Ο ακήρυχτος πόλεμος της Ρωσίας με την Ουκρανία εισέρχεται αυτές τις μέρες στον έκτο του χρόνο. Τον Φεβρουάριο του 2014 οι Ουκρανοί ανέτρεψαν τον τότε πρόεδρό τους, Βίκτορ Γιανούκοβιτς, ο οποίος είχε την απόλυτη στήριξη του Κρεμλίνου. Η Ρωσία απάντησε προσαρτώντας την χερσόνησο της Κριμαίας και βάζοντας φωτιά στην επαρχία Ντονμπάς στις ανατολικές περιοχές της Ουκρανίας, όπου η πλειονότητα των κατοίκων είναι ρωσόφωνοι. Εξόπλισε τους αυτονομιστές με όπλα, πυρομαχικά, τανκς, ενώ σε αρκετές περιπτώσεις έστειλε και στρατιωτικές μονάδες στις περιοχές του Ντονέσκ και του Λουχάνσκ, με αποτέλεσμα να παρέμβει ο ουκρανικός στρατός και να ξεσπάσουν πολύνεκρες μάχες. Η σύγκρουση έχει κοστίσει τον θάνατο περισσότερων από 13.000 ανθρώπων, οδήγησε σχεδόν δύο εκατομμύρια ανθρώπους να φύγουν από τα σπίτια τους και προκάλεσε τεράστιες ζημιές.
 
Τα ίχνη του πολέμου στο Ντονμπάς είναι κάτι περισσότερο από εμφανή. Παρατημένα στους δρόμους, μπορεί κάποιος να δει διαλυμένα στρατιωτικά οχήματα. Πολλά κτήρια έχουν υποστεί τεράστιες ζημιές και εγκαταλείφθηκαν. Οι άνθρωποι είναι φοβισμένοι και τρέμουν στο ενδεχόμενο πως οι μάχες θα επαναληφθούν. Φοβούνται να κυκλοφορήσουν, αφού ακόμη και σήμερα σημειώνονται σποραδικά επεισόδια βίας.
 
Προς το παρόν δεν διαφαίνεται καμία ελπίδα να επιλυθεί η κρίση. Η κίνηση του Κιέβου να απομακρυνθεί από τη σφαίρα επιρροής της Μόσχας και να στραφεί προς τη Δύση, δηλαδή την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ, εξόργισε τη Ρωσία, που κατέστησε σαφές, πως δεν πρόκειται να αφήσει την Ουκρανία να ξεφύγει. Όμως, δύσκολα η Ουκρανία θα μετατραπεί σε κράτος–«πελάτη» της Ρωσίας, καθώς έξι χρόνια σύγκρουσης έχουν σφυρηλατήσει μια ισχυρή αίσθηση εθνικής ταυτότητας. Έτσι, καθώς ο πρωταρχικός στόχος της Μόσχας να επαναφέρει την πρώην σοβιετική δημοκρατία στην τροχιά της, μοιάζει να είναι ανέφικτος, αυτό που επιδιώκει τώρα είναι να δημιουργήσει όσο το δυνατόν περισσότερα προβλήματα στην Ουκρανία μπορεί.
 
Ισχυρό χαρτί στα χέρια της Μόσχας είναι το ότι πληθυσμός της Ουκρανίας είναι πολιτιστικά διαφοροποιημένος. Ένας σημαντικός αριθμός πολιτών αυτοπροσδιορίζονται ως εθνοτικοί Ρώσοι κι ένας ακόμη μεγαλύτερος αριθμός, σχεδόν το ήμισυ του πληθυσμού είναι ρωσόφωνοι. Οι αναλυτές συχνά αναφέρουν τους Ρώσους στην Ουκρανία ως εθνοτική μειονότητα. Αλλά αυτός ο όρος είναι παραπλανητικός. Παρ’ όλα αυτά, η Ρωσία ποντάρει στις διαχωριστικές γραμμές, επιδιώκοντας να αποσταθεροποιήσει τη χώρα και δημιουργώντας συνεχώς προβλήματα στο Κίεβο.
 
