνο, παστέλ, λάδια και μου εξηγεί πως οι ώρες που αφιερώνει καθημερινά για δημιουργία τού δίνουν τη μεγαλύτερη ικανοποίηση απ’ οτιδήποτε άλλο στη ζωή του. Παρακολουθεί συχνά εκθέσεις, ωστόσο διευκρινίζει ότι δεν εμπνέεται από άλλους καλλιτέχνες, ούτε καν από τους γονείς του, τον Χαράλαμπο και τη Βάσω. «Φιλτράρω ό,τι υπάρχει γύρω μου και το επεξεργάζομαι στο μυαλό μου. Όμως ό,τι μεταφέρω στον καμβά βγαίνει αυθόρμητα. Πολλές φορές με εκπλήττουν και μένα τα έργα μου όταν τα βλέπω ολοκληρωμένα. Με βλέπω και με ζωγραφίζω». Κάθε φορά που τελειώνει ένα έργο νιώθει «την πιο μεγάλη ευχαρίστηση του κόσμου», όπως μου λέει με τη μεγάλη αθωότητα των 16 χρόνων του. 
 
Πώς είναι όμως να συμβιώνουν τέσσερις καλλιτέχνες -ο ίδιος, οι γονείς του και ο αδερφός του Άδωνης που ασχολείται με την σκηνοθεσία- τον ρωτώ. Σκέφτεται λίγο και προτιμά να μην το σχολιάσει. Άλλωστε δουλεύει μόνος του, χωρίς την παρέμβαση των γονιών του. Λέει μόνο πως με τη μητέρα του τη Βάσω προτιμά να δημιουργεί… μαγειρεύοντας.
Περιμένει με ανυπομονησία να υποδεχτεί το κοινό στην πρώτη του έκθεση γιατί, όπως εξηγεί, «είναι σαν να μοιράζομαι μαζί τους ένα κομμάτι από την ψυχή μου». Στα πλάνα του είναι ένα ταξίδι στο Μεξικό έπειτα από πρόσκληση μιας οικογενειακής φίλης. «Ανυπομονώ να δω τέχνη που δεν έχω ξαναδεί και που δεν θυμίζει τίποτα δικό μου ή άλλων καλλιτεχνών», μου λέει.
 
Ολοκληρώνοντας την κουβέντα μας νιώθει την ανάγκη να ευχαριστήσει την καθηγήτρια του Μαρίνα Ιωαννίδου στην σχολή «Αιγαία», η οποία όπως μου λέει έπαιξε μεγάλο ρόλο στη δουλειά του των τελευταίων δύο χρόνων.
* Η έκθεση του Πάρη Σεργίου εγκαινιάζεται στο Ίδρυμα ARΤos στις 30 Ιουνίου 4-8μ.μ. και θα διαρκέσει ως τις 7 Ιουλίου.
 

ΑΧΙΛΛΕΑΣ ΚΕΝΤΩΝΗΣ
Περιέργεια και αμφισβήτηση

 
«Η δουλειά του Πάρη ενσωματώνει την αυθεντικότητα, την ειλικρίνεια, το δημιουργικό παιγνίδι και τη χαρτογράφηση ενός παράλληλου κόσμου, τον οποίο μορφοποιεί με στόχο να τον μοιραστεί», λέει ο Αχιλλέας Κεντώνης, επιμελητής της έκθεσης και διευθυντής του ARΤos. «Το γεγονός ότι είναι μόνο 16 χρόνων, καθώς και οι εμπειρίες της ίδιας του της ζωής, σίγουρα συμβάλλουν στην αυθεντικότητα της δουλειάς του. Σημαντικό είναι όμως και το γεγονός ότι δεν έχει “εκ-παιδευτεί” στο εικαστικό “λεξιλόγιο”, οπότε δημιουργεί με ένα συνδυασμό χειρονομιακής τέχνης που τρέφεται από το υποσυνείδητό του, κάνοντας τη δουλειά που θα παρουσιάσει στην πρώτη ατομική του έκθεση, πρωτίστως ειλικρινή και αυθεντική».
Αλήθεια τι ρόλο μπορεί να έπαιξε το ότι μεγάλωσε σε οικογένεια καλλιτεχνών; «Πιστεύω πως το καλλιτεχνικό περιβάλλον συνέβαλε, αλλά αυτός δεν είναι ο καθοριστικός λόγος. Η περιέργεια είναι όντως κληρονομική και αυτό δεν έχει να κάνει με το αν είσαι καλλιτέχνης ή όχι. Η περιέργεια και η αμφισβήτηση ψάχνουν πάντα τον χώρο να εκτονωθούν μέσα από τη δημιουργικότητα, έτσι ώστε, ιδανικά, να καταλήξουν σε κάτι υπαρκτό, έξω από τον χώρο των ιδεών. Π.χ. ένα έργο, ένα προϊόν, μια ανακάλυψη, ένα νέο φάρμακο κ.λπ. Στην περίπτωση του Πάρη, το περιβάλλον του πιστεύω πως λειτούργησε θετικά γιατί εντόπισε, αναγνώρισε και στήριξε το “υπαρκτό” του. Η αφετηρία της σκέψης του όμως, που είναι και το σημαντικό σε αυτή την περίπτωση, είναι τόσο διαφορετική από το περιβάλλον του, και για τον λόγο αυτόν μιλάμε για την αυθεντικότητα της δουλειάς του. Ο Πάρης “ήξερε και θα ξέρει”…»
 
Η έκθεση του νεαρού καλλιτέχνη, σχολιάζει ο Αχιλλέας, μας θυμίζει το ελεύθερο παιδί μέσα μας. «Χαίρεται το δώρο της δημιουργικότητάς του και το μοιράζεται, με απτά αποτελέσματα. Η εισβολή του σύγχρονου πολιτισμού διαχέεται στο μυαλό του και εξαϋλώνεται με τέτοιο τρόπο, που ακόμη και το σκοτεινό εμπεριέχει μια καθαρότητα και μιαν αθωότητα. Μια εξοικείωση με το ξένο που κάποτε ήταν οικείο». Σε ό,τι αφορά τα υλικά, σημειώνει πως «χρησιμοποίησε ό,τι του ήταν προσβάσιμο και λειτούργησε ως πραγματικός καλλιτέχνης, δηλαδή ως ένας μετα-ποιητής που μεταποιεί την ύλη σε άλλους κώδικες».