Θυμός, οργή και αηδία. Με όση ψυχραιμία και αν προσπάθησε κάποιος να παρακολουθήσει την τρίτη θανατική ανάκριση στην υπόθεση Θανάση Νικολάου, ήταν αδύνατο να συγκρατηθεί βλέποντας την στάση της Νομικής Υπηρεσίας. Άκρως εχθρική προς την οικογένεια, τους δικηγόρους και τους μάρτυρές της. Έχει κηρύξει με μανία πόλεμο ώστε να καταδείξει στο δικαστήριο ότι ισχύει η θεωρία της αυτοκτονίας την οποία στηρίζει επί 19 χρόνια. Στη βάση, όμως, άκρως πρόχειρων και ερασιτεχνικών ερευνών, που είχαν ακολουθηθεί στα πρώτα στάδια της υπόθεσης.

Η ανάλγητη συμπεριφορά της κορυφώθηκε προχθές, κατά την τελική αγόρευσή της. Εννέα συνολικές φορές αναφέρθηκε με άκρως προσβλητικούς χαρακτηρισμούς για την παθολογοανατόμο Δήμητρα Καραγιάννη, κάνοντας λόγο για επιστημονική ανεπάρκεια. Σε δύο περιπτώσεις μείωσε τον έτερο παθολογοανατόμο, Φίλιππο Κουτσαύτη. Ενώ μειονεκτικά αναφέρθηκε και για τον ποινικό ανακριτή Σάββα Μάτσα.

Ένα δείγμα της μανιώδους συμπεριφοράς της Νομικής Υπηρεσίας μπορείτε να διαβάσετε από τα αποσπάσματα τα οποία συγκεντρώσαμε αυτούσια από το κείμενο της τελικής αγόρευσης. Διαβάστε (όσοι αντέχετε):

«Είναι ακριβώς σε αυτό το πλαίσιο που παρατίθενται οι πιο κάτω ανακρίβειες από την μαρτυρία της κ. Καραγιάννης ακριβώς διότι αμφισβητείται η ορθότητα των πληροφοριών που κατέθεσε στο Δικαστήριο». «Η δρ Καραγιάννη φαίνεται από τα πιο πάνω ότι αδυνατούσε και/ή δεν είχε την επιστημονική επάρκεια…».

«Λειτούργησε αντιεπιστημονικά και αυθαίρετα, οδηγούμενη σε διατύπωση συμπεράσματος στην Έκθεσή της το οποίο ουδόλως τεκμηριώνει». «Εφηύρε στην Έκθεσή της επιχειρηματολογία περί ανεπάρκειας του χρόνου που παρήλθε ώστε να δικαιολογήσει την μη ανεύρεση κοκκίων αιμοσιδηρίνης και αυθαίρετα να καταλήξει στο συμπέρασμα περί στραγγαλισμού εν ζωή». «Αναδείχθηκε στην ακροαματική διαδικασία η μη επιστημονική επάρκεια της κ. Καραγιάννη».

«Η δρ Καραγιάννη διορίστηκε στην παρούσα υπόθεση τεχνικός σύμβουλος της οικογένειας, το χρηματικό ποσό των 9.000 ευρώ πληρώθηκε από την Κυπριακή Δημοκρατία στη δρα Καραγιάννη εκ μέρους της οικογένειας». «Η δρ Καραγιάννη… φαίνεται ότι δεν μελέτησε καν τη βιβλιογραφία που η ίδια παρουσίασε». «Δεν δόθηκαν με επιστημονική επάρκεια ορθές πληροφορίες από την δρα Καραγιάννη».

Ορίστε κι ένα δείγμα για τον δρα Κουτσαύτη: «Στη 2η έκθεση του καταγράφεται μεταξύ άλλων λανθασμένα…». «Συνεπώς, ουσιαστικά ο δρ Κουτσαύτης έλαβε λανθασμένα στοιχεία και κατέληξε σε λανθασμένα συμπεράσματα».