Μόνη ελπίδα για επίλυση της κρίσης είναι οι διαπραγματεύσεις μεταξύ των δύο πλευρών. Στη διάρκεια της προεδρίας του πρώην προέδρου, Πέτρο Ποροσένκο, οι συνομιλίες είχαν παγώσει κυρίως εξαιτίας των κακών σχέσεων που διατηρούσε ο Ουκρανός ηγέτης με τον Ρώσο ομόλογό του. Η εκλογή του Βολοντίμιρ Ζελένσκι, φαίνεται πως άνοιξε ένα παράθυρο ελπίδας. Τον περασμένο Δεκέμβριο οι δύο πρόεδροι συμφώνησαν να εργαστούν για να υπάρξει αποχώρηση στρατευμάτων από τρεις διεκδικούμενες περιοχές ως τα τέλη του Μαρτίου, καθώς και να εφαρμοστεί πλήρως η κατάπαυση του πυρός στην ανατολική Ουκρανία ως το τέλος της χρονιάς. Τις λεπτομέρειες αναμένεται να τις καθορίσει μια νέα συνάντηση, που είναι προγραμματισμένη να πραγματοποιηθεί τον ερχόμενο Απρίλιο.
 
Παρ’ όλα αυτά, η απευθείας συνάντηση των Πούτιν και Ζελένσκι αν και γέννησε μεγάλες προσδοκίες, εντούτοις δεν μπορεί να φέρει ουσιαστικά αποτελέσματα. Προς το παρόν, δεν έχουν γίνει κινήσεις που να δείχνουν πως είναι δυνατόν οι δύο πλευρές να φτάσουν στο ποθητό αποτέλεσμα, που δεν είναι άλλο από ειρηνική επίλυση των διαφορών που υπάρχουν. Ο Ουκρανός υπουργός των Εξωτερικών στις αρχές της βδομάδας ανάφερε πως δεν βλέπει να γίνονται σοβαρές προετοιμασίες, ρίχνοντας ευθέως τα βέλη του προς τη μεριά της Ρωσίας. «Πριν τη συνάντηση του Δεκεμβρίου έγιναν προετοιμασίες που κράτησαν σχεδόν ενάμιση χρόνο. Τώρα, δύο μήνες δεν βλέπω να σημειώνεται καμιά κίνηση», επεσήμανε, καταγράφοντας έτσι τις δυσκολίες, που υπάρχουν.
 
Ο λόγος για τη δυστοκία των διαπραγματεύσεων είναι απλός. Η Ουκρανία έχει τεράστια σημασία για τη Ρωσία, για να την αφήσει να της ξεφύγει τόσο εύκολα. Από το 2014 η Μόσχα χρησιμοποιεί σκληρή δύναμη για να δείξει πως θα επιδιώξει να εφαρμόσει τους όρους της, που δεν είναι άλλοι από το να εξουσιάζει την ουκρανική εξωτερική πολιτική και να έχει θεσμοθετημένο ρόλο στις εσωτερικές της υποθέσεις. Από ρωσικής πλευράς είναι καλύτερη μια αδύναμη ουκρανική κυβέρνηση που θα είναι υποχείριό της, παρά μια σταθερή, δημοκρατική και πετυχημένη που θα αγκαλιάσει πλήρως την ΕΕ και το ΝΑΤΟ. Όλα δείχνουν πως η ειρήνη και η σταθερότητα θα αργήσουν να έρθουν στην Ουκρανία. Παρά τη θετική εικόνα που δημιουργήσαν οι συνομιλίες του περασμένου Δεκεμβρίου η αλήθεια είναι ότι Ρωσία και Ουκρανία εξακολουθούν να διαφωνούν σε κομβικά σημεία.
 
Ρευστή πολιτική ταυτότητα
 
Η Μόσχα φαίνεται πως ποντάρει στη μειονότητά της που ζει στην Ουκρανία. Ωστόσο, αυτή η μειονότητα δεν υπάρχει ως μια οριοθετημένη, πολιτισμικά ξεχωριστή ομάδα μέσα σε έναν μεγαλύτερο πληθυσμό, με τον τρόπο που κάποιος τυπικά αντιλαμβάνεται μια εθνοτική μειονότητα. Ούτε οι εθνοτικοί Ουκρανοί αλλά ούτε και οι εθνοτικοί Ρώσοι έχουν τέτοια χαρακτηριστικά που να μπορούν να σχηματίσουν ξεχωριστά και απόλυτα διακριτές ομάδες. Τα πολιτισμικά όρια είναι αχνά και διαπερατά λόγω μιας κοινής ορθόδοξης θρησκείας και του σλαβικού πολιτισμού, των παρόμοιων γλωσσών και των κοινών πρακτικών που προέρχονται από μια πρόσφατη ιστορία ως Σοβιετικοί και μετα-Σοβιετικοί πολίτες. 
 
