Όταν μια χώρα βρίσκεται σε κρίση, αλλά δεν έχει κηρυχθεί σε κατάσταση ανάγκης, τι γίνεται με τους περιορισμούς των ανθρωπίνων δικαιωμάτων; Σύμφωνα με το Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας, τα πλείστα δικαιώματα επιδέχονται περιορισμούς οι οποίοι είναι αναγκαίοι σε μια δημοκρατική κοινωνία. Το μόνο δικαίωμα που κατοχυρώνεται απόλυτα είναι η απαγόρευση των βασανιστηρίων και της δουλείας. Ακόμα και το δικαίωμα της ζωής χωρεί κάποιες εξαιρέσεις. Έτσι, κάθε δικαίωμα χωρεί τους περιορισμούς που επιτρέπονται από τη συγκεκριμένη συνταγματική διάταξη, η οποία το κατοχυρώνει. Για να είμαστε ακριβείς και συγκεκριμένοι στην κρίση μας για τη συνταγματικότητα ενός συγκεκριμένου μέτρου πρέπει να αναλύουμε το μέτρο και τις συγκεκριμένες συνταγματικές διατάξεις οι οποίες κατοχυρωνουν τα δικαιώματα που επηρεάζονται, υπό τις δεδομένες συνθήκες τις οποίες το εν λόγω μέτρο εφαρμόζεται. Δεν θα προβώ στο παρόν άρθρο σε μια τέτοια συγκεκριμένη κρίση για κάποιο συγκεκριμένο περιοριστικό των δικαιωμάτων μέτρο. Αντ’ αυτού, θα περιοριστώ στο να εκθέσω γενικές αρχές γενικά αποδεκτές αλλά και κάποια επιπρόσθετα ειδικά αξιολογικά κριτήρια  και παράγοντες που πρέπει να ληφθούν, κατά τη γνώμη μου, υπόψη, για να κριθεί η συνταγματικότητα των περιορισμών των δικαιωμάτων σε περίοδο κρίσης και ειδικότερα στην περίπτωση της πανδημίας του COVID-19 στην Κύπρο.
 
Γενικά, τα περιοριστικά των δικαιωμάτων μέτρα πρέπει να λαμβάνονται για την εξυπηρέτηση κάποιου νόμιμου σκοπού, ο οποίος εμπίμπτει στους σκοπούς, οι οποίοι αποκλειστικά απαριθμούνται στη συγκεκριμένη διάταξη που κατοχυρώνει το εν λόγω δικαιώμα. Από τη στιγμή που ένα περιοριστικό των δικαιωμάτων μέτρο λαμβάνεται για την αντιμετώπιση ενός νόμιμου σκοπού, και νοουμένου ότι γίνεται σεβαστός ο πυρήνας του δικαιώματος, το μέτρο πρέπει να τηρεί την αρχή της αναλογικότητας. Με βάση την αρχή της αναλογικότητας, το πρώτο ερώτημα είναι αν το συγκεκριμένο μέτρο είναι κατάλληλο για την επίτευξη του εν λόγω νόμιμου σκοπού. Αν δεν είναι, τότε υπάρχει παραβίαση του δικαιώματος. Αν είναι κατάλληλο, το επόμενο ερώτημα είναι αν το μέτρο είναι αναγκαίο για την επίτευξη του εν λόγω νόμιμου σκοπού. Το μέτρο θεωρείται αναγκαίο, αν δεν υπάρχει άλλο κατάλληλο για την επίτευξη του νόμιμου σκοπού μέτρο που να συνεπάγεται λιγότερο σοβαρή παραβίαση από το μέτρο, το οποίο λήφθηκε. Μεταξύ άλλων, η χρονική διάρκεια του μέτρου και η προσωρινότητά του, αλλά και η συνεχής επιτήρηση της αποτελεσματικότητας του μέτρου και η τυχόν αναγκαία ανάκληση και/ή  τροποποίησή του είναι στο σημείο αυτό της ανάλυσης πολύ κρίσιμοι παράγοντες για την αναγκαιότητα του μέτρου. Αν το μέτρο δεν είναι αναγκαίο, τότε υπάρχει παραβίαση του δικαιώματος. Αν το μέτρο είναι αναγκαίο, το επόμενο αναλυτικό στάδιο είναι αυτό της στάθμισης του κόστους από τον περιορισμό του δικαιώματος και του οφέλους από την επίτευξη του νόμιμου σκοπού για τον οποίο λήφθηκε το μέτρο ή με άλλα λόγια το στάδιο της εξέτασης της αναλογικότητας stricto sensu του περιοριστικού μέτρου. Ειδικότερα, το ερώτημα στο στάδιο της στάθμισης είναι αν το κόστος από τον περιορισμό του δικαιώματος είναι μεγαλύτερο από το όφελος  της επίτευξης του εν λόγω νόμιμου σκοπού, για τον οποίο λαμβάνονται τα περιοριστικά μέτρα. Αν το κόστος του περιορισμού είναι μεγαλύτερο από το όφελος της επίτευξης του νόμιμου σκοπού, τότε υπάρχει παραβίαση του δικαιώματος. Αν το κόστος είναι μικρότερο από το όφελος, τότε δεν υπάρχει παραβίαση του δικαιώματος και ο περιορισμός θεωρείται αναγκαίος σε μια δημοκρατική κοινωνία.
 
