Έχουν περάσει σχεδόν δύο εβδομάδες από τότε που το Υφυπουργείο Πολιτισμού έθεσε προς δημόσια διαβούλευση το πολυθρύλητο και πολυαναμενόμενο νομοσχέδιο που θεμοσθετεί την κοινωνική και επαγγελματική υπόσταση του καλλιτέχνη και σε γενικές γραμμές στις τάξεις των επηρεαζόμενων επικρατεί μια απανεμιά.

Πέρα από την ανάγκη καθορισμού του ποιος θεωρείται καλλιτέχνης, το προτεινόμενο νομοσχέδιο φιλοδοξεί να καλύψει και την ανάγκη υποβοήθησης των καλλιτεχνών οι οποίοι λόγω οικονομικών δυσκολιών αδυνατούσαν να εξασφαλίσουν την κοινωνική τους ασφάλιση.

Δεν πρόσεξα κάποια ιδιαίτερη αναταραχή και σίγουρα μέχρι στιγμής δεν επήλθε και κανένας καταιγισμός αντιδράσεων ή έστω τοποθετήσεων από οργανωμένα σύνολα και μεμονωμένους δημιουργούς. Αλλά ούτε έχει «πέσει» κιόλας μέχρι τώρα η πλατφόρμα η-Διαβούλευση από σχόλια, εισηγήσεις και απόψεις. 

Είναι δύσκολο να πιστέψω ότι το διάστημα αυτό οι -ανυπόστατοι ακόμα- καλλιτέχνες μελετούν ακόμη εις βάθος τις πτυχές του νομοσχεδίου που τελικά έχει τίτλο «Ο Περί της Δημιουργίας Μητρώου Καλλιτεχνών και Θέσπισης Καλλιτεχνικής Χορηγίας Νόμος του 2024». Όσο δύσκολο είναι και να πιστέψω ότι το νομοσχέδιο αυτό, απότοκο ωδινών δεκαετιών ολόκληρων, τους αφήνει είτε απόλυτα ικανοποιημένους, είτε αδιάφορους. Θα ήταν βαρύ να πω ότι από τις ωδίνες ετέχθη μυς, αλλά το σίγουρο είναι ότι ένα τόσο κρίσιμης σημασίας και τόσο πολύπλοκων πτυχών νομοσχέδιο δεν είναι φυσιολογικό να περνά στο ντούκου. Και με αυτά τα δεδομένα δεν είμαι σίγουρος ότι επαρκεί ο χρόνος μέχρι τις 19 Μαΐου που θα διαρκέσει η διαβούλευση, για επί της ουσίας παρεμβάσεις. 

Με ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρακολούθησα την περασμένη Τρίτη την εκπομπή «ΕπιΚοινωνία» του ΡΙΚ με προσκεκλημένους στο στούντιο και τηλεφωνικώς αντιπροσωπευτικούς καλλιτέχνες από διάφορους τομείς. Κατατέθηκαν και ανταλλάχθηκαν καίριες απόψεις και κυρίως ενστάσεις τόσο για επιμέρους πρόνοιες όσο και ως προς τη γενικότερη φιλοσοφία του σχεδίου. Σημαντική στη δική μου σκέψη είναι η παρατήρηση ότι κάθε καλλιτεχνικός κλάδος έχει τις δικές του ιδιαιτερότητες και συνεπώς θα έπρεπε να έχει και τις ανάλογες πρόνοιες. Χώρες όπως η Γαλλία λ.χ. καλύπτουν ξεχωριστά τους Καλλιτέχνες/ Δημιουργούς και τους Καλλιτέχνες Θεάματος. 

Κατέγραψα επίσης την ανησυχία ότι το νομοσχέδιο μπορεί να γυρίσει μπούμπερανγκ και να μετατραπεί σε εστία περιορισμών ή σε μέσο ελέγχου των καλλιτεχνών. Ο επίσης προσκλεκλημένος στην εκπομπή βουλευτής Χαράλαμπος Θεοπέμπτου, εξέφρασε τη βεβαιότητα ότι αν το κείμενο πάει στη Βουλή ως έχει, με δεδομένες τις αντιρρήσεις των καλλιτεχνών, δεν θα περάσει και θα μείνουμε να συζητάμε για χρόνια.

