Αν είναι εκτός συζήτησης η αλλαγή της βάσης λύσης του Κυπριακού, όπως επανέλαβε και χθες ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας και όπως επαναλαμβάνουν όλοι οι ταγοί τα τελευταία χρόνια, σε ποια βάση θα γίνουν οι διαπραγματεύσεις αν τους πουν αύριο να επιστρέψουν στο τραπέζι;

Διότι αυτό αποζητούν με πάθος και μάλιστα οι περισσότεροι προσθέτουν «χωρίς προϋποθέσεις». Αν, λοιπόν, ο Γκουτέρες μετά που θα δει ξεχωριστά τον Νίκο Χριστοδουλίδη και τον Ερσίν Τατάρ στη Νέα Υόρκη, ανακοινώσει ότι σε πέντε, δέκα, είκοσι μέρες επιστρέφουμε στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων χωρίς όρους και προϋποθέσεις, σε ποια βάση θα γίνουν; Αυτήν που προβάλλουν οι Ελληνοκύπριοι πολιτικοί, όταν κάνουν μεταξύ τους πανηγύρια ή αυτήν που θέλει να επιβάλει η τουρκική πλευρά; Ποιος θα αγνοήσει τους όρους της Άγκυρας; Ο Γκουτέρες;

Ακόμα και η Ρωσία σήμερα δείχνει διατεθειμένη να παίξει τα παιχνίδια της Τουρκίας κι ας δηλώνει ότι δεν άλλαξε θέση στο Κυπριακό. «Είναι εκτός συζήτησης η αλλαγή βάσης λύσης του Κυπριακού, και αυτό δεν είναι μόνο θέση της δικής μας πλευράς αλλά και της διεθνούς κοινότητας», έλεγε χτες ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Στην πραγματικότητα, η διεθνής κοινότητα θέλει μόνο να βρεθεί μια διευθέτηση και ολίγον την ενδιαφέρει αν θα αλλάξει η βάση λύσης.

Είδατε κανέναν από τη διεθνή κοινότητα να κάνει κάτι για τη βάση λύσης του Κυπριακού, πέρα από κάποιες φραστικές παραινέσεις; Συνήθως καλούν και τις δυο πλευρές, κι εμάς δηλαδή, να βρούμε το κοινό έδαφος. Ακόμα και στην έκθεσή του τον Ιούλιο, ο Γκουτέρες, καλούσε τους δυο ηγέτες να είναι «δραστήριοι στην αναζήτηση μας κοινά αποδεχτής πορείας προς τα εμπρός».

Δεν ενδιαφέρει κανέναν αν το κοινό έδαφος και η κοινά αποδεχτή πορεία, θα είναι χωρίς να αλλάξει η βάση της λύσης. Περιμένουν ότι οι δυο πλευρές θα κάνουν υποχωρήσεις από τις θέσεις τους ώστε να βρεθεί το κοινό έδαφος. Κι αυτό σημαίνει ότι θα κάνουμε κι εμείς υποχωρήσεις. Ποιες είναι αυτές; Πώς θα προσεγγίσουμε τις ακραίες θέσεις της τουρκικής πλευράς για να επιστρέψουμε στο τραπέζι των συνομιλιών;

Αυτή τη στιγμή, η τουρκική πλευρά έχει δημιουργήσει τις συνθήκες ώστε η επανέναρξη των συνομιλιών να σημαίνει αυτομάτως ότι αποδεχόμαστε συζήτηση στη βάση των δυο κρατών ή σε κάτι που προσεγγίζει. Συνομοσπονδία, για παράδειγμα. Για να βρούμε, δήθεν, κοινό έδαφος, όπως μας καλεί ο διεθνής παράγοντας. Κι αυτό γιατί τα τελευταία έξι χρόνια, δεν παράγεται καμιά πολιτική από την δική μας πλευρά, οι ηγέτες μας κάνουν απλώς διαχείριση και συντήρηση του αδιεξόδου, επαναλαμβάνοντας μονότονα ότι τίποτε άλλο δεν μπορεί να συμβεί παρά μόνο η επιστροφή στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.

Γνωρίζοντας, όμως, τις θέσεις της τουρκικής πλευράς, γνωρίζοντας ότι επί του εδάφους βαθαίνει όλο και περισσότερο την τουρκοποίηση των κατεχομένων (ουσιαστικά τα μετέτρεψε ήδη σε τουρκική επαρχία και απομένουν τα τυπικά), και με δεδομένο ότι εκείνοι που βρίσκονται σε σύγκρουση με τις αποφάσεις (όχι τις προθέσεις) των Ηνωμένων Εθνών και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είναι η τουρκική πλευρά, θα έπρεπε όλα τα προηγούμενα χρόνια να κάναμε αγώνα για να εκθέσουμε τα τουρκικά σχέδια. Και όχι για να τα βάλουμε στο τραπέζι να τα συζητήσουμε. Τι να συζητήσουμε; Πώς θα συνεργαστούν τα δύο γειτονικά κράτη ή το πώς και πότε θα αναγνωρίσουμε την κυριαρχική ισότητα;

«Δεν υπήρξε οποιαδήποτε απτή αλλαγή στην πολιτική δυναμική ή στις δεδηλωμένες θέσεις των δυο πλευρών», έλεγε ο Γκουτέρες στην έκθεσή του τον Ιούλιο. Τι σημαίνει αυτό; Ότι περίμενε να δει και αλλαγή στις δικές μας θέσεις. Κι ας είναι οι δικές μας ταυτισμένες με τα ψηφίσματα των Ηνωμένων Εθνών. Αφού οι Τούρκοι λένε ότι δεν συζητούν παρά μόνο λύση δύο κρατών και τους ανέχονται και αναμένουν από εμάς αλλαγή θέσεων για να βρεθεί κοινό έδαφος, ας λέγαμε κι εμείς ότι δεν συζητούμε τίποτε άλλο παρά την επιστροφή των Τουρκοκυπρίων στην Κυπριακή Δημοκρατία. Θα δείχναμε ακραίοι; Και τόσο καιρό που δεν δείχναμε και συμφωνούσαμε με τα Ηνωμένα Έθνη τι καταλάβαμε; Τουλάχιστον έτσι, θα είχαμε μια κάποια πολιτική! Στη βάση του διεθνούς δικαίου, αν μη τι άλλο.