Κι ένα μικρό δείγμα για τον κ. Μάτσα: «Η αναγωγή, όμως, των παραλείψεων αυτών σε συνέργεια μετά την διάπραξη φόνου ως εισηγείται ο κ. Μάτσας, χωρίς να υπάρχει σχετική μαρτυρία που να στοιχειοθετεί την εισήγηση των αδικημάτων αυτών, είναι νομικά εσφαλμένη και στερείται κάθε νομικής υπόστασης».

Δεν είμαστε ούτε ιατροδικαστές, ούτε παθολογοανατόμοι, ούτε και νομικοί ώστε να μπορούμε πέραν πάσης αμφιβολίας να τοποθετηθούμε επί των ευρημάτων στο σώμα του Θανάση ή στην περιοχή στην οποία εντοπίστηκε το πτώμα του. Δεν χρειάζεται, όμως, καμία εκ των προαναφερθεισών ιδιοτήτων ώστε εξόφθαλμα να αντιληφθεί ο καθείς τη μανία να καταρριφθεί η δολοφονία του εθνοφρουρού.

Είναι πραγματικά κατάντημα να επιχειρεί κάποιος να διασύρει με τέτοιο τρόπο κάποιους επιστήμονες, απλώς και μόνο, για να στηρίξει το δικό του ισχυρισμό. Βεβαίως, έχουμε πλειστάκις επισημάνει το κατάντημα της επίσημης πλευράς έναντι της οικογένειάς του Θανάση.

Δεν θα φεισθούμε κόπων να επαναλαμβάνουμε ότι καθήκον της Γενικής Εισαγγελίας, και γενικά των Αρχών του κράτους, είναι να εξαντλούν και την τελευταία ικμάδα των δυνάμεων τους στην εύρεση των εγκληματιών και όχι να πολεμούν εκείνους που παλεύουν για τον ίδιο σκοπό, όπως στην προκειμένη περίπτωση η οικογένεια του Θανάση.

Από την στιγμή κατά την οποία έχει αποδειχθεί περίτρανα πως στα πρώτα στάδια της υπόθεσης η διερεύνηση που έγινε ήταν υποτυπώδης, ένα πέπλο καχυποψίας έχει σκεπάσει όλη την υπόθεση. Όταν, λοιπόν, ελλαδίτες εμπειρογνώμονες μίλησαν για στραγγαλισμό, η καχυποψία μετεβλήθη σε ενισχυμένη αμφισβήτηση όσων προσπαθούσαν για χρόνια να πείσουν ότι επρόκειτο περί αυτοκτονίας.

Οι επικεφαλής της Νομικής Υπηρεσίας εκτίθενται ολοένα και περισσότερο από τη στάση την οποία τηρούν. Επειδή και μόνο το ιστορικό της πονεμένης αυτής υπόθεσης είναι αρκετό για να τους αδειάσει. Η πρώτη θανατική ανάκριση το 2007 αναφερόταν σε αυτοκτονία. Την ανέτρεψε, όμως, το Ανώτατο Δικαστήριο. Το 2011 διορίστηκαν ποινικοί ανακριτές οι οποίοι για πρώτη φορά μίλησαν για πιθανή εγκληματική ενέργεια. Για να φτάσουμε το 2020 στο χαστούκι του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, στην εκταφή των οστών, στο πόρισμα Καραγιάννη περί στραγγαλισμού και το πόρισμα Μάτσα-Αλεξόπουλου.

Δεν γνωρίζουμε τι θα ανακοινώσει η θανατική ανακρίτρια στις 10 Μαΐου. Ό,τι και αν αποφασίσει, όμως, η υπόθεση πρέπει να φύγει από τα χέρια των Εισαγγελέων, οι οποίοι αμφισβητούνται από την πλειοψηφία της κοινής γνώμης. Είναι καιρός ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας να τολμήσει. Να αναλάβει πρωτοβουλία και να καλέσει ξένους καπάτσους εγκληματολόγους και ερευνητές, οι οποίοι χωρίς να κουβαλούν ίχνος καχυποψίας να ερευνήσουν σε βάθος την υπόθεση. Έστω  και μετά από 19 χρόνια. Το χρωστάει το κράτος, η πολιτεία και η κοινωνία σε αυτή την σπάνια γυναίκα: Την κυρία Αντριάνα!