Αλλά και η ίδια η γλώσσα προκαλεί σύγχυση, αφού ρωσικά και ουκρανικά καθημερινά χρησιμοποιούνται από όλους. Μια σημαντική πλειοψηφία Ουκρανών πολιτών αλλάζει γλώσσες ανάλογα με την κατάσταση. Περίπου το 70% δηλώνει ότι η ουκρανική γλώσσα είναι η μητρική του (14% το αντίστοιχο για τη ρωσική γλώσσα), αλλά μόνο το 40% λέει ότι χρησιμοποιεί τα ουκρανικά στη δουλειά. Σχεδόν, το 60% των ημερήσιων εφημερίδων εξακολουθεί είναι στα ρωσικά. Η ρωσική μουσική και τηλεόραση παραμένουν δημοφιλή, ιδίως μεταξύ των νέων. Οι επτά από τις 10 τηλεοπτικές σειρές που αναζητούνται συχνότερα στο Google στην Ουκρανία είναι ρωσικής παραγωγής, με τρεις ρωσικές αστυνομικές σειρές στην κορυφή της λίστας. Τα βιβλία στα ρωσικά καταγράφουν τρεις φορές καλύτερες πωλήσεις από αυτά στην ουκρανική, παρά τις απαγορεύσεις. Χαρακτηριστικό του πόσο παρανοϊκή είναι η κατάσταση είναι το ότι στη διάρκεια του πολέμου στις ανατολικές περιοχές, Ουκρανοί στρατιώτες μιλούσαν μεταξύ τους ρωσικά όπως επίσης και με το επιτελείο τους, ενώ την ίδια στιγμή πολεμούσαν τους ρωσόφωνους αντάρτες και τους Ρώσους στρατιώτες που έστειλε η Μόσχα. 
 
Επίσης, οι ουκρανο-ρωσικοί γάμοι είναι συνηθισμένοι και γενικά υπάρχουν καλές σχέσεις ανάμεσα στις δύο κοινότητες. Μάλιστα, μέχρι την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, το θέμα της ταυτότητας ήταν υποβαθμισμένο και λίγοι ασχολούνταν με αυτό. Από τη δεκαετία του 1990 και μετά οι ειδικοί έχουν παρατηρήσει μια στροφή σε αυτό που οι Ουκρανοί θεωρούν την προεξάρχουσα ταυτότητά τους. Όλο και περισσότεροι άνθρωποι θεωρούν τους εαυτούς τους Ουκρανούς με βάση την υπηκοότητά τους και ανεξάρτητα από την εθνικότητά τους. Η τάση αυτή επιταχύνθηκε τα τελευταία χρόνια μετά τον πόλεμο στο Ντονμπάς και ειδικά μετά την προσάρτηση της Κριμαίας. Η δυναμική εμφάνιση εθνικιστικών έως και νεοναζιστικών πολιτικών δυνάμεων που κατάφεραν να δώσουν τον τόνο στα γεγονότα οδήγησε σε μια έντονη αντιρωσική ρητορική, γεγονός που οδήγησε στην αναβάθμιση της ουκρανικής ταυτότητας, έναντι της ρωσικής.
 
Αβεβαιότητα και χάος
 
Δεδομένου ότι η αβεβαιότητα και το χάος είναι τα κύρια μέσα της πολιτικής του Βλαντιμίρ Πούτιν, το Κρεμλίνο θα χρησιμοποιήσει δύο ισχυρά όπλα που έχει τη διάθεσή του για να αποσταθεροποιήσει την Ουκρανία. Το πρώτο είναι ότι θα επιδιώξει να διατηρήσει το status quo στην ανατολική Ουκρανία, καθώς αυτό του επιτρέπει να κάνει απρόσμενα βήματα στην ουκρανική σκακιέρα. Το άλλο είναι η προσάρτηση της Κριμαίας. Ο Ρώσος πρόεδρος πέτυχε ένα ρεκόρ περίπου 86% στα ποσοστά της δημοφιλίας του τους μήνες μετά την προσάρτηση της χερσονήσου. Ως εκ τούτου, θεωρεί κάθε παραχώρηση στην Κριμαία μια κόκκινη γραμμή που δεν μπορεί να περάσει χωρίς να θέσει σε κίνδυνο τη λαβή του στην εξουσία. Η θέση αυτή αποκλείει τη δυνατότητα συμφιλίωσης με το Κίεβο για το άμεσο μέλλον, δεδομένου ότι η πλειοψηφία των Ουκρανών δεν θα δεχτεί την απώλεια της χερσονήσου. Το Κρεμλίνο θέλει να επωφεληθεί από τον οξύ πολιτικό διχασμό στην Ουκρανία και να αναγκάσει το Κίεβο να προβεί σε παραχωρήσεις. Το Ντονμπάς, η αυτονομιστική περιοχή στην ανατολική Ουκρανία, η οποία ελέγχεται πλήρως από τη Μόσχα, παραμένει το κύριο διαπραγματευτικό χαρτί της Ρωσίας σε αυτό το παιχνίδι.
 