Εδώ που φτάσαμε, οι καλλιτέχνες δεν μπορούν να μη δεχτούν το νομοσχέδιο αυτό έστω ως βάση συζήτησης και είναι κρίσιμης σημασίας να προχωρήσει για να έρθει επιτέλους το αίσιο τέλος σε μια απαράδεκτη κατάσταση πραγμάτων και να αποκτήσουν επιτέλους υπόσταση οι ανυπόστατοι και υπόληψη οι (θεσμικά) ανυπόληπτοι. Ανάλογης σημασίας είναι, όμως, πριν ριφθεί ο κύβος, να γίνουν στο τελικό κείμενο οι απαραίτητες διορθώσεις πάνω σε προβληματικές πρόνοιες που έχουν ήδη εντοπιστεί. Αυτές μπορεί να αφορούν τις προϋποθέσεις εγγραφής στο μητρώο, την ευρύτητα του πεδίου εφαρμογής κ.λπ. 

Είναι γεγονός ότι η πλειοψηφία των καλλιτεχνών δεν αισθάνονται ότι η διαδικασία της ηλεκτρονικής δημόσιας διαβούλευσης είναι εποικοδομητική. Απαραίτητος θεωρείται ένας διάλογος δια ζώσης πάνω στα επιμέρους άρθρα του προτεινόμενου κειμένου, με αμοιβαίες διευκρινήσεις. Επίσης, όπως επισημαίνει ο Σύνδεσμος Εικαστικών Καλλιτεχνών και Θεωρητικών Τέχνης –φυτώριο, θα πρέπει να δημιουργηθεί μια ιστοσελίδα ανοικτή προς όλους ώστε το υπό συζήτηση νομοθέτημα να εμφανίζεται με τα ερωτήματα ανοιχτού και κλειστού τύπου που τίθενται μαζί με τις απαντήσεις. 

Με δεδομένο το (ανύπαρκτο) υφιστάμενο πλαίσιο όπου λειτουργούν οι καλλιτέχνες στην Κύπρο, που καθιστά το επάγγελμα του καλλιτέχνη «βαρύ και ανθυγιεινό», δεν είναι επιλογή η παγοποίηση του νομοσχεδίου ούτε η περαιτέρω καθυστέρησή του. Προβλήματα που στην Ευρώπη έχουν εντοπιστεί και εξακολουθούν να υπάρχουν, στην Κύπρο εμφανίζονται διογκωμένα. Οι υπάρχουσες νομικές, κοινωνικές και φορολογικές δομές αγνοούν επιδεικτικά βασικά χαρακτηριστικά της καλλιτεχνικής εργασίας, όπως είναι η άτυπη και περιστασιακή απασχόληση, το ακανόνιστο και απρόβλεπτο εισόδημα, οι μη αμειβόμενες περίοδοι έρευνας και ανάπτυξης, η επιταχυνόμενη σωματική και ψυχική φθορά και τα υψηλά επίπεδα κινητικότητας. Η κατοχύρωση είναι ζωτικής σημασίας για να είναι κοινωνικά ορατοί. 

Τις επόμενες μέρες κι όσο πλησιάζουμε προς τη λήξη της προθεσμίας ενδέχεται να δούμε περισσότερες δημόσιες τοποθετήσεις επί του θέματος. Ωστόσο, η καλή διάθεση και η κούραση των επηρεαζόμενων από τις πολυδεκαετείς συζητήσεις επί συζητήσεων και υποσχέσεις επί υποσχέσεων, δεν πρέπει να εκληφθεί από την κυβερνητική πλευρά ως αδυναμία ή υποχωρητικότητα. Αυτοί τους οποίους αφορά πρέπει να έχουν τον τελευταίο λόγο κι αυτό να γίνει με εποικοδομητικό τρόπο ώστε να επιτευχθεί επιτέλους η αποκατάσταση της στρέβλωσης. Η οποία δεν είναι μόνο ηθικής, αλλά και πρακτικής φύσεως. 

*** Δεν ξέρω αν υπάρχει μεγαλύτερο παράσημο για την Ελένη Νικήτα από το να τη θεωρούν οι καλλιτέχνες μέλος της κοινότητάς τους, αναπόσπαστο κομμάτι του καλλιτεχνικού γίγνεσθαι, μια από αυτούς. Σε μια περίοδο που ελάχιστα απ’ όσα συνθέτουν σήμερα το τοπίο της πολιτιστικής διακυβέρνησης στο καταταλαιπωρημένο αυτό κράτος θεωρούνταν ως δεδομένα, προσπάθησε με τα εργαλεία που είχε στα χέρια της και μέσω των διαθέσιμων θεσμών και μέσων να σπρώξει λίγο τα πράγματα παραπέρα, να ανοίξει κάποιες χαραμάδες διαφυγής προς ένα καλύτερο αύριο στον πολιτισμό. Δεν είναι καθόλου λίγο αυτό. Εκείνοι που τη συναναστράφηκαν γνωρίζουν καλύτερα ποια είναι η προσφορά της και θα τη μνημονεύουν με κάθε ευκαιρία. 

Ελεύθερα, 28.4.2024