Τον τελευταίο καιρό ζούμε στον αστερισμό του φορολογικού μετασχηματισμού που γίνεται από το Πανεπιστήμιο Κύπρου, κατόπιν οδηγιών του Υπουργείου Οικονομικών.  

Πρόκειται για ένα κορυφαίο ζήτημα που αφορά και ενδιαφέρει ιδιαίτερα τη ΣΕΚ, η οποία από το 2017 μέχρι και σήμερα κατέβαλε τεράστιες προσπάθειες για να πείσει την Κυβέρνηση (κυρίως την προηγούμενη), για το επείγον του θέματος, λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός πως η προηγούμενη ολοκληρωμένη φορολογική μεταρρύθμιση έγινε το 2002, με την τότε ανάγκη εναρμόνισης της Κύπρου με το Ευρωπαϊκό κεκτημένο.

Με την αρχική υποσημείωση πως, λίγα πράγματα γνωρίζουμε για τα όσα φορολογικά σχεδιάζονται για μας (προς το παρόν χωρίς εμάς), και με τη διαπίστωση ότι η πολιτεία καθυστέρησε χρονικά να διαχειριστεί το θέμα, αναφέρουμε πως η φορολογική μεταρρύθμιση που οπωσδήποτε θα πρέπει να έχει πράσινο χαρακτήρα, (με την έννοια της φορολόγησης της ρύπανσης και τη μείωση της φορολογίας της εργασίας), θα πρέπει να περιλαμβάνει και αρκετά άλλα στοιχεία.  

Σαν τέτοια αναφέρονται:

(α) Χρειαζόμαστε ένα φορολογικό σύστημα που θα είναι απλό και κατανοητό και το οποίο με αυστηρότητα θα κλείνει τα παράθυρα της φοροδιαφυγής.

Στην Κύπρο, δυστυχώς, υπάρχει φοροδιαφυγή, φορο-κλοπή και φοροαποφυγή τεραστίων διαστάσεων.

Οι περισσότεροι σ’  αυτή την ημικατεχόμενη πατρίδα πληρώνουν φόρους ανάλογα με τη δυνατότητα που έχουν να κρύβουν εισοδήματα και φόρους.

Είναι πολύ χαρακτηριστική η περίπτωση που είδε στο πρόσφατο παρελθόν το φως της δημοσιότητας, σύμφωνα με την οποίαν: «Το Τμήμα Φορολογίας απέστειλε επιστολές σε νομικά και φυσικά πρόσωπα με μεγάλες οφειλές στο ΦΠΑ, στους οποίους περιλαμβάνονται 100 φορολογούμενοι που οφείλουν ποσό που ξεπερνά το €1 εκ. έκαστος».

Είναι απορίας άξιο πως αφέθηκαν αυτοί οι κύριοι να κατακρατούν στα χέρια τους τόσο μεγάλα ποσά ΦΠΑ; Γιατί δεν εντοπίστηκαν και δεν κυνηγήθηκαν νωρίτερα; Είναι απλοί επιχειρηματίες ή είναι επιχειρηματίες με κομματικές και άλλες πλάτες; Το κάθε ερώτημα έχει την αξία του και τη σημασία του.

Ο πολίτης όταν πληρώνει σε μια επιχείρηση ΦΠΑ έχει την εντύπωση πως, αυτός θα μεταβιβαστεί έγκαιρα στα κρατικά ταμεία και όχι να κατακρατείται.  

Η μη καταβολή του ΦΠΑ είναι ήδη ποινικό αδίκημα. Τα πράγματα είναι απλά. Να γίνουν ποινικές διώξεις και τα δικαστήρια να επιβάλουν αυστηρές ποινές προς παραδειγματισμό χωρίς εκπτώσεις και μισόλογα. Ποινικό αδίκημα βέβαια θα πρέπει να καταστεί και η μη έγκαιρη καταβολή επιβεβαιωμένου φόρου εισοδήματος. Πρέπει πάση θυσία να ανάψουμε κόκκινο στη φοροδιαφυγή.  

(β) Θα πρέπει να διορθωθούν αδικίες και να μειωθούν φορολογίες που επιβλήθηκαν στο πρόσφατο παρελθόν μεσούσης της τότε χρηματοοικονομικής κρίσης της περιόδου 2008-2013.

Η οικονομική επιστήμη τεκμηριώνει πως, σε εποχές ύφεσης δεν επιβάλλεις φόρους. Παρά ταύτα, η κυβέρνηση της τότε εποχής φόρτωσε τους πολίτες με ΦΠΑ και άλλους φόρους κατανάλωσης.

Το 2015, ο τότε πρόεδρος της Δημοκρατίας Νίκος Αναστασιάδης είπε πως θα πρέπει να μειωθούν οι φορολογίες που υποβλήθηκαν στο παρελθόν και τεκμηρίωσε λέγοντας ότι «οι βαριές φορολογίες ακρωτηριάζουν το εισόδημα των πολιτών και των επιχειρήσεων και προκαλούν ασφυξία στην οικονομία». Είμαστε σε κατάσταση φορολογικής ασφυξίας από εκείνη την εποχή. Αυτή την ασφυξία καλείται τώρα να τη διαχειριστεί η κυβέρνηση Χριστοδουλίδη.

(γ) Θα πρέπει να επανέλθει η φορολόγηση των εισοδημάτων με βάση τη σύνθεση της οικογένειας π.χ. εξαρτώμενα τέκνα, φοιτητές, στρατιώτες, όπως υπήρχαν και στο προηγούμενο φορολογικό σύστημα, που διαφοροποιήθηκε το 2002. Η τότε μεταρρύθμιση τιμώρησε τις οικογένειες και ευνόησε τους άγαμους.

(δ) Η φορολογική πολιτική πρέπει να χαρακτηρίζεται από διαφάνεια. Σ’ αυτά τα πλαίσια πρέπει οι Φορολογικές Αρχές να δημοσιεύουν τον φορολογικό κατάλογο με τα ονόματα όσων δεν αποπληρώνουν έγκαιρα τις φορολογικές τους υποχρεώσεις.  Στα πλαίσια της διαφάνειας, οι πολίτες δικαιούνται να γνωρίζουν τους επώνυμους φοροφυγάδες. Η δημόσια διαπόμπευση πρέπει να γίνει τρόπος ζωής.

Είναι πολλά που πρέπει να γίνουν στα πλαίσια μιας νέας ολοκληρωμένης φορομεταρρύθμισης η οποία θα πρέπει να εξυπηρετεί την αρχή της δημοσιονομικής ουδετερότητας. Δηλαδή θα επιφέρει αλλαγές και βελτιώσεις χωρίς να δημιουργεί επιπρόσθετο κόστος στα κρατικά ταμεία.

Πώς θα γίνουν όλα αυτά; Ασφαλώς με κοινωνικό διάλογο και σοβαρή τεκμηριωμένη διαβούλευση.

* Οικονομολόγος – δημοσιογράφος