Συνεχίζεται το σίριαλ για την παραγωγή και απορρόφηση του παραγόμενου δευτερογενούς καυσίμου SRF/RDF από τη νέα Μονάδα Ολοκληρωμένων Εγκαταστάσεων Διαχείρισης Απορριμμάτων στο Πεντάκωμο.

Από τις διεργασίες της μηχανικής διαλογής, θα προκύπτουν ετησίως 60.000 τόνοι RDF και 5.000 τόνοι SRF. Το υπό ταφήν υλικό θα περιλαμβάνει 60.000 τόνους RDF, το οποίο προκύπτει μετά τη διαλογή ανακυκλώσιμων υλικών από τα εισερχόμενα αστικά απορρίμματα και τον διαχωρισμό του υγρού ρεύματος με τη χρήση πρέσας. Το SRF προκύπτει από την βιοξήρανση του στερεού απορρίμματος που παράγεται κατά την αναερόβια χώνευση του υγρού μέρους των αστικών απορριμμάτων.

Σήμερα, η Επιτροπή Εκτίμησης Επιπτώσεων στο Περιβάλλον θα δει για άλλη μια φορά τροποποίηση των όρων της σύμβασης που έχουν να κάνουν με την εύρυθμη λειτουργία της μονάδας. Όπως αναφέρεται στη νέα συμπληρωματική μελέτη εκτίμησης περιβαλλοντικών επιπτώσεων που θα συζητηθεί, το RDF και το SRF που παράγονται από την ΟΕΔΑ Λεμεσού προβλέπεται να διατίθεται σε μόνιμη βάση για ενεργειακή ανάκτηση. 

Για το θέμα αυτό βρίσκεται σε εξέλιξη έρευνα μετά από οδηγίες του Γενικού Εισαγγελέα, λόγω των διαδικασιών που ακολουθήθηκαν για τη διαχείριση των αποβλήτων και ειδικά της δευτερογενούς καύσιμης ύλης. Ένα από τα ζητήματα που εγείρονται είναι το γεγονός ότι την ευθύνη για τη διάθεση του SRF/ RDF έχει το κράτος και όχι ο ανάδοχος, αφού κάτι τέτοιο δεν προβλέφθηκε από τα τεύχη του διαγωνισμού.

Λόγω πρακτικών προβλημάτων όμως στη διάθεση του υλικού στο παρόν στάδιο, σύμφωνα με τους μελετητές, υπάρχει ανάγκη για εξεύρεση προσωρινής λύσης διάθεσης του υλικού για περίοδο που δεν θα ξεπερνά τους 12 μήνες. Σημειώνεται ότι όλοι είχαν την εντύπωση ότι το δευτερογενές καύσιμο θα παραλάμβανε η Τσιμεντοποιία Βασιλικού και μάλιστα σε πολύ χαμηλή τιμή, κάτι που εκ των υστέρων δεν επιβεβαιώθηκε. 

Προς επίλυση του προβλήματος έχουν μελετηθεί δύο εναλλακτικά σενάρια, δηλαδή είτε για την αποθήκευση του υλικού και μετέπειτα διάθεση του για ενεργειακή ανάκτηση, είτε για την ταφή του. Ταυτόχρονα μελετήθηκε η περίπτωση χωριστής διαχείρισης του στερεού υπολείμματος της αναερόβιας επεξεργασίας.

Προτείνεται από τους μελετητές όπως το υλικό ενταφιαστεί για την προσωρινή περίοδο 12 μηνών.

Κύρια πλεονεκτήματα της λύσης αυτής είναι:

α) Δεν δημιουργούνται κίνδυνοι περιβαλλοντικής ρύπανσης.
β) Αποφεύγεται η ανάγκη εγκατάστασης νέων χώρων αποθήκευσης οι οποίοι και θα είναι άχρηστοι με το πέρας της προσωρινής περιόδου.
γ) Αποφεύγονται κίνδυνοι πυρκαγιάς από τους χώρους αποθήκευσης.
Επιπρόσθετα, αναφέρεται ότι υπάρχει ο κίνδυνος το υλικό που θα αποθηκευτεί να κριθεί στη συνέχεια ακατάλληλο από την εγκατάσταση ενεργειακής ανάκτησης που θα επιλεγεί, με αποτέλεσμα να πρέπει και πάλι να διατεθεί για ταφή.