Τα πιο πάνω κριτήρια ισχύουν και στην περίπτωση κατά την οποία τα περιοριστικά μέτρα λαμβάνονται για να επιτυχευθεί ο σκοπός της αντιμετώπισης μιας  έκτακτης ανάγκης, όπως η αντιμετώπιση μιας πανδημίας. Αναπόφευκτα όμως ο σκοπός της αντιμετώπισης της έκτακτης ανάγκης δίνει ένα ειδικό αξιολογικό υπόβαθρο και κριτήριο στην ανάλυση του ερωτήματος αν το μέτρο δικαιολογείται σε μια δημοκρατική κοινωνία τη δεδομένη στιγμή. Το είδος της έκτακτης ανάγκης και του κινδύνου που ενέχεται σ’αυτήν θα επηρεάσει αναπόφευκτα την όλη ανάλυση του ερωτήματος αν ένας περιορισμός δικαιολογείται ή όχι τη δεδομένη στιγμή σε μια δημοκρατική κοινωνία, νοουμένου ότι ο πυρήνας του δικαιώματος γίνεται σεβαστός. Ο λόγος είναι ότι τα κριτήρια της αρχής της αναλογικότητας είναι συναρτημένα με τον σκοπό για τον οποίο λήφθηκαν. Ειδικότερα, και όπως προαναφέρθηκε, τα κριτήρια της αρχής της αναλογικότητας σχετίζονται με την καταλληλότητα, αναγκαιότητα και αναλογικότητα stricto sensu των μέτρων για την επίτευξη  του συγκεκριμένου σκοπού. Οπότε, είναι επιτακτική ανάγκη να αναλύσουμε και να κατανοήσουμε πρώτα τη σημασία και το εύρος του σκοπού, για την εξυπηρέτηση του οποίου λήφθηκαν τα συγκεκριμένα περιοριστικά των δικαιωμάτων μέτρα.
 
Στην περίπτωση του σκοπού και της ανάγκης αντιμετώπισης της πανδημίας του COVID-19, αλλά και της πρόληψης της περαιτέρω εξάπλωσής της θα πρέπει να ληφθούν κατά την ανάλυση του εν λόγω σκοπού τουλάχιστον οι εξής παράγοντες και αξιολογικά κριτήρια:
 
(α) η εν λόγω πανδημία εμπλέκει τόσο το δικαίωμα της ζωής όσο και το δικαίωμα της υγείας των ανθρώπων που ζουν σε μια συγκεκριμένη χώρα, όπως παρατήρησε και ο Καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου της Νομικής Αθηνών Σπύρος Βλαχόπουλος στο πρόσφατο άρθρο του στην Καθημερινή με τίτλο « Θρησκευτική ελευθερία και προστασία της υγείας». Οι επιπτώσεις του COVID-19 για την υγεία και τη ζωή φαίνεται από τις ανακοινώσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας και επιβεβαιώνεται από τα κρούσματα στην Κύπρο, αλλά και σε άλλες χώρες, μεταξύ άλλων και η Ιταλία.
 
 (β) Ο τρόπος μετάδοσης του COVID-19, με βάση τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας είναι ορόσημο για το ποια μέτρα  είναι κατάλληλα για να απαντήσουν στα ειδικά χαρακτηριστικά της πανδημίας του COVID-19.
 
(γ) Η ανάγκη νοσηλείας και απομόνωσης των κρουσμάτων αλλά και το θανατηφόρο του COVID-19 σε πολλές περιπτώσεις, κυρίως σε μέλη των ευπαθών ομάδων, αποτελεί από μόνο του σημαντικό παράγοντα και αξιολογικό κριτήριο του σκοπού της αντιμετώπισης του COVID-19. Η μη αντιμετώπιση της επιδημίας επιδεινώνει την κατάσταση στην οποία ήδη βρίσκονται οι ευπαθείς ομάδες, αφού αυξάνεται ο φόβος για την υγεία τους και η δυσκολία τους για μετακίνιση και εξυπηρέτηση των αναγκών τους. Σ΄ένα κοινωνικό και δημοκρατικό κράτος οι ευπαθείς ομάδες χρήζουν ειδικής κρατικής μέριμνας. Αυτό ισχύει a fortiori υπό το φως της πανδημίας. Την ίδια στιγμή, κατά τη διάρκεια της πανδημίας, υπάρχει μια διαγενεολογική ατομική και συλλογική ευθύνη από τις νεότερες γενιές προς τους  ηλικιωμένους, οι οποίοι εμπίμπτουν στις ευπαθείς ομάδες να προσβληθούν από τον κορωνοϊό.
 
