Mε την ευκαιρία των τριάντα χρόνων από τη γενοκτονία στη Ρουάντα, το 1994, το περιοδικό Economist φιλοξένησε ένα άρθρο για τις προσπάθειες που καταβάλλει ο σημερινός ηγέτης, Paul Kagame, να ξεπεράσει η χώρα το τραύμα της γενοκτονίας.  

Στη Ρουάντα υπάρχουν οι φυλές των  Χούτου (85%), των Τούτσι (14%), και των Twa (1%). Tα αποτρόπαια συμβάντα είναι απότοκα της αποικιοκρατικής πολιτικής των Γερμανών και Βέλγων που διαχρονικά δυνάστευσαν τη χώρα. Οι Βέλγοι είχαν αποφασίσει το 1916 ότι οι Τούτσι ήταν ανώτεροι των Χούτου, εξέδωσαν ταυτότητες σύμφωνα με την εθνικότητα και η μειονότητα των Τούτσι μαζί με τους Βέλγους κυβερνούσαν τη χώρα. Όταν η Ρουάντα απέκτησε την ανεξαρτησία της από τους Βέλγους το 1962, οι Χούτου επαναστάτησαν και πήραν την εξουσία από τους Τούτσι. Ακολούθησε ένας φοβερός εμφύλιος με αποτέλεσμα τη γενοκτονία της φυλής των Τούτσι κυρίως, τους οποίους οι Χούτου αποκαλούσαν «κατσαρίδες για εξόντωση». 

Το άρθρο περιγράφει τις περιπέτειες ενός Τούτσι, του Κιζίτο Μιχίτο, που είδε σε ηλικία 12 χρόνων τους Χούτου γείτονες του να σφάζουν τον πατέρα του. Κατάφερε να φύγει από το σπίτι του, πέρασε στο διπλανό Μπουρούντι και γλύτωσε, αφού κρύφτηκε  κάτω από στοίβες νεκρών σωμάτων. Σφαγιάστηκαν 80.000 σε εκατό μέρες.  Ο ίδιος επέστρεψε στη χώρα του όταν πια επικράτησαν οι ομάδες του Πατριωτικού Μετώπου της Ρουάντα. O Kιζίτο Μιχίτο έγινε τραγουδοποιός και το 2014 έγραψε ένα τραγούδι που λεγόταν «Τι σημαίνει θάνατος», το οποίο αναφερόταν στα εγκλήματα της γενοκτονίας. Οι αρχές τον συνέλαβαν, τον βασάνισαν, τον φυλάκισαν και το 2020 βρέθηκε νεκρός στο κελί του. 

Το αφήγημα του Πατριωτικού Μετώπου μετά το 1994, υπαγόρευε ότι πια δεν υπήρχαν ούτε Χούτου, ούτε Τούτσι. Παρά μόνο Ρουαντέζοι ενωμένοι με αξιοπρέπεια. Στην πρωτεύουσα Κιγκάλι, στήθηκε ένα μνημείο για να εκφράζει αυτή την πορεία. Ενώ στην πόλη Νυαμάτα, που βρίσκεται νότια της πρωτεύουσας, οι αρχές διατήρησαν απάνω στους σκάμνους μιας εκκλησίας -μέσα στην οποία δολοφονήθηκαν 5,000 Τούτσι -τους σκελετούς των ανθρώπων που σφαγιάστηκαν. «Πρέπει να γιατρευτούμε», είπε μια ξεναγός.

Σήμερα, τα τρία τέταρτα των Ρουαντέζων επιλέγουν τον ραδιοσταθμό που υπάρχει από 2004 και λέγεται «Η Νέα Αυγή». Εκφράζει όλους τους κατοίκους, ενώ ο Πρόεδρος της χώρας δίνει έντονα την παρουσία του σε εκδηλώσεις που προωθούν την ενότητα και όχι τον διαχωρισμό. Προωθεί και στηρίζει τέχνες και παραδόσεις ανεξαρτήτως φυλής, είναι παρών στα χωριά για να ενδυναμώσει κάθε προσπάθεια αλλαγής με καθαρό λόγο, χωρίς υπονοούμενα και ουρές. Αποφεύγει μέσα από τις ομιλίες την επίρριψη ευθυνών και προτείνει τρόπους για ένα ελπιδοφόρο μέλλον για όλους τους κατοίκους. Τεράστιο εγχείρημα που απαιτεί κουράγιο, επιμονή και κυρίως ειλικρίνεια. Γιατί, σίγουρα, δεν είναι ρόδινα τα πράγματα στην Αφρικανική χώρα. Ο κόσμος φοβάται ακόμη να μιλήσει ελεύθερα, να εκφραστεί και να πιστέψει ότι δεν θα ξαναζήσει τον όλεθρο που έζησε πριν 30 χρόνια. 

