Αν ήμουν Σύρος πολίτης και έφτανα στο αμήν από τις συνθήκες διαβίωσης στη χώρα μου, αν δεν έβλεπα αχτίδα φωτός, αν διαφωνούσα επιπλέον με το καθεστώς διακυβέρνησης, αν μπορούσα να μαζέζω λίγα λεφτά για να μπω σε μία ή δυο ή τρεις βάρκες μέχρι να φτάσω σε έδαφος της ΕΕ, αν ήμουν αποφασισμένος να ρισκάρω και τη ζωή μου για να φύγω, δεν θα με απέτρεπε η απόφαση της Κυπριακής Δημοκρατίας να μην εξετάζει τις αιτήσεις για πολιτικό άσυλο.

Προφανώς θα γνώριζα ότι όσο πιο πολύ καθυστερήσει η εξέταση της αίτησής μου, τόσο περισσότερο διάστημα θα μείνω νόμιμα στην Κύπρο, δηλαδή μακριά από τις συνθήκες που με οδήγησαν να φύγω όπως-όπως από τη χώρα μου. Και όσο καθυστερούν να εξετάσουν την αίτησή μου οι κυπριακές αρχές, τόσο καθυστερεί μια δυσάρεστη απόφαση για απόρριψη της αίτησης ή για παραχώρηση καθεστώτος κουτσουρεμένης προστασίας. Το οποίο με μια πολιτική απόφαση της ΕΕ μπορεί να αμφισβητηθεί ή να καταργηθεί αύριο – μεθαύριο και να ξαναβρεθώ στο ανεπιθύμητο σημείο εκκίνησης.

Ούτως ή άλλως, η ροή μεταναστών-προσφύγων από άλλες δοκιμαζόμενες χώρες και κοινωνίες δεν έχει διακοπεί, έστω κι αν η μεγάλη πλειοψηφία των αποφάσεων είναι απορριπτική έναντι των αιτήσεων για πολιτικό άσυλο. Ούτε όταν ο χρόνος αναμονής ήταν τεράστιος διακόπηκαν οι ροές. Ο καθένας θέλει να παίξει τα ρέστα του.

Για χρόνια η κύρια επίκριση της αντιπολίτευσης στις κυβερνήσεις σχετιζόταν με την καθυστέρηση στην εξέταση των αιτήσεων για άσυλο. Ακριβώς γιατί με την καθυστέρηση παρατεινόταν το διάστημα διαμονής των αιτητών, χωρίς αυτό να αποδειχθεί αποτρεπτικός παράγοντας για την έλευση μεταναστών. Συν ο χρόνος των «εφέσεων» και της αμφισβήτησης των αποφάσεων με τα διαθέσιμα νομικά μέσα. Προτεραιότητα για τους περισσότερους δεν ήταν να πάρουν άσυλο, αλλά να μην εκδιωχθούν.

Η μόνιμη επωδός της αντιπολίτευσης ήταν η επίσπευση της εξέτασης και της λήψης απόφασης επί των αιτήσεων, για να μην πληθαίνουν οι εκκρεμούσες αιτήσεις και οι μετανάστες-πρόσφυγες που αναμένουν νόμιμα την απόφαση.

Και η απάντηση των κυβερνήσεων ήταν «επισπεύσαμε τις διαδικασίες, πέρσι εξετάσαμε Χ αιτήσεις, φέτος 2Χ αιτήσεις». Ακόμα και αυτή η Κυβέρνηση διαφήμιζε έως πρόσφατα ότι μείωσε τον χρόνο εξέτασης των αιτήσεων σε τρεις μήνες. Τώρα η Κυβέρνηση αποφάσισε να διακόψει την εξέταση αιτήσεων από Σύρους. Ίσως γιατί δυσκολότερα απορρίπτονται οι αιτήσεις τους για άσυλο, λόγω της προφανέστατα χαώδους κατάστασης στη Συρία, από οικονομικής και πολιτικής διάστασης. Αν δύσκολα «απαλλάσσονται» από τους Σύρους οι κρατικές υπηρεσίες εξετάζοντας τις αιτήσεις τους, ακόμα δυσκολότερα θα απαλλαγούν αρνούμενες να εξετάσουν τις αιτήσεις.

Εκεί που όλοι δεχόμασταν πως μια κάποια λύση για καλύτερη διαχείριση του μεταναστευτικού ήταν η ταχύτερη εξέταση των αιτήσεων και ο επαναπατρισμός σε περίπτωση απορριπτικής απόφασης, ξαφνικά σαν λύση προβάλλεται η μη εξέταση των αιτήσεων. Που θα μαζεύονται και θα στοιβάζονται σε καθημερινή βάση. Και θα αυξάνεται και ο αριθμός των μεταναστών στις ούτω καλούμενες υποδομές φιλοξενίας. Και θα καθίστανται όλο και πιο άθλιες οι συνθήκες διαβίωσης και οι αντικοινωνικές συμπεριφορές, οι ξυλοδαρμοί, οι τραυματισμοί, οι κλοπές στα πέριξ, κλπ.

Και όταν η κατάσταση θα ξαναφθάσει στο απροχώρητο, όλο και κάποιος θα σκεφθεί πως αφού δεν υπάρχει τρόπος να παρεμποδιστεί η άτυπη μετανάστευση -μετακίνηση πληθυσμών τη λένε πολλοί- αυτό που μένει είναι να εξετάζονται δίκαια και νόμιμα οι αιτήσεις και να επικεντρώνονται οι Αρχές στον επαναπατρισμό των απορριφθέντων αιτητών. Ούτε αυτό βέβαια δίνει ουσιαστικές λύσεις. ιδιαίτερα στις περιπτώσεις Σύρων.

Ας δοκιμάσει και αυτή τη φαεινή ιδέα η Κυβέρνηση. Να ξέρει πως αναμετράται με τα μαθηματικά. Και την υπομονή των ανθρώπων. Κάποια στιγμή θα γίνει η σούμα και θα φανεί στο φως της ημέρας αν αυτή η απόφαση θα περιορίσει τις αφίξεις Σύρων ή θα αυξήσει τους διαμένοντες στα παραπήγματα της λεγόμενης φιλοξενίας και θα δοκιμάσει τις αντοχές όλων.