(δ) Η ανάγκη νοσηλείας και απομόνωσης των κρουσμάτων αλλά και το θανατηφόρο του COVID-19 σε πολλές περιπτώσεις, κυρίως σε μέλη των ευπαθών ομάδων, σε συνάρτηση με το μέγεθος και τις δυνατότητες του συστήματος υγείας της χώρας, η οποία λαμβάνει τα συγκεκριμένα μέτρα, αποτελεί ένα επιπρόσθετο παράγοντα για την κατανόηση του σκοπού της αντιμετώπισης του COVID-19. Ένα μικρό και με περιορισμένες δυνατότητες σύστημα υγείας μπορεί να μην μπορεί να ανταπεξέλθει σε περίπτωση σοβαρής αύξησης των κρουσμάτων του κορωνοϊού.   
 
(ε) Η ανάγκη νοσηλείας και απομόνωσης των κρουσμάτων αλλά και το θανατηφόρο του COVID-19 σε πολλές περιπτώσεις, κυρίως σε μέλη των ευπαθών ομάδων, σε συνάρτηση με το μέγεθος της χώρας, η οποία λαμβάνει τα συγκεκριμένα μέτρα αποτελεί έναν ακόμα περιβαλλοντικό παράγοντα για την κατανόηση του σκοπού της αντιμετώπισης του COVID-19. Μπορεί να επιχειρηματολογηθεί ότι τα παραδείγματα άλλων χωρών με αυξημένα κρούσματα, όπως η Ιταλία, σε συνάρτηση με το μέγεθος της Κύπρου κρούουν τον κώδωνα του σοβαρού κινδύνου για την ύπαρξη του ίδιου του κράτους, αφού ο λαός είναι το πρώτο συστατικό στοιχείο του κράτους.
 
(στ) Η ταχύτητα της αύξησης των κρουσμάτων του κορωνοϊού αποτελεί ακόμα ένα περιβαλλοντικό παράγοντα για την κατανόηση του σκοπού της αντιμετώπισης της συγκεκριμένης πανδημίας. Η ταχύτητα της αύξησης των κρουσμάτων του κορωνοϊού στην Κύπρο αποτελεί παράγοντα που πρέπει να ληφθεί υπόψη,  ο οποίος όμως θα πρέπει να κρίνεται υπό το φως και της προσπάθειας πρόληψης περαιτέρω εξάπλωσης της πανδημίας στην Κύπρο και υπο το φως της παγκόσμιας εμπερίας από την πανδημία. 
 
(ζ)  Τέλος, η κουλτούρα, τα ήθη και έθιμα του λαού της χώρας η οποία λαμβάνει τα μέτρα μπορεί να προστεθεί στην κατανόηση της προσπάθειας του συγκεκριμένου κράτους να αντιμετωπίσει την πανδημία του COVID-19. Ειδικότερα, η κουλτούρα ενός μεσογειακού λαού, όπως ο κυπριακός λαός, ο οποίος συνηθίζει στην επαφή με άλλα άτομα αλλά και η ορθόδοξη ελληνική θρησκευτική παράδοση της πλειοψηφίας και/ή μεγάλου μέρους του λαού, η οποία συνδέεται και με συγκεκριμένες συμπεριφορές, ήθη και έθιμα μπορεί να χρήζουν κάποιων ιδιαίτερων  συμπεριφορικών περιορισμών.
 
Συνεπώς, υπό τις πιο πάνω συνθήκες κρίσης  λόγω της πανδημίας του COVID-19  το Κράτος εξακολουθεί να έχει την υποχρέωση να τηρεί το Σύνταγμα και την αρχή της αναλογικότητας, αλλά η ίδια η κρίση ενόψει της πανδημίας του  COVID-19  προσθέτει κάποια ειδικά αξιολογικά κριτήρια και υπόβαθρο, αλλά και παράγοντες  που πρέπει να ληφθούν υπόψη στην όλη ανάλυση του ερωτήματος αν ο περιορισμός δικαιολογείται στη συγκεκριμένη δημοκρατική κοινωνία τη δεδομένη στιγμή που αντιμετωπίζει την πανδημία. Η συγκεκριμένη προσπάθεια του κράτους για την αντιμετώπιση της πανδημίας του COVID-19, αλλά και της πρόληψης της περαιτέρω εξάπλωσής της πρέπει να αξιολογείται λαμβάνοντας υπόψη τα ειδικά χαρακτηριστικά της συγκεκριμένης πανδημίας αλλά και τα ειδικά χαρακτηριστικά της χώρας  και του λαού της.
 
* Δικηγόρου και μέλους του διδακτικού προσωπικού της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Λευκωσίας.