Ιδιωτική ποινική δεν μπορεί να προωθηθεί σε όλες τις περιπτώσεις και από όλα τα άτομα. Μόνο σε περιπτώσεις όπου το ποινικό αδίκημα προνοεί ποινή φυλάκισης μέχρι 5 χρόνια και δεν γίνεται ρητή αναφορά ότι θα πρέπει να δοθεί άδεια από Γενικό Εισαγγελέα. Αυτές είναι οι αρχικές βασικές προϋποθέσεις και μετά σε μια πιο βαθιά ανάλυση, το ποινικό αδίκημα που θα προωθηθεί πρέπει να επηρεάζει απόλυτα ιδιωτικά συμφέροντα και όχι το δημόσιο κοινό συμφέρον. Το δημόσιο προστατεύεται από την Αστυνομία και τον Εισαγγελέα. Δεν αποτελεί απόλυτη προϋπόθεση να υπάρχει αρχικά καταγγελία στην Αστυνομία και άρνηση της να ερευνήσει το ίδιο θέμα.

Αφού συνταχθεί το κατηγορητήριο από ιδιώτη κατήγορο δικηγόρο τότε καταχωρείται στο Δικαστήριο και το Δικαστήριο θα εξετάσει τα όσα αναφέρονται στην όψη του κατηγορητηρίου για να αποφασίσει αν θα επιτρέψει την καταχώρηση της υπόθεσης στην οποία περίπτωση η υπόθεση θα λάβει αριθμό υπόθεσης. Σε περίπτωση που το απορρίψει, θα δώσει μία αιτιολογία ως προς τους λόγους που απορρίπτεται και ο ιδιώτης κατήγορος σε περίπτωση που διαφωνεί με αυτή την απόφαση έχει 10 μέρες να την προσβάλει στο Ανώτατο Δικαστήριο ή να καταχωρίσει νέο κατηγορητήριο με τις ανάλογες προσαρμογές. Αυτές οι διαδικασίες γίνονται μονομερώς και δεν εμπλέκουν την πλευρά της υπεράσπισης.

Σε περίπτωση που επιτραπεί η καταχώρηση και δοθεί αριθμός υπόθεσης, θα δοθεί επίσης πρώτη ημερομηνία εμφάνισης των κατηγορούμενων στην οποία περίπτωση ο κατήγορος θα πρέπει να επιδώσει με τον σωστό τρόπο στους κατηγορούμενους για να μπορεί ο ίδιος και το Δικαστήριο να βεβαιωθούν ότι οι κατηγορούμενοι έλαβαν γνώση της διαδικασίας. Ένα Δικαστήριο αναλαμβάνει την ποινική δικαιοδοσία του αφού πεισθεί ότι έχει γίνει ορθή επίδοση.

Αφού γίνει η επίδοση, η πλευρά της υπεράσπισης έχει δικαίωμα να ζητήσει και να λάβει το μαρτυρικό υλικό που πρέπει να υπάρχει στην κατοχή της κατηγορούσας αρχής και που βασίζει η ίδια την στοιχειοθέτηση της υπόθεσης. Το άρθρο του νόμου που δίνει αυτό το δικαίωμα στη πρόσβαση του μαρτυρικού υλικού είναι πολύ συγκεκριμένο ως προς το τι θα πρέπει να συμπεριλαμβάνεται στο μαρτυρικό υλικό που θα δοθεί στην υπεράσπιση. Μη συμμόρφωση στα όσα αναφέρονται στο εν λόγω άρθρο παραβιάζει το δικαίωμα της υπεράσπισης στο να τύχουν δίκαιης δίκης. Σε αντίθεση με τις πολιτικές διαδικασίες, η μαρτυρία πρέπει να είναι ολοκληρωμένη κατά την καταχώριση της υπόθεσης αφού είναι στην βάσει αυτής που υπάρχει διάπραξη των αδικημάτων και οι μάρτυρες που υπάρχουν πρέπει να αναγράφονται στο ίδιο το κατηγορητήριο. Προσθήκη μαρτυρίας και μαρτύρων σε κατοπινό στάδιο γίνεται μόνο κατόπιν άδειας δικαστηρίου και μόνο αν δεν τίθεται ζήτημα δυσμενή επηρεασμού και έκδηλης αδικίας. 

Το Δικαστήριο θα ακούσει την υπόθεση και όλα τα θέματα που θα εγερθούν κατά το στάδιο απάντησης στις κατηγορίες και ακρόασης της υπόθεσης.

Αναστολή / διακοπή της ιδιωτικής ποινικής υπόθεσης μπορεί να δοθεί από τον Γενικό Εισαγγελέα σε περίπτωση που θεωρεί ότι στα όσα έχουν παρουσιάσει οι δύο πλευρές ενώπιον του, δεν μπορεί να επιτρέψει την συνέχιση της ποινικής υπόθεσης. Η απόφαση αυτή του Γενικού Εισαγγελέα δεν μπορεί να ελεχθεί από το Δικαστήριο και το Δικαστήριο δεν έχει την οποιαδήποτε ευχέρεια να συνεχίσει την εξέταση της υπόθεσης σε περίπτωση που ο Εισαγγελέας έχει δώσει αναστολή της υπόθεσης. 

Έφεση κατά τελικής απόφασης του Δικαστηρίου (καταδίκης ή αθώωσης) γίνεται και πάλι μόνο με άδεια από τον Γενικό Εισαγγελέα και στην οποία περίπτωση θα πρέπει να είναι για πολύ συγκεκριμένους λόγους και όχι σε σχέση με ευρήματα του Πρωτόδικου Δικαστηρίου αναφορικά με την μαρτυρία που ακούστηκε. Η έφεση σε αυτές τις περιπτώσεις δεν αποτελεί δεύτερη ευκαιρία εκδίκασης της πρωτόδικης υπόθεσης.

Οι κατηγορούμενοι δικαιούνται να αιτηθούν όπως εξεταστούν και εγκριθούν για νομική αρωγή (έξοδα δικηγόρου) όπως επίσης και οι δικηγόροι των παραπονούμενων. Ο νόμος και οι κανονισμοί αναφέρονται στη παροχή νομικής αρωγής σε ποινικές υποθέσεις συνεπώς αίτημα θα μπορούσε να υποβληθεί και από παραπονούμενο και από κατηγορούμενο και το Δικαστήριο θα το εξετάσει. 

*Δικηγόρος, Φοίβο Χρ. Κληρίδη&Συνεργάτες ΔΕΠΕ