Με την Γαλλίδα δημοσιογράφο Αριάν Λαβριλό ήρθαμε σε επαφή την τελευταία περίοδο. Αιτία κι αφορμή το αμφιλεγόμενο άρθρο 4 της Ευρωπαϊκής Πράξης για την ελευθερία των Μέσων Ενημέρωσης… Ένα άρθρο που θέτει τους δημοσιογράφους στο στόχαστρο.

Ίσως να μην συμμεριζόμαστε ακριβώς τις ίδιες απόψεις για πολλά άλλα ζητήματα. Εκείνη βλέπει ότι η δημοσιογραφία πάντα πρέπει να μπαίνει πάνω από το εθνικό συμφέρον. Άποψη που αντικρίζω με σκεπτικισμό. Ίσως επειδή για τη μικρή μας Κύπρο, υπάρχει πάντα ένας εχθρός στη γειτονιά που εισέβαλε στο νησί μας και κατέχει το μισό. Ακόμη, έχουμε πολύ διαφορετική προσέγγιση για τον ρόλο της Αιγύπτου γενικότερα στην ευρύτερη περιοχή.

Όμως, μας ενώνει κάτι πολύ ισχυρό. Η ανάγκη για διαφύλαξη των Αρχών της ελευθεροτυπίας. Η προστασία του δημοσιογράφου ακόμα κι αν η δουλειά του δεν αρέσει σε κυβερνήσεις χωρών. Ακόμα κι αν ο δημοσιογράφος παίζει με τα όρια. Όταν ο σκοπός είναι η ανάδειξη θεμάτων προς όφελος της ανθρωπότητας, δεν μπορείς να διασύρεις τον υπηρέτη ενός τέτοιου ευγενούς σκοπού.

Η Αριάν που υπήρξε ανταποκρίτρια για θέματα Μέσης Ανατολής, λοιπόν, είχε αναδείξει ένα ιδιαίτερα… ενοχλητικό θέμα το 2021. Σύμφωνα με τα ευρήματα της δημοσιογραφικής της έρευνας γαλλικές υπηρεσίες πληροφοριών είχαν βοηθήσει με τεχνολογία τις Αρχές της Αιγύπτου να εντοπίσουν λαθρέμπορους στα σύνορα Αιγύπρου – Λιβύης και να τους σκοτώσει.

Η Αριάν λόγω αυτής της αποκάλυψης, βίωσε κάτι που δεν συμβαδίζει με την προασπίστρια ανθρώπινων ελευθεριών Γαλλία. Η ίδια εξιστορώντας την εμπειρία της στον «Φ», μας είπε: «Εισέβαλε στο διαμέρισμά μου υπηρεσία πληροφοριών, κατάσχεσε τον υπολογιστή και το τηλέφωνό μου, επειδή συμμετείχα σε μια έρευνα που δημοσιεύθηκε από την ιστοσελίδα Disclose, με τίτλο Egypt Papers. Η έρευνα αποκάλυψε μια μυστική γαλλική στρατιωτική επιχείρηση {…} Βασικά, η Γαλλία παρείχε πληροφορίες και πόρους στον Αιγυπτιακό στρατό, ο οποίος τους χρησιμοποίησε για να στοχοποιήσει και να σκοτώσει ανθρώπους που διακινούσαν εμπορεύματα για πολίτες».

Αυτή δεν ήταν η μοναδική επίπτωση για την ίδια. Την περιόρισαν για 39 ώρες και την ανέκριναν για να μάθουν τις πηγές της. Την αντιμετώπισαν ως κοινή εγκληματία. «Οι γαλλικές Αρχές με είχαν θέσει υπό παρακολούθηση για κάποιο διάστημα, και πιθανόν και συνάδελφό μου. Τον Σεπτέμβριο, με κράτησαν και με ανέκριναν με σκοπό να καταλύσουν την προστασία των πηγών και να προσπαθήσουν να εντοπίσουν τις πηγές του Disclose» πρόσθεσε.

Όπως μας είπε η Αριάν μπορεί να βρεθεί κατηγορούμενη για αδίκημα που επισύρει ποινή μέχρι και 5ετη φυλάκιση: «Αυτή τη στιγμή, δεν έχω κατηγορηθεί, αλλά μπορεί να κατηγορηθώ οποιαδήποτε στιγμή, μέσα σε λίγους μήνες ή σε λίγα χρόνια, μέχρι να ολοκληρωθεί η έρευνα. Αυτή η κατάσταση μπορεί να διαρκέσει χρόνια. Όταν δεν έχεις κατηγορηθεί στη Γαλλία, δεν έχεις πρόσβαση στην ανακριτική διαδικασία, οπότε δεν έχω ιδέα για το τι κάνουν, αν συνεχίζουν την έρευνα ή αν την ανέστειλαν».

Η Αριάν ήταν ανάμεσα στους συντελεστές της δημοσιογραφικής έρευνας -στην οποία συμμετείχε και ο «Φ»- για τις διαπραγματεύσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο σε σχέση με τις παρακολουθήσεις δημοσιογράφων. Συμφωνεί ότι ο ρόλος της κυβέρνησής μας δεν ήταν αυτός που έπρεπε: «Είναι βέβαιο ότι η Κύπρος επιθυμεί να έχει τη δυνατότητα να βάζει δημοσιογράφους υπό παρακολούθηση υπό το πρόσχημα της εθνικής ασφάλειας. Συνεπώς, θα έπρεπε να αγωνιστείτε για μια νομοθεσία που θα είναι πιο σαφής και προστατευτική από την πράξη για την ελευθερία των Μέσων Ενημέρωσης. Αυτή είναι μόνο η αρχή ενός μακροχρόνιου αγώνα».

Κι όταν διατυπώνει αυτές τις θέσεις μια παθούσα δημοσιογράφος, το λιγότερο που έχουμε να κάνουμε είναι να τη λάβουμε σοβαρά υπόψιν.