Χωρισμένοι στα δυο
 
Η Ρωσία κατέχει ένα σημαντικό κομμάτι της Ουκρανίας, γύρω στο 7% συμπεριλαμβανομένης της Κριμαίας και ενός κομματιού της περιοχής Ντονμπάς, στα ανατολικά σύνορα της χώρας. Ακόμη και εντός αυτής της συνοριακής ζώνης, οι ομάδες αυτονομιστών που υποστηρίζονται από τη Μόσχα κατέχουν ένα τμήμα των περιοχών του Ντονέσκ και του Λουχάνσκ. Ακόμη και σήμερα, οι μάχες συνεχίζονται σποραδικά και οι συμφωνίες του Μινσκ που υποτίθεται ότι έφεραν ειρήνη απέτυχαν. Πολλοί στην Ουάσινγκτον και στις Βρυξέλλες διστάζουν να χρησιμοποιήσουν τον όρο, αλλά το κατεχόμενο μέρος της Ουκρανίας έχει γίνει ένα ανεξέλεγκτο σημείο πίεσης που κανείς δεν ξέρει πώς να επιλύσει. 
 
Οι κάτοικοι προσπαθούν να ξαναφτιάξουν τη ζωή τους μέσα από τα ερείπια και αυτό δεν είναι καθόλου εύκολο για μια χώρα με τεράστια διαφθορά και μικρή οικονομική ανάπτυξη. Η καχυποψία και οι αντιπαλότητες δεν αφήνουν τις πληγές να κλείσουν. Ο πόλεμος του 2014 προκάλεσε ένα τεράστιο ρήγμα στην τοπική κοινωνία, καθώς χωρίστηκε στα δυο. Άνθρωποι που βρέθηκαν σε αντίπαλα στρατόπεδα και που ενδεχομένως σήμερα έχουν διαφορετικές επιδιώξεις δεν είναι εύκολο να συμβιώσουν. Άλλοτε γείτονες και φίλοι, σήμερα, δεν ανταλλάζουν ούτε μία «καλημέρα». 
 
Η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση φορέας μεγάλων αλλαγών
 
Οι ανατολικές περιοχές της Ουκρανίας υπέφεραν πολύ στη διάρκεια των μαχών το 2014. Το συναίσθημα αυτό ήταν ακόμη πιο έντονο για τα μικρά παιδιά, τα οποία βρέθηκαν στη δίνη ενός πολέμου και είδαν μέσα σε λίγες μέρες την καθημερινότητά τους να γίνεται κομμάτια. Για αυτό και ιδιαίτερη συγκίνηση προκαλεί η ιστορία ενός σχολείου στην περιοχή Σεμένιβκα στο Ντονέσκ και η οποία έγινε πεδίο σφοδρών μαχών. Την άνοιξη του 2014 και ενώ οι αυτονομιστές σημείωναν επιτυχίες στο πολεμικό μέτωπο, κατέλαβαν και το τοπικό σχολείο της περιοχής αυτής. Αφού κράτησαν αιχμάλωτο για κάποιο διάστημα τον διευθυντή Σερχέι Μπορισένκο, τελικά μετέτρεψαν το εκπαιδευτικό ίδρυμα σε στρατιωτική βάση εκμεταλλευόμενοι το γεγονός πως είχε πόσιμο νερό, ηλεκτρικό ρεύμα και χώρους στους οποίους μπορούσαν να στεγαστούν. Όπως ανάφερε ο διευθυντής δεν σεβάστηκαν τίποτα και κατάστρεψαν σχεδόν τα πάντα. Οι βιβλιοθήκες και τα βιβλία κάηκαν, τα θρανία των μαθητών, ο εξοπλισμός, ακόμη και τα σχολικά μητρώα διαλύθηκαν. Για όσο καιρό διήρκησε ο πόλεμος, το σχολείο παρέμεινε κλειστό.
 