Προτείνεται όπως το στερεό υπόλειμμα της αναερόβιας χώνευσης να διατίθεται σε αδειοδοτημένη μονάδα, με την απαιτούμενη υγρασία ώστε να μπορεί να αξιοποιηθεί περαιτέρω ως compost/ εδαφοβελτιωτικό. 

Τα κύρια πλεονεκτήματα του τρόπου αυτού διαχείρισης σε σύγκριση με την παραγωγή SRF και ανάμειξη του με το RDF είναι:

α) Η ανάκτηση του υλικού βρίσκεται πιο ψηλά στην ιεραρχία διαχείρισης
απορριμμάτων από την ανάκτηση ενέργειας.
β) Η ανάμειξη του με το RDF μειώνει την ποιότητα και θερμική αξία του
υλικού.

Όπως προκύπτει από τα νέα σενάρια που επεξεργάζονται, το γεγονός ότι κατακυρώθηκε το έργο σε εταιρεία η οποία εφάρμοσε τεχνική λύση εκτός προδιαγραφών διαγωνισμού, δηλαδή πρακτικά επρόκειτο για Εναλλακτική Προσφορά που ρητώς απαγορευόταν από τους Όρους του Διαγωνισμού, είχε ως αποτέλεσμα την ανάγκη τροποποίησης της αρχικής μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων του έργου και φυσικά και της τροποποιητικής, λόγω πρακτικών προβλημάτων στη διάθεση του υλικού. 

Ως εκ τούτου, η συμπληρωματική μελέτη, που κατ’ ουσία αποτελεί δεύτερη τροποποίηση, είναι άνευ αντικειμένου, δεδομένου ότι αντί των προτεινόμενων ενεργειών θα πρέπει να εφαρμοστεί η τεχνική λύση που προβλέπεται στις προδιαγραφές των τευχών δημοπράτησης. 

Σύμφωνα με τους μελετητές, το SRF είναι η αναερόβια λάσπη που παράγεται στη μονάδα. Ωστόσο, το SRF (Solid Recovered Fuel) αφορά Στερεά Ανακτηθέντα Καύσιμα και επομένως είναι παγκόσμια πρωτοτυπία και τεχνικώς οξύμωρο να γίνεται αναφορά σε αναερόβια λάσπη και επομένως υλικό υγρής μορφής ως SRF. 

Επιπλέον, η αναφορά σε αναερόβια λάσπη –αποτέλεσμα αναερόβιας διεργασίας– είναι τρανή απόδειξη της παραβίασης των προδιαγραφών των τευχών του διαγωνισμού που δεν προέβλεπαν την εφαρμογή αναερόβιας χώνευσης αλλά αερόβιας επεξεργασίας με βιολογική ξήρανση του καυσίμου. 

Πλέον, σημειώνεται ότι το έργο είχε εγκριθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην βάση της λύσης που προέβλεπαν τεύχη δημοπράτησης – προδιαγραφές του διαγωνισμού, που όπως αναφέρεται παραπάνω ουδεμία σχέση έχουν με την λύση που τελικώς υιοθετείται. Γεγονός που, πέραν των περιβαλλοντικών προεκτάσεων, εγκυμονεί κίνδυνο ακύρωσης της χρηματοδότησης από τις αρμόδιες υπηρεσίες της ΕΕ. 

Επομένως, δεν θα πρέπει να γίνεται καθόλου αναφορά στη διαχείριση προϊόντος αναερόβιας λάσπης που βαφτίζεται SRF, δεδομένου ότι δεν προβλέπεται η παραγωγή του από τα τεύχη του διαγωνισμού.

