Σε εγκληματική ενέργεια αποδίδει τον θάνατο του Θανάση Νικολάου η θανατική ανακρίτρια, δικαστής, Ντόρια Βαρωσιώτου, αφού αποδέχθηκε τα όσα υποστήριζαν εδώ και 19 χρόνια η οικογένεια Νικολάου. Μέσα από μια πολυσέλιδη απόφαση η δικαστής αποφάσισε ότι ο θάνατος του οφείλεται σε στραγγαλισμό.

Με το άκουσμα της απόφασης, συγγενείς της οικογένειας που βρίσκονταν στην αίθουσα ξέσπασαν σε χειροκροτήματα ενώ η μητέρα του Θανάση, Ανδριάνα Νικολάου φώναξε «Υπάρχει δικαιοσύνη».

Η δικαστής σημείωσε ότι «εξέτασα με προσοχή τη μαρτυρία των δύο, Καραγιάννη και Αγαπητού και επαναλαμβάνω η απόφαση θα εξεταστεί σε αυτούς. Η διαφορά των δύο που προέκυψε σε σχέση με τα 37 πλακίδια και αν αυτά ανήκουν στον Θανάση, δεν επηρεάζει την ουσία της υπόθεσης.

Σημείωσε ακόμη ότι «η αλήθεια στην υπόθεση του Θανάση διαφάνηκε από τα αδιάσειστα στοιχεία που εντόπισε η κ. Καραγιάννη. Η επιστημονική γνωμοδότηση της την υποστήριξε με διαύγεια. Είναι χαρακτηριστική η αναφορά της πως δεν διατυπώνει προσωπική γνώμη, αλλά ότι τα ευρήματα αυτά μιλούν από μόνα τους. Τεκμηρίωσε τις αναφορές πως το έλλειμμα αποτελεί κάκωση γενόμενη εν ζωή από στραγγαλισμό». Η Δικαστής ανέφερε πως αποδέχεται τη θέση της κ. Καραγιάννη και τη μαρτυρία της ότι ο θάνατος του Θανάση οφείλεται σε στραγγαλισμό.

Αναγιγνώσκοντας το ογκωδέστατο πόρισμά της η θανατική ανακρίτρια Ντόρια Βαρωσιώτου σημείωσε ότι η διαδικασία της θανατικής ανάκρισης του Θανάση ήταν επίπονη και σημαδεύτηκε από εντάσεις και αντεγκλήσεις μεταξύ των δύο πλευρών κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, σημειώνοντας όμως ότι δεν ξέφυγε από το πλαίσιο.

Έκανε εκτενή αναφορά στο ιστορικό της υπόθεσης, τα όσα εφιαλτικά βίωνε ο Θανάσης στον στρατό όπως επίσης και τα καψώνια που του έκαναν οι στρατιώτες. Αναφορές έγιναν στα γεγονότα 19 χρόνων, από την ήμερα δηλαδή που εντοπίστηκε νεκρός κάτω από τη γέφυρα της Άλασσας, στις 29 Σεπτεμβρίου του 2005, την ιατροδικαστική εξέταση του ιατροδικαστή Πανίκου Σταυριανού αλλά και στις ενέργειες της Αστυνομίας.

Στο πολυσέλιδο πόρισμα περιλαμβάνονται επίσης οι δύο προηγούμενες θανατικές ανακρίσεις, οι έρευνες που έγιναν μέχρι και την καταδίκη της Κύπρου από το ΕΔΑΔ αλλά και στα όσα ακολούθησαν μέχρι την ολοκλήρωση της τρίτης θανατικής ανάκρισης.

Επισημαίνεται ότι η εξουσία του θανατικού ανακριτή, σύμφωνα με τον Περί Θανατικών Ανακριτών Νόμο περιορίζεται στην απάντηση του πώς, πότε και πού επήλθε ο θάνατος. Ο θανατικός ανακριτής δεν αποφαίνεται για την αξιοπιστία των μαρτύρων και δεν αξιολογεί στην ουσία τη μαρτυρία. Καλείται να αποφανθεί πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας εάν πρόκειται για εγκληματική ενέργεια ή να αφήσει το πόρισμά ανοικτό, παραπέμποντας το στο Γενικό Εισαγγελέα. Άξιο αναφοράς είναι ότι ο θανατικός ανακριτής δεν έχει εξουσία εάν προκύπτει ποινικό αδίκημα να κατηγορήσει κάποιο πρόσωπο για συγκεκριμένο αδίκημα, σύμφωνα με τις πρόνοιες του Συντάγματος που εναποθέτουν το δικαίωμα δίωξης αποκλειστικά στον Γενικό Εισαγγελέα.

Καταληκτικά στο πόρισμά της η δικαστής Ντόρια Βαρωσιώτου σημείωσε ότι «αποδέχομαι χωρίς κανένα δισταγμό τη θέση της κας Καραγιάννη. Κρίνω πως είχα ενώπιον μου μια πλήρως καταρτισμένη μάρτυρα που με εντιμότητα και αίσθημα καθήκοντος εξέφρασε με σαφήνεια και γλαφυρότητα τις επιστημονικές της θέσεις. Κρατώ αυτό που είπε πως δεν εκφράζει προσωπική άποψη καθώς τα ευρήματα της».