Θα διερωτηθείτε γιατί τα γράφω όλα αυτά και τι σχέση έχει μια ευρωπαϊκή Κύπρος με μια χώρα της Αφρικής. Έχει, γιατί για να επέλθει η κάθαρση και στη δική μας χώρα χρειάζεται επίπονη και ειλικρινής προετοιμασία, που θα ξεκινήσει από την Παιδεία και θα ενταχθεί στην καθημερινότητα. Αυτή η αλλαγή δεν θα έρθει ουρανοκατέβατη, θα είναι μια καθημερινή κοινή προσπάθεια, όχι επικοινωνιακή, αλλά πραγματική, για να ετοιμάσουμε μια νέα γενιά της οποίας το μέλλον μπορεί να είναι λαμπρό, αντί να της φορτώσουμε τα συλλογικά μας λάθη, την ανασφάλεια και την ηττοπάθεια. Έχουμε παράδειγμα το δημοψήφισμα του 2004! Άγνοια και ανασφάλεια έφεραν το αποτέλεσμα, συνεπικουρούμενα από δάκρυα και εκκλησιαστικούς αφορισμούς. 

Βήματα γίνονται, ευτυχώς.  Βλέπουμε προγράμματα που αναφέρονται στο παρελθόν όπου ορθά επισημαίνονται γεγονότα που μέχρι σήμερα ήταν κρυμμένα και απόρρητα. Κυκλοφορούν εκδόσεις που προσπαθούν να ρίξουν φως στα δύσκολα χρόνια, όπως το πρόσφατο βιβλίο του Τάκη Χατζηδημητρίου, «Κυπριακή Δημοκρατία 1964-1967 – Από την στρατιωτικοποίηση στη Στρατοκρατορία – Το Κυπριακό και ο Ελληνικός λαβύρινθος», μια περίοδο «με πληθώρα γεγονότων, φορτισμένη με διακηρύξεις και ηρωικές αποφάσεις, όπου οι πανηγυρισμοί και οι πατριωτικοί λόγοι συγκάλυπταν την πραγματικότητα και καλλιεργούσαν το μύθο», όπως γράφει το οπισθόφυλλο του βιβλίου. 

Συνεχίζουμε να κρύβουμε αλήθειες, μάθαμε να λειτουργούμε χωρίς τους ΤΚ, γιατί το επέβαλε το δίκαιο της ανάγκης. Δεν φτάσαμε, ευτυχώς, σε επίπεδα γενοκτονίας, όμως τα πενήντα χρόνια που πέρασαν, εδραίωσαν στα μυαλά μιας μεγάλης πλειοψηφίας του λαού την έννοια ύπαρξης μιας βόρειας και μιας νότιας Κύπρου, ως δύο ξεχωριστές οντότητες, ως δύο κόσμοι που δεν έχουν συνοχή ανάμεσά τους. Αν δεν αλλάξει αυτή η νοοτροπία, η διχοτόμηση είναι η λογική κατάληξη. 

Τα γράφω και για έναν επιπλέον λόγο: πιστεύω ότι ο ΠτΔ πρέπει ν’ αποφεύγει να δίνει το παρών του σε εκδηλώσεις που δηλώνουν τον διχασμό και τη διχόνοια. Αντίθετα, πρέπει να στηρίζει έμπρακτα και να επαινεί αυτές που προωθούν την επανένωση. «Πρέπει να γιατρευτούμε», όπως είπε η νεαρή Ρουαντέζα, από την αρρώστια του διχασμού. Και, ναι, να προχωρήσουμε στη δημιουργία μιας Επιτροπής Αλήθειας. Να αντιμετωπίσουμε αυτή την τελευταία ευκαιρία που μας προσφέρεται, με σθένος και πάθος και όχι επιφανειακά με μυστικές ατζέντες.

Ναι, η φωτογραφία που συνοδεύει το κείμενο είναι εφιαλτική! 

Ελεύθερα, 14.4.2024