Εκτός προδιαγραφών η προσωρινή ταφή

Στη συμπληρωματική μελέτη, προκρίνεται ακόμα η λύση της ταφής του RDF/SRF στον Χώρο Υγειονομικής Ταφής Υπολειμμάτων για 12 μήνες.

Ωστόσο, η εν λόγω πρόταση δεν είναι λογική από περιβαλλοντικής άποψης, δεδομένου ότι το RDF δεν είναι βιοσταθεροποιημένο προϊόν, όπως σαφώς απαιτεί η ευρωπαϊκή οδηγία, αφού δεν έχει προηγηθεί βιολογική επεξεργασία και μάλιστα κατά παράβαση των προδιαγραφών του διαγωνισμού. 

Από χωροταξικής άποψης, υπάρχει επίσης πρόβλημα δεδομένου ότι θα καταλάβει ένα πολύ μεγάλο μέρος του ΧΥΤΥ (αναφέρετε ότι θα μειωθεί η διάρκεια ζωής του ΧΥΤΥ κατά 5 έτη) με αποτέλεσμα πολύ συντομότερα να απαιτηθεί επέκταση, ενώ ταυτόχρονα δεν συζητούνται οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις από τη δημιουργία νέου ΧΥΤΥ εκτός ΟΕΔΑ συντομότερα από ό,τι προβλέπεται στη σύμβαση και στα τεύχη προκήρυξης.

Από άποψης ευρωπαϊκών εγκρίσεων, υπάρχει κίνδυνος απώλειας κοινοτικών κονδυλίων δεδομένου ότι η ΕΕ επιχορήγησε έργο που προέβλεπε ΧΥΤΥ και όχι ΧΥΤΑ, όπως επί της ουσίας προτείνεται να λειτουργήσει για 12 μήνες.

Εγείρεται ακόμα ζήτημα από άποψη πυρασφάλειας, δεδομένου ότι η ταφή ενός εξαιρετικά εύφλεκτου υλικού (RDF) εγκυμονεί μεγάλο κίνδυνο αυτανάφλεξης, κυρίως τους θερμούς καλοκαιρινούς μήνες.

Στην περίπτωση που δεν ακολουθηθεί η προτεινόμενη λύση της ταφής του RDF/SRF, πέραν των περιβαλλοντικών συνεπειών της προτεινόμενης εναλλακτικής (αποθήκευση), υπάρχουν οικονομικές επιπτώσεις δεδομένου ότι απαιτούνται πρόσθετες εγκαταστάσεις που δεν προβλέπονταν ούτε στην αρχική ΜΕΕΠ, ούτε στα τεύχη του διαγωνισμού και τα οποία θα κληθεί να αναλάβει ο Κύπριος πολίτης και αυτό είναι αποτέλεσμα της μη εκπλήρωσης του έργου σύμφωνα με τις προδιαγραφές που προβλέπονταν στα τεύχη. 

Με διαφορετικά δεδομένα η περιβαλλοντική μελέτη

Οι μελετητές κάνουν ακόμα αναφορά στη διαχείριση SRF με την εναλλακτική της αποξήρανσης και διάθεσης του υλικού ως εδαφοβελτιωτικό. Αντίθετα, οι προδιαγραφές των τευχών προνοούσαν βιολογική ξήρανση, γεγονός που δεν ακολουθείται βάσει της τεχνικής λύσης του αναδόχου του έργου. 

Η χρήση της αποξηραμένης αναερόβιας λάσπης (που αναφέρεται ως SRF εντός της συμπληρωματικής ΜΕΕΠ) ως εδαφοβελτιωτικό δεν προβλεπόταν από τις προδιαγραφές του διαγωνισμού. Επομένως, είναι προφανές ότι η τελική λύση επεξεργασίας των απορριμμάτων που υλοποιήθηκε καμία μέριμνα δεν έχει λάβει για παραγωγή εδαφοβελτιωτικού υλικού.

Επιπλέον, η συμπληρωματική μελέτη δεν ασχολείται με τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις της χρήσης του λεγόμενου SRF ως εδαφοβελτιωτικού, αλλά με την αποθήκευση αυτού.