Έκδηλα ανεπαρκή έκρινε το Ανώτατο Δικαστήριο την ποινή που επιβλήθηκε σε 24χρονο, ο οποίος καταδικάστηκε σε φυλάκιση δυόμιση χρόνων για πράξη που στόχευε να προκαλέσει βαριά σωματική βλάβη σε γυναίκα με την οποία διατηρούσε ερωτική σχέση. Ως εκ τούτου η πρωτόδικη απόφαση παραμερίστηκε και στον εφεσίβλητο επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης επτά χρόνων.

Σύμφωνα με τα γεγονότα της υπόθεσης ο εφεσίβλητος πυροβόλησε, από απόσταση 6-7 μέτρων, με έμφορτο κυνηγετικό όπλο το θύμα, το οποίο βρισκόταν στη βεράντα της οικίας του, προκαλώντας του πολλαπλά τραύματα από τα σκάγια των φυσιγγίων. Είχαν προηγηθεί τηλεφωνικές συνδιαλέξεις του δράστη με τη γυναίκα, η οποία του ζήτησε να σταματήσει να την ενοχλεί. Αμέσως μετά τη διάπραξη του εγκλήματος ο δράστης εγκατέλειψε τη σκηνή, αδιαφορώντας πλήρως για τις συνέπειες των παράνομων πράξεών του.

Ο Γενικός Εισαγγελέας προσέβαλε ως έκδηλα ανεπαρκή την επιβληθείσα ποινή φυλάκισης των δυόμιση ετών στον εφεσίβλητο, ενώ ο συνήγορος υπεράσπισης του εφεσίβλητου παραδέχθηκε μεν πως η επιβληθείσα ποινή ήταν όντως επιεικής, ωστόσο θέση του ήταν πως δεν ήταν έκδηλα ανεπαρκής για να δικαιολογείται η παρέμβαση του Εφετείου.

Στην απόφασή του το Ανώτατο Δικαστήριο αναφέρει πως ο εφεσίβλητος, χρησιμοποιώντας τη δύναμη του έμφορτου όπλου που κατείχε, ενήργησε άνανδρα, εκδικητικά και χωρίς δισταγμό και τούτο γιατί δεν μπορούσε να δεχθεί την επιθυμία μιας γυναίκας να μην έχει πλέον ερωτική σχέση μαζί του. «Επρόκειτο για ωμή και απρόκλητη χρήση βίας εναντίον συνανθρώπου του», αναφέρει το Εφετείο, υπογραμμίζοντας το αυτονόητο δικαίωμα της γυναίκας να επιλέγει τους ερωτικούς της συντρόφους και το δικαίωμά της να τερματίζει τη σχέση της με αυτούς, κάτι που δεν σεβάστηκε ο εφεσίβλητος. «Το στοιχείο αυτό», τονίζει το Εφετείο, «προσθέτει ακόμη περισσότερη απαξία στην παράνομη δράση του και καθιστά ακόμη πιο επιβεβλημένη την ανάγκη για επιβολή αυστηρής ποινής.

Πέραν τούτου, το σοβαρό έγκλημα διαπράχθηκε ενόσω το θύμα βρισκόταν στην ίδια του την κατοικία, το καταφύγιο και το άσυλο κάθε ανθρώπου και ενώ σε αυτό βρίσκονταν και τα δύο ανήλικα παιδιά της. Σημειώνεται ότι τα τραύματα από τους δύο πυροβολισμούς που δέχθηκε το θύμα και τα κατάλοιπα από αυτά, δεν ήταν ευκαταφρόνητα, είναι δε από ευτυχείς συγκυρίες που αποφεύχθηκαν τα χειρότερα. Το θύμα σε κατοπινό στάδιο θα χρειαστεί να υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση για αφαίρεση των σφαιριδίων.

Στην απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου αναφέρεται επίσης πως για το αδίκημα που διέπραξε ο εφεσίβλητος, το οποίο δεν υστερεί από απόψεως σοβαρότητας από το αδίκημα της απόπειρας φόνου, ο νόμος προβλέπει ποινή φυλάκισης διά βίου. Σημειώνει δε το Ανώτατο πως τα αδικήματα που στρέφονται εναντίον της σωματικής ακεραιότητας του ατόμου, όχι μόνο δεν παρουσιάζουν κάμψη, αλλά συνεχίζουν να βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της εγκληματικότητας, κάτι που δικαιολογεί την επιβολή ακόμη πιο αυστηρών ποινών.

Πέραν τούτων το Εφετείο υπογραμμίζει ότι η πλήρης αδιαφορία του εφεσίβλητου για τις συνέπειες των πράξεων του, καθιστούν την εγκληματική του δράση εξαιρετικά σοβαρή και το έγκλημα που διέπραξε από τα σοβαρότερα του είδους.

Καταλήγοντας το Εφετείο σημειώνει ότι «… η επιβληθείσα από το Κακουργιοδικείο ποινή εξουδετέρωσε τόσο το στοιχείο της σοβαρότητας, όσο και το στοιχείο της αποτροπής». Ως εκ τούτου το Ανώτατο Δικαστήριο παραμέρισε την πρωτόδικη απόφαση, αυξάνοντας την ποινή φυλάκισης από τα δυόμιση στα επτά χρόνια.