Τελικά, πολύ πιο δύσκολο αποδεικνύεται το εγχείρημα της διόρθωσης των στρεβλώσεων που παρατηρήθηκαν στο νέο σύστημα αξιολόγησης των δημοσίων υπαλλήλων.

Στην προσπάθειά του να υπάρξουν βελτιώσεις στις αξιολογήσεις, το κράτος κινδυνεύει να μπει σε νομικές περιπέτειες και μάλιστα όχι μόνο από μια πηγή αλλά από πολλές. Τα συγκυβερνώντα κόμματα, έχοντας τις ευλογίες της Κυβέρνησης, μέσω πρότασης νόμου επιχείρησαν να αναθεωρήσουν τη βαρύτητα που θα έχει το κριτήριο της αξιολόγησης για τα επόμενα δύο χρόνια.

Συγκεκριμένα, για φέτος είχαν προτείνει όπως η αξιολόγηση, αντί να λαμβάνει μέχρι 45 μονάδες, να λαμβάνει 15. Την ίδια ώρα, αναθεωρείται η βαρύτητα και των υπολοίπων κριτηρίων, που αφορούν τη σύσταση του προϊσταμένου, την πείρα και τα προσόντα.

Ωστόσο, όπως φάνηκε κατά τη συζήτηση στη Βουλή, εάν ακολουθηθεί η συγκεκριμένη ρύθμιση θα υπάρξουν εμπλοκή και νομικά εμπόδια. Και αυτό καθώς πέραν των 385 δημοσίων υπαλλήλων, οι οποίοι έχουν υποβάλει αιτήματα για προαγωγή από τις αρχές του χρόνου στην Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσία (ΕΔΥ), το κριτήριο της αξιολόγησης στη γενική τους βαθμολογία θα προσμετρήσει με 45 μονάδες.

Από την άλλη, όταν εγκριθούν από τη Βουλή οι αλλαγές στο σύστημα αξιολόγησης, η αξιολόγηση θα προσμετρά 15 μονάδες στη συνολική βαθμολογία όσων θα κάνουν αίτηση για προαγωγή μεταγενέστερα. Τις συγκεκριμένες παραδοχές έκανε εκπρόσωπος της Νομικής Υπηρεσίας, η οποία κάλεσε τη Βουλή οι αλλαγές να μην έχουν αναδρομική ισχύ, καθώς κάτι τέτοιο πιθανόν να κριθεί ως αντισυνταγματικό.

Οι 30 μονάδες διαφορά στις αξιολογήσεις στη γενική βαθμολογία ίσως στερήσουν σε κάποιους την προαγωγή. Αν εγκριθεί η νομοθεσία, η οποία πιθανότατα δεν θα αναπεμφθεί από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, καθώς η κυβερνητική πλευρά συναινεί με τις αλλαγές, θα προκαλέσει νομικούς σκοπέλους.

Πολλοί επηρεαζόμενοι που θα βαθμολογηθούν πολύ πιο αυστηρά, θα προσφύγουν στην δικαιοσύνη για άνιση και μη ισότιμη μεταχείριση. Πέραν του συγκεκριμένου νομικού ζητήματος, στη δικαιοσύνη  είναι δεδομένο πως θα προσφύγουν επηρεαζόμενοι, σε περίπτωση που δεν αλλάξει η νομοθεσία. Οι συγκεκριμένοι οι οποίοι έλαβαν χαμηλές βαθμολογίες θα αμφισβητήσουν το νέο σύστημα αξιολόγησης και παράλληλα θα υποστηρίξουν ότι οι στρεβλές διαδικασίες που ακολουθήθηκαν είχαν ως αποτέλεσμα να επηρεάσουν την προαγωγή τους. Επιπλέον, για να τεκμηριώσουν τη θέση τους θα υποστηρίξουν πως η εμπειρία και οι αξιολογήσεις των προηγούμενων χρόνων δεν θα προσμετρούν στη φετινή τους βαθμολογία. Οι κίνδυνοι για δικαστικές διαδικασίες, δεν σταματούν εδώ, καθώς υπάρχει και ενδεχόμενο προσφυγής στο Δικαστήριο και από τους δημόσιους υπαλλήλους, οι οποίοι έλαβαν ψηλές βαθμολογίες και σε περίπτωση τροποποίησης της νομοθεσίας θα χάσουν την προαγωγή τους.

Όλα αυτά συνθέτουν ένα σκηνικό προβληματικό, καθώς ό,τι και να πράξει η Βουλή είναι δεδομένο πως κάποιος που θα διαφωνήσει με τη ρύθμιση θα κινηθεί νομικά κατά του κράτους. Συνεπώς, δύσκολα θα βρεθεί μια φόρμουλα που θα ικανοποιεί όλα τα μέρη. Μάλιστα, το θέμα αναμένεται να πάρει μεγαλύτερες προεκτάσεις, καθώς σε περίπτωση που οι παραπονούμενοι κερδίσουν την υπόθεση στο Δικαστήριο, είναι δεδομένο πως θα επηρεαστούν όλες οι προαγωγές.

Το συγκεκριμένο ζήτημα δείχνει ξεκάθαρα πως οι εμπλεκόμενοι φορείς όταν συζητούσαν τα συγκεκριμένα νομοθετήματα δεν διεκδίκησαν για να υπάρξει σταδιακή εφαρμογή του νέου συστήματος αξιολόγησης.

Αυτό αφορά όχι μόνο τις συνδικαλιστικές οργανώσεις, αλλά και την ΕΔΥ και το Υπουργείο Οικονομικών. Με την σταδιακή αλλαγή των διαφόρων κριτήριων, η μετάβαση στο νέο σύστημα θα γινόταν πολύ πιο ομαλά. Στο μέλλον, όταν θα συζητούνται μεταρρυθμιστικές αλλαγές, θα ήταν καλό αυτές να μην τίθενται άμεσα σε εφαρμογή αλλά σταδιακά, έτσι ώστε να ετοιμάζονται έγκαιρα οι αρμόδιες υπηρεσίες και να εμπεδώνουν τις αλλαγές οι επηρεαζόμενοι.