Όταν τέλειωσαν οι μάχες, ο Σερχέι Μπορισένκο έδωσε πραγματικό αγώνα για να αναστυλωθεί το σχολείο του. Χτύπησε οποιαδήποτε πόρτα έβρισκε μπροστά του, συναντήθηκε με τους αρμόδιους και τελικά κατάφερε το ακατόρθωτο. Το σχολείο όχι μόνο επιδιορθώθηκε αλλά σήμερα αποτελεί ένα κόσμημα για την περιοχή. Αγοράστηκαν καινούρια θρανία, πίνακες, ακόμη και ηλεκτρονικοί υπολογιστές, η βιβλιοθήκη φτιάχτηκε και γέμισε βιβλία και τα παιχνίδια στην αυλή αντικαταστάθηκαν με άλλα. Επιπλέον, δημιουργήθηκε και νηπιαγωγείο. Περήφανος για το σχολείο ο διευθυντής μιλά για ένα θαύμα μέσα από τα χαλάσματα και εξηγεί πόσο θαυμάσιο είναι αντί για όπλα και ριπές, πλέον να ακούγονται παιδικά γέλια και φωνές.
 
Με τις πληγές από τον πόλεμο να είναι ακόμη ανοικτές, η Ουκρανία ποντάρει στην εκπαίδευση για να προχωρήσει μπροστά. Βάζοντας σε εφαρμογή μια δραστική μεταμόρφωση στον χώρο της εκπαίδευσης, ελπίζει πως όταν αυτή αρχίσει να αποδίδει καρπούς, τα σχολεία της χώρας θα αφήσουν πίσω τους το σοβιετικό παρελθόν. Μέχρι πρόσφατα, το εκπαιδευτικό σύστημα ήταν σαφώς επικεντρωμένο γύρω από έναν δάσκαλο, ο οποίος δίδασκε και οι μαθητές απλά άκουγαν, έχοντας συνήθως κάποιο βιβλίο στη διάθεσή τους. Στόχος ήταν να προετοιμάσει τα παιδιά να ακολουθήσουν ένα συγκεκριμένο επάγγελμα. 
 
Πλέον, η τακτική αυτή καταργείται και δίνεται έμφαση στην ανάπτυξη των δυνατότητων εκείνων των μαθητών, που θα τους επιτρέψει να έχουν τα εφόδια για να διαλέξουν οι ίδιοι το μέλλον τους. Αυτό φαίνεται και στα σχολεία που εξοπλίζονται με υπολογιστές, διαδραστικούς πίνακες και σύγχρονο εξοπλισμό στα πρότυπα των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων της Δύσης. 
 
Σημαντική τομή για το εκπαιδευτικό σύστημα στην Ουκρανία θεωρείται η μεταρρύθμιση του 2017. «Ένας από τους κύριους στόχους των αλλαγών που εφαρμόζονται είναι η ανάπτυξη δεξιοτήτων και όχι απλά η παροχή γνώσεων ή η εκμάθηση μιας ξένης γλώσσας. Θέλουμε να βελτιώσουμε την παιδεία, ώστε τα παιδιά να αναπτύσσουν δεξιότητες όπως η επικοινωνία, ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και  των πρακτικών δεξιοτήτων τους, όπως για παράδειγμα η παιδεία στα μέσα επικοινωνίας, οι πολιτικές ικανότητες ή τα ανθρώπινα δικαιώματα», επεσήμανε η Ραΐσα Γεορουσένκο, ειδικός για της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης στο ουκρανικό υπουργείο Παιδείας.
 
Στόχος των ουκρανικών Αρχών, πάντως είναι να επιβάλουν τα ουκρανικά σε όλα τα σχολεία δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, μέχρι το 2021, συμπεριλαμβανομένων των εκατοντάδων σχολικών μονάδων όπου η διδασκαλία διενεργείται σήμερα στα ρωσικά ή σε μια μειονοτική γλώσσα. Εξαιρούνται μόνο οι επίσημες γλώσσες της ΕΕ και εκείνες των άλλων μειονοτήτων (Τάταροι της Κριμαίας, Γκαγκαούζοι και Ρομά), αλλά μόνο για τη διδασκαλία περιορισμένου αριθμού θεμάτων. Τα ρωσικά θα επιτρέπονται μόνο στα μαθήματα γλώσσας και λογοτεχνίας και έχουν αφαιρεθεί ως επιλογή από το πρόγραμμα διδασκαλίας. 
 
Ο πρόεδρος της χώρας, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, όπως και η συντριπτική πλειοψηφία των κομμάτων του Κοινοβουλίου, μοιράζονται τον κοινό στόχο για σταδιακή εξαφάνιση της ρωσικής γλώσσας από τα σχολεία. «Το εκπαιδευτικό μας σύστημα λειτουργεί σήμερα με τέτοιο τρόπο ώστε οι μελλοντικές γενιές να μιλούν ουκρανικά», ανάφερε.